Του Δημήτρη Μηλάκα
Ετοιμάζοντας τη συνάντησή του στις 17 Οκτωβρίου στην Ουάσιγκτον με τον πλανητάρχη ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας μάλλον θα ευχόταν να μην είχε δημοσίως διατυπώσει τις σκέψεις του τον Μάρτιο του 2016 για τον υποψήφιο τότε πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ: «(…) και βεβαίως με όλα όσα σηματοδοτεί αυτή η υποψηφιότητα και με τις ιδέες που εκπροσωπεί και με την απήχηση που βρίσκουν και η απειλή να είναι πιθανόν πρόεδρος – ελπίζω να μην μας βρει αυτό το κακό – της ηγεμονεύουσας χώρας στον πλανήτη».
Παρ’ όλα αυτά ο πρωθυπουργός – ελπίζοντας ότι οι πρακτικοί Αμερικανοί δεν κρατούν κακίες όταν πρόκειται για μπίζνες – δεν είχε κανένα πρόβλημα να αιτηθεί για μια συνάντηση με τον πλανητάρχη, όπως άλλωστε συνήθιζαν όλοι οι προκάτοχοί του.
Ιδού πώς περιγράφει την εμμονή των Ελλήνων πολιτικών για μια… φωτογραφία με τον πλανητάρχη στην Ουάσιγκτον ο συνταξιούχος πρέσβης Χρήστος Ζαχαράκις στο βιβλίο του «Άκρως Απόρρητο ειδικού χειρισμού» (Λιβάνης 2008):
«Πρόκειται, δυστυχώς, για εκδήλωση του πάγιου συμπτώματος της αδημονίας και σχεδόν συμπλεγματικής αγωνίας από την οποία φαίνεται να διακατέχονται οι Έλληνες πολιτικοί ηγέτες, είτε βρίσκονται στην κυβέρνηση είτε φιλοδοξούν ως αντιπολίτευση να κυβερνήσουν, για να εξασφαλίσουν μια περιπόθητη πρόσκληση από τον σύγχρονο “Καίσαρα” και να θωρακίσουν έτσι το κύρος τους στην εσωτερική πολιτική ζωή της χώρας!
Κάτι που, άλλωστε, παρατηρείται σε όλα τα κλιμάκια της πολιτικής και κομματικής ιεραρχίας, τα μέλη της οποίας σπεύδουν, με την πρώτη ευκαιρία και συνήθως χωρίς κανέναν ουσιαστικό λόγο, στις ΗΠΑ προκειμένου να πετύχουν, έστω, μια φωτογραφία (η περίφημη photo-op του αμερικανικού δημοσχεσιακού λεξιλογίου) με κάποιον επιφανή Αμερικανό αξιωματούχο. Την οποία θα αξιοποιήσουν καταλλήλως στην Ελλάδα εντυπωσιάζοντας τα ΜΜΕ και τους ατυχείς ψηφοφόρους τους με το χρίσμα και φωτοστέφανο της αμερικανικής αποδοχής»!
Τα «δώρα» στον Τραμπ…
Πηγαίνοντας στις ΗΠΑ και έτοιμος να φιλοξενηθεί από τον Ντόναλντ Τραμπ στο Blair House απέναντι από τον Λευκό Οίκο, ο Αλέξης Τσίπρας προφανώς θα έχει κατά νου ότι η φωτογραφία με τον πλανητάρχη δεν είναι «τζάμπα». Όσοι «σύμμαχοι» και «φίλοι» καλούνται από τον εκάστοτε πλανητάρχη έχουν κάτι να προσφέρουν ως αντάλλαγμα για τη φωτογραφία που θα πάρουν μαζί τους φεύγοντας. Οι αμερικανικές υπηρεσίες είναι άλλωστε λεπτομερώς προετοιμασμένες γι’ αυτά που θα ζητήσουν.
Στην προκειμένη περίπτωση οι Αμερικανοί – πέρα από τη γενική επιβεβαίωση της ηγεμονίας τους στο ελληνικό οικόπεδο – επιθυμούν την αναβάθμιση της στρατηγικής και στρατιωτικής συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών. Δηλαδή:
Πενταετή επέκταση της συμφωνίας για τη Σούδα.
Αεροπορικές βάσεις και ναυτικές εγκαταστάσεις σε διάφορα σημεία της χώρας, στρατηγικού και τακτικού ενδιαφέροντος για τα αμερικανικά συμφέροντα.
Επιβεβαίωση της προνομιακής μεταχείρισης Αμερικανών επενδυτών που τυχόν θα ενδιαφερθούν για όποιες δουλειές στην Ελλάδα.
Ξεκινώντας από το τελευταίο αξίζει να σημειωθεί ότι, όπως λένε παράγοντες της κυβέρνησης, η Αθήνα έχει αποδείξει ήδη την εύνοιά της στο αμερικανικό χρήμα με την υπόθεση της ιδιωτικοποίησης της Εθνικής Ασφαλιστικής, η οποία στην κυριολεξία δραπέτευσε από τα κινεζικά χέρια στα οποία την είχαν τοποθετήσει πρωθυπουργικές υποσχέσεις για να καταλήξει σε (Ελληνο)Αμερικανούς.
Γι’ αυτήν και άλλες δουλειές των Αμερικανών στην Ελλάδα δραστηριοποιείται έντονα ο νέος πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Αθήνα Τζέφρι Πάιατ, ο οποίος είναι ο βασικός υπεύθυνος για την κατάρτιση της ατζέντας των συνομιλιών που θα έχει ο πρωθυπουργός με τον πλανητάρχη.
…και τα ανταλλάγματα
Και ενώ είναι σαφή και θα γίνουν σαφέστερα αυτά που οι Αμερικανοί θέλουν από την Ελλάδα, παραμένουν στο πλαίσιο της γενικότητας αυτά που η ελληνική πλευρά θεωρεί ότι μπορεί να λάβει ως ανταλλάγματα. Στο οικονομικό επίπεδο η ελληνική κυβέρνηση εμφανίζεται ήδη ικανοποιημένη από τις ανέξοδες τοποθετήσεις των Αμερικανών υπέρ της διευθέτησης του ελληνικού χρέους.
Επίσης η ελληνική πλευρά εμφανίζεται ικανοποιημένη από το «καλό κλίμα» που γενικώς και αορίστως χαρακτηρίζει τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις το τελευταίο διάστημα.
Και το κλίμα είναι πράγματι καλό διότι από την πλευρά του ο υπουργός Άμυνας εδώ και καιρό προσφέρει πολλαπλάσια (μέχρι και αμερικανική βάση στην Κάρπαθο έχει γραφτεί ως ελληνική προσφορά στη φίλη Αμερική) απ’ όσα οι Αμερικανοί ζητούν και χρειάζονται, με την ελπίδα ότι αυτή η επίδειξη καλής ελληνικής διάθεσης (ή υποτέλειας;) θα υποχρεώσει τους Αμερικανούς να αναλάβουν την προστασία της χώρας από τις επιβουλές της Τουρκίας.
Σε δεύτερο επίπεδο αποτελεί ένα ερώτημα αν και ποια ακριβώς ανταλλάγματα θα λάβει η ελληνική κυβέρνηση για την επέκταση της συμφωνίας για τη Σούδα. Αν δηλαδή θα δώσει πακέτο τη Σούδα για να πάρει ως αντάλλαγμα… σουδάκια.
Σε ό,τι αφορά πάντως συγκεκριμένα ανταλλάγματα που έχουν να κάνουν με τις προμήθειες στρατιωτικού υλικού που έχει ανάγκη η χώρα, προς το παρόν τουλάχιστον οι Αμερικανοί δεν είναι διατεθειμένοι να δώσουν τίποτε στο τζάμπα.
Με άλλα λόγια η Ουάσιγκτον δεν τοποθετεί την Ελλάδα στον κατάλογο των χωρών που απολαμβάνουν αυξημένη στρατιωτική βοήθεια από τις ΗΠΑ. Το μόνο που η Ουάσιγκτον φαίνεται έτοιμη να προσφέρει «δωρεάν» κατά την επίσκεψη του πρωθυπουργού είναι κάποια ελικόπτερα, χωρίς μάλιστα ηλεκτρονικό εξοπλισμό, και τεθωρακισμένα μεταφοράς προσωπικού M-113.
Συνοψίζοντας: Η επαφή με τον πλανητάρχη απαιτεί προσοχή και προετοιμασία για έναν πολύ απλό λόγο. Οι Αμερικανοί δεν σπαταλούν τον χρόνο τους και, όταν καλούν έναν ηγέτη στον Λευκό Οίκο, ξέρουν πολύ καλά τι θα του ζητήσουν και πώς θα του το πάρουν. Δυστυχώς, δεν ισχύει και το αντίστροφο, καθώς είτε τα φλας των φωτογράφων στο Οβάλ Γραφείο είτε η απόλυτη αδυναμία διαπραγμάτευσης με την υπερδύναμη υποχρεώνει τους υποτελείς στην Ουάσιγκτον ηγέτες απλώς να «μετρούν» αν και πόσο αξίζει η φωτογραφία τους με τον πλανητάρχη…