Οι δημοσκόποι που παρακολουθούν εδώ και δέκα μήνες τον πολιτικό και κοινωνικό αντίκτυπο της πανδημίας λένε ότι έως πρόσφατα ο κυρίαρχος φόβος των πολιτών ήταν ο φόβος για την ίδια τους την ζωή. Τον τελευταίο μήνα όμως, μετά και το παρατεταμένο δεύτερο lockdown, ο φόβος αυτός έχει αποκτήσει μια «δίδυμη αγωνία»: στο ερώτημα «εάν θα επιβιώσω» έχει προστεθεί σχεδόν ισοδύναμα πια και το «πως θα επιβιώσω», όπως λέει χαρακτηριστικά έμπειρος αναλυτής περιγράφοντας την κοινωνική ανασφάλεια που διαμορφώνει πια η παράλληλη οικονομική κρίση.
Στο ερώτημα αυτό οι πρώτες απαντήσεις που δίνουν τα στοιχεία για το δεύτερο lockdown τόσο σε εγχώριο, όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο, δεν είναι ευοίωνες. Και, ήδη, ανοίγουν πεδίο ισχυρών προκλήσεων για μια κυβέρνηση που μέχρι στιγμής αντιμετωπίζει την οικονομική κρίση το ίδιο συντηρητικά και αποσπασματικά όσο και την υγειονομική.
Στην εγχώρια αγορά, το λιανεμπόριο και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις προδιαγράφονται ήδη ως τα μεγάλα θύματα της πανδημίας, χωρίς ορατό σχέδιο στήριξης και ουσιαστικής ανάνηψης. Ο φόβος για μαζικά λουκέτα μόλις επαναλειτουργήσει η αγορά είναι τεράστιος, οκτώ στις δέκα επιχειρήσεις έχουν καταγράψει ζημιές από την αρχή της πανδημίας έως σήμερα, και σύμφωνα με την ΓΕΣΕΒΕ το 23% δηλώνει ότι είναι ως πολύ ή αρκετά πιθανόν να κλείσει οριστικά.
Το πρώτο εννεάμηνο του 2020 το λιανεμπόριο υπολογίζεται ότι έχασε 9% του τζίρου του – δηλαδή πάνω από 3 δισ. ευρώ, ενώ ουσιαστική βελτίωση δεν αναμένεται ούτε όταν ενσωματωθούν τα στοιχεία των Χριστουγέννων
Το μεγαλύτερο χτύπημα σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ δέχθηκαν πέντε κλάδοι οι οποίοι βρίσκονται αντιμέτωποι με απώλεια εσόδων που προσεγγίζει ή ξεπερνά το 30%.
Το αρνητικό ρεκόρ με πτώση τζίρου 47,5% έχει στο εννεάμηνο το λιανικό εμπόριο ρολογιών και κοσμημάτων, ενώ ακολουθούν τα είδη καλλωπισμού με πτώση πωλήσεων 37,3%. Στους μεγάλους χαμένους συμπεριλαμβάνεται η ένδυση και η υπόδηση με απώλειες 30,2% και 29% αντίστοιχα, ενώ θέση στην «πεντάδα» με ποσοστό μείωσης τζίρου 30,1% έχει και το εμπόριο εγγραφών μουσικής και εικόνας.
Σημαντικές απώλειες καταγράφει και το εμπόριο κλωστοϋφαντουργικών ειδών της τάξεως του 29,3%, ενώ τα έσοδα στα καύσιμα κίνησης υποχωρούν με ρυθμό 20% σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό διάστημα.
Εξίσου ανησυχητική είναι και η μεγάλη εικόνα για το παγκόσμιο οικονομικό αποτύπωμα της πανδημίας. Στην εξαμηνιαία έκθεσή της η Παγκόσμια Τράπεζα προειδοποιεί για μια «χαμένη δεκαετία» στην παγκόσμια ανάπτυξη λόγω του κορονοϊού – της υγειονομικής κρίσης που πυροδότησε τη χειρότερη οικονομική ύφεση από τον δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
«Εάν η ιστορία λειτουργεί ως οδηγός, εκτός και εάν υπάρξουν ουσιαστικές και αποτελεσματικές μεταρρυθμίσεις, η παγκόσμια οικονομία οδεύει προς μια δεκαετία με απογοητευτική ανάπτυξη – προς μια χαμένη δεκαετία», προειδοποίησαν οι αναλυτές της παγκόσμιας τράπεζας.
Η έκθεση υποβαθμίζει την πρόβλεψη για την παγκόσμια ανάκαμψη το 2021 και με βάση το απαισιόδοξο σενάριο (συνεχιζόμενη αύξηση των κρουσμάτων και καθυστέρηση στους εμβολιασμούς) – –το οποίο είναι κι εκείνο που βρίσκεται σε
ισχύ αυτή την στιγμή – προσδιορίζει τον ρυθμό ανάπτυξης μόλις στο 1,6% εφέτος.
«Η ανάκαμψη είναι πιθανόν να παραμείνει μέτρια αν οι πολιτικοί αξιωματούχοι δεν αναλάβουν αποφασιστική δράση για να σταματήσουν την πανδημία και να εφαρμόσουν τις κατάλληλες μεταρρυθμίσεις που ευνοούν τις επενδύσεις», προειδοποιεί η Παγκόσμια Τράπεζα, επισημαίνοντας ότι «βραχυπρόθεσμα οι προοπτικές είναι εξαιρετικά αβέβαιες».
Συνολικά, δε, αναθεωρεί προς τα κάτω τις προβλέψεις της για τους ρυθμούς ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας την περίοδο 2020-2029, με ετήσια αύξηση του ΑΕΠ μόλις κατά 1,9% ετησίως, εξ ου και οι προειδοποιήσεις για τον κίνδυνο χαμένης δεκαετίας.
Η προβολή αυτής της εκτίμησης στα ελληνικά δεδομένα δημιουργεί ακόμη πιο ζοφερό περιβάλλον, εάν ληφθεί υπ’ όψιν ότι η εγχώρια οικονομία έχει ήδη πίσω της όχι απλώς μια χαμένη δεκαετία αλλά μια πολεμικών διαστάσεων δεκαετή οικονομική κρίση.