Όταν οι καταγγελίες για την απάνθρωπη μεταχείριση μεταναστών δεν προέρχονται από ανθρωπιστικές οργανώσεις, μη κυβερνητικούς φορείς ή διεθνή ιδρύματα δικαιωμάτων, αλλά από τους ίδιους τους αστυνομικούς της πρώτης γραμμής, τότε η κοινωνία και το κράτος οφείλουν να σταθούν και να ακούσουν. Όχι από υποχρέωση, αλλά από σεβασμό στις θεμελιώδεις αρχές της νομιμότητας και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.
Με επίσημη ανακοίνωσή της, η Πανελλήνια Ομοσπονδία Αστυνομικών Υπαλλήλων (Π.Ο.ΑΣ.Υ.) κατήγγειλε δημόσια τις απάνθρωπες και εξευτελιστικές συνθήκες μεταγωγής μεταναστών από την Κρήτη. Η Ομοσπονδία επισημαίνει ότι η χρήση στρατιωτικών μέσων και η ακατάλληλη κράτηση ενδέχεται να συνιστούν παραβίαση του διεθνούς δικαίου.
Στην ανακοίνωση γίνεται σαφής αναφορά σε ενδεχόμενες παραβιάσεις:
-
της Σύμβασης της Γενεύης,
-
της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ),
-
και των αρχών που απαγορεύουν την απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση.
Πρόκειται, λοιπόν, όχι για μια τυπική, γραφειοκρατικού τύπου διαμαρτυρία, αλλά για κραυγή ευθύνης. Μια φωνή που έρχεται από εκείνους που καλούνται καθημερινά να εφαρμόσουν την κρατική πολιτική.
Οι Αστυνομικές Ενώσεις Χανίων, Ρεθύμνου, Ηρακλείου και Λασιθίου συνυπογράφουν την καταγγελία, καταλογίζοντας στις αρμόδιες αρχές επίμονη αδιαφορία απέναντι στις επανειλημμένες εκκλήσεις τους. Εκκλήσεις που ζητούν αξιοπρεπείς συνθήκες μεταφοράς, τόσο για τους αστυνομικούς όσο και για τους μετανάστες, όπως η χρήση πλοίων ειδικού ναύλου με δυνατότητα υγειονομικού ελέγχου — και όχι τη χρήση στρατιωτικών μέσων.
Το ζήτημα δεν είναι μόνο λειτουργικό. Είναι πρωτίστως θεσμικό και ηθικό: πώς είναι δυνατόν μια δημοκρατία που σέβεται τον εαυτό της να αφήνει τόσο σοβαρά ζητήματα να μετακυλίονται στους ώμους εκείνων που καλούνται απλώς να εκτελέσουν διαταγές;
Η Π.Ο.ΑΣ.Υ. στέλνει ξεκάθαρο μήνυμα: καλεί σε πλήρη διαφάνεια και συμμόρφωση με τις αρχές του κράτους δικαίου, απαιτώντας άμεση αλλαγή πολιτικής και πρακτικής στη διαδικασία μεταγωγής των μεταναστών.
Η ανακοίνωση αυτή είναι ένα σήμα κινδύνου για μια Ελλάδα που δεν πρέπει να συνηθίσει την απανθρωπιά.
Διότι, όταν ακόμη και οι άνθρωποι της στολής υψώνουν φωνή για τους συναδέλφους τους αλλά και τους «από κάτω», τότε δεν έχουμε απλώς υποχρέωση να τους ακούσουμε. Έχουμε καθήκον να δράσουμε. Τώρα.



