Του Γιάννη Αγγελάκη
Επειδή το ακούω και επαναλαμβάνεται διαρκώς ως επιχείρημα από τους υπέρμαχους της «αξιοποίησης» των κτιρίων της παλιάς Μεραρχίας ότι η πρόσβαση στην κατάληψη Rosa Nera δεν ήταν πραγματικά ελεύθερη και ότι κάποιοι απλά δε μπορούσαν να εισέλθουν και μάλιστα αντιμετώπιζαν και βία, ας πω κάποια απλά πράγματα.
Κατ’ αρχάς, δεν έχει βάση ότι εφόσον δεν υπήρχε η κατάληψη Rosa Nera, η πρόσβαση θα ήταν «ελεύθερη» και ότι η ύπαρξή της στερούσε τους Χανιώτες από το να έχουν τη δυνατότητα ελεύθερα να επισκεφθούν το σημείο. Η αλήθεια είναι ότι αν δεν υπήρχε η κατάληψη, ελάχιστοι, λιγοστοί Χανιώτες θα πήγαιναν εκεί – και βάσιμα πιθανολογώ, ουδείς από αυτούς που τώρα υποστηρίζουν ότι δε μπορούν να επισκεφθούν τον χώρο – γιατί θα ήταν ένα απόλυτα εγκατελειμμένο κτίριο, μια υποβαθμισμένη περιοχή που θα προκαλούσε σε πολλούς φόβο η επίσκεψή της. Η πραγματικότητα είναι ότι η δημιουργία της κατάληψης προσέλκυσε κόσμο και μετέτρεψε ένα σκόπιμα νεκρό κύτταρο σε ένα από τα πιο κεντρικά σημεία της πόλης, σε σημείο αναφοράς για χιλιάδες, κυρίως νέους ανθρώπους, αλλά και ανθρώπους ενεργούς στα κινήματα. Υπό αυτό το πρίσμα, δεν ευσταθεί ότι η κατάληψη «περιόρισε» την πρόσβαση των Χανιωτών στο χώρο. Στην πραγματικότητα άνοιξε έναν χώρο που ήταν κλειστός και του έδωσε ξανά αξία.
Πράγματι όμως, η πρόσβαση δεν ήταν απόλυτα «ελεύθερη».
Ξέρετε, η ελευθερία είναι ένα περίεργο πράγμα. Ας πούμε, ένας άνθρωπος που θα φορούσε κοστούμι και γραβάτα έχει δίκιο όταν λέει ότι δύσκολα μπορεί να επισκεφθεί έναν τέτοιο χώρο. Είναι γεγονός ότι θα είχε μία δυσκολία να χωρέσει στο πλήθος ανθρώπων που συμμετέχουν στις δραστηριότητες της κατάληψης. Όπως όμως εξίσου δύσκολο θα ήταν για μια μεγάλη πλειοψηφία νέων ανθρώπων που επισκέπτονται την κατάληψη να συμμετέχουν ή να διασκεδάσουν σε στέκια στα οποία συχνάζουν άνθρωποι με γραβάτες, αφού θα τραβούσαν τα βλέμματα αυτών των ανθρώπων και οι ίδιοι θα αισθάνονταν άβολα.
Επίσης, ο χώρος είναι γεγονός ότι δεν ήταν ανοικτός, άρα δεν ήταν «ελεύθερα» επισκέψιμος σε μέλη φασιστικών οργανώσεων όπως και σε ανθρώπους που στρέφονται ανοιχτά ενάντια στη λειτουργία της κατάληψης ή σε ανθρώπους με σοβαρά προβλήματα χρήσης ναρκωτικών κ.ο.κ.. Ναι λοιπόν, είναι γεγονός ότι στερείται η «ελευθερία» επίσκεψης του χώρου σε κάποιους και ότι ο χώρος δεν είναι «μπάτε σκύλοι αλέστε». Όμως παρά τα πολλά προβλήματα στη λειτουργία της κατάληψης, είναι ένας χώρος ανοιχτός. Προσέφερε χώρους για την πραγματοποίηση μίας ποικιλίας εκδηλώσεων, ομιλιών, συζητήσεων, πολιτιστικών δραστηριοτήτων ενώ για τους νέους υπήρξε μία εξαιρετικά φτηνή εναλλακτική πρόταση για τη ψυχαγωγία τους. Σε μία περίοδο όπως αυτή που διανύουμε μιας βαθιάς οικονομικής κρίσης, για πολλούς νέους ανθρώπους, για πολλούς και από τους φοιτητές του Πολυτεχνείου, αυτό είχε ιδιαίτερη σημασία.
Κατ’ ένα τρόπο, εκπλήρωνε ένα σημαντικό έλλειμμα πολιτιστικών δραστηριοτήτων εκ μέρους του ίδιου του Πολυτεχνείου. Αυτού που με την απόφασή του, αντί να δημιουργήσει έναν χώρο πολιτιστικών δραστηριοτήτων για τους φοιτητές, μετατρέπει τον χώρο σε χώρο μη επισκέψιμο προς τους φοιτητές και τους νέους ανθρώπους αυτής της πόλης.
Τώρα, στη θέση της κατάληψης θα διαμορφωθεί ένας άλλος χώρος, ένα boutique hotel, όπου πρόσβαση δε θα έχουν οι χιλιάδες φτωχοποιημένοι νέοι που θέτονται στο περιθώριο, αλλά μόνο αυτοί που θα μπορούν να πληρώσουν το υψηλό αντίτιμο. Η νέα λειτουργία του χώρου οπωσδήποτε θα περιορίσει σε πολύ μεγάλο βαθμό την πρόσβαση των Χανιωτών, εκτός από μία πολύ μικρή μειοψηφία. Ο χώρος δεν απελευθερώνεται.
Εγώ προσωπικά μπορεί να διαφωνώ – και διαφωνώ – με ένα μεγάλο τμήμα των θέσεων που εκφράζονται μέσω της κατάληψης. Μπορεί να έχουν περάσει ίσως και χρόνια και να μην έχω επισκεφθεί τον χώρο της κατάληψης Rosa Nera. Όμως δεν τον έχω επισκεφθεί, όχι επειδή μου αρνήθηκε κάποιος την είσοδο. Αν έλεγα κάτι τέτοιο, αυτό θα ήταν ψέμα.
Δε θυμάμαι ποτέ κάποιος να μου ζήτησε εισιτήριο για να μπω στην κατάληψη ενώ πάντα συμβαίνει να μη μπορώ να μπω σε διάφορους χώρους επειδή δεν έχω να πληρώσω αντίτιμο. Και είναι πολλοί αυτοί οι χώροι. Όπως είναι ακόμα πιο πολλοί που σήμερα έχουν ανάγκη από ελεύθερη και προσβάσιμη κοινωνικοποίηση. Δε θα πω πως κάθε εμπορικός χώρος είναι «κακός». Όμως δε θα πω ότι κάθε χώρος εμπορικός είναι ελεύθερα προσβάσιμος, ούτε ότι σε μία κατάληψη στερούν την ελεύθερη πρόσβαση σε ανθρώπους. Αυτό θα ήταν ψέμα.
Σε οποιαδήποτε περίπτωση και οτιδήποτε και αν συμβεί, η εκποίηση των κτιρίων της Παλιάς Μεραρχίας καταγράφεται ως μία ενέργεια που όχι μόνο αντιστρέφει μία καταστρεπτική πορεία για τα δημόσια πανεπιστήμια της χώρας, αλλά αντιθέτως, αποδεχόμενη αυτή την «αναπόδραστη» πραγματικότητα της υποχρηματοδότησης, το Πολυτεχνείο Κρήτης εκποιεί το ίδιο το σώμα του – που αποτελούν τα κτίριά του – ώστε να επιμηκύνει για κάποια χρόνια τη λειτουργία του. Όμως, ποιο είναι το όριο που θα μπει ένα τέλος σε αυτή τη διαδικασία εμπορευματοποίησης που μικρή ή καμία σχέση έχει με την ελευθερία ή τον ρόλο των πανεπιστημίων και καμία ουσιαστική λύση δε δίνει; Και τι θα έχει χαθεί στην πορεία ώστε να διασφαλιστεί αυτή η αναγκαία επιβίωση; Που μπαίνει το όριο;
Αλλά υπάρχει και αυτή η τόσο σημαντική ιστορία του κτιρίου.
Ξέρετε, από τον εξώστη του διοικητηρίου των Μεγάλων Δυνάμεων εκεί που σήμερα βρίσκεται η κατάληψη Rosa Nera, στις 9 Δεκέμβρη του 1898, ο πρίγκηπας Γεώργιος απεύθηνε προς τους Κρήτες λόγο για την πρώτη επίσημη ημέρα της ελευθερίας της Κρήτης, μετά από αιώνες αγώνων.
Σήμερα, αυτό το κτίριο από το οποίο κηρύχθηκε επίσημα η ελευθερία της Κρήτης και όλων των Κρητικών, γίνεται ξενοδοχείο, για κάποια ευρώ.
Σημείωση: Η φωτογραφία αυτή είναι από τον λόγο του πρίγκηπα Γεωργίου στις 9 Δεκέμβρη του 1989 από το κτίριο που σήμερα στεγάζεται η κατάληψη Rosa Nera. Στη Σούδα τον είχαν υποδεχτεί οι ναύαρχοι Ποττιέ, Νόελ, Σκρύδλωφ και Μπέτολλο. Ο πρόεδρος του συμβουλίου των ναυάρχων, ο Γάλλος ναύαρχος Ποττιέ, του παρέδωσε επίσημα στο Διοικητήριο Χανίων στο Λόφο Καστέλι τη διοίκηση της Κρήτης, ενώ τα ευρωπαϊκά πολεμικά, έξω από το λιμάνι, χαιρέτιζαν με κανονιοβολισμούς την ύψωση της κρητικής σημαίας.