Γράφει ο Ceteris Paribus
Στην πρόσφατη σύνοδο της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ, ο Αλέξης Τσίπρας δεσμεύτηκε διά της τελικής απόφασης, σε ένα πλαίσιο συμφωνίας που είναι -κατά το δυνατόν- έντιμη. Από τη μια, τον υποχρέωσαν να το κάνει οι εσωκομματική συσχετισμοί: το ποσοστό της αριστερής πτέρυγας στο ανώτατο όργανο του κόμματος είναι πλέον μια ανάσα από την πλειοψηφία. Δεν ήταν όμως μόνο αυτό. Ο Αλέξης Τσίπρας έχει υιοθετήσει συνειδητά μια τακτική δημόσιας – επικοινωνιακής διαχείρισης των διαπραγματεύσεων με βάση το γνωστό blame game (παιχνίδι επίρριψης ευθυνών). Στην προκείμενη περίπτωση μιλάμε για επίρριψη ευθυνών στο ενδεχόμενο αποτυχίας των διαπραγματεύσεων: Ποιος θα χρεωθεί την ευθύνη; Ποια πλευρά εξάντλησε τα περιθώρια των υποχωρήσεων και ποια ήταν αδιάλλακτη;
Στο πλαίσιο ενός τέτοιου blame game, από τον πρωθυπουργό και το επιτελείο του εκπέμπεται συνειδητά η εικόνα περί «επικείμενης συμφωνίας», ότι «είμαστε μια ανάσα από τη συμφωνία» κ.λπ. Ο επικοινωνιακός συνειρμός που επιδιώκεται να δημιουργηθεί, είναι ότι η ελληνική κυβέρνηση εξαντλεί τα περιθώρια υποχωρήσεων συμβιβασμών, ότι έχει περιορίσει τις «κόκκινες γραμμές» στο ελάχιστο όριο της αξιοπρέπειας, άρα αίρεται το όποιο πρόβλημα για μια συμφωνία. Εκτός αν… το πρόβλημα είναι η άλλη πλευρά, η πλευρά των δανειστών, που δεν ζητούν έναν «έντιμο συμβιβασμό» αλλά πλήρη παράδοση, την ταπείνωση όχι της κυβέρνησης αλλά της Ελλάδας, παραβιάζοντας κάθε έννοια εταιρικής σχέσης…
Έχουν κάποια σημασία όλα αυτά; Σύμφωνα με το επιτελείο του Αλέξη Τσίπρα, ναι! Στις διεθνείς σχέσεις, αλλά και σε αυτό που θα μπορούσαμε κάπως αφαιρετικά να αποκαλέσουμε ευρωπαϊκή ή διεθνής «κοινή γνώμη» είναι σημαντικό σε ποιον θα χρεωθεί η αδικοπραγία, η παραβίαση της καλώς εννοούμενης συναινετικής πρακτικής στη διευθέτηση διαφορών ή απλώς στην επιτυχή κατάληξη δύσκολων διαπραγματεύσεων.
Υπάρχει όμως και μια άλλη πλευρά στο ίδιο ζήτημα: αν οι διαπραγματεύσεις αποτύχουν, όλοι γνωρίζουν ότι αυτή τη φορά θα είναι οριστικό. Άρα, η αντιπαράθεση θα συνεχιστεί με πιο «θερμά» μέσα. Στην περίπτωση αυτή, το ζήτημα «ποιος ευθύνεται» και «ποιος νομιμοποιείται» να πράξει τι, θα είναι καίριας σημασίας. Τότε, η ελληνική κυβέρνηση θα αξιοποιήσει όλα τα σχετικά «όπλα»: από την επιβολή (από την κυβέρνηση και όχι από τον κ. Ντράγκι, που θα «βαρύνεται» με την ευθύνη της αποτυχίας των διαπραγματεύσεων και με την ευθύνη της απόπειρας χρηματοδοτικού στραγγαλισμού της χώρας) capital controls για τον έλεγχο της κίνησης κεφαλαίων μέχρι την επίσημη διεκδίκηση των γερμανικών επανορθώσεων και του αναγκαστικού κατοχικού δανείου, τη διακοπή εξυπηρέτησης του χρέους (με ευθύνη των δανειστών, που επέδειξαν έλλειψη στοιχειώδους καλής διάθεσης στις διαπραγματεύσεις), τη διεκδίκηση της «νόμιμης» αναστολής πληρωμών στο «μη βιώσιμο» χρέος και της επίσημης διεκδίκησης για διαγραφή του παράνομου και απεχθούς χρέους κ.λπ. Η «νομιμότητα», όχι μόνο από την επικοινωνιακή άποψη αλλά και από την άποψη του διεθνούς δικαίου, θα είναι ένα από τα σημαντικά πεδία της μάχης στο «θερμό» της στάδιο…
Ο Αλέξης Τσίπρας και το επιτελείο του γνωρίζουν ασφαλώς πολύ καλά σε ποιο σημείο βρίσκονται οι διαπραγματεύσεις και ότι το ενδεχόμενο «έντιμης συμφωνίας» συγκεντρώνει ελάχιστες πιθανότητες. Η αισιόδοξη γλώσσα που συνειδητά χρησιμοποιούν, αφορά την τακτική του blame game. Έτσι, όταν σχηματιστεί η τελική εικόνα και στην περίπτωση που αυτή είναι εικόνα πλήρους αδιεξόδου, ο Αλέξης Τσίπρας θα πραγματοποιήσει το διάγγελμα προς τον ελληνικό λαό που συνεχώς αναβάλλεται. Στο οποίο, αφού δείξει με το δάχτυλο τους υπευθύνους για την αποτυχία των διαπραγματεύσεων, θα καλέσει τον ελληνικό λαό σε συστράτευση για τα δύσκολα που θα ακολουθήσουν και θα ανακοινώσει τα οικονομικά μέτρα και τις πολιτικές πρωτοβουλίες σε αυτή την κατεύθυνση…