Στις 8 Ιουλίου του 1709 (27 Ιουνίου με το Ιουλιανό ημερολόγιο) έγινε η καθοριστική για την τύχη του Μεγάλου Βορείου Πολέμου μάχη του Πολτάβα, στην ανατολική Ουκρανία.
Το στράτευμα του νεαρού και φιλόδοξου βασιλιά της Σουηδίας, Καρόλου ΧΙΙ βρέθηκε αντιμέτωπο με τον στρατό του όχι τόσο νέου, αλλά εξίσου φιλόδοξου τσάρου της Μόσχας, Πέτρου Ι. Ο φιλόδοξος βασιλιάς της Σουηδίας ενθαρρυμένος από τις αρχικές νίκες του στις μάχες με τους Ρώσους υπερεκτίμησε τις δυνατότητες των σκληροτράχηλων ανδρών του. Όμως επικράτησαν οι δυνάμεις του τσάρου. Η Σουηδική Αυτοκρατορία έπαψε οριστικά να είναι μία από τις μεγάλες δυνάμεις της Ευρώπης και σταμάτησε η διεύρυνσή της προς τα ανατολικά. Ήταν η αρχή της ρωσικής υπεροχής στη βόρεια Ευρώπη και με το τέλος του Μεγάλου Βορείου Πολέμου ο τσάρος Πέτρος αυτοανακηρύχθηκε τσάρος της Ρωσίας , η οποία ανέτειλε ως η νέα υπερδύναμη στην Ευρώπη. Θρυλείται ότι ο τσάρος Πέτρος μετά την μάχη διοργάνωσε μια γιορτή, με προσκεκλημένους τους Σουηδούς αξιωματικούς που είχε αιχμαλωτίσει και στους οποίους χαρακτήρισε « δασκάλους» του. Γιατί από αυτούς είχε διδαχτεί την στρατιωτική τακτική της αρχικής αναδίπλωσης και της αιφνιδιαστικής αντεπίθεσης που εφάρμοσε στο πεδίο της μάχης.
Σήμερα στο ίδιο πεδίο, στην Ουκρανία, ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντίμιρ Πούτιν θέλει να δείξει ότι έχει μάθει πολλά από τη Δύση και συγκεκριμένα από τις πολιτικές της Αμερικής και του ΝΑΤΟ στη Γιουγκοσλαβία, στο Ιράκ και στη Λιβύη. Ο Βλαντίμιρ Πούτιν και οι επιτελείς του από την πρώτη μέρα σπεύδουν να υπενθυμίζουν στους δυτικούς ότι κι εκείνοι τα ίδια έκαναν.
Αρκεί μια τέτοια εξίσωση για να δικαιολογηθεί η αιματοχυσία; Προφανώς κανένας πόλεμος δεν μπορεί να μπει στη λογική των εξισώσεων και καμία ανθρώπινη απώλεια δεν μπορεί να θεωρηθεί «παράπλευρη». Όμως οι φιλοδοξίες των ηγετών, ανά τους αιώνες, είχαν πάντα στον παρονομαστή τους αιματοχυσίες, «παράπλευρες» απώλειες, σφαγές. Και πάντα, μετά από μεγάλης έκτασης στρατιωτικές εκστρατείες, με τραγικές συνέπειες για νικητές και ηττημένους, αρχίζει μια νέα εποχή. Την οποία καθορίζουν οι νικητές.
Το ποιος ηγέτης θα βγει νικητής από την αιματοχυσία στην Ουκρανία θα το δείξει η ιστορία. Πάντως ο Βλαντίμιρ Πούτιν θεωρεί εαυτόν ως τον καταλυτικό παράγοντα που θα βάλει οριστικό τέλος στην εποχή της παγκοσμιοποίησης που ανέτειλε μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και θα ανοίξει ένα νέο κεφάλαιο στην παγκόσμια αρχιτεκτονική.
Όταν διαλύθηκε η Σοβιετική Ένωση, το 1991, μία σχετικά σταθερή διπολική αρχιτεκτονική ανατράπηκε από αυτό που σταδιακά έγινε γνωστό ότι η «Τάξη του Φιλελεύθερου Κόσμου». Γύρω από την ιδεολογία της παγκοσμιοποίησης οικοδομήθηκε η κυριαρχία των ΗΠΑ και των συμμάχων τους στην παγκόσμια πολιτική. Αλλά η αλαζονεία των νικητών τους οδήγησε σε λάθη. Η διεύρυνση του ΝΑΤΟ προς τα ανατολικά έδειχνε μέχρι πρότινος να είναι μονόδρομος και άνευ αντιλόγου. Όμως αυτή η τακτική προκαλούσε την ολοένα και αυξανόμενη δυσφορία της Ρωσίας, η οποία μετά τους κλυδωνισμούς στην πρώτη μετασοβιετική περίοδο άρχισε να οργανώνει τις δικές τις άμυνες και να χαράσσει νέες στρατηγικές επιλογές. Δείγματα γραφής αυτής της νέας στρατηγικής είχε δώσει ο Βλαντίμιρ Πούτιν, ήδη από την εποχή της επέμβασης στη Γεωργία και βεβαίως με την προσάρτηση της Κριμαίας. Η Ουκρανία κάποια στιγμή, αργά ή γρήγορα, θα ήταν η πρόκληση για την ηγεσία του Κρεμλίνου. Και την αφορμή την έδωσε η δυτική πολιτική, όταν υποστήριξε με κάθε τρόπο την περίφημη «πορτοκαλί εξέγερση» για την ανατροπή του φιλορώσου προέδρου Γιανουκόβιτς, λίγους μήνες αφότου είχε απορρίψει την συμφωνία σύνδεσης της Ουκρανίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Στην περίοδο της παγκοσμιοποίησης, με την εντυπωσιακή διάχυση της πληροφορίας, οι συγκρούσεις γίνονται με επικοινωνιακά και οικονομικά εργαλεία, που συνήθως προβάλλονται ως «αξίες» και ενδύονται τον μανδύα των ιδεολογιών. Ο στόχος είναι ένας: η κυριαρχία. Όταν όμως αυτά τα εργαλεία οδηγούν στην ισοπέδωση της πολιτισμικής και πολιτικής διαφορετικότητας, που είναι τόσο κρίσιμη για την διατήρηση ισορροπιών, τότε δίνεται χώρος για την καταφυγή στη βία. Είναι το μοντέλο μέσα στο οποίο βρίσκει έδαφος κάθε είδους εξτρεμισμός.
Ο Βλαντίμιρ Πούτιν είδε στον καθρέφτη του την προβολή εικόνων από την αμερικανική εισβολή στο Ιράκ, τον αναίτιο, αδικαιολόγητο και εγκληματικό πόλεμο στη Γιουγκοσλαβία, εικόνες από τη Συρία και τη Λιβύη και φρόντισε να αναπτύξει τα ίδια εργαλεία με τους δυτικούς – επικοινωνιακά και οικονομικά- για να προετοιμάσει το έδαφος για τον έλεγχο της Ουκρανίας. Στόχος του δεν είναι η κατάληψη και η κατοχή, αλλά ο έλεγχος και η κυριαρχία. Και κοιτάζοντας το δάσος, βλέπει μία νέα αρχιτεκτονική σε όλο τον κόσμο.
Ο οικονομικός στραγγαλισμός της Ρωσίας, που επιχειρείται από τους Δυτικούς, είναι αμφίβολο κατά πόσο θα αποτρέψει τον νέο Ψυχρό Πόλεμο. Όταν οι συνέπειες του πολέμου θα αρχίσουν να περιορίζονται και θα εξευρεθούν κάποιοι τρόποι επικοινωνίας με βάση την κοινή λογική, θα έχει ήδη χαραχθεί η αρχιτεκτονική της νέας εποχής. Ο Βλαντίμιρ Πούτιν αποφάσισε να θέσει σε δοκιμασία το «Οχυρό Ρωσία» και να γίνει ο ίδιος καταλύτης για την αρχή της νέας εποχής. Η απόφαση να διαβεί τον Ρουβίκωνα είναι ένα καθοριστικό τεστ για να δούμε αν θα δικαιωθούν όσοι πιστεύουν ότι οι συνέπειες αυτής της αιματοχυσίας θα είναι μεγαλύτερες Ουκρανίας και μακροπρόθεσμες- όχι μόνο για την Ουκρανία και τη Ρωσία.
Αυτοί οι στόχοι και οι φιλοδοξίες του Πούτιν αρκούν για να δικαιολογήσουν τον βομβαρδισμό του Κιέβου, όπου βεβαίως το διακύβευμα δεν είναι η λεγόμενη «αποναζιστικοποίηση»; Ο εγκληματικός βομβαρδισμός του Βελιγραδίου είναι επαρκές πρόσχημα για να δεχθούμε ως αναπόφευκτο τον βομβαρδισμό στο Χάρκοβο και στη Μαριούπολη; Η απάντηση πρέπει είναι μονολεκτική, κατηγορηματική και αδιαπραγμάτευτη- όχι.
Αν όμως η αντιπαράθεση Ρωσίας-Δύσης εξακολουθήσει να κλιμακώνεται, τότε – εκτός από την ισοπέδωση της Ουκρανίας – θα δούμε να ανατέλλει ένας νέος κόσμος, όπου εκεί που σταματούν τα σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα αρχίζει προς τα ανατολικά μία νέα, αχανής συμμαχία κρατών με τεράστια δυναμική, που θα απλώνεται σε όλη την ασιατική ήπειρο. Είναι μια συμμαχία, όπου με τον έναν ή τον άλλον τρόπο θα συνεργάζονται η Ρωσία, η Κίνα, το Ιράν, οι περισσότερες πρώην σοβιετικές ασιατικές δημοκρατίες και κάποιες από τις αραβικές χώρες. Θεωρεί, άραγε, ο δυτικός κόσμος ότι θα τον εξυπηρετούμε μία τέτοια αρχιτεκτονική;