«Στο νηπιαγωγείο της Μαργαρίτας δεν υπάρχει ξεχωριστός χώρος σίτισης, ούτε χώροι για να ξεκουραστούν τα παιδιά. Η διεύρυνση του σχολικού ωραρίου είναι μια λύση για τους εργαζόμενους γονείς, αλλά αλήθεια αναρωτιέμαι πώς θα απασχοληθούν, χωρίς εξειδικευμένο εκπαιδευτικό, τα παιδιά μετά τις 4 το απόγευμα. Θα καταλήξει πάρκινγκ παιδιών;», λέει στην «Κ» ο 46χρονος Δημήτρης Κουτσομπόλης, διδάσκων στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, για να εξηγήσει την οικογενειακή απόφαση η κόρη του να μην παρακολουθήσει το διευρυμένο πρόγραμμα του ολοήμερου σχολείου, που θα ισχύει από φέτος.
Για πρώτη φορά φέτος όλοι οι μαθητές των νηπιαγωγείων και των δημοτικών σχολείων μπορούν να αποχωρούν στις 5.30 το απόγευμα αντί στις 4 μ.μ. Ωστόσο, σύμφωνα με τα στοιχεία των Διευθύνσεων Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης που διαθέτει η «Κ», στα μεγάλα αστικά κέντρα μόνο στο ένα στα τρία σχολεία παρουσιάστηκε ο απαραίτητος αριθμός γονέων που ήθελαν το παιδί τους να μένει έως τις 5.30 το απόγευμα. Οι γονείς δυσπιστούν για την ποιότητα του προγράμματος, την ίδια στιγμή που πολλά παιδιά θέλουν να φύγουν από το σχολείο για να ξεκουραστούν λίγο και κατόπιν είτε να παρακολουθήσουν φροντιστήρια ξένων γλωσσών είτε να κάνουν καλλιτεχνικές και αθλητικές δραστηριότητες.
Στη μαζική απροθυμία φαίνεται, σύμφωνα με εκτιμήσεις στελεχών του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ) που μίλησαν στην «Καθημερινή», ότι έπαιξε ρόλο και η απόφαση του υπουργείου Παιδείας να αποδεχθεί το αίτημα των συνδικαλιστών και να στελεχώσει τα επιπλέον προγράμματα με δάσκαλους και νηπιαγωγούς και όχι εκπαιδευτικούς ειδικοτήτων. Ως παράγοντας της περιορισμένης απήχησης του ολοήμερου αναφέρεται, επίσης, «η κουλτούρα της ελληνικής οικογένειας», που προτιμάει να εμπιστεύεται τα παιδιά σε παππούδες και γιαγιάδες, ώστε αυτά να επιστρέφουν νωρίτερα από το σχολείο.
Ειδικότερα, το νέο πρόγραμμα ολοήμερου δημοτικού σχολείου θα αναπτύσσεται σε τρεις ζώνες, μετά τη 1.15 το μεσημέρι που ολοκληρώνεται το υποχρεωτικό πρόγραμμα. Στην πρώτη (από 1.20 μ.μ. έως 2 μ.μ.) οι μαθητές θα γευματίζουν. Στη δεύτερη (2.10 μ.μ. έως 3.50 μ.μ. με δεκάλεπτο διάλειμμα) θα μελετούν και θα προετοιμάζονται για την επόμενη ημέρα. Η τρίτη ζώνη –3.55 μ.μ. έως 5.30 μ.μ.– τιτλοφορείται «σχολικοί μαθητικοί όμιλοι» και στην ενότητα αυτή περιλαμβάνεται πληθώρα αντικειμένων.
Το ολοήμερο πρόγραμμα στα νηπιαγωγεία θα ξεκινάει στη 1 μ.μ. και θα περιλαμβάνει το γεύμα, μία ώρα για ξεκούραση των παιδιών, ενασχόληση με δραστηριότητες και παιχνίδι. Οι γονείς μπορούν να πάρουν το παιδί αντί για τις 5.30 μ.μ. στις 4 μ.μ., ενώ επιτρέπεται τα παιδιά να αποχωρήσουν και στις 2.55 μ.μ. Η πρόσβαση όλων των μαθητών στο διευρυμένο ολοήμερο είναι ελεύθερη, χωρίς κανέναν περιορισμό συμμετοχής.
Τα κριτήρια
Με βάση την υπουργική απόφαση, η επιπλέον ώρα είχε προβλεφθεί να υλοποιηθεί σε σχεδόν 5.000 τμήματα σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και περιφέρεια. Ως προς την επιλογή των σχολικών μονάδων ελήφθησαν υπόψη κριτήρια όπως το μαθητικό δυναμικό του σχολείου, ο αριθμός των μαθητών που φοιτούν ήδη σε ολοήμερο και ο αριθμός των λειτουργούντων ολοήμερων τμημάτων. Ουσιαστικά το πρόγραμμα απευθύνεται στα σχολεία των μεγάλων αστικών κέντρων. Για να δημιουργηθεί ένα τμήμα διευρυμένου ωραρίου, προϋπόθεση είναι να δηλώσουν συμμετοχή τουλάχιστον δέκα μαθητές. Ωστόσο, σύμφωνα με τα στοιχεία της «Κ», υπολογίζεται ότι μόνο σε περίπου 1.500 σχολεία συγκεντρώθηκε ο απαραίτητος αριθμός μαθητών για να οργανωθεί η επιπλέον ώρα. Θα γίνει προσπάθεια εκεί που υπάρχουν οκτώ ή εννέα παιδιά να προστεθεί άλλο ένα ώστε να γίνει δεκάδα. Στον αντίποδα δεν αποκλείεται να διαλυθούν τμήματα εάν, μετά το πρώτο διάστημα, διακόψουν μαθητές. Μάλιστα, στελέχη του υπουργείου Παιδείας θεωρούν ότι αναμενόμενη αύξηση του κόστους ενέργειας και η ανάγκη οικονομίας θα επηρεάσουν τη λειτουργία των σχολείων. Αυτό θα οδηγήσει πολλά παιδιά να διακόψουν από το ολοήμερο πρόγραμμα.
Ηδη, οι αριθμοί κινούνται χαμηλά. Χαρακτηριστικά, στη Διεύθυνση Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Ανατολικής Αττικής –η μεγαλύτερη στην Αττική καθώς περιλαμβάνει Λαύριο, Ωρωπό, Μενίδι κ.λπ.– από τα 200 δημοτικά μόλις σε 38 θα οργανωθεί τμήμα έως τις 5.30 το απόγευμα. Στα νηπιαγωγεία της Ανατολικής Αττικής το ενδιαφέρον είναι ακόμη μικρότερο. Στον Νότιο Τομέα της Αττικής (από Γλυφάδα έως Καλλιθέα και Μοσχάτο – Ταύρο) από τα 112 σχολεία θα οργανωθούν τμήματα σε 40. Αντίστοιχη εικόνα υπάρχει για το κέντρο της Αθήνας και τα δυτικά προάστια, ενώ ακόμη χαμηλότερο αποδείχθηκε το ενδιαφέρον των γονέων στα βόρεια προάστια καθώς και στα υπόλοιπα μεγάλα αστικά κέντρα.
«Ο σχεδιασμός του υπουργείου Παιδείας έμεινε σε επίπεδο προθέσεων. Στόχος ήταν να κάνουν οι μαθητές διάφορες δραστηριότητες μετά τις 4 μ.μ., ωστόσο το δημόσιο σχολείο φαίνεται να μην πείθει ότι μπορεί. Δεν υπάρχουν οι υποδομές για να φιλοξενηθούν τόσες ώρες στο σχολείο παιδιά μικρής ηλικίας, ενώ και το παιδαγωγικό κομμάτι πάσχει», παρατηρεί μιλώντας στην «Κ» ο Γιάννης Κουμέντος, διευθυντής πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης των σχολείων του Νοτίου Τομέα της Αττικής.
Χαρακτηριστικά, η επιπλέον ώρα (από τις 4 μ.μ. έως τις 5.30 μ.μ.) τιτλοφορείται «σχολικοί μαθητικοί όμιλοι» και στην ενότητα αυτή περιλαμβάνεται πληθώρα αντικειμένων, όπως εκπαιδευτική ρομποτική, πειράματα, ρητορική τέχνη, ασφαλής και δημιουργική πλοήγηση στο Διαδίκτυο, αθλητισμός, παραδοσιακοί ή μοντέρνοι χοροί, εικαστικές τέχνες, χειροτεχνίες και κατασκευές, εκμάθηση μουσικών οργάνων. Ποιος θα τα διδάξει στους μαθητές; Δάσκαλοι και όχι εκπαιδευτικοί των σχετικών ειδικοτήτων. Υψηλόβαθμο στέλεχος του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ) ανέφερε στην «Κ» ότι υπήρξε γκρίνια συνδικαλιστών προς την ηγεσία του υπουργείου να μην προσληφθούν, ως αναπληρωτές, εκπαιδευτικοί ειδικοτήτων για να καλύψουν την επιπλέον διδακτική ώρα, αλλά νηπιαγωγοί και δάσκαλοι. Τελικά προσελήφθησαν, σύμφωνα με το υπουργείο Παιδείας, 3.000, στην πλειονότητά τους δάσκαλοι.
Αυτό δικαιολογείται από το υπουργείο Παιδείας με το επιχείρημα ότι ο επιπλέον δάσκαλος θα μπορεί να καλύψει και τις ανάγκες των δύο πρώτων ζωνών του ολοήμερου προγράμματος, στις οποίες οι μαθητές θα γευματίζουν, θα μελετούν και θα προετοιμάζονται για την επόμενη ημέρα. Αλλά ο δάσκαλος δεν μπορεί να καλύψει όλα τα διδακτικά αντικείμενα των ομίλων. «Προ έτους, όταν ο γιος μου πήγαινε στο δημοτικό σχολείο είχαμε ζητήσει να κάνει θέατρο και ξένη γλώσσα, τη διδακτική ώρα από τις 3 έως τις 4 το απόγευμα. Ομως το σχολείο δεν στελεχώθηκε με εκπαιδευτικούς ειδικοτήτων και έτσι σε όλες τις ώρες γινόταν μελέτη για την επόμενη ημέρα. Νομίζω ότι το ίδιο θα γίνεται και φέτος», παρατηρεί στην «Κ» η Θεοδώρα Π., που επίσης δεν επέλεξε φέτος το διευρυμένο ολοήμερο πρόγραμμα για τον μικρότερο γιο της. Οπως τόνισε στην «Κ» στέλεχος του ΙΕΠ, «καθώς δεν προσελήφθησαν εκπαιδευτικοί ειδικοτήτων, δεν υπηρετείται ο παιδαγωγικός στόχος και επί της ουσίας το ολοήμερο σχολείο θα καταλήξει να είναι για φύλαξη των παιδιών».
Το πρόβλημα των υποδομών και η συνήθεια των φροντιστηρίων
«Το μοντέλο που ακολουθείται διεθνώς είναι τα σχολεία να παραμένουν ανοιχτά έως αργά το απόγευμα και να οργανώνουν διάφορες δραστηριότητες για τους μαθητές. Ωστόσο, αυτό απαιτεί επιπλέον εξειδικευμένο προσωπικό και καλό προγραμματισμό», παρατηρεί στην «Κ» η Ελένη Μπούντα, εκπαιδευτικός και πρώην σχολικός σύμβουλος πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. «Στη χώρα μας πρέπει το δημόσιο σχολείο να καλύπτει τη ζήτηση των παιδιών για εκμάθηση ξένων γλωσσών και για αθλητισμό. Αλλωστε, όλοι γνωρίζουμε ότι πολλά παιδιά πηγαίνουν σε κέντρα μελέτης, δημοτικά ή ιδιωτικά», προσθέτει η ίδια, λέγοντας ότι μπορούσε να ενισχυθεί και το υποχρεωτικό πρόγραμμα. Ενα τέτοιο μοντέλο λειτούργησε από το 2010, επί υπουργίας Αννας Διαμαντοπούλου, όταν είχαν θεσμοθετηθεί τα ολοήμερα δημοτικά με Ενιαίο Αναμορφωμένο Εκπαιδευτικό Πρόγραμμα (ΕΑΕΠ), το υποχρεωτικό πρόγραμμα των οποίων ξεκινούσε στις 8 π.μ. και τελείωνε στις 2 μ.μ. (με αγγλικά, πληροφορική, φιλαναγνωσία, αισθητική αγωγή) και το προαιρετικό ολοήμερο πρόγραμμα στις 4.15 μ.μ. (με φαγητό και κατόπιν δύο διδακτικές ώρες καθημερινά).
Βέβαια, ένα τέτοιο μοντέλο λειτουργίας του σχολείου απαιτεί και συγκεκριμένες υποδομές. «Σήμερα ο πρωινός υποχρεωτικός κύκλος ολοκληρώνεται στη 1.30 το μεσημέρι και έως τις 5.30 το απόγευμα είναι πέντε διδακτικές ώρες. Μιλάμε για ένα δεύτερο, “μικρό” σχολείο», παρατηρεί, μιλώντας για το θέμα στην «Κ», ο Αριστείδης Αυξονίδης, διευθυντής στο 24ο Δημοτικό Σχολείο Χαλκίδας. Στο σχολείο του οι περισσότεροι μαθητές που παρακολουθούν το ολοήμερο πρόγραμμα (δηλαδή οι 75 από τους 90) έχουν δηλώσει ότι θα αποχωρούν έως τις 3.50 μ.μ.
«Εάν ένας μαθητής επιλέξει να φύγει στις 4 το απόγευμα θα μένει καθημερινά περίπου οκτώ ώρες στο σχολείο. Εάν προτιμήσει το ολοήμερο πρόγραμμα έως τις 5.30 μ.μ., τότε φθάνουμε στις περίπου δέκα ώρες παραμονής στο σχολείο. Αφενός η απουσία από την οικογενειακή εστία θα είναι πολύωρη, αφετέρου οι υποδομές υποστήριξης για σίτιση και ξεκούραση δεν είναι επαρκείς σε πολλές σχολικές μονάδες», παρατηρεί στην «Κ» ο Γεώργιος Ζέλιος, διευθυντής του 4ου Δημοτικού Σχολείου Ελληνικού. Επισημαίνει, δε, ότι πολλοί μαθητές το απόγευμα παρακολουθούν ξένες γλώσσες (Αγγλικά) και δραστηριότητες, όπως μπαλέτο, κολυμβητήριο, ωδείο κ.λπ., που αποτελούν γονεϊκή επιλογή, ενώ στο διευρυμένο πρόγραμμα (5.30 μ.μ.) οι δραστηριότητες αναπτύσσονται με βάση τη διαθεσιμότητα του προσωπικού του σχολείου. Βέβαια, η πλειονότητα των μαθητών ξεκινάει Αγγλικά στη Γ΄ Δημοτικού, αλλά υπάρχουν και κάποιοι που τα αρχίζουν από την Α΄ Δημοτικού. Επίσης, οι περισσότεροι κάποιες ημέρες κάνουν και αθλητισμό. Γονείς που δήλωσαν επιφυλακτικοί με το ολοήμερο πρόγραμμα εστίασαν στα ποιοτικά μειονεκτήματά του. Ενδεικτικά, όταν το τμήμα είναι πολυπληθές η βοήθεια των δασκάλων σε κάθε παιδί ξεχωριστά για να μελετήσει και να προετοιμαστεί για την επόμενη ημέρα είναι ανεπαρκής, ακόμη κι αν ο δάσκαλος είναι εργατικός και φιλότιμος», όπως παρατήρησε στην «Κ» η 35χρονη Ειρήνη, μητέρα ενός 8χρονου μαθητή στο Παγκράτι. Ετσι, τα τελευταία χρόνια έχουν αυξηθεί τα ιδιωτικά κέντρα μελέτης, που αναλαμβάνουν την προετοιμασία των μικρών παιδιών στα μαθήματα της επόμενης ημέρας. Επίσης, σύμφωνα με τον κ. Κουμέντο, διευθυντή πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης του Νοτίου Τομέα της Αττικής, πολλά παιδιά παρακολουθούν τα δημοτικά κέντρα δημιουργικής απασχόλησης παιδιών. Είναι παιδαγωγικοί χώροι δημιουργικής απασχόλησης, απασχολούν τα παιδιά με δραστηριότητες και βοηθούν συγχρόνως και τους γονείς που εργάζονται.
Η υπερφόρτωση
«Τα παιδιά είναι από τους πιο σκληρά εργαζομένους», ανέφερε στην «Κ» η Εύη Τσιρογιαννίδου, ψυχολόγος εφήβων, και εστιάζοντας στο θέμα της υπερφόρτωσης των παιδιών τόνισε: «Μόνο στην Ελλάδα συμβαίνει αυτό. Οι γονείς φυσικά έχουν τη διάθεση να προσφέρουν στα παιδιά, αλλά τελικά μπορεί η υπερφόρτωση με δραστηριότητες από πολύ μικρή ηλικία να φέρει το αντίθετο αποτέλεσμα. Το παιδί πρέπει να έχει χρόνο αδρανή για να κατασταλάξει τι θέλει. Και αυτός ο χρόνος δεν υπάρχει για τα σημερινά παιδιά».