Του Γιάννη Αγγελάκη
«Economics is the method, the aim is to change the soul»,
Μάργκαρετ Θάτσερ, Sunday Times, 3 May 1981
Το Brazil του Terry Gilliam, είναι μία από τις αγαπημένες μου ταινίες.
O πρωταγωνιστής Sam Lowry, ζει σε ένα απολυταρχικό μέλλον όπου οι δομές εξουσίας βασίζονται σε μια βαθιά γραφειοκρατία που κυριαρχεί σχεδόν σε κάθε πτυχή της ζωής και σκοτώνει κάθε έννοια ατομικής ελευθερίας και επιθυμίας, αν αυτή δεν πραγματώνεται μέσα στα στενά όρια και δεν έχει την έγκριση της γραφειοκρατικής μηχανής και την συναίνεση των τεχνοκρατών.
Στο Brazil η αξία της ανθρώπινης ζωής είναι μικρή. Οι άνθρωποι φυλακίζονται, βασανίζονται και δολοφονούνται δίχως δίκη. Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει κάποια μηχανή παραγωγής δικαιοσύνης, πέραν της γραφειοκρατικής.
Ο Sam, παρά τις πολλές ικανότητές του, δεν έχει φιλοδοξίες για να ανέλθει ιεραρχικά. Αν και είναι εξαιρετικός στη δουλειά του, δεν αγαπά αυτό που κάνει. Δεν εκμεταλλεύεται τις γνωριμίες της μητέρας του και εργάζεται ως ένας ακόμα υπάλληλος σε ένα γραφείο, κάτι άλλωστε το οποίο προτιμά.
Η μόνη διαφυγή του από αυτό τον κόσμο όπου οι σφραγίδες και οι γραφειοκρατικές φόρμες κάνουν ανούσια κάθε ελευθερία είναι μέσα στα όνειρά του. Εκεί, φανερώνεται ένας άλλος εαυτός – ο εαυτός που θα ήθελε να είναι – ένας φτερωτός ιππότης με μια λαμπερή πανοπλία που πετά ελεύθερος στους ουρανούς και σώζει την πριγκίπισσα από τη φυλακή όπου βρίσκεται κλεισμένη και από εχθρούς και τσιμεντένιους γίγαντες που ξεπηδούν μέσα από τα έγκατα αυτού του γραφειοκρατικού, ολοκληρωτικού κόσμου για να τους κρατήσουν δέσμιους στη γκρίζα, στείρα γη.
Εχθρός του συστήματος είναι ο Harry Tuttle ένας «ελεύθερος επαγγελματίας» που εργάζεται ως τεχνικός. Πετά ελεύθερος από το ένα κτίριο στο άλλο μέσω ενός συστήματος με σχοινιά (όπως πετά και ο Sam στα όνειρά του) λειτουργώντας εκτός του πλασίου του γραφειοκρατικού μηχανισμού.
Ο Harry ζει αυτό που ο Sam βλέπει μόνο στα όνειρά του.
Ο Harry λέει στον Sam:
«Εγώ επέλεξα αυτή τη δουλειά για τη δράση, για την περιπέτεια. Πάω οπουδήποτε, ταξιδεύω ελαφρά, βρίσκομαι όπου υπάρχει πρόβλημα, ένας άνθρωπος μόνος του!».
Ο Harry εργάζεται για τη χαρά της ελευθερίας, γιατί είναι η δουλειά που αγαπά να κάνει και θέλει να την κάνει δίχως τους περιορισμούς της γραφειοκρατίας.
Ο Σαμ ενθουσιάζεται!
Αναγνωρίζει τον Χάρυ ως έναν ατρόμητο ήρωα! Φαντάζεται ότι είναι ο ηγέτης μίας αόρατης κι όμως καθ’ όλα υπαρκτής και ελπιδοφόρας αντίστασης, για τον ίδιο λόγο που οι δυνάμεις του συστήματος τον αντιμετωπίζουν ως κίνδυνο: επειδή είναι ελεύθερος από τα όρια του ελέγχου τους.
Επειδή κάνει αυτό που αγαπά, όχι αυτό που θέλει το σύστημα. Το κάνει έξω από το σύστημα.
Η σταθερότητα της ζωής του Σαμ αλλάζει ριζικά όταν συναντά το κορίτσι των ονείρων του.
Ο έρωτας για τον Σαμ λειτουργεί ως από μηχανής θεός που τον ωθεί να ακολουθήσει μία διαδρομή απελευθέρωσης από μία ζωή που τον εγκλωβίζει ως άνθρωπο.
Τον οδηγεί στη σύγκρουση και στην αμφισβήτηση με τρόπο ριζικό των κανόνων που διέπουν την κοινωνία που ζει, συντελεί στο να ξεκινήσει μια διαδικασία μεταμόρφωσης όπου ο πραγματικός εαυτός πλησιάζει όλο και περισσότερο στον ιδεατό, σε αυτόν τον φτερωτό ήρωα των ονείρων του.
Με όχημα τον έρωτα μετατρέπεται σε έναν άνθρωπο ελεύθερο που επειδή είναι ελεύθερος δε μπορεί παρά να αγωνιστεί για να απελευθερωθεί από τα δεσμά ενός γκρίζου, γραφειοκρατικού, βίαιου, ανελεύθερου και παράλογου κόσμου.
Τα όνειρα όμως απέχουν πολύ από την πραγματικότητα.
Όταν ο κόσμος του ονείρου πλησιάζει τον πραγματικό, τα εμπόδια που συναντά αποδεικνύεται ότι ειναι ανυπέρβλητα. Συσσωρεύονται και γίνονται ένα μαύρο βουνό που η σκιά του τον εμποδίζει να δει την διέξοδο για το όνειρό του.
Ο Σαμ στον πραγματικό κόσμο δεν έχει φτερά, δεν έχει σπαθί. Δεν έχει καν μια αστραφτερή πανοπλοία.
Ο ήρωάς μας δεν καταφέρνει να νικήσει. Η Τζιλ, το κορίτσι που αγαπά, δολοφονείται από τις δυνάμεις καταστολής και αυτός συλλαμβάνεται, βασανίζεται, και πεθαίνει στα χέρια του παλιού φίλου του.
Όμως εκεί, στις τελευταίες στιγμές της ζωής του, σα μια τελευταία μικρή νίκη επί του συστήματος, αυτός μέσα στο μυαλό του έχει δραπετεύσει.
Εκεί, μέσα στο μυαλό του, παρά τα τόσα βασανιστήρια ο Σαμ δεν ηττήθηκε, η γραφειοκρατία δεν κατάφερε να διεισδύσει.
Ο Σαμ παραμένει ελεύθερος να φύγει αγκαλιά με το κορίτσι που αγαπά μακριά απ’ όλα αυτά. Είναι ελεύθερος να ταξιδέψει εκεί που πάντα «οι καρδιές είναι ένας διασκεδαστικός Ιούνης», σε κάποια μακρινή ουτοπική «Βραζιλία»…
Η νίκη της γραφειοκρατίας ήταν συντριπτική όμως δεν ήταν ολοκληρωτική.
O Σαμ τους ξέφυγε!
Οι ψηφιακοί νομάδες ξεπήδησαν από αυτή τη βαθιά κριτική σε ένα σύστημα το οποίο εγκλωβίζει την ανθρώπινη ύπαρξη σε μία ανούσια καθημερινή επανάληψη, που σκοτώνει εν τέλει τη θέληση για ζωή και δεν αφήνει περιθώρια ατομικής ελευθερίας και βούλησης για να εξυπηρετηθεί ένας εκμεταλλευτικός μηχανισμός σχεδόν ολοκληρωτικός στη λειτουργία του.
Σε αντίθεση όμως με την ταινία όπου ο πρωταγωνιστής της συγκρούσθηκε με τον γραφειοκρατικό μηχανισμό στην προσπάθειά του να δραπετεύσει και να απελευθερωθεί από όσα συνεπαγόταν η πρόσδεση σε αυτόν, οι ψηφιακοί νομάδες δε ζητούν να απελευθερωθούν από τον γραφειοκρατικό μηχανισμό αλλά να τον έχουν ως αρωγό στην προσπάθειά απελευθέρωσής τους.
Ο Σαμ αν και καλός στη δουλειά του δεν ήταν ιδιαίτερα αφοσιωμένος. Δεν είχε φιλοδοξίες για καριέρα. Ήθελε να ταξιδέψει στη Βραζιλία για να ζήσει εκει τον έρωτα του δραπετεύοντας από αυτά που θα έπρεπε να κάνει, τη ζωή που θα έπρεπε να ζήσει.
Στον πυρήνα της απόφασής του βρισκόταν η απόρριψη μιας ζωής που οριζόταν από τις βουλές γραφειοκρατικών δομών που δημιουργούσαν μια κοινωνία στην οποία ο άνθρωπος είχε μικρή αξία. Ο κόσμος της ταινίας χαρακτηριζόταν από την έλλειψη ανθρωπιάς, που γινόταν εμφανής από το σύστημα απόδοσης δικαιοσύνης έως τον τρόπο όπου οι άνθρωποι συναναστρέφονταν μεταξύ τους και αγαπουσαν.
Στο Brazil δεν υπάρχει δυνατότητα συλλογικής οργάνωσης ή αντίστασης. Κάθε άτομο βρίσκεται υπό τον ασφυκτικό και διαρκή έλεγχο της γραφειοκρατίας.
Όπως και οι ψηφιακοί νομάδες, ο Σαμ αρχικα δεν ελπίζει σε κάποια συλλογική ανατροπή της πραγματικότητας, αν και ενθουσιάζεται στην ελπίδα ότι υπάρχει βλέποντας στο πρόσωπο του Harry την πιθανότητα μιας ευρύτερης αντίστασης. Η αναζήτηση διεξόδου και για τον Σαμ απέναντι στο πανίσχυρο σύστημα, ήταν ατομική.
Οι μόνες αληθινές ανθρώπινες σχέσεις του πρωταγωνιστή μας ήταν αυτές που ήταν αδιαμεσολάβητες από τον γραφειοκρατικό μηχανισμό. Οι σχέσεις του με τον ελεύθερο επαγγελματία Harry και την Τζιλ, το κορίτσι των ονείρων του.
Η επιθυμία του Σαμ ήταν εξαρχής μία επιθυμία όπου έφερνε στο προσκήνιο τον άνθρωπο και γι’ αυτό ερχόταν ενάντια στις βουλές του γραφειοκρατικού μηχανισμού, ήταν επικίνδυνη και αντιμετωπίστηκε ως τέτοια από τους μηχανισμούς καταστολής. Ο Σαμ διψούσε για βαθιές ανθρώπινες σχέσεις. Αναζητούσε τον έρωτα εκεί που υπήρχαν μόνο σχέσεις με ανταλλακτική αξία.
Σημερα όμως τα όρια της εξουσίας έχουν επεκταθεί.
Ο μεταμοντέρνος Σαμ μπορεί να πάει στη Βραζιλία. Αλλά η «Βραζιλία» για τους ψηφιακούς νομάδες δεν θα είναι ο τελικός προορισμός.
Δε θα βρει εκεί ένα νέο σπίτι, δε θα κτίσει μία νέα ζωή, δε θα διεκδικήσει να ξεκινήσει να κτίσει έναν κόσμο πιο ανθρώπινο γι’ αυτόν και για όλους τους υπόλοιπους ανθρώπους με τον οποίο θα κληθεί να τον μοιραστεί.
Οι ψηφιακοί νομάδες δε θέλουν να δημιουργήσουν δεσμούς με κάποιον τόπο. Οι δεσμοί περιορίζουν. Δε θέλουν να «βολεύονται». Θέλουν να βρίσκονται διαρκώς σε κίνηση, να συλλέγουν «εμπειρίες».
Θέλουν να παραμείνουν ευέλικτοι, δίχως τελικό προορισμό, χωρίς Ιθάκη, σε διαρκή κίνηση.
Τώρα, ο Σαμ και η Τζιλ μπορεί να συναντηθούν σε κάποια Βραζιλία, όμως μετά από 1 βδομάδα, 1 μήνα, 6 μήνες θα συνεχίσουν τα ταξίδια τους.
Η Βραζιλία είναι απλά άλλος ένας προορισμός και ο κόσμος είναι τόσο μεγάλος.
O σημερινός Σαμ θα μπορούσε να διαβάζει βιβλία του Τιμ Φέρις όπως το αρκετά ξεκάθαρο από τον τίτλο του «The 4 hour workweek» που υπόσχεται τη μείωση των ωρών εργασίας δίχως να μειώνεται η παραγωγικότητα. Ή το «The Art of Non Conformity» του Chris Guillebeau που τον καλεί να γίνει ο συγγραφέας του έργου της ζωής του αντί να ζει κομφορμιστικά και συντηρητικά – σύμφωνα με αυτά που προστάζει η οπισθοδρομική κοινωνία – ή το «Rich Dad, Poor Dad» του Robert Kiyosaki όπου γίνεται σύγκριση μεταξύ ενός πατέρα με υψηλή εκπαίδευση αλλά φτωχού και ενός άλλου δίχως καμία εκπαίδευση που έγινε εκατομμυριούχος και φτάνει σε συμπεράσματα σχετικά με το τι διαχωρίζει τον επιτυχημένο από τον αποτυχημένο (σίγουρα όχι η εκπαίδευση).
Θα είχε στη βαλίτσα του το «Be a Free Range Human» (κάτι σα τα κοτόπουλα ελευθέρας βοσκής) της Marianne Cantwell για το πώς θα ζήσει μία ζωή που δε θα περιορίζεται στο να περιμένει να φτάσει το σαββατοκύριακο και πώς θα το πετύχει αυτό προχωρώντας σε μία στοχευμένη αφαίρεση όλων αυτών που δεν χρειάζονται πραγματικά στη ζωή του και δίνοντας περισσότερο βάρος σε αυτά που πραγματικά τον κάνουν ευτυχισμένο και έχουν σημασία.
Θα ενημερωνόταν μέσω blogs για τις τελευταίες τάσεις στο lifehacking και θα αυτο-εκπαιδευόταν με στόχο την επίτευξη του μάξιμουμ της αποδοτικότητας.
Θα γνώριζε καλά και δε θα είχε καμία αυταπάτη ότι αν θέλει να ζήσει μία επική ζωή γεμάτη εμπειρίες δε μπορεί να το πετύχει ως ένας απλός εργαζόμενος..
Τώρα θα είχε φιλοδοξίες. Δε θα αρκούνταν στο να κάνει απλά μια δουλειά.
Μπορεί να μην είναι αφοσιωμένος στην εταιρεία, όμως θα ήθελε να είναι παραγωγικός. Θα είχε πάθος όχι αναγκαστικά για την συγκεκριμένη εργασία που κάνει αλλά γιατί καταλαβαίνει ότι η στοχευμενη αποδοτικοτητά είναι μια ανάγκη που πρέπει να ικανοποιήσει, αν θέλει να πετύχει τον στόχο του να εργάζεται 4 ώρες τη βδομάδα.
Ο σημερινός Σαμ θέλει τόσο πολύ να είναι ελεύθερος και ευτυχισμένος… Βάζει το 100% του εαυτού του για να πετύχει τον στόχο του.
Γνωρίζει άλλωστε ότι δεν υπάρχει καποια άλλη εναλλακτική. Έχει όλη την ευθύνη της αποτυχίας. Το σύστημα λειτουργεί.
Είναι ένας ρεαλιστής, είναι ένας ελεύθερος entrepreneur, ένας freelancer, ένας νεωτεριστής που αναζητεί την αναγνωρίση και την αποδοχή, που θέλει να δει τον κόσμο.
Είναι έτοιμος να αρπάξει όποια ευκαιρία εμφανιστεί μπροστά του. Είναι «go getter».
Μα ταυτόχρονα, είναι κι ένας άνθρωπος με βαθιές ευαισθησίες. Ένας πραγματικός πολίτης του κόσμου.
Ονειρεύεται ότι θα γίνει μέλος των Νέων Πλούσιων.
Είναι ο μόνος δρόμος για την ελευθερία. [155]
Σήμερα, η γραφειοκρατία θέλει ο Σαμ να κάνει αυτό που αγαπά. Άλλωστε, όλοι έχουν κάτι να κερδίσουν από την απόφασή του αυτή. Ο Σαμ μπορεί να ταξιδεύει όπως αγαπά, ενώ η γραφειοκρατία να μεγιστοποιεί την κερδοφορία.
Είναι «win–win» το όνειρο της ελευθερίας.
Η αγάπη ενσωματώνεται στο κυρίαρχο αφήγημα.
Οι ψηφιακοί νομάδες ζουν με την ψευδαίσθηση ότι δραπέτευσαν και ότι πετυχαίνουν τον στόχο της ελευθερίας.
Η απελευθέρωση από τη γραφειοκρατία έρχεται μέσω της εμβάθυνσης στους μηχανισμούς της. Το όνειρο του ψηφιακού νομά είναι κατ’ ουσίαν η ανάγκη του γραφειοκρατικού μηχανισμού.
Στην πραγματικότητα, η δημιουργία μίας τάξης υψηλά εξειδικευμένων και ανταγωνιστικών ατόμων που βρίσκεται σε διαρκής κινητικότητα, απελευθερωμένη από μία τοποθεσία, είναι πρωτίστως ζητούμενο της παγκόσμιας βιομηχανίας το οποίο αποτυπώνεται και στα στοιχεία.
Σύμφωνα με έρευνα της Ius Laboris από το 2018, το 28% των συμμετεχόντων από εταιρείες δήλωσαν ότι η παγκόσμια κινητικότητα των εργαζόμενων υψηλής εξειδίκευσης είναι ζητούμενο αφού προσφέρει πρόσβαση σε μία μεγαλύτερη δεξαμενή ταλέντου εκεί που υπάρχει έλλειψη. [156]
Η Avalyn Kasahara, Διευθύντρια στο Future Strategy Club λέει ότι οι εταιρείες θα πρέπει να αγκαλιάσουν το φαινόμενο των ψηφιακών νομάδων:
«Γίνονται τεράστιες επενδύσεις ώστε να προσελκυθούν ταλαντούχοι εργαζόμενοι όταν η παραμονή τους στην εργασία συνήθως δεν κρατά παρά μόνο μερικά χρόνια.
Οι συγκεκριμένες επενδύσεις θα ήταν πολύ πιο αποδοτικές αν γινόταν για την προσέλκυση και διατήρηση ταλαντούχων ελεύθερων επαγγελματιών…
Το πλεονέκτημα για τις εταιρείες θα είναι οτι θα έχουν την ευκαιρία ανά πάσα στιγμή να έχουν πρόσβαση σε μία τεράστια δεξαμενή ταλέντου.
Επίσης, πρόκειται για εργαζόμενους που διαρκώς ακονίζουν τις ικανότητές τους αφού εργάζονται και σε άλλες εταιρείες και εξαρτώνται από την επιτυχή ολοκλήρωση του έργου τους, που σημαινει ότι φέρνουν μαζί τους τις πιο φρέσκες πρακτικές και ιδέες από όλο τον εταιρικό κόσμο κάτι που είναι ουσιαστικά αδύνατο να κάνουν οι μόνιμοι εργαζόμενοί σας» [157, 158]
Σύμφωνα με άλλη έρευνα της εταιρείας Korn Ferry μέχρι το 2030 υπολογίζεται ότι η παγκόσμια έλλειψη ταλέντου θα φτάσει τις 85 εκατομμύρια θέσεις εργασίας με πιθανή συνέπεια την απώλεια 8,5 τρισεκατομμυρίων δολαρίων σε πιθανά έσοδα. [159]
Λύση στο πρόβλημα δίνουν οι ψηφιακοί νομάδες. [160]
Οι ψηφιακοί νομάδες μπορούν να είναι «οι σωτήρες της παγκόσμιας οικονομίας». [161]
Η ανάγκη της παγκόσμιας οικονομίας για διαρκή κινητικότητα και ευελιξία μετατρέπεται σε ατομική επιθυμία, σε μία σχεδόν μανία για να γνωρίσουν τον κόσμο (wanderlust).
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
155. Mikael Holmqvist, Andre Spicer, Managing ‘Human Resources’ by Exploiting and Exploring People’s Potentials, https://bit.ly/3E5EIJa
156. Ius Laboris, The Rise of The Digital Nomad, https://www.thehrdirector.com
157. https://www.futurestrategy.club
158. Lara Williams, The rise of digital nomads could change FDI as we know it, https://www.investmentmonitor.ai
159. Michael Franzino, The $8.5 Trillion Talent Shortage, https://www.kornferry.com
160. Gina Luk, Global Mobile Workforce Forecast Update 2016-2022, https://www.strategyanalytics.com
161. Karoli Hindriks, Solving the people puzzle: why workers are still tech’s most valuable resource, https://www.itproportal.com
Η εταιρεία John Deere, κορυφαίος κατασκευαστής γεωργικών μηχανημάτων, εφαρμόζει πολιτικές που περιορίζουν τους αγρότες από…
Εντός του 2025, πιθανόν κατά τους πρώτους μήνες του έτους, αναμένεται η απόφαση της αμερικανικής…
Στις 27 Ιανουαρίου 2025 στο αμφιθέατρο του Ωδείου Αθηνών θα πραγματοποιηθούν οι απονομές των βραβείων…
Εκδικάστηκε η υπόθεση της ρεθυμνιώτισας, Αγαθής Μαρκοπούλου, η οποία κατηγορούνταν για κλοπή ενός κινητού τηλεφώνου στην Κωνσταντινούπολη…
Βίαιη φραστική - και όχι μόνο - επίθεση που συνοδεύτηκε από αφαίρεση χρημάτων που προέρχονταν…
Σημαντική αλλαγή στο σκηνικό του καιρού προβλέπεται για τις επόμενες ημέρες, με την Εθνική Μετεωρολογική…
This website uses cookies.