Αναλυτικά εξηγούν κυβερνητικές πηγές τους λόγους που δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή η πρόταση των θεσμών προς την ελληνική κυβέρνηση «για άμεση νομοθέτηση βαθειά υφεσιακών μέτρων (τα οποία θα πλήξουν και τον ήδη τραυματισμένο κοινωνικό ιστό της χώρας) ως προϋπόθεση για πεντάμηνη χρηματοδότηση, η οποία, ωστόσο κρίνεται παντελώς ανεπαρκής».
Σημειώνουν ότι αν αυτή η πρόταση γινόταν αποδεκτή από την κυβέρνηση και το Κοινοβούλιο, οι πολίτες και οι αγορές θα προεξοφλούσαν ένα πεντάμηνο περαιτέρω συρρίκνωσης που θα οδηγούσε σε άλλη μία διαπραγμάτευση υπό συνθήκες κρίσης. Αυτός, τονίζουν, είναι ένας από τους λόγους που δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή η πρόταση των θεσμών.
Από τη λεπτομερή παράθεση της πρότασης και του τι αφορά αυτή ως προς το χρηματοδοτικό κενό, οι ίδιες πηγές υπογραμμίζουν πως καθίσταται φανερό ότι η πρόταση των θεσμών, «ακόμα κι αν δεν λάβουμε υπ’ όψη τα υφεσιακά και κοινωνικά αποδομητικά μέτρα που προβλέπει, αφήνει ένα σημαντικό χρηματοδοτικό κενό για την πεντάμηνη περίοδο επέκτασης που προβλέπει ενώ, κι αυτό είναι το ανησυχητικότερο, οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε νέα σκληρή διαπραγμάτευση, κι ένα νέο καταστροφικό Μνημόνιο, στο τέλος του χρόνου». Επιπλέον, σημειώνουν ότι η κυβέρνηση κατέθεσε λελογισμένη πρόταση διευθέτησης του χρέους και επίλυση του χρηματοδοτικού προβλήματος [π.χ. μέσα από την de facto μεταβίβαση του χρέους προς την ΕΚΤ προς τον ESM], πρόταση που αρνήθηκαν οι θεσμοί.
«Η κυβέρνηση δεν έχει λαϊκή εντολή, ούτε και ηθικό δικαίωμα, να προσυπογράψει ένα νέο Μνημόνιο», υπογραμμίζουν.
Ειδικότερα, οι πηγές της κυβέρνησης αναφέρουν ότι ως προς το χρηματοδοτικό κενό των επόμενων πέντε μηνών, η πρόταση των θεσμών αφορά 12 δισ. ευρώ από Ευρωπαϊκούς θεσμούς [EFSF και επιστροφή κερδών της ΕΚΤ από τα ομόλογα SMP] συν 3,5 δισ. ευρώ από το ΔΝΤ [τα οποία, όμως, είναι απίθανο να αποδοθούν όπως εξηγείται πιο κάτω), συνολικά, δηλαδή, 15,5 δισ. ευρώ.
Πιο συγκεκριμένα, η πρόταση που παρουσιάστηκε στο χτεσινό Eurogroup στον υπουργό Οικονομικών έχει ως εξής:
α. Τις επόμενες μέρες να αποδοθούν τα κέρδη της ΕΚΤ του 2014 από την αγοραπωλησία των ομολόγων του προγράμματος SMP [τα οποία παρακρατούν έξι μήνες οι εταίροι υπέρ της Ελλάδας] ύψους 1,8 δισ. ευρώ -ποσό που θα δοθεί στις 30 Ιουνίου, μαζί με άλλα 100 εκ. ευρώ από το υστέρημα του κράτους, στο ΔΝΤ.
β. Στα μέσα Ιουλίου θα «δοθούν» στη χώρα 4 δισ. ευρώ συνολικά από τον EFSF. Από αυτά τα 1,8 δισ. ευρώ θα προέρχονται από την τελευταία δόση του 2ου Μνημονιακού δανείου συν 2,2 δισ. ευρώ που θα προέλθουν από μέρος των 10,9 δισ. ευρώ του ΤΧΣ -χρήματα που, υπενθυμίζεται, είχαν προβλεφθεί αποκλειστικά για τυχόν αναχρηματοδότηση των τραπεζών. Από αυτά τα 4 δισ. ευρώ τα 3,5 δισ. ευρώ θα αποδοθούν στην ΕΚΤ για αποπληρωμή ενός ομολόγου του προγράμματος SMP, το οποίο ωριμάζει, ενώ τα υπόλοιπα 500 εκ. ευρώ θα τεθούν στην διάθεση του ΕΣΠΑ [μέρος εθνικής χρηματοδότησης].
γ. Αρχές Αυγούστου, άλλα 4,7 δισ. ευρώ θα αποσπαστούν από τα 10,9 δισ. ευρώ του ΤΧΣ [στο ταμείο, πλέον, απομένουν ελάχιστα χρήματα υπέρ των τραπεζών], ώστε να αποπληρωθεί το έτερο ομόλογο του προγράμματος SMP της ΕΚΤ.
δ. Τέλος, τον Οκτώβριο, 1,5 δισ. ευρώ από τα κέρδη της ΕΚΤ του 2015 [από την αγοραπωλησία των ομολόγων του προγράμματος SMP] θα αποδοθούν στο ΔΝΤ.
Οι πηγές της κυβέρνησης, υπογραμμίζουν ότι τα παραπάνω ποσά κρίνονται ανεπαρκή, καθώς δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη για τα ποσά που το ελληνικό δημόσιο έχει πληρώσει στους δανειστές του [κυρίως το ΔΝΤ], χωρίς να έχει εισπράξει ούτε ένα ευρώ από τους δανειστές, εδώ και τουλάχιστον ένα χρόνο, με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν ληξιπρόθεσμες οφειλές και αύξηση των ρέπος.
Επιπλέον, επισημαίνουν ότι η πρόταση δεν προβλέπει ούτε ένα ελάχιστο αποθεματικό για το ελληνικό δημόσιο αλλά ούτε και τις μελλοντικές αποπληρωμές του ΔΝΤ, ζήτημα ύψιστης σημασίας, δεδομένης της άρνησης του ΔΝΤ να καταβάλει τις δόσεις που προβλέπονται από την δανειακή συμφωνία καθώς κρίνει πως το ελληνικό δημόσιο χρέος δεν είναι βιώσιμο.