Σε μια αίθουσα δικαστηρίου στα Χανιά, την 1η Δεκεμβρίου, διαδραματίστηκε μια σκηνή που θυμίζει περισσότερο αρχαία τραγωδία παρά απονομή σύγχρονης δικαιοσύνης. Τριάντα επτά δίκες στο πινάκιο, δεκαπέντε εξ αυτών για διακίνηση μεταναστών. Στο εδώλιο, όχι οι εγκέφαλοι των διεθνών κυκλωμάτων, αλλά Σουδανοί πρόσφυγες, άνθρωποι που διέφυγαν από τη φρίκη του πολέμου για να βρεθούν αντιμέτωποι με τη «σιδηρά πυγμή» του ελληνικού νόμου. Το έγκλημά τους; Κρατούσαν το τιμόνι της βάρκας. Η τιμωρία; Ποινές που μετρώνται σε αιώνες.
Η δικαστική διαδικασία που έλαβε χώρα στα Χανιά αναδεικνύει με τον πιο οδυνηρό τρόπο τις στρεβλώσεις μιας πολιτικής που, στο όνομα της πάταξης της παράτυπης μεταναστευσης, ποινικοποιεί την ίδια την απελπισία. Όπως αναφέρει εκπρόσωπος της οργάνωσης de.criminalise που βρέθηκε στα Χανιά, η καταδίκη του πρώτου κατηγορουμένου σε 335 χρόνια κάθειρξη και του δεύτερου σε 200 χρόνια, αποτελεί την κορυφή ενός παγόβουνου που κρύβει από κάτω του ζωές κατεστραμμένες από τη γραφειοκρατική ακαμψία.
Η ισοπέδωση της λογικής και η «ευνοϊκή» μεταχείριση των 10 ετών
Ανάμεσα στους καταδικασθέντες βρέθηκε και ένα ανήλικο παιδί. Η «επιείκεια» του δικαστηρίου εξαντλήθηκε στην επιβολή ποινής 10 ετών, απλώς και μόνο επειδή ήταν παιδί. Το μήνυμα που εστάλη στην αίθουσα ήταν σαφές και τρομακτικό: η άρνηση ενοχής ισοδυναμεί με ποινική εξόντωση.
Υπό το βάρος της απειλής για εκατοντάδες χρόνια φυλάκισης, οι υπόλοιποι κατηγορούμενοι οδηγήθηκαν σε μια ιδιότυπη συνθηκολόγηση. Παραδέχτηκαν ενοχή για πράξεις που ουσιαστικά τους επιβλήθηκαν από τις περιστάσεις, με αντάλλαγμα τη «μειωμένη» ποινή των 10 ετών. Όταν ένας εξ αυτών τόλμησε να αρνηθεί την κατηγορία, παρουσιάζοντας βίντεο και ντοκουμέντα που αποδείκνυαν την αθωότητά του, η καταδίκη ήρθε αμείλικτη: 10 χρόνια. Η εικόνα της συζύγου του να καταρρέει από τους λυγμούς, ανήμπορη να αποχαιρετήσει τον μοναδικό άνθρωπό της σε μια ξένη χώρα, αποτυπώνει το ανθρώπινο κόστος αυτής της διαδικασίας.
Το νομοθετικό πλαίσιο και η ηθική διολίσθηση
Η νομική βάση για αυτές τις αποφάσεις, ο Νόμος 5038/2023 όπως τροποποιήθηκε πρόσφατα, έχει δημιουργήσει ένα πλαίσιο όπου η έννοια της «διευκόλυνσης παράνομης εισόδου» έχει διασταλεί επικίνδυνα. Πίσω από τη νομική ορολογία, ελλοχεύει ένα θεμελιώδες ερώτημα: Πότε ένα θύμα μετατρέπεται σε θύτη;
Σύμφωνα με διεθνείς οργανώσεις και νομικούς ερευνητές, η πρακτική των διακινητών είναι γνωστή σε όλη τη Μεσόγειο: οι πραγματικοί δράστες σπανίως επιβιβάζονται στα σαπιοκάραβα. Αναθέτουν τον χειρισμό του σκάφους στους ίδιους τους μετανάστες —συχνά στους πιο νέους ή τους πιο αδύναμους— υπό την απειλή βίας. Έτσι, ο 18χρονος που πιάνει το τιμόνι για να μην πνιγούν όλοι, μετατρέπεται στα μάτια του νόμου σε στυγνό εγκληματία, φορτωμένο με κατηγορίες για παράνομη είσοδο και έκθεση ζωών σε κίνδυνο.
Η εξαίρεση των Χανίων και η παραγωγή στατιστικών
Είναι αξιοσημείωτο ότι, σε αντίθεση με δικαστήρια άλλων περιοχών όπως το Ηράκλειο ή η Σάμος, το δικαστήριο των Χανίων φαίνεται να τηρεί μια άκαμπτη στάση. Αρνείται συστηματικά να αναγνωρίσει ότι οι αιτούντες άσυλο δεν πρέπει να ποινικοποιούνται για ενέργειες που ήταν αναγκαίες για τη διαφυγή και την επιβίωσή τους.
Η εισαγγελική πρόταση παραμένει αμείλικτη, ζητώντας τις αυστηρότερες των ποινών, χωρίς να λαμβάνει υπόψη το πλαίσιο του πολέμου και του εξαναγκασμού. Αυτή η προσέγγιση μετατρέπει τη δικαιοσύνη σε μηχανισμό παραγωγής στατιστικών. Οι συλλήψεις και οι εξοντωτικές ποινές παρουσιάζονται ως επιτυχίες στη «μάχη κατά της εγκληματικότητας», ενώ στην πραγματικότητα λειτουργούν ως μέσο αποτροπής και εξεύρεσης αποδιοπομπαίων τράγων.
Από την προστασία στην ποινική δίωξη
Η Γαύδος και τα νότια παράλια της Κρήτης έχουν μετατραπεί σε έναν αθέατο διάδρομο ζωής και θανάτου. Ωστόσο, η διαχείριση των ανθρώπων που φτάνουν ζωντανοί στις ακτές μας αποκαλύπτει μια ανησυχητική μεταστροφή. Αντί για προστασία, οι διασωθέντες αντιμετωπίζουν νομική δυσπιστία.
Το κράτος δικαίου, αντί να λειτουργεί ως ασπίδα για τους αδύναμους, στρέφεται εναντίον τους, τιμωρώντας τους επειδή αναγκάστηκαν να μετακινηθούν, αντί να εξετάσει τις πολιτικές που καθιστούν την ασφαλή μετακίνηση αδύνατη. Ο πρόσφυγας γίνεται ο εχθρός. Όχι ο πόλεμος, η φτώχεια ή η εκμετάλλευση, αλλά ο άνθρωπος που βρέθηκε να οδηγεί για να μην πεθάνουν όλοι.
Η επιμονή στην τυπολατρική εφαρμογή του γράμματος του νόμου, αγνοώντας το πνεύμα του και την πραγματικότητα, οδηγεί σε αποφάσεις που τραυματίζουν το περί δικαίου αίσθημα. Όταν η δικαιοσύνη αδυνατεί —ή αρνείται— να διακρίνει τον εγκληματία από το θύμα που παλεύει να κρατηθεί στη ζωή, τότε το πρόβλημα δεν είναι μόνο νομικό. Είναι βαθιά ηθικό και πολιτικό.



