Την παραίτησή του γνωστοποίησε και το αναπληρωματικό μέλος της Ν.Ε. Χανίων του ΣΥΡΙΖΑ Γιώργος Γυπάκης:
Αδυνατώ να κατανοήσω τις νέες συνθήκες υπό τις οποίες ο ΣΥΡΙΖΑ μεταλλάχθηκε σε μνημονιακό κόμμα. Αδυνατώ προφανώς και να υποστηρίξω όποιαδήποτε απόφαση ή διαδικασία εκπορεύεται από την ηγετική ομάδα του κόμματος.
Εντάχθηκα το 2012 στο ΣΥΡΙΖΑ, επειδή είχα πειστεί ότι εκείνη την περίοδο, το συγκεκριμένο σχήμα μπορούσε να συσπειρώσει όλες τις αντιμνημονιακές δυνάμεις και να αποτελέσει έναν ικανό κυβερνητικό φορέα που θα αντιμετώπιζε τις μνημονιακές πολιτικές.
Εχοντας αγωνιστεί με το δικό μου τρόπο και τα μέσα που διέθετα ενάντια στις αιτίες που προκάλεσαν την Ελληνική κρίση, τον ανθρωποκτόνο νεοφιλελευθερισμό, τη διαπλοκή και τις μνημονιακές πολιτικές που ολοκλήρωσαν την εθνική καταστροφή, θεωρώ ότι εκπροσώπησα τις πιο ριζοσπαστικές τάσεις του μεγάλου λαϊκού ρεύματος που πύκνωσε τις τάξεις του νέου κόμματος ενισχύοντας τα ισχνά του ποσοστά.
Στην πορεία, παρακολούθησα μια βαθμιαία μετεξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ σε ένα προεδροκεντρικό κόμμα, όπου ο αντιδημοκρατικός τρόπος λειτουργίας του, η υποκρισία και ο ανταγωνισμός μεταξύ ομάδων, κλικών και τάσεων δεν ταίριαζε με την πολιτική μου ηθική. Εφτασα κάθε φορά που άκουγα την προσφώνηση “σύντροφε” να ψάχνω στην πλάτη μου για καρφωμένα μαχαίρια.
Δεν πίστεψα τις προειδοποιήσεις ανένταχτων συναγωνιστών μου ότι η μαζική διύσδυση στελεχών από το διαλυμένο ΠΑΣΟΚ ξεπερνάει ποσοτικά τη διεύρυνση του ΣΥΡΙΖΑ προς τα αριστερά. Κι όμως, παρά τις πολιτικές διαφωνίες μου και τις προσωπικές πικρίες, πειθάρχησα στις επιλογές που πλειοψηφούσαν, υπήρξα συνεπής και συμμετείχα ενεργά σε όλους τους αγώνες που έφεραν το κόμμα αυτό στην κυβέρνηση.
Ομως από την επομένη των εκλογών, η νέα κυβέρνηση άρχισε τις υπαναχωρήσεις. Από το 70-30 καλού και κακού μνημονίου μέχρι τη συμφωνία της 20ής του Φλεβάρη, ο ΣΥΡΙΖΑ είχε ήδη υπαναχωρήσει στους βασικούς άξονες του αντιμνημονιακού του προγράμματος (ξεπούλημα δημόσιου πλούτου, ΕΝΦΙΑ) ενώ επέτρεπε στο μνημονιακό σύστημα να υπονομεύει τη σταθερότητα σε σημείο να μιλάμε για εν εξελίξει πραξικόπημα.
Από την 20η του Φλεβάρη, είδαμε ότι όχι μόνο δεν αντιμετωπίστηκε αυτή η υπονόμευση αλλά άρχισαν να τοποθετούνται σε δημόσιες θέσεις άνθρωποι αμφιβόλου πολιτικής ηθικής, προερχόμενοι κυρίως από το χώρο του παλαιού ΠΑΣΟΚ τους οποίους ουδέποτε είχαμε την “τιμή” να γνωρίσουμε ως συναγωνιστές του αντιμνημονιακού αγώνα.
Η νέα κυβέρνηση δεν δικαίωσε ούτε κατ ελάχιστο το κοινό αίσθημα απέναντι στη μεγάλη φοροδιαφυγή και τη διαπλοκή, αφού δεν αντιμετώπισε τις κραυγαλέες περιπτώσεις των λιστών ενώ αναβάλλει τη σύγκρουση με τη διαπλοκή των καναλαρχών που ήδη προσεταιρίζεται το ΣΥΡΙΖΑ βλέποντάς τον ως τον δυνατό του παιχνιδιού.
Στη μάχη της διαπραγμάτευσης ξεκίνησε ηττημένη και κατέληξε με μια “κωλοτούμπα”, πολύ μεγαλύτερης σημασίας από αυτήν του Σαμαρά, λόγω των δεσμεύσεων που είχαμε λάβει και των υψηλών προσδοκιών που είχαμε προκαλέσει στο λαό. Γιατί διαψεύστηκαν, αναίτια, οι προσδοκίες του λαού που ψήφισε ΣΥΡΙΖΑ για να καταργήσει τα μνημόνια και να επαναφέρει τη δημοκρατία και τη σταθερότητα στον τόπο. Ούτε οι συνεδριακές αποφάσεις, ούτε το καταστατικό, ούτε οι διακυρήξεις έγιναν σεβαστές. Αλλά ούτε κι αυτό δεν είναι ισχυρό επιχείρημα μπροστά στο λεγόμενο “συμφέρον της χώρας” που επικαλούνται τώρα.
Η “συμφωνία” που οδηγεί στο τρίτο και χειρότερο Μνημόνιο στέρησε το ΣΥΡΙΖΑ, την αριστερά εν γένει και όλο το αντιμνημονιακό πολιτικό φάσμα από το ηθικό πλεονέκτημα της αξιοπιστίας, καταρράκωσε το ηθικό και την αξιοπρέπεια όλων των ελλήνων, διέλυσε τα ψυχικά αποθέματα των αγωνιστών, εκμηδένισε τις ελπίδες τους, έστειλε πολλούς από μας -που ακούραστα επί 5 χρόνια οργανώνουμε, κινητοποιούμε και συντονίζουμε τον αγώνα- σοκαρισμένους στον καναπέ. Και τελικά, χάρισε στους εκβιαστές της χώρας μας το μεγαλύτερο δώρο: αφού συσπείρωσε τη λαϊκή αντίσταση, τη χώνεψε και την εξαφάνισε κάτω από την ανάθεση που έχει λάβει.
Δεν δέχομαι τη δικαιολογία της “μη εναλλακτικής λύσης” που προβάλλει η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ για το ότι κατέληξε στο τρίτο μνημόνιο, αφού μπορούσε να συμφωνήσει εξαρχής στην αναγκαιότητα να οργανώσει και να ετοιμάσει το λαό για ένα εναλλακτικό σχέδιο σε περίπτωση που αποτύγχανε το πρώτο (νέες γεωπολιτικές συμμαχίες, στάση πληρωμών δανείων, αυτάρκεια βασικών αγαθών, κοινωνικοποιήσεις τραπεζών, νέο νόμισμα).
Αμφισβητώ τις “αντιμνημονιακές” προθέσεις κορυφαίων κυβερνητικών στελεχών καθώς διαπιστώνω ότι μετά την υπογραφή της συμφωνίας υιοθετείται ακόμα και απο τοπικά στελέχη, το αφήγημα των μνημονιακών κομμάτων, η μεταφορά αυτούσιων των επιχειρημάτων που ακούγαμε ως τώρα υπέρ των μνημονιακών πολιτικών.
Πρόκειται για μια δυσεξήγητη, σουρεαλιστική σχεδόν μετάλλαξη, για την οποία όμως δεν αποδίδω ευθύνες στον ίδιο τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ όσο στον περίγυρό του, την ομάδα που τον συμβουλεύει και τον καθοδηγεί. Και δεν αποδίδω όλες τις ευθύνες στο ΣΥΡΙΖΑ για την κατάληξη των διαπραγματεύσεων, καθώς θεωρώ ότι οι δυνάμεις του παλαιού πολιτικού κατεστημένου της χώρας τις υπονόμευσαν, προδίδοντας τη χώρα, συνεργαζόμενες με τους δανειστές.
Το δημοψήφισμα έδωσε ένα απρόσμενο αποτέλεσμα την αξία του οποίου προσπάθησε να διαστρεβλώσει η κυβέρνηση, λέγοντας ότι το ΟΧΙ δεν ήταν εντολή για ρήξη. Ομως ξέρουμε ότι αυτό το ΟΧΙ ήταν μια συνειδητή επιλογή της πλειοψηφίας του λαού, που είχε ενημερωθεί από την ηγεσία της Ευρώπης και γνώριζε ότι υπήρχε το ρίσκο της εξόδου από την Ευρωζώνη.
Αυτό το ΟΧΙ λοιπόν, είναι η μεγάλη μας παρακαταθήκη.
Ζητώ συγνώμη από όσους πίστεψαν και εξαιτίας μου, στις ίδιες αυταπάτες που πίστεψα κι εγώ. Δεν πιστεύω πια ότι το καθεστώς αποικίας χρέους στο οποίο έχει περιέλθει η χώρα μας μπορεί να ανατραπεί με εκλογές αφού κανένα εκλογικό αποτέλεσμα δεν γίνεται σεβαστό και αναζητώ την επόμενη λύση που θα προκύψει από ένα πλατύ λαϊκό, πατριωτικό μέτωπο.
Για όλους αυτούς τους λόγους, παραιτούμαι από αν. μέλος της Νομαρχιακής Επιτροπής Χανίων, από συντονιστής της οργάνωσης μελών του Ακρωτηρίου και από μέλος του ΣΥΡΙΖΑ.