Καθένας αποχαιρετά τους ανθρώπους του με τον τρόπο που κρίνει ότι ταιριάζει καλύτερα, με κλάματα, με σιωπή, με τραγούδια, ακόμη και με χωρατά. Στην κηδεία του Βαγγέλη Γιακουμάκη κάποιοι έβγαλαν τα όπλα και πυροβόλησαν στον αέρα, συνηθίζεται τούτο σε κάποιες περιοχές της Κρήτης. Δικαίωμά τους; Όχι, δεν είναι δικαίωμά τους. Δεν είναι δικαίωμά τους να πυροβολούν σε δημόσιους χώρους, πάνω από τα κεφάλια του πλήθους. Ειδικά στην κηδεία του Βαγγέλη, νομίζετε ότι ο πρέπων αποχαιρετισμός ήταν η μπαλωθιά; Ήταν πρέπον να αποχαιρετίσουν το παιδί που έπεσε θύμα της σκοτεινής πλευράς της Κρήτης, αναπαράγοντας το σκοτάδι που έφερε τον θάνατο;
Είναι δύσκολο να μιλάς για τη σκοτεινή πλευρά της Κρήτης, του νησιού που λούζεται από κάθε είδους περίλαμπρο φως, ήλιος, βουνά, θάλασσες, φιλοξενία, αγάπη, τραγούδι, πιοτό, φαγητό. Κι είναι ακόμη πιο δύσκολο όταν είσαι κι εσύ κρητικός, λάτρης και κοινωνός του φωτός. Η Κρήτη επιβεβαιώνει την Αρχή της Εναντιοδρομίας του Ηράκλειτου: Αν πάρεις το καλό και το τραβήξεις στα άκρα, γίνεται κακό. Το καλό της Κρήτης, το θάρρος, η θυσία, η υπερηφάνεια, ο υπέρ βωμών και εστιών αγώνας, τραβιέται στα άκρα και καταλήγει στο αντίθετό του, στη μαγκιά, στο ψευτοαντριλίκι, στον βλακώδη ναρκισσισμό, στο κουμπούρι που γίνεται σύμβολο επίδειξης, δίπλα στο πλουμιστό i-phone.
Σηκώνει ο κουραδόμαγκας το πανάκριβο Μάγκνουμ, πυροβολεί στον αέρα και νομίζει ότι σημαδεύει τους αλεξιπτωτιστές του Χίτλερ. Σημαδεύει τους αλεξιπτωτιστές και πετυχαίνει αυτούς που κάθονται δίπλα του στο γάμο, στην κηδεία, στη βάφτιση. Δεκάδες οι νεκροί σε γάμους και βαφτίσεις κι όσοι γλιτώνουν από τις σφαίρες, πάνε από τα τετρακίνητα θηρία που οδηγούν σαν μανιασμένοι οι μαυροπουκαμισάδες, λες και οι δρόμοι είναι ιδιοκτησία τους. Πρώτη σε θανατηφόρα τροχαία είναι η Κρήτη, τους χειρότερους δρόμους έχει η Κρήτη, περάσανε δισεκατομμύρια επί δισεκατομμυρίων κι ένα δρόμο της προκοπής δεν φτιάξανε, το κεντρικό οδικό δίκτυο το έχει εγκαινιάσει ο Στυλιανός Παττακός με το μυστρί του.
Μειοψηφία είναι στην Κρήτη οι καπεταναίοι κι όμως ζουν και βασιλεύουν χάρη στη σιωπή και την ανοχή της πλειοψηφίας. Είναι φόβος, είναι κρυφός θαυμασμός, είναι η υπνωτιστική ισχύς της παράδοσης; Είναι σίγουρα η συνενοχή των οργάνων της τάξης, που κάνουν τα στραβά μάτια μπροστά στον ακήρυχτο πόλεμο. Δεν είναι μόνο η τοπική αστυνομία, είναι το κράτος εν γένει: Το 1990, στην κεντρική ομιλία του Μητσοτάκη στο Ηράκλειο, είχαν πέσει 4.000 σφαίρες κι αντί να γίνει πρωτοσέλιδο, έγινε παραπολιτικό. Είναι και οι πολιτικές οικογένειες που καλύπτουν συμμορίες ναρκωτικών, όπως κάλυψαν και τους νταήδες που τρομοκρατούσαν τον Γιακουμάκη. Αν θέλετε ονόματα, ψάξτε τις δικογραφίες.
Οι μόνοι που αντιστάθηκαν τα τελευταία χρόνια ήταν οι λυράρηδες και οι λαουτιέρηδες της επαρχίας του Αγίου Βασιλείου στο Ρέθυμνο. Συμφώνησαν όλοι μαζί και με το που έπεφτε η πρώτη σφαίρα, έπαιρναν τα όργανά τους κι έφευγαν από το γλέντι. Οι πιστολάδες στην αρχή απείλησαν, μετά σιώπησαν και κάπως έτσι το κρητικό φως υπερίσχυσε του σκότους.
Γιώργος Ανανδρανιστάκης