Ομιλία από την Αγγελική Παπαδάκη, απόγονο εκτελεσθέντων, φοιτήτρια Νομικής
Κυριακή 27/8/2017
Η αντίσταση του ελληνικού λαού στη φασιστική επιδρομή άρχισε τον Οκτώβρη του 1940, ως προσταγή της πατρίδας, ως συνταγματική και νομική υποχρέωση των Ελλήνων πολιτών. Το αξιοθαύμαστο εκείνο που την έκανε να μεγαλουργήσει, αναδεικνύοντας την ανωτερότητα των ιδανικών της ελευθερίας, της δημοκρατίας και της ανθρωπιάς, απέναντι στις ανθρωποφάγες ιδέες του φασισμού, είναι η ανάταση του Ελληνικού λαού. Αυτή η αρμονική στοίχηση είναι που έκανε να υψωθεί το αλβανικό έπος και στο έπος αυτό τα παλικάρια της Μαλαθύρου έδωσαν το παρόν στην πρώτη γραμμή, πολεμώντας με απαράμιλλη ανδρεία και υποφέροντας για την υπόλοιπη ζωή τους από τα κρυοπαγήματα.
Με τη Γερμανική εισβολή και τη συνθηκολόγηση, πεζοί με μύριες κακουχίς και πείνα, φθάνουν στην Πελοπόννησο και από εκεί με βάρκες και με φοβερό κίνδυνο να τους βυθίσουν τα Γερμανικά Στούκας, έρχονται στις Μένιες, περιοχή κοντά στα Ροδωπού και στη συνέχεια γυρίζουν στο χωριό για να συνεχίσουν τον αγώνα που για αυτούς δεν είχε τελειώσει.
Με την ίδρυση των αντιστασιακών οργανώσεων εντάσσονται στις γραμμές τους, κυρίως σαν τροφοδότες και πληροφοριοδότες. Στο χωριό, λόγω της στρατηγικής του θέσης, εγκαθίσταται αγγλικό φυλάκιο με ομάδα σαμποτέρ και πλαισιώνεται με ντόπιους συνεργάτες και Έλληνες αξιωματικούς με επικεφαλής τους ήρωες της αντίστασης Λοχαγούς Μάρκο Σπανουδάκη και Μανώλη Μπιμπλή. Σε προκαθορισμένες θέσεις ο ασύρματος του φυλακίου μεταδίδει σημαντικές πληροφορίες στο Συμμαχικό Στρατηγείο της Μέσης Ανατολής – είχαν να κάνουν με το αεροδρόμιο του Μάλεμς και γενικά με την ετοιμότητα και τον εφοδιασμό των Γερμανικών δυνάμεων.
Οι Γερμανοί γνώριζαν ότι εδώ, αλλά και στα γύρω χωριά υπήρχε οργανωμένη αντίσταση, ήδη είχαν γίνει οι μάχες στον Άναβο και στη Σύραγγα Τοπολίων. Σε εξόρμηση που έκαναν συνέλαβαν αρκετούς χωριανούς και τους οδήγησαν στο κολαστήριο της Αγυιάς, όπου και μερικοί εκτελέστηκαν και άλλοι θα οδηγούνταν στα Γερμανικά κρεματόρια. Η αντιστασιακή όμως δραστηριότητα εκτείνονταν και έτσι το φασιστικό τέρας που ψυχοραγούσε, σε αυτό το μικρό χωριό στις 28 Αυγούστου 1944, διέπραξε μια θηριωδία που δεν θα ήταν σχήμα λόγου να πει κανείς πως μπροστά της η Δαντική κόλαση είναι κωμωδία.
Βαθιά χαράματα της 28ης Αυγούστου 1944, Γερμανικό τάγμα προερχόμενο από την περιοχή Βουκολιές, πλησίασε στο χωριό μας από την ανατολική πλευρά, επιτάσσοντας και οδηγό από το χωριό Μεσαύλια και εμφανίστηκε στην πρώτη γειτονιά. Πάνω Χωριό. Ακολουθώντας προφανώς ειδικό σχέδιο περικύκλωσης, οι πρώτες ομάδες όχι μόνο δεν προέβαιναν σε συλλήψεις, αλλά αντίθετα με χαμόγελα απαντούσαν στους ανθρώπους, οι περισσότεροι των οποίων με τα υποζύγιά τους πήγαιναν να οργώσουν τη γη καθώς είχε προηγηθεί βροχή. Μόλις η πρώτη ομάδα έφτασε στην τελευταία γειτονιά του χωριού κι αφού είχαν στηθεί πυροβόλα περιμετρικά ούτως ώστε να μην μπορεί να ξεφύγει κανείς από τον κλοιό, ερρίφθει η συνθηματική φωτοβολίδα και αμέσως σαν αρπαχτικά άρχισαν ο ομάδες των Γερμανών να συλλαμβάνουν όλους τους κατοίκους, άνδρες, γυναίκες και παιδιά. Τους συγκέντρωσαν σε τρία σημεία, στη γειτονιά Πάνω Χωριό, στη γειτονιά Μπαχαδιανά (μέσα σ’ ένα πατητήρι) και στη γειτονιά Ξενικιανά όπου ήταν το δημοτικό σχολείο. Δεν σταματούν τα βασανιστήρια και η συνεχής ανάκριση με τα ερωτήματα: «Που είναι ο ασύρματος; Που είναι το φυλάκιο και οι αποθήκες πυρομαχικών; Που κρύβονται οι παρτιζάνοι και ποιου τους υποθάλπτουν;» Αν και γνώριζαν όλοι, κανείς δεν μαρτύρησε.
Έτσι, περίπου στις 6 το απόγευμα, αφού τους συγκέντρωσαν όλους στο σχολείο και άφησαν τις γυναίκες σε φάλαγγα κατ’ άντρα οδήγησαν τους 63 συλληφθέντες στον τόπο της εκτέλεσης, στη θέση Φαράγγι, που έφθασαν όμως μόνο 58 γιατί οι Γερμανοί είχαν εκτελέσει τους τελευταίους 5 στη διαδρομή. Στο σημείο που χθες έγινε το δρώμενο από τον πολιτιστικό σύλλογο «Το Ρόδο» και που υπάρχει το μνημείο, είχαν στηθεί τα πολυβόλα που θέρισαν τα παλικάρια του χωριού μας. Οι εκτελεστές αφού έδωσαν τη χαριστική βολή, σκύλευσαν τους νεκροόυς.
Μόνος διασωθείς ήταν ο τότε λαϊκός κει μετέπειτα ιερέας του χωριού μας, Ιωάννης Καρτσωνάκης, ο οποίος λόγω του ολοήμερου βασανισμού του και του τραύματος στο κεφάλι δεν δέχτηκε την χαριστική βολή, διότι ο ένας εκτελεστής εθεώρησε ότι του είχε δώσει τη χαριστική βολή ο άλλος. Κατά τη σκύλευση των νεκρών του αφαιρέθηκε ο αρραβώνας – και ο ίδιος απέδιδε σε θαύμα πως δεν αντιλήφθηκαν ότι ήταν ζωντανός.
Ο παπά Γιάννης τελούσε μέχρι να φύγει για να συναντήσει τους 60 συγχωριανούς του το ετήσιο μνημόσυνό τους. Στη λειτουργία τα ονόματα των νεκρών τα μνημόνευε απ’ έξω ο ίδιος έδινε αυτή την εξήγηση «πάω με το μυαλό μου στις γειτονιές του χωριού μου και χτυπώ τις πόρτες, στα 60 εκείνα σπίτια που ορφάνεψαν, και τους βλέπω να μου ανοίγουν και να με χαιρετούν όπως πριν συμβεί το κακό»…
Μετά την αποφράδα αυτή μέρα που το χωριό μας έχασε όλους του άντρες από 13 ετών και άνω, δεν υπήρχαν πλέον γυναίκες παρηγορήτρες, έγιναν όλες γυναίκες ηρωίδες. Γιατί όχι μόνο αντικατέστησαν τους άντρες στις βαριές γεωργικές δουλειές αλλά είχαν και το χρέος τόσο να μεγαλώσουν τα ορφανά, που πολλά δεν είχαν γνωρίσει τον πατέρα τους, με αρχές και αξίες, οράματα και ιδανικά αντάξια των παραδόσεων του λαού μας όσο και να κρατήσουν και να τιμήσουν τη χηρεία τους.
Αθάνατοι νεκροί, ήρθαμε εδώ σήμερα πάνω στα άγια σας λείψανα, ταπεινοί προσκυνητές, για να δείξουμε ότι ο τόπος αυτός είναι ιερός και γι’ αυτό τόπος προσκυνήματος. Αμέτρητοι είναι του μαρτυρίου οι τόποι, όπως αμέτρητα είναι και του φασισμού τα κακουργήματα.
Για πρώτη φορά έγιναν πειράματα σε κρατουμένους και εξοντώθηκαν συστηματικά εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι. Μόνο στη χώρα μας εκτελέστηκαν περί του 39.000, πέθαναν από πείνα 600.000, δεν γύρισαν από τα στρατόπεδα της Γερμανίας γύρω στις 100.000, 1.500 χωριά καταστράφηκαν και τα ολοκαυτώματα ξεπερνούν κάθε όριο φαντασίας. Ας σημειωθεί ότι καταστράφηκε το 25% των κατοικιών, το 70% των λιμενικών εγκαταστάσεων, το 75% του εμπορικού στόλου, μεγάλο μέρος του οδικού και σιδηροδρομικού δικτύου και το σύνολο των σιδηροδρομικών γεφυρών και τούνελ.
Παράλληλα δεσμεύθηκε το 80% των μέσων μεταφοράς και το 51% των δημόσιων και ιδιωτικών επιχειρήσεων ενώ η μικρή και φτωχή Ελλάδα υποχρεώθηκε να επωμισθεί το κόστος συντήρησης όχι μόνο των τριών στρατιών κατοχής, αλλά και τη συντήρηση της στρατιάς του Ρόμελ. Το κόστος κατοχής για την Ελλάδα την περίοδο ’41-42 αντιστοιχούσε στο 113% του ΑΕΠ, την ίδια ώρα που σε άλλες χώρες όπως την Ολλανδία και το Βέλγιο ήταν 18% και 24% αντίστοιχα.
Μία στις δύο οικογένειες θρήνησαν θύματα κατά τη διάρκεια του πολέμου και της κατοχής. Ένας στους δέκα Έλληνες υπέστη αναπηρία και το 75% των παιδιών υπέφεραν από ασθένειες και μετά τον πόλεμο. Είμαστε όμως περήφανοι γιατί οι Χιτλερικοί δεν κατάφεραν να στρατολογήσουν Έλληνες ούτε για τα εργοστάσιά τους, ούτε για να πολεμήσουν τους συμμάχους.
«Το ατέλειωτο μαρτυρολόγιο του λαού μας πρέπει να διδάσκεται στα σχολεία όλων των βαθμίδων της εκπαίδευσης ούτως ώστε η νεολαία μας ως φυσικός συνεχιστής των παραδόσεών μας, να γνωρίζει την αλήθεια και να μην επιτρέψει στη λησμονιά να δώσει την άδεια να ξαναγνωρίσει η ανθρωπότητα ίδια και ίσως πιο φρικαλέα εγκλήματα»
Κυρίες και κύριοι,
Κάθε επέτειος ολοκαυτώματος δεν είναι μόνο μια υπενθύμιση ότι ο φασισμός δεν έρχεται από το μέλλον, αλλά και αυτοέλεγχος, αν από τη θέση που κατέχουμε, παλέψαμε για τη διεκδίκηση των γερμανικών επανορθώσεων, του κατοχικού δανείου και της επιστροφής των κλεμμένων αρχαιολογικών θησαυρών που δεν είναι αίτημα αλλά ανυποχώρητο δικαίωμα του ελληνικού λαού, για το οποίο χρόνια παλεύουν τόσο το Δίκτυο Μαρτυρικών Πόλων και Χωριών της Ελλάδας περιόδου 1941-44 «Ελληνικά Ολοκαυτώματα», όσο και η Πανελλήνια Επιτροπή Διεκδίκησης των γερμανικών επανορθώσεων, αλλά είναι και η πάγια τοποθέτηση του Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Προκόπη Παυλόπουλου κατά τις επισκέψεις του στα ολοκαυτώματα της χώρας που τονίζει ότι «Η Ελλάδα θεωρεί διαχρονικώς ότι οι απαιτήσεις που αφορούν το κατοχικό δάνειο και τις αποζημιώσεις είναι νομικώς ενεργές και δικαστικών επιδιώξιμες»
Χρέος λοιπόν δικό μας, των απογόνων των ηρώων των μαρτυρικών μας χωριών είναι ο διαρκής αγώνας για να γίνουν πράξη τα οράματά τους και να εκπληρωθούν τα δίκαιά τους. Και εδώ ας έχουμε κατά νου τα πάντα επίκαιρα λόγια του Μπρεχτ:
«Υπάρχουν άνθρωποι που αγωνίζονται για μια μέρα και είναι καλοί.
Υπάρχουν άνθρωποι που αγωνίζονται για έναν χρόνο και είναι καλύτεροι.
Υπάρχουν άνθρωποι που αγωνίζονται για πολλά χρόνια και είναι ακόμα πιο καλοί.
Υπάρχουν και αυτοί που αγωνίζονταν όλη τους τη ζωή, αυτοί είναι απαραίτητοι».
Ας προσπαθήσουμε να είμαστε με τους τελευταίους…