Οι χθεσινές ευρωεκλογές στην Ελλάδα αποτύπωσαν μία πανευρωπαϊκή πραγματικότητα αλλά και την ελληνική ιδιαιτερότητα.
Στην ουσία, παρά του ότι και αυτή τη φορά οι ηγεσίες των κομμάτων προσπάθησαν να παρουσιάσουν όλοι τους εαυτούς τους περίπου ως νικητές, η αλήθεια είναι ότι οι ηττημένοι ήταν πολλοί και οι νικητές ελάχιστοι.
Νικητής είναι η αποχή, η ακροδεξιά, και ίσως το ΚΚΕ. Όλοι οι υπόλοιποι λίγο ή πολύ έχασαν.
Τα Τέμπη της Ευρώπης
Ας αρχίσουμε όμως από την αρχή… Στην πολύ αρχή.
Η αρχή έγινε με την εκλογή του ΣΥΡΙΖΑ στην διακυβέρνηση της χώρας το μακρινό πλέον 2015 με στόχο να πολεμήσει ενάντια στα μνημόνια και την επιβαλλόμενη λιτότητα. Στο “πάμε κι όπου βγει” εκείνης της περίοδου, όπως και στα Τέμπη, δεν καταφέραμε να φτάσουμε σε κάποιο προορισμό. Χωρίς σχέδιο, είχαμε μία καταστροφή. Ο προορισμός δεν ήταν λάθος, το μέσο για να φτάσουμε όμως είχε πολλά προβλήματα.
Όλα αυτά μοιάζουν πολύ μακρινά όμως δεν είναι ασύνδετα με το σημερινό πολιτικό σκηνικό στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Βλέπετε, αν ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν ένα τρένο με προβλήματα που δεν κατάφερε να φτάσει στον προορισμό του, δε σημαίνει ότι τεράστιες ευθύνες δεν είχαν οι πολιτικές ηγεσίες της Ευρώπης που έκαναν ότι περνούσε από τα χέρια τους για να εκτροχιαστεί.
Ο ΣΥΡΙΖΑ βρέθηκε απέναντι σε μία ευρωπαϊκή Δεξιά που κυριαρχούσε, η οποία αντιστάθηκε με μένος ακόμη και στην πιθανότητα χαλάρωσης των μέτρων λιτότητας στην Ελλάδα.
Η Ελλάδα έπρεπε να τιμωρηθεί για να χρησιμοποιηθεί ως παράδειγμα για τις δικές τους χώρες. Για να μην αναγκαστούν να χαλαρώσουν τις πολιτικές λιτότητας στις δικές τους χώρες.
Για να αρνηθούν την πιθανότητα το αίτημα για χαλάρωση των πολιτικών λιτότητας, των νεοφιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων, να μη μεταδοθεί ως “ασθένεια” και σε άλλες χώρες.
Για αυτό η Μέρκελ ετοίμασε για τον “Έλληνα ασθενή” ένα “πικρό φάρμακο” για τον κίνδυνο που οι αντιδράσεις των Ελλήνων αποτελούσαν – που έπρεπε να το πάρουμε, όχι για το καλό της Ελλάδας, ούτε για το καλό της Ευρώπης, αλλά για το καλό της Δεξιάς της Ευρώπης που ήθελε με αυτό τον τρόπο να αποτυπώσει την πολιτική της ηγεμονία.
Για να αποτυπώσει ότι δεν υπάρχει εναλλακτική. Ότι, ούτε οι εκλογές μπορούν να επιφέρουν κάποια αλλαγή, ούτε τα δημοψηφίσματα.
Η έκρηξη των ποσοστών της Ακροδεξιάς
Η ηγεμονία της Δεξιάς, όπως αποτυπώθηκε εκείνη την περίοδο, οδήγησε στο σήμερα της τεράστιας αποχής και της έκρηξης των ποσοστών της Ακροδεξιάς.
Στη Γερμανία της Μέρκελ το ακραία ακροδεξιό AfD, το κόμμα που – τι ειρωνία! – ονομάζεται “Εναλλακτική για τη Γερμανία”, λαμβάνει ποσοστό άνω του 16% και είναι δεύτερο κόμμα.
Στους νέους η απήχησή του είναι ακόμη πιο μεγάλη και ξεπερνά το 30%.
Για πρώτη φορά μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο στη Γερμανία ένα ακροδεξιό κόμμα λαμβάνει τόσο υψηλά ποσοστά.
Στη Γαλλία το κόμμα της Μαρί Λεπέν είναι πρώτο και με τεράστια διαφορά από το δεύτερο του Μακρόν. Λαμβάνει 33% έναντι μόλις 15% του κόμματος Μακρόν, του πολιτικού που αποτέλεσε πρότυπο για τον δικό μας Κυριάκο Μητσοτάκη.
Ίδια η εικόνα σε Βέλγιο, Ολλανδία, σκανδιναβικές χώρες, Ιταλία. Ακόμη και στην Ισπανία το ακροδεξιό VOX τριπλασίασε την επιρροή του.
Η νεοφιλελεύθερη Δεξιά κέρδισε και σε αυτές τις ευρωεκλογές. Είναι η πρώτη δύναμη στο ευρωκοινοβούλιο αυξάνοντας μάλιστα τις δυνάμεις της. Όμως το τίμημα που πληρώνει η Ευρώπη είναι η άνοδος της ακροδεξιάς.
Μέσα στις τελευταίες δύο δεκαετίες οι πολιτικές που εφαρμόστηκαν έχουν οδηγήσει σε μία μεγάλη οικονομική κατάρρευση, σε κατάρρευση της παραγωγής, σε ραγδαία μείωση του πληθυσμού, σε φτώχια, ακρίβεια, στεγαστική κρίση αλλά και υπερκέρδη για τους πολύ λίγους.
Αυτή η νεοφιλελεύθερη Γερμανική Ευρώπη, που αρνήθηκε την προοπτική μίας προοδευτικής διεξόδου, έστρωσε τον δρόμο για την εθνικιστική ακροδεξιά Ευρώπη που έκανε τόσο δυναμικά την εμφάνισή της σε αυτές τις ευρωεκλογές.
Στην Ελλάδα αυτό είναι ακόμη πιο ξεκάθαρο αφού δεν αποτυπώνεται μόνο μία μεγάλη άνοδο των ποσοστών των ακροδεξιών κομμάτων αλλά και μία πρωτόγνωρη αποχή.
Η αποχή είναι μία νίκη της ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη και της ακροδεξιάς. Αποτυπώνει αυτό το “δεν υπάρχει εναλλακτική”, την απογοήτευση πολιτών και την απουσία προοπτικής, την πεποίθηση ότι η ψήφος δεν μπορεί να αλλάξει κάτι.
Στο έδαφος του 60% αποχής, γιγαντώνεται η επιρροή της ακροδεξιάς.
7 χρήσιμα συμπεράσματα από τις εκλογές στην Ελλάδα
Ας δούμε όμως και άλλα χρήσιμα συμπεράσματα, πιο απτά, από τις ευρωεκλογές στην Ελλάδα:
- Μπορεί οι πολίτες να μην έχουν πειστεί ότι υπάρχει κάποια πραγματική εναλλακτική, όμως η ηγεμονία της ΝΔ δέχθηκε ένα ισχυρό πλήγμα. Το 41% δεν υπάρχει πια αφού μέσα σε ένα χρόνο καταγράφηκε μία ιστορική καθίζηση 13 μονάδων για το κυβερνών κόμμα. Ακόμα και αν η σύγκριση γίνει με το αποτέλεσμα των προηγούμενων ευρωεκλογών, η Νέα Δημοκρατία έχει απωλέσει πάνω από 800.000 ψήφους! Σε σχέση με τις προηγούμενες εθνικές εκλογές έχει χάσει σχεδόν 1 εκ. ψηφοφόρους, περίπου τους μισούς! Αν η Νέα Δημοκρατία μένει κυρίαρχη αυτό δε συμβαινει επειδή πείθει αλλά επειδή οι πολίτες δεν έχουν πειστεί ότι υπάρχει εναλλακτική πρόταση. Αυτή είναι μία νίκη της Νέας Δημοκρατίας αλλά κυρίως μία τεραστίων διαστάσεων αποτυχία των κομμάτων που θέλουν να διεκδικήσουν την εξουσία. Όμως, αναντίρρητα, η εποχή της ηγεμονίας της ΝΔ έχει τελειώσει.
- Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι και αυτός από τους μεγάλους ηττημένους της εκλογικής μάχης. Μπορεί στο συνήθες μοτίβο της χωρίς λογικής αισιοδοξίας, ο Στέφανος Κασσελάκης να δήλωσε μετά την δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων ότι “καταφέραμε να μειώσουμε τη διαφορά από τις 23 στις 13 μονάδες”, αλλά αυτό που λέει δεν… στέκει. Η αλήθεια είναι ότι η ΝΔ έχασε εκατοντάδες χιλιάδες ψήφους, όμως εκατοντάδες χιλιάδες ψήφους έχασε και ο ΣΥΡΙΖΑ. Ο ΣΥΡΙΖΑ έπεσε στις 593.133 ψήφους σε σχέση με τους 1.343.595 ψήφους που είχε λάβει στις ευρωεκλογές του 2019. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε ακόμη και σε σχέση με τη συντριβή των εκλογών του Ιούνη του 2023 όπου είχε λάβει 930.013 ψήφους. Πρόκειται για μία απώλεια πολλών εκατοντάδων χιλιάδων ψήφων τις οποίες αν είχε καταφέρει απλώς να συγκρατήσει και όχι να αυξήσει, τώρα η κατάσταση στη χώρα θα ήταν πολύ διαφορετική. Εξ αυτού, πρόκειται για μία μεγάλη αποτυχία της σημερινής ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έπεισε και τιμωρήθηκε, απλά τιμωρήθηκε λιγότερο από τη Νέα Δημοκρατία. Την ίδια στιγμή, η μικρή διαφορά από το ΠΑΣΟΚ δε δικαιολογεί το αφήγημα περί κυρίαρχου πόλου στην κεντροαριστερά.
- Το ΠΑΣΟΚ είχε θέσει αρχικά ως στόχο να είναι δεύτερο κόμμα στη θέση του ΣΥΡΙΖΑ. Στόχος ο οποίος καθώς περνούσαν οι εβδομάδες άλλαζε για τον πιο ρεαλιστικό της αύξησης των ποσοστών. Τελικώς το ΠΑΣΟΚ αύξησε τις δυνάμεις του, αλλά σε μικρό βαθμό. Αύξησε τις δυνάμεις του ακόμη και σε αριθμό ψηφοφόρων σε σχέση με τις προηγούμενες ευρωεκλογές, όχι όμως σε σχέση με τις εθνικές εκλογές του 2023, αφού έλαβε πάνω από 100.000 λιγότερες ψήφους. Δεν έκανε κανένα άλμα προς τα εμπρός και δεν έπεισε ότι μπορεί να αποτελέσει τη δύναμη που θα αμφισβητήσει την ηγεμονία της Δεξιάς.
- Στους ηττημένους βρίσκεται σίγουρα και η Νέα Αριστερά. Το εγχείρημα της Νέας Αριστεράς δημιούργησε σύγχυση στους ψηφοφόρους. Τελικά, τι κόμμα ήταν; Ποια ήταν η πρότασή του; Η εντύπωση που δινόταν ήταν ότι επρόκειτο για ένα κόμμα που υπάρχει για να ασκεί κριτική στον ΣΥΡΙΖΑ τη στιγμή όμως που αποτελείται από στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που είχαν σημαντικούς κυβερνητικούς ρόλους. Με αδυναμία αυτοκριτικής για την περίοδο που τα στελέχη της αποτέλεσαν μέρος της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ και αδυναμία προβολής ενός συνεκτικού οράματος που να αποτυπώνει την ταυτότητα του κόμματος, η Νέα Αριστερά απέτυχε να πείσει τους πολίτες ότι μπορεί να αποτελέσει ένα όχημα για το μέλλον, αφού το βλέμμα των στελεχών του έμοιαζε να είναι στραμμένο διαρκώς προς το παρελθόν.
- Ήττα και για το ΜέΡΑ25 το οποίο απέτυχε για ακόμη μία φορά να πείσει τους πολίτες ότι μπορεί να προσφέρει ένα όραμα για το μέλλον. Με ένα λόγο που μιλούσε μεν για ενότητα των δυνάμεων της Αριστεράς όμως την ίδια στιγμη δε διαφαινόταν και κάτι διαφορετικό σε σχέση με την προηγούμενη εκλογική μάχη όπου είχε ηττηθεί. Δίχως κάτι να έχει αλλάξει, έμοιαζε σα να είχαμε μία επανάληψη του προηγούμενου κακού αποτελέσματος. Ίσως το διάστημα του ενός έτους δεν ήταν αρκετός χρόνος για να γίνουν οι απαραίτητες διεργασίες για την αναγκαία επανεκίννηση.
- Στους νικητές βρίσκεται το ΚΚΕ το οποίο ανέβασε τα ποσοστά του σε σημαντικό βαθμό τόσο σε σχέση με τις προηγούμενες ευρωεκλογικές όσο και σε σχέση με τις εθνικές εκλογές. Όμως, σε σχέση με τις εθνικές εκλογές έχασε ψηφοφόρους αφού από τους 401.124 ψήφους έπεσε στους 367.796. Σε οποιαδήποτε περίπτωση, λαμβάνοντας υπόψη και την τεράστια αποχή, το ΚΚΕ με ξεκάθαρο μήνυμα αποτελεί μία δύναμη σταθερότητας την οποία οι ψηφοφόροι φαίνεται να επιβραβεύουν. Σε πολύ αντίξοες συνθήκες για τις δυνάμεις της Αριστεράς πανευρωπαϊκά, το ελληνικό κομμουνιστικό κόμμα ακολουθεί μία πορεία χωρίς αμφιταλαντεύσεις η οποία, σε μία εποχή αναταράξεων, αποτελεί το έδαφος πάνω στο οποίο κτίζει σχέσεις εμπιστοσύνης με τους πολίτες.
- Ο μεγάλος νικητής των εκλογών είναι σίγουρα η ακροδεξιά. Πέρα του διπλασιασμού των δυνάμεων της Ελληνικής Λύσης η οποία μέσα σε ένα μόλις χρόνο εκτόξευσε τα ποσοστά της από το 4,44% στο 9,3% αυξάνοντας ταυτόχρονα και τον αριθμό των ψήφων που έλαβε κατά 130.000, είδαμε να ξεπηδούν και νέα κόμματα, όπως η “Φωνή Λογικής” της Λατινοπούλου, ένα κόμμα με αντι-woke ατζέντα στα κοινωνικά θέματα και τα θέματα δικαιωμάτων και ακραία νεοφιλελεύθερες στα οικονομικά, εκεί όπου δεσπόζουν στελέχη από τη Δημιουργία Ξανά του Θάνου Τζήμερου. Υψηλά ποσοστά κατέγραψε επίσης και το κόμμα Πατριώτες του Πρόδρομου Εμφιετζόγλου, με ακραία συντηρητικές θέσεις για μία σειρά ζητήματα με ποσοστό 1,41%. Υψηλά κινήθηκε για ακόμη μία εκλογική μάχη και το κόμμα Νίκη το οποίο έλαβε 4,37% αυξάνοντας έτσι τα ποσοστά του σε σχέση με τις εθνικές εκλογές αν και κατέγραψε μία μικρή πτώση στον αριθμό των ψηφοφόρων. Συνολικά τα ακροδεξιά κόμματα έλαβαν ποσοστό κοντά στο 18%. Λαμβάνοντας υπόψη ότι ήδη υπάρχουν διεργασίες για συνεργασία ακροδεξιών δυνάμεων, δε μοιάζει μακρινό το σενάριο όπου και στην Ελλάδα η ακροδεξιά θα μπορεί να είναι δεύτερη δύναμη στη χώρα. Θα συμβεί με βεβαιότητα, αν αποτύχει η κεντροαριστερά να συνεργαστεί.