Γράφει η δικηγόρος Αθηνών, Αναστασία Χρ. Μήλιου*
Όσοι παρακολουθούν τη νομολογία των ελληνικών δικαστηρίων, διαμορφώνουν διαφορετική γνώμη για το κύρος, την δύναμη, την ισχύ αλλά και την ακεραιότητα του τραπεζικού συστήματος. Η νομολογία αποδεικνύει ότι όλο και περισσότεροι πολίτες που στρέφονται εναντίον του τραπεζικού κατεστημένου, δικαιώνονται και αποζημιώνονται για τις εις βάρος τους απάτες, παρανομίες, παραλείψεις και ανεύθυνες συμπεριφορές των τραπεζικών υπαλλήλων. Οι τράπεζες καταδικάζονται για την παραπλανητική, απατηλή συμπεριφορά τους, για την επίδειξη ισχύος έναντι των καταναλωτών για τις συνεχείς παρανομίες τους και οι πολίτες που προσφεύγουν στην δικαιοσύνη, δικαιώνονται περίτρανα.
Σε μια τέτοια περίπτωση, κρίθηκε ότι, προκειμένου η εναγόμενη τράπεζα Κύπρου να αντλήσει όσο το δυνατόν περισσότερα κεφάλαια από τη συμμετοχή ιδιωτών επενδυτών στην έκδοση των Μετατρέψιμων Αξιογράφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου (Μ.Α.Ε.Κ.) και να εξισορροπήσει την κλονισμένη κεφαλαιακή της επάρκεια, παρείχε, μέσω των υπαλλήλων αυτής στον ενάγοντα πελάτη της και εκμεταλλευόμενη την εμπιστοσύνη του προς αυτήν, μονομερή, ελλιπή, ασαφή και παραπλανητική ενημέρωση σχετικά με τα αγορασθέντα εν συνεχεία απʼ αυτόν Μ.Α.Ε.Κ., υπερτονίζοντας τα πλεονεκτήματά τους και αποσιωπώντας την επακριβή φύση και τους προειρημένους κινδύνους αυτών, που η γνώση εκ μέρους του ενάγοντος ως υποψήφιου συντηρητικού επενδυτή ήταν ωστόσο απαραίτητη για τον ανεπίληπτο σχηματισμό της αποφάσεώς του να επενδύσει στα Μ.Α.Ε.Κ. Η εναγόμενη τράπεζα παρήγαγε επομένως με δόλο, δια απατηλής συμπεριφοράς των υπαλλήλων αυτής, την οποία προκάλεσαν τα όργανά της, στον ενάγοντα πελάτη της την πεπλανημένη αντίληψη ότι τα Μ.Α.Ε.Κ. αποτελούσαν ασφαλές επενδυτικό προϊόν, όμοιο με προθεσμιακή κατάθεση και είχαν υψηλότερο σταθερό επιτόκιο σε σχέση μʼ αυτήν, παριστάνοντας του ανύπαρκτα περιστατικά ως υπαρκτά, ότι δηλαδή είχαν πενταετή διάρκεια, σταθερό ετήσιο επιτόκιο ύψους 6,5%, περιοδική απόδοση τόκων ανά εξάμηνο και εγγυημένη επιστροφή του επενδυόμενου κεφαλαίου, και αποσιωπώντας του την παραπάνω φύση τους ως χρεογράφων και δη διαπραγματευόμενων στο Χ.Α. άυλων ομολογιών μειωμένης εξασφαλίσεως και τους συνοδεύοντες αυτά προδιαληφθέντες σημαντικούς κινδύνους, που ο ενάγων αγνοούσε, αλλά η εκ μέρους της εναγομένης αποκάλυψή τους επιβαλλόταν από το απορρέον εκ της αντικειμενικής καλής πίστης, των χρηστών συναλλακτικών ηθών και της διαμορφωθείσας ανάμεσα στους διαδίκους προμνημονευθείσας μακροχρόνιας σχέσεως εμπιστοσύνης καθήκον της εναγομένης προς διαφώτιση του ενάγοντος. Αποτέλεσμα των ανωτέρω ήταν να συμφωνήσει να αγοράσει από την εναγόμενη, πολλά τέτοια αξιόγραφα, στην αγορά των οποίων δε θα προέβαινε αλλιώς. Η προειρημένη σύμβαση πωλήσεως και μεταβιβάσεως της κυριότητας από την εναγόμενη τραπεζική εταιρεία στον ενάγοντα μεγάλου αριθμού Μ.Α.Ε.Κ. τυγχάνει συνεπώς ακυρώσιμη ένεκα της προεκτεθείσας απάτης της εναγομένης εις βάρος του.
Απάτη υπό την έννοια του ΑΚ αποτελεί οποιαδήποτε εκ προθέσεως συμπεριφορά τείνει στην παραγωγή, την ενίσχυση ή τη διατήρηση πεπλανημένης αντιλήψεως ή εντυπώσεως, προκειμένου έτερο πρόσωπο να αχθεί σε δήλωση βουλήσεως, ενώ η απατηλή συμπεριφορά έγκειται στην παράσταση ανύπαρκτων γεγονότων ως υπαρκτών, την απόκρυψη, την αποσιώπηση ή την ατελή ανακοίνωση υπαρκτών γεγονότων, των οποίων η αποκάλυψη σ’ αυτόν που τα αγνοούσε επιβαλλόταν από το καθήκον διαφωτίσεώς του με βάση την καλή πίστη ή την υπάρχουσα ιδιαίτερη σχέση μεταξύ αυτού και εκείνου προς τον οποίο απηύθυνε τη δήλωσή του. Τέτοια υποχρέωση από την καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη προς παροχή διασαφητικών πληροφοριών ή εξηγήσεων έχουν μάλιστα οι διαπραγματευόμενοι την κατάρτιση συμβάσεως κατά το στάδιο των διαπραγματεύσεων. Σε πεπλανημένη αντίληψη ή εντύπωση είναι λοιπόν δυνατό να οφείλεται η συμμετοχή επενδυτή στη διαδικασία εκδόσεως ομολογιών ή η αγορά απ’ αυτόν τέτοιων, οπότε, αν η υπάρχουσα πλάνη του επενδυτή συνιστά αποτέλεσμα εξαπατήσεώς του.
Η πρόκληση βλάβης στην περιουσία ορισμένου προσώπου, η οποία συνδέεται με τις παρεχόμενες από τράπεζα επενδυτικές υπηρεσίες, συνιστά κατ’ επέκταση όρο θεμελιώσεως της αστικής ευθύνης της τελευταίας για καταβολή αποζημιώσεως ένεκα αδικοπραξίας. Οι εν λόγω προϋποθέσεις αναλύονται στην απαιτούμενη σχέση αιτιώδους συνάφειας ανάμεσα στις παρεχόμενες υπηρεσίες και το επελθόν ζημιογόνο αποτέλεσμα καθώς και στην υπαίτια εκδήλωση παράνομης συμπεριφοράς, δια της οποίας παραβιάζονται εκ μέρους της τράπεζας που παρέχει τις υπηρεσίες είτε απαγορευτικοί ή επιτακτικοί κανόνες δικαίου, που απονέμουν δικαιώματα ή προστατεύουν συγκεκριμένα συμφέροντα του ζημιωθέντος, είτε οι συναλλακτικές της υποχρεώσεις πρόνοιας και ασφάλειας. Ειδικότερη μορφή παραβιάσεως των τελευταίων κανόνων συνιστά η παράλειψη εκπληρώσεως από την τράπεζα των υποχρεώσεων εκτιμήσεως των συμφερόντων του πελάτη της, διαφωτίσεως, παροχής συμβουλευτικής καθοδηγήσεως και προειδοποιήσεως αυτού. Οι προδιαληφθείσες συναλλακτικές υποχρεώσεις παραβιάζονται, μεταξύ άλλων, όταν παραλείπεται η παροχή όσων πληροφοριών είναι απαραίτητες στο συγκεκριμένο αποδέκτη των επενδυτικών υπηρεσιών, προκειμένου να μπορεί να αντιληφθεί τη μορφή της προτεινόμενης σ’ αυτόν τοποθετήσεως των κεφαλαίων του και κυρίως να κατανοήσει όσους κινδύνους συνδέονται με τη ζημιογόνο για τον ίδιο εξέλιξη αυτής, ώστε να αξιολογήσει, έχοντας ενημερωθεί σχετικώς, τις επιβλαβείς συνέπειες της συγκεκριμένης επενδυτικής επιλογής και να αποφασίσει εάν θα την επιχειρήσει, παρέχοντας τη σχετική εντολή προς την αντισυμβαλλόμενή του τράπεζας.
Η εναγομένη αποτελεί τραπεζική εταιρεία, η οποία εδρεύει στην Κύπρο και ήταν εγκατεστημένη στην Ελλάδα. Ο ενάγων συνεργαζόταν με υποκατάστημα της εναγομένης από το έτος 2000. Το Μάιο του 2011 διατηρούσε στην εναγομένη υψηλές καταθέσεις, επιδιώκοντας έτσι, επί τη βάσει των προδιαληφθέντων, ανέκαθεν την ασφαλή τοποθέτηση των προερχόμενων από την εργασία αυτού αποταμιεύσεών του, όπερ γνώριζαν οι υπάλληλοι του υποκαταστήματος της εναγομένης, αφού ο ενάγων τις συγκέντρωνε στις εκεί ιδίως τηρούμενες τραπεζικές του καταθέσεις, απλές και προθεσμιακές. Την 16-5-2011, πριν την λήξη της εξυπηρετούμενης από τον τηρούμενο στην εναγομένη λογαριασμό τρίμηνη προθεσμιακή κατάθεση του με επιτόκιο 4,35%, ο υπάλληλος του υποκαταστήματος της εναγομένης, με τον οποίο ο ενάγων συνεργαζόταν επί δύο χρόνια, έχοντας αναπτύξει σχέση εμπιστοσύνης μ’ αυτόν, συνέστησε, κατόπιν μεθοδευμένης πρωτοβουλίας των οργάνων της εναγομένης ως προς την εξειδικευμένη προσέγγιση των σημαντικών της πελατών, όπως ήταν ο ενάγων, και όχι ύστερα από γενική πρόσκληση στο επενδυτικό κοινό, τηλεφώνησε στον ενάγοντα να τοποθετήσει όποιο μέρος της προδιαληφθείσας προθεσμιακής καταθέσεώς του δε χρειαζόταν άμεσα σ’ ένα νέο ιδιαίτερα επωφελές γι’ αυτόν προϊόν της εναγομένης υπό την ονομασία «Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου» (Μ.Α.Ε.Κ.), ενημερώνοντας τον συνοπτικά ότι αφενός δε θα του επιβαλλόταν από την εναγομένη ποινή ένεκα πρόωρης μερικής εξοφλήσεως της ως άνω προθεσμιακής καταθέσεως αυτού και αφετέρου ότι το προαναφερθέν νέο τραπεζικό προϊόν τύγχανε όμοιο με προθεσμιακή κατάθεση, έχοντας πενταετή διάρκεια και ελκυστικό, σε σύγκριση με το προμνημονευθέν, σταθερό ετήσιο επιτόκιο ύψους 6,5% με περιοδική απόδοση τόκων ανά εξάμηνο και εγγυημένη επιστροφή του κεφαλαίου, όπερ είχε ως συνέπεια να υπονοείται ότι ανταποκρίνεται στο προειρημένο και γνωστό στην εναγομένη συντηρητικό επενδυτικό προφίλ του ενάγοντος.
Την ίδια ημέρα της προδιαληφθείσας τηλεφωνικής επικοινωνίας του τελευταίου με τον προμνημονευθέντα υπάλληλο της εναγομένης, ο ενάγων, ο οποίος πείσθηκε από τις προηγηθείσες ρητές διαβεβαιώσεις του υπαλλήλου αυτού περί του ασφαλούς και του επικερδούς σε σχέση με τις τραπεζικές καταθέσεις χαρακτήρα του προαναφερθέντος νέου τραπεζικού προϊόντος, θεώρησε ότι αυτό ανταποκρίνεται στο συντηρητικό επενδυτικό του προφίλ και δεν ενεργούσε με τη λογική της διασποράς του προειρημένου κεφαλαίου του, επισκέφθηκε το ανωτέρω υποκατάστημα της εναγομένης, όπου κατήρτισε σύμβαση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών, δραστηριοτήτων και παρεπόμενων υπηρεσιών από την εναγόμενη τραπεζική εταιρεία, υπέγραψε έντυπο προσυμβατικής πληροφόρησης («ενημερωτικό πακέτο») για την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών καθώς και αίτηση δημιουργίας μερίδας, λογαριασμού αξιών στο Σύστημα Άυλων Τίτλων (Σ.Α.Τ.) και εξουσιοδότηση χρήσης τους, που έχουν επ’ ονόματι και για λογαριασμό της εναγομένης υπογραφεί από την υπάλληλο του ίδιου υποκαταστήματος ή και το Διευθυντή του υποκαταστήματος, προκειμένου να επακολουθήσει η σύναψη της συμβάσεως αγοράς Μ.Α.Ε.Κ. από τον ενάγοντα. Την επόμενη ημέρα, ήτοι την 17-5-2011, ο ενάγων προσήλθε εκ νέου στο προδιαληφθέν υποκατάστημα της εναγομένης και κατήρτισε μ’ αυτήν υπό την επήρεια των προειρημένων διαβεβαιώσεων την υπογεγραμμένη επ’ ονόματι και για λογαριασμό της εναγομένης από την υπάλληλό της σύμβαση συμμετοχής του ενάγοντος στην έκδοση από την εναγομένη των προδιαληφθέντων Μ.Α.Ε.Κ, μέσω της οποίας αυτός αγόραζε από την εναγομένη Μ.Α.Ε.Κ. που θα καταβαλλόταν σ’ αυτή δια της μεταφοράς του αντίστοιχου ποσού από τον εκεί τηρούμενο κοινό λογαριασμό ταμιευτηρίου του ενάγοντος.
Σε προδιατυπωμένο εκ μέρους της εναγομένης όρο της συμβάσεως αυτής, όπου δε μνημονεύονται οποιοδήποτε ακριβές χαρακτηριστικό της φύσεως των Μ.Α.Ε.Κ., ώστε να δύναται ο αντισυμβαλλόμενος ενάγων να την αντιληφθεί με οποιοδήποτε τρόπο, αναφέρεται εντούτοις ότι αυτός βεβαιώνει πως διαθέτει τη γνώση και τις ικανότητες να προβεί στην αξιολόγηση της επενδύσεώς του στα Μ.Α.Ε.Κ. και δηλώνει ότι αφενός αποδέχεται τους όρους εκδόσεως και τους παράγοντες κινδύνου και αφετέρου δεν του έχει παρασχεθεί οποιαδήποτε συμβουλή ή παρότρυνση από την εναγομένη, οποιοδήποτε υπάλληλο ή εκπρόσωπο αυτής αναφορικά με τα Μ.Α.Ε.Κ. και την απόφαση του ενάγοντος να υποβάλει αίτηση εγγραφής σ’ αυτά.
Στην πραγματικότητα τα Μ.Α.Ε.Κ. εξυπηρετούσαν μόνο την ενίσχυση της τράπεζας με πρωτοβάθμιο κεφάλαιο και της διατηρήσεως ως εκ τούτου ισχυρών και ανταγωνιστικών δεικτών κεφαλαιακής της επάρκειας. Αποτελούσαν πολύπλοκο χρηματοοικονομικό μέσο ως ασώματες κινητές αξίες και δη άυλες ομολογίες εκδόσεως της εναγόμενης τραπεζικής εταιρείας, αόριστης διάρκειας, μειωμένης εξασφαλίσεως, μετατρέψιμες σε μετοχές, διαπραγματευόμενες στο Χ.Α. και εμπεριέχουσες κινδύνους, οι οποίοι δεν απέβαιναν ευχερώς και πλήρως αντιληπτοί από τους ιδιώτες επενδυτές (perpetual bonds). Η ρευστοποίηση των περί ων ο λόγος αξιογράφων μπορούσε να πραγματοποιηθεί αποκλειστικά δια της πωλήσεώς τους στη δευτερογενή (χρηματιστηριακή) αγορά, της εκ μέρους της εναγόμενης εκδότριας αυτών εξαγοράσεώς τους κατ’ επιλογή της ή της μετατροπής αυτών σε μετοχές της εναγομένης και της πωλήσεώς τους εν συνεχεία στη δευτερογενή αγορά. Δε συνιστούσαν επομένως προθεσμιακή κατάθεση ούτε ασφαλές επενδυτικό προϊόν που να προσομοιάζει σε τέτοια, αλλά αμιγές επενδυτικό προϊόν, διότι η τοποθέτηση του κεφαλαίου του επενδυτή σε Μ.Α.Ε.Κ. δε χαρακτηριζόταν στην πραγματικότητα, επί τη βάσει των προπαρατεθέντων, από ορισμένη διάρκεια, σταθερό επιτόκιο, παρά μόνο για τα πέντε πρώτα χρόνια της επενδύσεως αυτής, περιοδική απόδοση τόκων, δεδομένης της προαναφερθείσας προαιρετικής ή υποχρεωτικής ακυρώσεως από την εναγομένη της πληρωμής τόκων, καθώς και εγγυημένη επιστροφή του κεφαλαίου, αφού η απόδοση της εν λόγω επενδύσεως είχε στην ουσία εξαρτηθεί από την οικονομική κατάσταση της εναγόμενης τραπεζικής εταιρείας και κατ’ επέκταση τις επικρατούσες στην ελληνική, την κυπριακή και τη διεθνή οικονομία συνθήκες.
Η κρίση στην ελληνική και την κυπριακή οικονομία, η παγκόσμια οικονομική ύφεση και η εντεύθεν αστάθεια των διεθνών χρηματιστηριακών αγορών, που υφίσταντο ήδη από τον προμνημονευθέντα χρόνο της τοποθετήσεως του ως άνω κεφαλαίου του ενάγοντος στα Μ.Α.Ε.Κ., προοιώνιζαν την καθοδική πορεία της αξίας των εν λόγω τοξικών αξιογράφων, τα οποία θα μετατρέπονταν έτσι υποχρεωτικά σε μηδαμινής αξίας μετοχές της έκτοτε ευρισκόμενης σε δεινή οικονομική κατάσταση εναγομένης, που δια της εκδόσεως των Μ.Α.Ε.Κ. επεδίωκε ακριβώς την εξισορρόπηση της κλονισμένης κεφαλαιακής της επάρκειας μέσω της αντλήσεως όσο το δυνατόν περισσότερων κεφαλαίων από τη διάθεση των επίμαχων αξιογράφων σε αξιόλογους πελάτες της, όπως ήταν ο ενάγων. Ο τελευταίος δεν είχε όμως ενημερωθεί, προφορικώς ή εγγράφως, από τους υπαλλήλους της εναγομένης πριν από την κατάρτιση της ανωτέρω συμβάσεως αγοράς απ’ αυτόν Μ.Α.Ε.Κ. σχετικά, μεταξύ άλλων, με την αόριστη διάρκεια, τους προμνημονευθέντες κινδύνους της περί ης ο λόγος επενδύσεως αυτού, και τη μη εγγυημένη επιστροφή του προδιαληφθέντος κεφαλαίου του.
Τούτο, διότι οι προαναφερθέντες υπάλληλοι της εναγομένης, οι οποίοι ήρθαν σε συναλλακτική επαφή με τον ενάγοντα πριν από τη σύναψη της συμβάσεως συμμετοχής αυτού στην έκδοση των Μ.Α.Ε.Κ., παρέλειψαν εν πρώτοις να τον πληροφορήσουν προφορικώς, πλήρως και σαφώς, ως προς τα προεκτεθέντα χαρακτηριστικά των Μ.Α.Ε.Κ. και την επισφάλειά τους, αλλά γίνεται παραπλανητικά μονομερής και ετεροβαρής σύγκριση αυτών με τις λειτουργούσες εντελώς διαφορετικά και εγγυημένες τραπεζικές καταθέσεις, σχετικά απλώς με το ανερχόμενο σε ποσοστό 6,5% δελεαστικό ετήσιο επιτόκιο των Μ.Α.Ε.Κ. σε ευρώ για τα πέντε πρώτα χρόνια της διάρκειάς τους ως θετικό χαρακτηριστικό αυτών, όταν το ετήσιο επιτόκιο των τηρούμενων στην εναγομένη προθεσμιακών καταθέσεων δεν υπερέβαινε το ποσοστό του 4,35%.
Οι προμνημονευθέντες υπάλληλοι της εναγόμενης τραπεζικής εταιρείας δεν παρέδωσαν επιπροσθέτως στον ενάγοντα πριν από την κατάρτιση της προσβαλλόμενης συμβάσεως αγοράς των Μ.Α.Ε.Κ., δεν υπέδειξαν τότε σ’ αυτόν ούτε του εξήγησαν το προδιαληφθέν ενημερωτικό δελτίο αναφορικά με τα χαρακτηριστικά και τους κινδύνους τους, στερώντας έτσι σ’ αυτόν τη δυνατότητα να λάβει γνώση του περιεχομένου του εν λόγω ενημερωτικού δελτίου ή να προστρέξει για το σκοπό αυτό στη βοήθεια επενδυτικού συμβούλου, μολονότι βεβαιώνεται στην ένδικη σύμβαση ότι ο ενάγων έλαβε γνώση του επίμαχου ενημερωτικού δελτίου, δοθέντος ότι δεν παρασχέθηκαν σ’ αυτόν καν η δυνατότητα και το χρονικό περιθώριο να αναγνώσει τα προπαρατεθέντα έγγραφα που του παραδόθηκαν τότε προς υπογραφή και αυτός υπέγραψε, ενώ δεν ανηύρε εγκαίρως πουθενά, είτε στο παραπάνω υποκατάστημα της εναγομένης είτε στο διαδίκτυο, το ενημερωτικό δελτίο των Μ.Α.Ε.Κ. Ο ενάγων ως απόφοιτος σχολής Ο.Α.Ε.Δ. ευρισκόταν εξάλλου εκτός του κύκλου όσων προσώπων ήταν σε θέση να κατανοήσουν και πολλώ μάλλον να συνδυάσουν και να αξιολογήσουν τον προειρημένο τίτλο της προσβαλλόμενης συμβάσεώς του με την εναγομένη, τα προαναφερθέντα χαρακτηριστικά και τους επενδυτικούς κινδύνους των Μ.Α.Ε.Κ. δίχως τη βοήθεια επενδυτικού συμβούλου, οπότε απέβαινε αναγκαία η πέραν της παραδόσεως του σχετικού ενημερωτικού δελτίου στον ενάγοντα αντικειμενική, πλήρης και σαφής προφορική προσυμβατική ενημέρωσή του από τους προειρημένους υπαλλήλους της εναγόμενης τραπεζικής εταιρείας. Αν οι τελευταίοι είχαν αφενός ενημερώσει τον ενάγοντα προφορικώς με αντικειμενικότητα, πληρότητα και σαφήνεια για τα χαρακτηριστικά και τους κινδύνους των Μ.Α.Ε.Κ. και κυρίως ως προς το ενδεχόμενο απώλειας του επενδυόμενου κεφαλαίου του και αφετέρου παραδώσει στον ενάγοντα για μελέτη το ενημερωτικό δελτίο ως προς τα Μ.Α.Ε.Κ., εφιστώντας σ’ αυτόν τη δέουσα προσοχή, προκειμένου να του αναπτύξουν εν συνεχεία τις δυσνόητες για το μέσο συναλλασσόμενο με πιστωτικά ιδρύματα κρίσιμες έννοιες του ενημερωτικού δελτίου, να εξηγήσουν σ’ αυτόν το περιεχόμενο της περιλαμβανόμενης στην προσβαλλόμενη σύμβαση αγοράς των Μ.Α.Ε.Κ. πολύπλοκης συναλλακτικής του σχέσεως με την εναγομένη και να απαντήσουν στις εντεύθεν απορίες του ενάγοντος, αυτός θα είχε αρνηθεί την προτεινόμενη από την εναγομένη τοποθέτηση του προμνημονευθέντος κεφαλαίου του στα Μ.Α.Ε.Κ.
Τούτο, δοθέντος ότι ο ενάγων δεν επιθυμούσε να τερματίσει πρόωρα, έστω και μερικώς, την ήδη τηρούμενη στην εναγομένη προθεσμιακή κατάθεση αυτού, από την οποία προήλθε το τίμημα της αγοράς τους, να μην επιβαρυνθεί με την ποινή της προεξοφλήσεως αυτής και να διατηρεί με κερδοσκοπικό σκοπό τίτλους έτοιμους προς ρευστοποίηση σε χρηματιστηριακή αγορά, εκμεταλλευόμενος επερχόμενες επενδυτικές ευκαιρίες, αλλά επεδίωκε τη λήψη μεγαλύτερου τόκου εκ της ασφαλούς τοποθετήσεως του επίμαχου κεφαλαίου ως σημαντικού τμήματος των καταθέσεών του σε «κλειστό» λογαριασμό προθεσμιακής καταθέσεως για πέντε χρόνια, αποστρεφόμενος τον επενδυτικό κίνδυνο, προκειμένου να εξασφαλίσει μετά την παρέλευση της πενταετούς διάρκειας των Μ.Α.Ε.Κ. τη χρηματοδότηση των σπουδών των δύο τέκνων του, όπερ γνώριζαν οι συναλλαγέντες μ’ αυτόν προαναφερθέντες υπάλληλοι της εναγομένης ένεκα της προσωπικής τους σχέσεως εμπιστοσύνης μ’ αυτόν.
Όση εμπειρία κι αν διέθετε ο ενάγων αναφορικά με τις τραπεζικές συναλλαγές, όπως για παράδειγμα ως προς το ότι επί συνάψεως προθεσμιακής καταθέσεως, η οποία διαρκεί συνήθως τρεις, έξι μήνες ή ένα έτος και δεν είχε τότε επιτόκιο μεγαλύτερο του 4,5%, υπογράφεται, σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας, από τον καταθέτη μόνον το έγγραφο της συμβάσεως τραπεζικής καταθέσεως και όχι πλείονα, εν αντιθέσει με ότι συνέβη κατά τα προπαρατεθέντα στην ένδικη περίπτωση, η εναγομένη διέθετε εξειδίκευση στα χρηματοοικονομικά προϊόντα και τις επ’ αυτών συναλλαγές, με συνέπεια οι προσήκουσες στην εκάστοτε περίπτωση συμβουλές αυτής να τυγχάνουν αναγκαίες για τη διαμόρφωση της επενδυτικής συμπεριφοράς των μέσων πελατών της, όπως ήταν ο ενάγων, που δεν μπορούσε παρά να στηριχθεί στη φερόμενη ως υπεύθυνη πληροφόρηση της εναγομένης, η οποία πήγαζε εκ της επαγγελματικής ενασχολήσεώς της με τις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές. Άρα, προκειμένου η εναγόμενη τραπεζική εταιρεία να αντλήσει όσο το δυνατόν περισσότερα κεφάλαια από τη συμμετοχή ιδιωτών επενδυτών στην έκδοση των Μ.Α.Ε.Κ. και να εξισορροπήσει την κλονισμένη κεφαλαιακή της επάρκεια, παρείχε, μέσω των ανωτέρω υπαλλήλων αυτής στον ενάγοντα πελάτη της και εκμεταλλευόμενη την εμπιστοσύνη του προς αυτήν και τους προστηθέντες της, μονομερή, ελλιπή, ασαφή και παραπλανητική ενημέρωση σχετικά με τα αγορασθέντα εν συνεχεία απ’ αυτόν Μ.Α.Ε.Κ., υπερτονίζοντας τα πλεονεκτήματά τους και αποσιωπώντας την επακριβή φύση και τους προειρημένους κινδύνους αυτών, που η γνώση εκ μέρους του ενάγοντος ως υποψήφιου συντηρητικού επενδυτή ήταν ωστόσο απαραίτητη για τον ανεπίληπτο σχηματισμό της αποφάσεώς του να επενδύσει στα Μ.Α.Ε.Κ. Η εναγόμενη τραπεζική εταιρεία παρήγαγε επομένως με δόλο, δια της προπεριγραφείσας απατηλής συμπεριφοράς των προμνημονευθέντων υπαλλήλων αυτής, στον ενάγοντα την πεπλανημένη αντίληψη ότι τα Μ.Α.Ε.Κ. αποτελούσαν ασφαλές επενδυτικό προϊόν όμοιο με προθεσμιακή κατάθεση και είχαν υψηλότερο σταθερό επιτόκιο σε σχέση μ’ αυτήν, παριστώντας στον ενάγοντα ανύπαρκτα ενόψει των προαναφερθέντων περιστατικά ως υπαρκτά, ότι δηλαδή είχαν πενταετή διάρκεια, σταθερό ετήσιο επιτόκιο ύψους 6,5%, περιοδική απόδοση τόκων ανά εξάμηνο και εγγυημένη επιστροφή του επενδυόμενου κεφαλαίου, και αποσιωπώντας σ’ αυτόν την παραπάνω φύση τους ως χρεωγράφων και δη διαπραγματευόμενων στο Χ.Α. άυλων ομολογιών μειωμένης εξασφαλίσεως και τους συνοδεύοντες αυτές προδιαληφθέντες σημαντικούς κινδύνους, που ο ενάγων αγνοούσε, αλλά η εκ μέρους της εναγομένης αποκάλυψή τους επιβαλλόταν από το απορρέον εκ της αντικειμενικής καλής πίστης, των χρηστών συναλλακτικών ηθών και της διαμορφωθείσας ανάμεσα στους διαδίκους προμνημονευθείσας μακροχρόνιας σχέσεως εμπιστοσύνης καθήκον της εναγομένης προς διαφώτιση του ενάγοντος, όπερ είχε ως απότοκο να αχθεί αυτός σε δήλωση βουλήσεως προτάσεως προς την εναγομένη να συμμετάσχει στην έκδοση απ’ αυτήν των Μ.Α.Ε.Κ., αγοράζοντας έτσι την 17-5-2011 τέτοια αξιόγραφα, στην αγορά των οποίων δε θα προέβαινε αλλιώς. Η προειρημένη σύμβαση πωλήσεως και μεταβιβάσεως της κυριότητας από την εναγόμενη τραπεζική εταιρεία στον ενάγοντα Μ.Α.Ε.Κ. τυγχάνει συνεπώς ακυρώσιμη ένεκα της προεκτεθείσας απάτης της εναγομένης εις βάρος του. Ενόψει των προεκτεθέντων, ο ενάγων δικαιούται, αφού παρασύρθηκε δολίως από την εναγόμενη τραπεζική εταιρεία σε δήλωση βουλήσεως σχετικά με την κατάρτιση της από 17-5-2011 συμβάσεως πωλήσεως και μεταβιβάσεως της κυριότητας από την εναγομένη στον ενάγοντα Μετατρέψιμων Αξιογράφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου εκδόσεώς της, να ζητήσει σωρευτικώς την ακύρωση της προδιαληφθείσας συμβάσεως μεταξύ των διαδίκων ως ακυρώσιμης εξαιτίας της προαναφερθείσας απάτης της εναγομένης εις βάρος του ενάγοντος και την αποκατάσταση της περιουσιακής του ζημίας.
ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ ΠΑΡ’ΕΦΕΤΑΙΣ ΑΘΗΝΩΝ