Πριν από δέκα μέρες, είδα με μεγάλη μου λύπη, άλλη μια επανάληψη αναδημοσίευσης μιας ανακοίνωσης του Τμήματος Μαθηματικών του Πανεπιστημίου Κρήτης, απ’ όπου αποφοίτησα. Η ανακοίνωση περιλάμβανε το Πιστοποιητικό Παιδαγωγικό και Διδακτικής Επάρκειας, μια αμφιλεγόμενη εξειδίκευση και διάσπαση του πτυχίου του μαθηματικού που απασχολεί τη μαθηματική, και όχι μόνο, κοινότητα για πάνω από δέκα χρόνια.
Η παιδαγωγική ή εκπαιδευτική επάρκεια είναι μια πιστοποίηση που επινοήθηκε και άρχισε να υλοποιείται λίγα χρόνια μετά την εφαρμογή του ΑΣΕΠ για την πρόσληψη, συν τοις άλλοις, και των εκπαιδευτικών στα σχολεία και με τη μαζικότατη συμμετοχή αποφοίτων τμημάτων των λεγόμενων καθηγητικών σχολών. Αυτό συνεπαγόταν ότι εάν για παράδειγμα η Ελλάδα διέθετε το 2003 περίπου 5 χιλιάδες μαθηματικούς, το εκπαιδευτικό σύστημα ήταν οργανωμένο για να προσλάβει 100 σε διάστημα δύο ετών. Το 2005, την επόμενη φορά που θα δινόταν ο ΑΣΕΠ, οι απόφοιτοι μαθηματικών αυξάνονταν και ξεπερνούσαν κατά πολύ τους 5 χιλιάδες, οπότε στην ουσία το κράτος βρέθηκε αντιμέτωπο με ένα πρόβλημα που δημιούργησε το ίδιο. Εκεί λοιπόν ήρθε ο ρόλος του πιστοποιητικού να κάνει τον διαχωρισμό και να μας πει ότι μπορεί μεν να είμαστε μαθηματικοί, αλλά αυτό δε σημαίνει απαραίτητα ότι μπορούμε και να διδάσκουμε τα μαθηματικά.
Το πιστοποιητικό που προβλέπει την επιτυχία σε 8 επιπλέον μαθήματα δίνεται μόνο στους φοιτητές που επιτύχουν πλήρως σε αυτά. Πρόκειται ουσιαστικά για μια επιπλέον διάσπαση των πτυχίων μας που έρχεται σε αντίθεση με την ουσιαστική αρχή των επιστημών ότι η μετάδοση της γνώσης έρχεται αν και μόνο αν σου τη μεταδώσει κάποιος που την κατέχει. Με λίγα λόγια το μόνο που εξασφαλίζει σε έναν εκπαιδευτικό τη δυνατότητα του να μεταφέρει τις γνώσεις του σε άλλους είναι να κατέχει την ίδια τη γνώση και το ενδιαφέρον του προς αυτή. Οτιδήποτε επιπλέον δεν είναι αυτό που εξασφαλίζει από μόνο του τη δυνατότητα στη διδασκαλία αλλά αντίθετα η εμπειρία έχει δείξει ότι αποτελείται από εκπαιδευτικές μεθόδους οι οποίες εκτός του ότι έχουν αποτύχει από την ίδια την ζωή, αλλάζουν με ραγδαίους ρυθμούς. Άλλωστε προκατασκευασμένες λύσεις δεν υπάρχουν στην εκπαίδευση και στη μάθηση γιατί ακριβώς κάθε περίπτωση διαφέρει μέσα στο χωροχρόνο. Η μόνη προϋπόθεση είναι να δίνεται η ίδια δυνατότητα σε όλους να έχουν πρόσβαση σε αυτή επί ίσοις όροις.
Αυτά είναι δεδομένα τα οποία τα κατέχει και η ίδια η ακαδημαϊκή κοινότητα και πηγάζουν από τη γέννηση των επιστημών. Άλλωστε για αυτόν ακριβώς το λόγο οι καθηγητές Πανεπιστημίου μπορούν και διδάσκουν χωρίς να έχουν διδακτική επάρκεια, γιατί το διδακτορικό είναι αυτό που εξασφαλίζει, ή πρέπει να εξασφαλίζει, την ίδια τη γνώση και συνεπώς την μετάδοση της.
Βλέπουμε λοιπόν ότι η συγκεκριμένη πιστοποίηση επινοήθηκε όχι για την καλυτέρευση του εκπαιδευτικού έργου αλλά για το διαχωρισμό των μαθηματικών σε αυτούς που την έχουν στα χαρτιά και σε αυτούς που δεν την έχουν, ώστε σταδιακά να αποκλειστούν οι δε και να περισταλούν τα επαγγελματικά τους δικαιώματα. Αυτό δεν ισχύει βέβαια μόνο για τους μαθηματικούς αλλά αύριο μεθαύριο και για τους φιλόλογους, τους φυσικούς, τους χημικούς κλπ. Το εκπαιδευτικό έργο το οποίο σίγουρα πρέπει να αναβαθμιστεί στην Ελλάδα δεν είναι απόρροια των καθηγητών του αλλά του ίδιου του εκπαιδευτικού συστήματος και του τι δυνατότητες δίνει τόσο στον εκπαιδευτικό όσο και στον εκπαιδευόμενο. Για παράδειγμα και τον καλύτερο εκπαιδευτικό να βάλουμε μέσα σε μια αίθουσα 35 παιδιών τότε δε θα μπορέσει να αποδώσει σωστά στο έργο του, γιατί ακριβώς το πρόβλημα εντοπίζεται αλλού. Επομένως ως εκπαιδευτικοί δεν πρέπει να γίνουμε τα εξιλαστήρια θύματα ενός αποτυχημένου εκπαιδευτικού συστήματος και σίγουρα να μην αφήσουμε τα πιστοποιητικά αυτά να καθορίζουν την επαγγελματική μας κατάρτιση.
Δημήτρης Πολυχρόνης
Μαθηματικός
Απόφοιτος Π.Κ.