«Σπαθί το φως στα χέρια μας κρατούμε!
Γύρνα προσηλιακά κατά την Κρήτη,
τη λευτεριά τη μοναξιά να βρούμε!
………………………………………………
Χρυσές και πράσινες φωτιές πνεμάτου,
θειάφι, αστραπές και πυρωμένα αγέρια
γλείφου αρπαχτά τα κορφοκέφαλά του.
Αρχάγγελος, ζεστός νοτιάς, εχύθη
και λάδανο μυρίζαν τα φτερά του»
Τερτσίνες, «Ο ΓΚΡΕΚΟ», Ν. Καζαντζάκης
Έκλεισε τις εργασίες του σήμερα (Κυριακή) το 12 Διεθνές Κρητολογικό Συνέδριο που πραγματοποιήθηκε στο Ηράκλειο με σημαντική επιτυχία με κεντρική θεματική τις «Μετακινήσεις» ανθρώπων, ιδεών , αγαθών , κ.λπ. Το επόμενο Συνέδριο μετά από πέντε χρόνια θα διεξαχθεί το 2021 στον Άγιο Νικόλαο Λασηθίου με την ευθύνη της Εταιρείας Κρητικών Μελετών Κρήτης (ΕΚΙΜ). Τα πεπραγμένα του 12ου Κρητολογικού Συνεδρίου θα δημοσιευθούν σύντομα ηλεκτρονικά για την χρήση κάθε ενδιαφερόμενου. Από τις δεκάδες πολυποίκιλες εισηγήσεις των συνέδρων σταχυολογούμε ένα ελάχιστο δείγμα.
Το ζήτημα των προσφύγων και μεταναστών στη μεσαιωνική Κρήτη (13ος -14 αιώνας), έθιξε στην ομιλία του ο Χαράλαμπος Γάσπαρης, τονίζοντας μεταξύ των άλλων πως, «παρά τις πολύ μεγάλες αναταράξεις εξαιτίας των επαναστάσεων κατά τη διάρκεια του 13ου αι. η νέα βενετική αποικία οργανώθηκε σταδιακά σε διοικητικό επίπεδο και η πολιτική κυριαρχία της Γαληνοτάτης εδραιώθηκε. Αυτό επέτρεψε την αποκρυστάλλωση των κοινωνικών τάξεων και στρωμάτων, καθώς και την οικονομική ανάπτυξη. Τα χωριά αναζωογονήθηκαν και οι παρηκμασμένες πόλεις της βόρειας ακτής αναπτύχθηκαν σε διοικητικά κέντρα και οικονομικά κέντρα, ενώ τα λιμάνια τους εντάχθηκαν στους μεγάλους περιφερειακούς θαλάσσιους δρόμους του βενετικού εμπορίου. Η σχετική πολιτική σταθερότητα του επόμενου 14ου αιώνα επέτρεψε την περαιτέρω ανάπτυξη της αγροτικής οικονομίας της Κρήτης και βέβαια των αστικών οικονομικών δραστηριοτήτων», κυρίως του εξαγωγικού και εισαγωγικού εμπορίου της τοπικής βιοτεχνίας κ.λπ.
Από την άλλη πλευρά η ανάπτυξη της Κρήτης ως ευρύτερου οικονομικού κέντρου της έδινε τη δυνατότητα να μπορεί «να απορροφήσει εργατικό δυναμικό τόσο στο νευραλγικό αγροτικό τομέα όσο και στις οικονομικές δραστηριότητες των πόλεων –λιμανιών, κυρίως στον τομέα του εμπορίου και της ναυτιλίας προσήλκυσε σημαντικό αριθμό οικονομικών μεταναστών από διάφορες περιοχές τόσο για μόνιμη όσο και προσωρινή εγκατάσταση . Οι μικρές και οργανωμένες προσφυγικές ροές προς την Κρήτη κατά τον 14ο αι. ενίσχυσαν και αυτές κυρίως την ύπαιθρο και την οικονομία της. Η Βενετία ήταν ανεπιφύλακτα θετική στη ροή μεταναστών και προσφύγων προς το νησί, καθώς έτσι επιλύονταν δημογραφικά προβλήματα και ενισχύονταν τα εργατικά χέρια με στόχο την περαιτέρω οικονομική ανάπτυξη, λαμβάνοντας βέβαια τα απαραίτητα μέτρα για τον έλεγχό τους».
Διώξεις και μετακινήσεις Κρητικών από Βενετούς
Το ενδιαφέρον πρόβλημα «μετακινήσεις πληθυσμών στη βενετοκρατούμενη Κρήτη (13ος – 17ος αι.): μία τακτική επιβολή της αυθεντίας», ανέπτυξε η Τσακίρη Ρομίνα. Η ερευνήτρια υποστήριξε μεταξύ των άλλων: «Οι βίαιες και μη μετακινήσεις πληθυσμών υπήρξαν πάγια τακτική των Βενετών σε όλη τη διάρκεια της κυριαρχίας τους στο νησί της Κρήτης. Η ισοπέδωση χωριών, η εκκένωση και η ερήμωση , κυρίως των ορεινών και δυσπρόσιτων τόπων, υιοθετήθηκαν από τους Βενετούς μέσα στους αιώνες για να αντιμετωπίσουν εξεγέρσεις και ταραχές. Η τακτική αυτή λειτούργησε επίσης, ως μέτρο καταστολής της ανυποταξίας και ως μέτρο αντιμετώπισης της δράσης, στις περιοχές αυτές, των ληστρικών και των παράνομων ομάδων, των οποίων η παραβατική συμπεριφορά στρεφόταν τόσο κατά των αρχών όσο και κατά των ντόπιων. Οι τόποι κατοικίας των παρανόμων και των συγγενών τους, τα κρησφύγετά τους, αλλά και οι γειτονικοί οικισμοί, οι πληθυσμοί των οποίων συνέδραμαν, έγιναν αποδέκτης της οργής και της τιμωρητικής διάθεσης των Βενετών. Τα μέρη αυτά αρχικά ερημώνονταν και οι πληθυσμοί τους διώκονταν, και κατά συνέπεια διασκορπίζονταν ή μεταφέρονταν αλλού, σε ελέγξιμες περιοχές, κοντά στα διοικητικά κέντρα».
Για τη σκληρότητα και την εκδικητικότητα των Ενετικών αρχών στους αρχηγούς αυτών που η κατοχική εξουσία θεωρούσε παράνομους η κ. Τσακίρη, είπε: «Πολλοί από τους αρχηγούς των παρανόμων εξορίζονταν (η εξορία αποτελεί ακόμη μια μορφή μετακίνησης των πληθυσμών) είτε από ολόκληρο το νησί της Κρήτης είτε από τους τόπους τους, από τις μεγάλες πόλεις του νησιού και τις περιφέρειές τους. Ανάλογα εφαρμόστηκε και ο εκτοπισμός, σε συγκεκριμένες τοποθεσίες του νησιού, των εξόριστων υποκινητών των ταραχών και των καταδικασμένων κακοποιών, ως τακτική ελέγχου των επικίνδυνων για την πρόκληση αναστατώσεων και εγκληματικών ενεργειών στο νησί, ατόμων, με τη σχετική απομόνωση που αυτός προσέφερε. Οι συγγενείς τους απομονώνονταν το ίδιο ή λαμβάνονταν ως όμηροι, έως την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που απέρρεαν από συμφωνίες με τους Βενετούς. Ανάλογες τακτικές μετακίνησης πληθυσμών και ερήμωσης τόπων, καθώς και εγκατάστασης σε αυτούς πληθυσμών που μπορούν να ελεγχθούν, αποτελούν διαχρονικά συνήθεις πρακτικές επιβολής μιας αυθεντίας».
Τουρκοκρητικοί
Ο καθηγητής Γιάννης Ζαιμάκης ανέπτυξε το θέμα «Από την Κρήτη στην Τουρκία: Μουσική, συλλογική μνήμη και ταυτότητα των Μουσουλμάνων της Κρήτης», αναφέροντας σχετικά πως «από την ύστερη περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας μέχρι την Ανταλλαγή των πληθυσμών, με βάση τη Συνθήκη της Λωζάνης, οι μουσουλμάνοι της Κρήτης καλλιέργησαν τις παραδόσεις της κοσμικής οθωμανικής (fasil), της θρησκευτικής και της λαικής-παραδοσικαής μουσικής τύπου καφέ αμάν. Η μετεγκατάσταση περίπου 24.000 μουσουλμάνων της Κρήτης σε περιοχές της Τουρκίας, κυρίως στα παράλια της Μικράς Ασίας, συνοδεύτηκε από ένα ταξίδι μουσικών, τραγουδιών και μαντινάδων που έφεραν μαζί τους στο νέο τόπο. Το τραγούδι ενίσχυε τις λειτουργίες της κοινωνικής μνήμης και τη νοσταλγική ενατένιση στα μουσικά τοπία του παρελθόντος. Όπως συνέβη και στην περίπτωση των Μικρασιατών προσφύγων, η διατήρηση της πολιτισμικής ταυτότητας αποτελούσε βασικό μέσο της στρατηγικής της επιβίωσης των εκτοπισθέντων πληθυσμών και η μουσική αποτέλεσε προνομιακό τόπο για την άσκηση της συλλογικής μνήμης και την ενδυνάμωση της ταυτότητας. Όμως, αντίθετα από τη δυναμική εξελικτική πορεία της μουσικής των Ελλήνων προσφύγων από τα ακρογιάλια της Μικράς Ασίας στην Ελλάδα και στην Κρήτη, τα τραγούδια των Giritli (Κρητικών) στην Τουρκία ξεθώριασαν στο πέρασμα του χρόνου, ακολουθώντας μια φθίνουσα πορεία που συνεχίστηκε παρά τις σποραδικές προσπάθειες φολκλορικής αναβίωσής τους στο πλαίσιο του κλίματος ελληνοτουρκικής φιλίας των τελευταίων δεκαετιών».
Ο ερευνητής υποστηρίζει πως οι Εβραίοι «επενδύουν συνήθως σε χρήματα και όχι τόσο σε ακίνητα έχοντας πάντα την αίσθηση της πιθανής μετακίνησης σε άλλο τόπο όπου θα βρουν πιο κατάλληλες συνθήκες για τη διαβίωσή τους. Αποφεύγουν τις πολλές επαφές με τις άλλες κοινότητες, αλλά χρησιμοποιούν τους νόμους και τους θεσμούς της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, δείχνοντας θαυμαστή κινητικότητα και προσαρμοστικότητα στα δεδομένα που αντιμετωπίζουν. Ακόμα και οι περιπτώσεις εξισλαμισμών των Εβραίων μπορεί να θεωρηθούν μια συμβολική μετακίνηση ανάμεσα στις θρησκείες, αν θεωρήσουν ότι το Ισλάμ θα προστατεύσει περισσότερο τα συμφέροντά τους. Προσπαθώντας να διαφυλάξουν τις παραδόσεις και τα έθιμά τους, καταλήγουν όμως να γίνουν μια πολύ εσωστρεφής και συντηρητική ομάδα , που σπάνια κατάφερε να ενταχθεί στην ευρύτερη κοινωνία».
Μάξιμος Μαργούνιος
Ένα εξαιρετικό θέμα που αναπτύχθηκε ήταν η προσωπικότητα και οι δραστηριότητες του σημαντικού Ηρακλειώτη φιλοσόφου Μάξιμου Μαργούνιου, ο οποίος εκτός των άλλων είχε θέσει το ζήτημα της ανθρώπινης ευτυχίας.
Η Βασιλική Τζώγα με τίτλο «Οι ιδεολογικοί στοχασμοί του Κρητικού λογίου Μαξίμου Μαργουνίου στη Βενετία κατά τα τέλη του 16ου αιώνα», αναφέρθηκε στη σύγκρουση που είχε ο Μαργούνιος (1549 – 1602), επίσκοπος Κυθήρων, με τον άλλο Κρητικό φιλόσοφο και ιερωμένο Γαβριήλ Σεβήρο ( 1539/40 – 1616 ) για το πρόβλημα της εκπόρευσης του Αγίου Πνεύματος. Η κ. Τζώγα αξιοποιώντας ανέκδοτες επιστολές του Μαργούνιου συνοπτικά αποφαίνεται:
«Στο πλαίσιο της πολυεπίπεδης και εργώδους πνευματικής δραστηριότητας την οποία ανέπτυξε ο Μ. Μαργούνιος κατά την περίοδο που υπήρξε φοιτητής του Πανεπιστημίου της Padova, της alta mater για την πλειονότητα των λογίων της εποχής, ανήκει και η ένταξή τους στους πνευματικούς – ουμανιστικούς κύκλους που είχαν εκεί σχηματιστεί ( θεωρήθηκε ως η κοιτίδα της συσταθείσας στην Κρήτη Ακαδημίας των Stravaganti). Διεκδικεί έτσι ο Μ. Μαργούνιος επάξια το χαρακτηρισμό του ουμανιστή λογίου που βρίσκεται σε μια αδιάλειπτη σχέση με την περιρρέουσα πνευματική το ατμόσφαιρα, επιτυγχάνοντας την πρόσληψη των σύγχρονών του ρευμάτων και μεταστοιχειώνοντας αυτά σε μια πλουσιότατη συγγραφική παραγωγή που εμπεριέχει πραγματικά μνημεία λόγου. Μέσα από την κατά κύριο λόγο θεολογική διάσταση της διένεξης περί της εκπόρευσης του Αγίου Πνεύματος δεν αναδεικνύονται αποκλειστικά οι δογματικές αμφιταλαντεύσεις δύο επιφανών διανοουμένων, αλλά παράλληλα δημιουργούνται τα κατάλληλα εναύσματα για στοχασμό στα θέματα της γενικότερης διακίνησης των ιδεών ( θεολογικών, κοινωνικών ,πολιτικών), αφού η έριδα εκτυλίσσεται μεταξύ δύο πόλων, Κρήτης και Βενετίας, τροφοδοτώντας αμφότερους πνευματικά και ενοφθαλμίζοντας σε αυτούς γόνιμες αναζητήσεις».