Στο Κέντρο Αρχιτεκτονικής Μεσογείου στα Χανιά ξεκίνησε το 2ο Ετήσιο Συνέδριο του Κέντρου Κρήτης του ΟΟΣΑ για τη Δυναμική των Πληθυσμών, με τίτλο «Η πρόκληση του δημογραφικού: Διαμορφώνοντας τις αγορές εργασίας του μέλλοντος». Η διοργάνωση τελεί υπό την αιγίδα του Δήμου Χανίων και του Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών και εστιάζει, όπως διατυπώθηκε με έμφαση, στο κρίσιμο ερώτημα του πώς θα λειτουργήσει η αγορά εργασίας σε κοινωνίες που γερνούν γρήγορα και γεννούν λιγότερο.
Όμως, πίσω από τους αριθμούς και τις προβολές, αναδύεται ένα βαθύτερο παράδοξο: τη στιγμή που η τεχνολογία αυξάνει εκθετικά την παραγωγικότητα, ο πλούτος συσσωρεύεται σε όλο και λιγότερα χέρια και η κοινωνική ανισότητα σπάει ιστορικά ρεκόρ, ο ΟΟΣΑ εισηγείται ένα μέλλον όπου οι περισσότεροι θα εργάζονται μέχρι τα βαθιά γεράματα – όχι ως επιλογή, αλλά ως προϋπόθεση για να μη ζήσουν στη φτώχεια.
«Το 2050 θα λείπουν δύο εκατομμύρια εργαζόμενοι»
Ο Άρης Αλεξόπουλος προειδοποιεί για απώλεια 15% του ΑΕΠ – Όμως ποια είναι η εναλλακτική;
Ο επικεφαλής του Διεθνούς Κέντρου του ΟΟΣΑ στην Κρήτη, Άρης Αλεξόπουλος, παρουσίασε τις εκτιμήσεις του οργανισμού:
«Σήμερα έχουμε περίπου 6,5 εκατομμύρια ανθρώπους σε παραγωγική ηλικία. Το 2050 θα είναι 2 εκατομμύρια λιγότεροι. Μιλάμε για μια μείωση 30%, η οποία μεταφράζεται σε απώλεια περίπου 15% του ΑΕΠ».
Σύμφωνα με τον ίδιο, η μείωση αυτή – παρότι αργή – είναι συγκρίσιμη σε δραματικότητα με το σοκ του μνημονίου:
«Με το μνημόνιο χάσαμε 25% του ΑΕΠ σε πέντε χρόνια. Αν δεν δράσουμε τώρα, θα έχουμε εξίσου δραματική μείωση στο βιοτικό επίπεδο».
Όμως το βασικό ερώτημα παραμένει αναπάντητο: γιατί η λύση να είναι η επέκταση του εργάσιμου βίου των πολλών και όχι η δίκαιη ανακατανομή του παραγόμενου πλούτου; Γιατί να μην αξιοποιηθεί η τεχνολογική πρόοδος για τη μείωση της εργασίας, αντί για την επιμήκυνσή της;
Από τη νεότητα στους μεσήλικες – Και μετά;
Με τη γέννηση να υποχωρεί σε παγκόσμιο επίπεδο, ο Αλεξόπουλος δήλωσε ευθέως:
«Το “δώσε χώρο στα νιάτα” δεν ισχύει γιατί, απλώς, δεν υπάρχουν νιάτα. Όχι επειδή δεν τα θέλουμε — αλλά γιατί δεν υπάρχουν».
Η πρόταση είναι σαφής: αξιοποίηση των μεσήλικων, επανακατάρτιση, νέες καριέρες, παράταση του εργασιακού βίου.
«Πρέπει να ξεχάσουμε τη σύνταξη στα 65–67, όχι γιατί δεν τη χρειαζόμαστε, αλλά γιατί αν κάποιος είναι υγιής, πρέπει να μπορεί να συνεχίσει να εργάζεται – ως δικαίωμα, όχι ως υποχρέωση».
Η διατύπωση αυτή είναι κρίσιμη: ως δικαίωμα, όχι ως υποχρέωση. Όμως, στην πράξη, η οικονομική πίεση ακυρώνει τη διάκριση. Όταν η πρόωρη συνταξιοδότηση παρουσιάζεται ως κοινωνικά επικίνδυνη και το κόστος ζωής αυξάνεται διαρκώς, η εργασία στα 70 δεν είναι πια δικαίωμα – είναι αναγκαιότητα.
Ανεργία, έμφυλες ανισότητες και η αγορά εργασίας ως παγίδα
Στην Ελλάδα, η ανεργία παραμένει δομικό πρόβλημα. Ο Αλεξόπουλος υπογράμμισε:
«Η ανεργία στις γυναίκες είναι 12%, ενώ στους άνδρες 6%. Υπάρχει τεράστια ανεκμετάλλευτη δεξαμενή. Οι παλιοί ρόλοι έχουν τελειώσει, αλλά υπάρχει ακόμα ρατσισμός, ειδικά μετά τα 45–50».
Αντίστοιχα, η ανεργία στους νέους φτάνει το 19%:
«Απαιτούνται ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης και ένα διαφορετικό παραγωγικό μοντέλο – αυτό που ακούμε εδώ και χρόνια αλλά δεν εφαρμόζεται επαρκώς».
Η ανάγκη αύξησης των μισθών τίθεται ως βασική προϋπόθεση για να παραμείνει η εργασία ελκυστική. Διαφορετικά, το σύστημα τρέφει μόνο τον κύκλο της φθοράς: νέοι που δεν εντάσσονται, μεσήλικες που πιέζονται, και μια κοινωνία που φθείρεται από μέσα.
Η τεχνολογία, το κεφάλαιο και το «δόγμα της ανεπάρκειας»
Το βασικό αφήγημα του ΟΟΣΑ – λιγότεροι εργαζόμενοι, περισσότερη δουλειά για όλους – μοιάζει να αγνοεί ένα βασικό δεδομένο της εποχής μας: την τεχνολογική πρόοδο.
Οι μηχανές αντικαθιστούν ανθρώπους. Η τεχνητή νοημοσύνη, η αυτοματοποίηση, η ψηφιακή μετάβαση, αυξάνουν την αποδοτικότητα χωρίς ανάλογη αύξηση στην εργασία. Η παραγόμενη αξία αυξάνεται, αλλά δεν διαχέεται. Αντιθέτως, συγκεντρώνεται. Η πραγματικότητα είναι ότι ζούμε σε μια εποχή τεχνολογικής επάρκειας, αλλά κοινωνικής ανεπάρκειας κατανομής.
Και την ίδια στιγμή, η πρόταση είναι: «δουλέψτε περισσότερο». Όχι «δουλέψτε καλύτερα», ούτε «μοιραστείτε τα οφέλη», ούτε «επαναπροσδιορίστε την εργασία ως μέρος της ζωής και όχι ως ολόκληρη τη ζωή».
Η μετανάστευση ως λύση ανάγκης – και ευκαιρίας
Ο ΟΟΣΑ, αναγνωρίζοντας το αδιέξοδο, προτείνει τη μετακλήση εργαζομένων ως τη μόνη άμεση λύση.
«Η Ισπανία πέτυχε αύξηση του ΑΕΠ κατά 1,5%–2% μέσω στοχευμένης διαχείρισης μεταναστευτικών ροών», τόνισε ο Αλεξόπουλος.
Στην Κρήτη – και ευρύτερα στην Ελλάδα – υπάρχουν ανάγκες σε γεωργία, τουρισμό, τεχνικά επαγγέλματα. Παρ’ όλα αυτά, η μείωση των νόμιμα διαμενόντων μεταναστών την τελευταία δεκαετία φτάνει το 8%.
«Δεν μας “πνίγουν” οι μετανάστες. Φεύγουν γιατί δεν υπάρχουν δουλειές», είπε.
Όμως για να υπάρξουν δουλειές, χρειάζονται πολιτικές. Και για να υπάρξουν πολιτικές, χρειάζεται η παραδοχή ότι η αγορά δεν αυτορυθμίζεται υπέρ της κοινωνίας.
Κοινωνικό κράτος ή κοινωνική κατάρρευση;
Ο Αλεξόπουλος αναγνώρισε ότι το δημογραφικό δεν είναι μόνο οικονομικό αλλά και πολιτισμικό:
«Από την Ελλάδα λείπουν σήμερα 400.000 γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας. Κι αν όλες αποφάσιζαν αύριο να κάνουν δύο παιδιά, θα χρειαστούν τουλάχιστον 20 χρόνια για να δούμε αποτέλεσμα».
Τα επιδόματα δεν αρκούν. Η λύση, είπε, είναι οι καθολικές κοινωνικές πολιτικές:
«Από τη στιγμή που το παιδί γεννιέται έως ότου τελειώσει το πανεπιστήμιο, η ανατροφή του πρέπει να είναι δημόσιο αγαθό».
Η στέγαση, η εκπαίδευση, η παιδική φροντίδα, είναι κρίσιμοι παράγοντες. Δεν μπορεί να ζητείται από τους πολίτες να «γεννήσουν» για το καλό της οικονομίας, όταν οι ίδιοι αδυνατούν να ζήσουν αξιοπρεπώς.
Εργασία, πλούτος και μέλλον: τι πραγματικά διακυβεύεται
Η τελική τοποθέτηση του Αλεξόπουλου ήταν σαφής:
«Χρειαζόμαστε επανακατάρτιση, αλλαγή νοοτροπίας στις επιχειρήσεις, αύξηση των μισθών, καλύτερη ενσωμάτωση γυναικών, αξιοποίηση των μεσήλικων, υποδοχή μεταναστών με στοχευμένες πολιτικές. […] Απαιτείται νέο κοινωνικό συμβόλαιο και γενναίες αποφάσεις. Γιατί – το λέω με κάθε καθαρότητα – είτε θα πεινάσουμε, είτε θα βρούμε έξυπνες λύσεις».
Και πράγματι, το δίλημμα είναι υπαρκτό. Αλλά το ερώτημα που απουσιάζει είναι εξίσου κρίσιμο: ποιος αποφασίζει τι είναι «έξυπνη λύση» και για ποιον;
Γιατί μια κοινωνία που παράγει περισσότερο πλούτο από ποτέ, μια οικονομία που αυτοματοποιεί την παραγωγή, και μια τεχνολογική βάση που θα μπορούσε να απελευθερώσει τον άνθρωπο από την εξουθενωτική εργασία, δεν μπορεί να συνεχίσει να επαναλαμβάνει το ίδιο μονότονο αφήγημα: δουλέψτε περισσότερο για να μην πεινάσετε.



