14.8 C
Chania
Monday, November 25, 2024

Επικίνδυνος αναθεωρητισμός στο επίκεντρο πολιτικών της Ρωσίας αλλά και της Ε.Ε. και της Γερμανίας – Οι προσπάθειες επαναγραψίματος της ιστορίας του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και η Κρήτη

Ημερομηνία:

Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία έχει στο επίκεντρό της μία πολύ σημαντική αναθεώρηση.

Η Ρωσική αναθεώρηση παρουσιάζει τις πολιτικές διεργασίες και συνδιαλλαγές εγκαθίδρυσης κρατών ως νομικά έολες. Συγκεκριμένα, ο πρόεδρος Πούτιν στο διάγγελμα του στις 21 Φεβρουαρίου 2021, ρητά αναφέρει πως «πολιτικοί παράγοντες, όσο σημαντικοί και επωφελείς και αν είναι κάποια στιγμή, δεν μπορούν και δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται ως βασικές αρχές δημιουργίας κράτους». Από αυτή την οπτική βλέπει την Ουκρανία ως ιστορικο-πολιτικό αλλά και νομικό σφάλμα. Ήταν λάθος της πολιτικής των Μπολσεβίκων, ένα αρχιτεκτονικό δημιούργημα του Λένιν ως συναλλαγή για την εδραίωση της κομμουνιστικής επανάστασης. Ως αποτέλεσμα οι Σοβιετικές συνταγματικές πρόνοιες που δημιούργησαν το ανεξάρτητο Ουκρανικό κράτος, όπως και οι συμφωνίες που το αναγνώρισαν διεθνώς, ως δια μαγείας αναιρούνται και αποθεμελιώνουν την Ουκρανική κυριαρχία.

Φυσικά, η μη-αναγνώριση ή αποαναγνώριση κρατών που είναι κράτη μέλη των ΗΕ δεν είναι κάτι καινούργιο στο διεθνές σύστημα. Το τι είναι νεοφανές, τουλάχιστον σε σχέση με τη διεθνή τάξη πραγμάτων μετά το 1945, είναι ένα προκάτοχο κράτος (η Ρωσική Ομοσπονδία ως διάδοχος της Σοβιετικής Ένωσης) από το όποιο δημιουργήθηκε συναινετικά ένα άλλο διάδοχο κράτος (η Ουκρανία), να θεωρεί πλέον ότι οι διεθνώς κατοχυρωμένες πράξεις και συνθήκες είναι νομικά εσφαλμένες, επειδή έχουν δήθεν παρεισφρήσει «πολιτικοί παράγοντες». Ως και να μην υπάρχουν πάντοτε πολιτικοί παράγοντες και συναλλαγές όσον αφορά τη δημιουργία κρατών.

Τι σημαίνει αν αυτός ο συλλογισμός επεκταθεί στα κράτη που έχουν δημιουργηθεί μέσα από τις διαδικασίες αποαποικιοποίησης; Σε κάποιες περιπτώσεις, όπως στην περίπτωση της Κυπριακής Δημοκρατίας, είναι αποτέλεσμα συμβιβασμού εκ διαμέτρου αντίθετων εθνικών διεκδικήσεων. Βασικά, αυτή η Ρωσική αναθεώρηση δίνει τη δυνατότητα στην (περιοδικά) πιο ισχυρή πλευρά να αλλάξει μονομερώς τη συμφωνία δημιουργώντας άλλους κρατικούς σχηματισμούς.

Βεβαίως, δεν είναι μόνο η Ρωσία επιλέγει να προχωρά σε αναθεωρήσεις της ιστορίας με επιπτώσεις στην πραγματικότητα. Και στη Γερμανία τα τελευταία χρόνια επικρατεί ένας ιστορικός αναθεωρητισμός σε σχέση μάλιστα με τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Σήμερα, με τη Γερμανία να αποφασίζει τον επανεξοπλισμό της, ο ιστορικός αναθεωρητισμός της μπορεί να γίνει επικίνδυνος.

“Φταίνε οι Μπολσεβίκοι”

Στη μεταπολεμική Γερμανία μπορούσε μεν κάποιος να συζητά στην απογευματινή μπίρα σχετικά με την ιστορία, μπορούσε να παραπονιέται για την έκβαση του πολέμου όσον αφορά τις συνέπειες, για τον χωρισμό σε δυο κράτη, για την παρουσία στρατών κατοχής, για τη βίαιη μετατόπιση 14 εκατομμυρίων γερμανόφωνων στη Δυτική Γερμανία από την Ανατολική Ευρώπη και τα Βαλκάνια. Όμως σε επίπεδο δημοσίου λόγου ήταν αδιανόητο να εκφραστεί άποψη που να αμφισβητεί την ευθύνη της χιτλερικής Γερμανίας σχετικά με την έκρηξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Ένα πρώτο βήμα έγινε το 1986 με την περίφημη “Διαμάχη των Ιστορικών”. Η διαμάχη έλαβε χώρα σε εφημερίδες και περιοδικά καθ’ όλη τη διάρκεια της χρονιάς και είχε τη μορφή άρθρων και σχολίων που δημοσίευαν ιστορικοί, φιλόσοφοι και αρθρογράφοι, όπου τοποθετούνταν σχετικά ή και απαντούσαν σε προηγούμενα δημοσιεύματα.

Ο ιστορικός Ερνστ Νόλτε (φωτογραφία) δημοσίευσε στην εφημερίδα Frankfurter Allgemeine Zeitung ένα κείμενο σχετικά με το Ολοκαύτωμα των Εβραίων της Ευρώπης με τίτλο “Παρελθόν, το οποίο δε θέλει να παρέλθει”. Η θέση του Νόλτε δεν έχει να κάνει ευθέως με την έναρξη του πολέμου, αλλά με το Ολοκαύτωμα. Σχετικοποιεί λοιπόν το Ολοκαύτωμα υποστηρίζοντας ότι προοίμιο της γενοκτονίας ήταν η βιολογική εξαφάνιση μιας τάξης, την οποία υποστηρίζει ότι διέπραξαν οι μπολσεβίκοι. Προοίμιο του Άουσβιτς ήταν το Γκουλάγκ, προοίμιο της βαρβαρότητας το βασανιστήριο που λέγεται ότι εφάρμοζαν οι Σοβιετικοί, με το να τοποθετούν το θύμα τους σε ένα κλουβί γεμάτο με αρουραίους προκειμένου να αποσπάσουν πληροφορίες και ομολογίες. Με αυτό το σκεπτικό δεν είναι δύσκολο να καταλήξει κανείς στο συμπέρασμα ότι ο ναζισμός υπήρξε μια αντίδραση, μια απάντηση στην κομμουνιστική απειλή και άρα χωρίς την ΕΣΣΔ δεν θα είχε υπάρξει ούτε ο ναζισμός, ούτε ο πόλεμος, ούτε και τα εγκλήματα. Ο φιλόσοφος Γιούργκεν Χάμπερμας σήκωσε το γάντι και απάντησε στον Νόλτε ότι υποβαθμίζει τα εγκλήματα του Τρίτου Ράιχ και ουσιαστικά αμφισβητεί τη μοναδικότητα του Ολοκαυτώματος, άρα προχωρά σε ιστορικό αναθεωρητισμό που δίνει τροφή στην άκρα δεξιά.

Πάνω σε αυτήν την αντιπαράθεση αναπτύχθηκε ένας ευρύτατος διάλογος. Ο Νόλτε υποστηρίχθηκε από σειρά συντηρητικών, ενώ απέναντί τους τάχθηκε πλειάδα σειρά προοδευτικών. Ήταν η τελευταία φάση της αντιπαράθεσης ΗΠΑ-ΕΣΣΔ, Δύσης-Ανατολής, ο Χέλμουτ Κολ ήταν ήδη 4 χρόνια καγκελάριος μετά από 15 χρόνια σοσιαλδημοκρατικής διακυβέρνησης της Δυτικής Γερμανίας και η χώρα του ήταν η εμπροσθοφυλακή του δυτικού κόσμου. Ο Κολ είχε διακηρύξει ήδη από την αρχή της διακυβέρνησής του τη θέληση για μια πνευματική και ηθική αλλαγή της δυτικογερμανικής κοινωνίας και στο πλαίσιο αυτό οι κύκλοι που τον υποστήριζαν προσπαθούσαν δειλά να εκφράσουν έναν σοβαρό αντίλογο στις θέσεις του προοδευτικού στρατοπέδου.

Η “Διαμάχη των Ιστορικών” προσπαθούσε να δώσει μια απάντηση στο θέμα της ιστορικής ταυτότητας. Ο Κολ είχε δηλώσει στο Τελ Αβίβ το 1984 ότι όσοι δεν είχαν γεννηθεί πριν το 1940 δε φέρουν ευθύνη για ότι συνέβη, ενώ το 1985 επισκέφτηκε μαζί με τον τότε Αμερικανό πρόεδρο Ρήγκαν ένα στρατιωτικό νεκροταφείο στο Mπίτμπουργκ, όπου βρίσκονταν θαμμένοι άνδρες των Ες-Ες. Η Δεξιά έθετε το ζήτημα της εθνικής ταυτότητας, η οποία πρέπει να απαλλαγεί από το κρίμα του παρελθόντος ενώ η Αριστερά τόνιζε ότι η νέα γερμανική ταυτότητα πρέπει να πηγάζει από τη συνταγματική νομιμότητα της Ομοσπονδιακής Γερμανίας και να συντηρεί τη μνήμη του τι ήταν ο ναζισμός.

“Φταίνε οι Αγγλογάλοι και οι Πολωνοί”

Ο υποστράτηγος ε.α. της Μπούντεσβερ, Γκερντ Σούλτσε-Ρόνχοφ δημοσίευσε το 2003 το βιβλίο του με τίτλο “Ένας πόλεμος που είχε πολλούς πατεράδες”. Στο βιβλίο του αυτό, που αποτελεί αγαπημένο ανάγνωσμα στους κόλπους των Γερμανών υπερσυντηρητικών και ακροδεξιών υποστηρίζει ότι ουσιαστικά την ευθύνη φέρουν όλοι οι άλλοι πλην της Γερμανίας. Η Πολωνία ευθύνεται γιατί δεν έκατσε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με τον Χίτλερ, ενώ οι Δυτικοί ήταν δεσμευμένοι να διατηρήσουν την ειρήνη, αφού δεν επιτέθηκαν στη Γερμανία, όταν αυτή εισέβαλε και κατέλυσε το κράτος της Τσεχοσλοβακίας. Ο Ρόνχοφ δέχεται ότι η εισβολή στην Τσεχοσλοβακία θα μπορούσε να είναι νόμιμη αιτία πολέμου εναντίον της Γερμανίας. Αφού όμως οι Δυτικοί την δέχτηκαν, έδειξαν ότι αναγνωρίζουν το νέο καθεστώς. Όταν όμως η Γερμανία ζήτησε διαπραγματεύσεις με την Πολωνία, οι Αγγλογάλλοι, οι ΗΠΑ και η ΕΣΣΔ έπεισαν την Πολωνία να μη δεχτεί, υποχρεώνοντας τον Χίτλερ να κάνει πόλεμο – πάντα κατά τον στρατηγό. Η ευθύνη της Γερμανίας είναι λοιπόν μύθος και όταν η χώρα αναγνωρίζει την ευθύνη της για την κήρυξη πολέμου στην Πολωνία ασκεί “επιδειξιομανία ενοχής”.

“Φταίνε οι Κρητικοί που αντιστάθηκαν”

Γνωστός στην Ελλάδα από σειρά βιβλίων του, όπως το κλασικό “Δύο Επαναστάσεις και Αντεπαναστάσεις στην Ελλάδα” και το “Η Εθνική Αντίσταση και οι συνέπειες της”, ο Ρίχτερ έχει εξελιχθεί στον πιο χαρακτηριστικό εκπρόσωπο του ιστορικού αναθεωρητισμού σήμερα, μία σχολή σκέψης που εξισώσει το Ολοκαύτωμα και τα εγκλήματα των ναζί με τα εγκλήματα του κομμουνισμού και τους βομβαρδισμούς της Δρέσδης. Βέβαια ο αναθεωρητισμός του Ρίχτερ περιορίζεται στην Ελλάδα, για την οποία έχει επιδείξει πλούσιο συγγραφικό έργο. Η απόφαση του Πανεπιστημίου Κρήτης να απονείμει στον Ρίχτερ τιμητικό δίπλωμα το 2014 (έχοντας μάλλον υπόψιν το συγγραφικό του έργο της πρώτης περιόδου) είχε προκαλέσει αντιδράσεις.

Εξαρχής, άλλωστε, από τον τίτλο του επίμαχου βιβλίου, που με πονηρό τρόπο στα Ελληνικά αποδόθηκε ως «Η Μάχη της Κρήτης» αλλά στα Γερμανικά είναι: «Επιχείρηση Ερμής: η κατάκτηση της νήσου Κρήτης το Μάιο του 1941», προκύπτει ένα βασικό πρόβλημα σχετικά με την ειλικρίνεια των προθέσεων του «φιλέλληνα» κ. Ρίχτερ. Το βιβλίο είναι γραμμένο από γερμανική οπτική γωνία και απευθύνεται σε γερμανικό ακροατήριο και αντίθετα με όσα διατείνονται οι υποστηριχτές του Ρίχτερ εύκολα διαπιστώνεται ότι και στη γερμανική βιβλιογραφία χρησιμοποιούνται κυρίως τίτλοι με τη λέξη «μάχη», ενώ μόνο από ακραίες περιπτώσεις ιστορικών ερευνητών ή δημοσιογράφων χρησιμοποιείται ο όρος «κατάκτηση» (eroberung). Το ότι μερικοί ακόμη χρησιμοποιούν αυτόν τον τίτλο, απλώς επιβεβαιώνει τη στρεβλή οπτική που προωθούν στρατευμένοι κύκλοι που στην εποχή της γερμανικής ηγεμονίας θέλουν να ξαναγράψουν την ιστορία στα μέτρα τους.

Ο ιστορικός αναθεωρητισμός του κ. Ρίχτερ όμως πηγαίνει ακόμη παραπέρα, εγκωμιάζοντας τους «ιππότες» αλεξιπτωτιστές και ζητώντας να αναγνωριστεί ο «ιδεαλισμός» τους στην τελευταία «δίκαια» και «καθαρή» μάχη του πολέμου. Σε κατάσταση παραληρήματος, ο κ. Ρίχτερ στο βιβλίο του αποφαίνεται πως «επρόκειτο για νέους γεμάτους ενθουσιασμό, οι οποίοι γνώριζαν πως ανήκαν σε μία ελίτ. Έδωσαν το καλύτερο που μπορούσαν και ρίσκαραν τη ζωή τους χωρίς να έχουν συνείδηση των κινήτρων. Έχει έρθει η ώρα να τους το αναγνωρίσουμε». Αν και πολύ δύσκολα συμβιβάζεται οποιοσδήποτε «ιδεαλισμός», ακόμη και σε εισαγωγικά, με μια αιμοσταγή κατακτητική επιχείρηση που έφτασε τα όρια της εθνοκάθαρσης, ο κ. Ρίχτερ δικαιολογεί ότι «συμμετείχαν σε μια στρατιωτική επιχείρηση χωρίς ιδεολογικά κίνητρα».

Μιλώντας για τα «αγνά κίνητρα» των Γερμανών αλεξιπτωτιστών καταλήγει να αναφέρεται στην «κακοποίηση» που αυτοί υπέστησαν από τους Κρητικούς!

Ο τιμητικός τίτλος στον Ρίχτερ αφαιρέθηκε το 2016, ενώ ο ιστορικός δικάστηκε για ρητορική μίσους, με βάση τον αντιρατσιστικό νόμο του 2014, ως αρνητής των εγκλημάτων των γερμανικών αρχών κατοχής, κατηγορία για την οποία τελικώς αθωώθηκε.

Όσον αφορά την σφαγή των Καλαβρύτων ο Ρίχτερ αποδίδει ευθύνη και στους αντάρτες που προηγουμένως «είχαν σκοτώσει 60 αιχμάλωτους Γερμανούς στρατιώτες, ανήμπορους να αμυνθούν. Οι αντάρτες γνώριζαν ότι το τίμημα θα το πλήρωναν οι άμαχοι. Για τους Γερμανούς τέτοιες επιχειρήσεις… ήταν πράξεις αντιποίνων, οι οποίες καλύπτονται από το δίκαιο του πολέμου», ισχυριζόμενος μάλιστα πως οι Γερμανοί άφησαν εκτός αντιποίνων τα γυναικόπαιδα.

Τα αίτια για την μεταστροφή του Ρίχτερ σε στυγνό απολογητή των γερμανικών αρχών κατοχής δεν έχουν αποσαφηνιστεί, αλλά ίσως έχουν να κάνουν με τις διασυνδέσεις του ιστορικού με το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών και τον ίδιο τον Βολφγκάνγκ Σόιμπλε. Ο Ρίχτερ, κατά τα μνημονιακά χρόνια, απέδιδε την χρεοκοπία της Ελλάδας αποκλειστικό στο «πελατειακό της κράτος», μία εκλεπτυσμένη εκδοχή της προπαγάνδας περί «τεμπέληδων Ελλήνων», που κατέκλυζε τα γερμανικά ταμπλόιντ.

Ο Ρίχτερ ήταν ο οργανωτής ενός εσωτερικού σεμιναρίου της Διεύθυνσης Ευρωπαϊκής Πολιτικής του Ομοσπονδιακού υπουργείου Οικονομικών της Γερμανίας το 2016, του οποίου βασικό συμπέρασμα ήταν πως από το τέλος της κατοχής «η Ελλάδα οφείλει στην Γερμανία 4000 λίρες»! Το συνέδριο είχε προκαλέσει την αντίδραση του αριστερού κόμματος Dei Linke που ζήτησε να μάθει τις σχέσεις του ιστορικού με τον τότε πανίσχυρο Γερμανό υπουργό Οικονομικών. Σχέσεις που φαίνεται πως οδήγησαν τον ιστορικό, τα βιβλία του οποίου κάποτε προλόγισε ο συνιδρυτής του ΕΔΕΣ και μετέπειτα βουλευτής της ΕΔΑ Κομνηνός Πυρομάγλου, να μετατραπεί σε χυδαίο απολογητή των εγκλημάτων της πιο σκοτεινής περιόδου της ευρωπαϊκής ιστορίας.

Το κατάπτυστο αναθεωρητικό ψήφισμα στο Ευρωκοινοβούλιο που εξίσωσε κομμουνισμό και ναζισμό

Το 2019 ένα ψήφισμα του Ευρωκοινοβουλίου, με τίτλο «Η σημασία της ευρωπαϊκής μνήμης για το μέλλον της Ευρώπης», ήρθε να θυμίσει ότι η μνήμη και η Ιστορία στην Ευρώπη παραμένουν διαφιλονικούμενα πεδία και μάλιστα με όρους που δεν αφορούν το παρελθόν αλλά το παρόν και το μέλλον, καταδεικνύοντας πόσο αντιφατική παραμένει η ίδια η μέχρι στιγμής ανεύρετη κοινή ευρωπαϊκή ταυτότητα.

Το ίδιο το ψήφισμα επιδίωξε να αναγάγει σε επίσημη ευρωπαϊκή θέση μια σχετικά πρόσφατη ιστορική ερμηνεία, στα όρια της λαθροχειρίας, σύμφωνα με την οποία η κήρυξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ήρθε ως συνέπεια του συμφώνου μη επιθέσεως ανάμεσα στη ναζιστική Γερμανία και την ΕΣΣΔ. Η συγκεκριμένη θέση παραβλέπει πλήρως το γεγονός ότι το ναζιστικό πρόγραμμα εξαρχής περιείχε μια επιθετική επεκτατική εδαφική πολιτική, που ήταν και ο λόγος για τον επανεξοπλισμό της Γερμανίας, ενώ διαγράφει πλήρως το γεγονός ότι ο ναζισμός όριζε τον «Εβραιομπολσεβικισμό» ως τον βασικό «υπαρξιακό» του αντίπαλο. Η ίδια η εξέλιξη του πολέμου έδειξε ότι το σύμφωνο Μολότοφ – Ρίμπεντροπ αποτελούσε τακτικό χειρισμό της ναζιστικής Γερμανίας και σε κανέναν βαθμό ένδειξη συμπόρευσης με την ΕΣΣΔ, στην οποία άλλωστε κήρυξε τον πόλεμο το 1941.

Ολα αυτά στηρίζονται στην αναπαραγωγή του σχήματος για την ταύτιση ανάμεσα στον ναζισμό και τον κομμουνισμό. Η ταύτιση παραβλέπει το βαθύ χάσμα που χωρίζει ένα καθεστώς που συνειδητά και ρητά όρισε τη βαναυσότητα και τον εξοντωτικό ρατσισμό ως πολιτικό πρόγραμμα και πρακτική και καθεστώτα που είχαν αφετηρία ένα αίτημα ισότητας και χειραφέτησης και κατάληξη όντως τον κρατικό αυταρχισμό και τη βία.

Η παραδοχή του χάσματος προφανώς δεν σημαίνει απόπειρα συγκάλυψης της βαναυσότητας που σφράγισε τον «υπαρκτό σοσιαλισμό», από τις εκκαθαρίσεις της δεκαετίας του 1930 και επόμενων στιγμών έως τη συστηματική ποινικοποίηση της πολιτικής διαφωνίας, την αυταρχική αντιμετώπιση υπαρκτών εθνικών αιτημάτων και την επιβολή μιας ιδιαίτερα καταπιεστικής ρύθμισης της καθημερινής ζωής, συνολικά τη διάσταση τραγωδίας που χαρακτήρισε το κομμουνιστικό κίνημα. Σίγουρα η αναμέτρηση με αυτή την τραυματική μνήμη δεν μπορεί παρά να είναι αναπόσπαστο στοιχείο οποιασδήποτε εκ νέου συζήτησης για αυτό που συνηθίσαμε να ονομάζουμε σοσιαλιστική προοπτική. Ομως, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε ότι ο κομμουνισμός ως ιδεολογία αναδύθηκε από τους αγώνες του εργατικού κινήματος, υπήρξε εκ των κληρονόμων του ριζοσπαστικού δημοκρατικού αιτήματος που ανέδειξε η νεωτερικότητα και συνδέθηκε με τους αγώνες για εθνική απελευθέρωση, απαλλαγή από την αποικιοκρατία, κοινωνική και πολιτική ισότητα.

Ο ναζισμός υπήρξε πάντα ιδεολογία της υποταγής στην ιεραρχία, της καθυπόταξης, της ιμπεριαλιστικής επέκτασης και τελικά της εξόντωσης ολόκληρων πληθυσμών με αποκορύφωμα το Ολοκαύτωμα. Είναι αυτή η οργανική σύνδεση ανάμεσα σε ναζιστική ιδεολογία και πρακτική που διαγράφεται στην εύκολη εξίσωση του ναζισμού και του κομμουνισμού.

Ακόμη χειρότερα μια τέτοια προσέγγιση ενέχει τον κίνδυνο να οδηγήσει στη συσκότιση της φύσης του ναζισμού. Η απλή κατάταξή του στη χορεία του «ολοκληρωτισμού» αποσιωπά το γεγονός ότι ο ναζισμός εκπροσώπησε και τη σκοτεινή πλευρά της αστικής νεωτερικότητας. Η απουσία αμφισβήτησης των καπιταλιστικών κοινωνικών σχέσεων, που εξηγεί και τη στήριξη που έλαβε από τη γερμανική οικονομική ολιγαρχία, η διάλυση πρώτα και κύρια των οργανώσεων της εργαζομένων, η προβολή του εθνικισμού, η ίδια η κεντρικότητα του ρατσισμού ως κρατικής ιδεολογίας συντονίζονταν με πολιτικές και ιδεολογίες και άλλων αστικών ρευμάτων σε μια περίοδο βαθιάς πολιτικής κρίσης και αποτελούν πλευρές που εξηγούν την άνοδο του ναζισμού στην εξουσία και φωτίζουν το βάθος της βαναυσότητάς του.

Μια τέτοια ισοπεδωτική εξίσωση ενέχει τον κίνδυνο να οδηγήσει σε ακόμη πιο επικίνδυνες αναθεωρήσεις της Ιστορίας. Εδώ και αρκετά χρόνια ο ιστορικός αναθεωρητισμός καλλιεργεί τη θέση ότι ο μεγάλος ένοχος του 20ού αιώνα ήταν ο κομμουνισμός και ότι ο ναζισμός ήταν ουσιαστικά μια απόπειρα ανακοπής της «κομμουνιστικής επέλασης» που παρέκκλινε της πορείας της. Αλλωστε, η καθαγίαση του ναζιστικού αντικομμουνισμού αποτελεί και τη βασική δικαιολογία εκείνων που διεκδικούν την αναδρομική δικαίωση όσων σε διάφορες χώρες επέλεξαν να συνεργαστούν με τις ναζιστικές δυνάμεις κατοχής ή ακόμη και να πολεμήσουν στο πλευρό τους.

Το γεγονός ότι σήμερα στην Ευρώπη αρχίζει και αναδύεται ως «κοινή ευρωπαϊκή ταυτότητα» ένας νεοφιλελευθερισμός που επικαλείται τελετουργικά τη δημοκρατία, αλλά παράλληλα την υπονομεύει καθημερινά αναγορεύοντας τις αγορές και τους δημοσιονομικούς κανόνες σε υπέρτατο κριτήριο, την ώρα που δεν διστάζει να παράγει ιστορικές μυθολογίες, αποτελεί ένα ακόμη σημάδι της βαθιάς κρίσης του «ευρωπαϊκού οικοδομήματος».

Είναι ξεκάθαρο ότι ο αναθεωρητισμός της ιστορίας είναι μια ευρύτερη πραγματικότητα που ασπάζονται οι μεγάλες δυνάμεις με σκοπό την μεγέθυνση της ισχύς τους εις βάρος των λαών και του δίκαιου. Και βεβαίως, δεν περιορίζεται στη Ρωσία αφού παρόμοιες τακτικές σε σχέση με την ιστορία και την κατανόηση των ιστορικών γεγονότων ακολουθούν τα τελευταία χρόνια όλο και πιο έντονα και στην Τουρκία, στην Ευρώπη, και στην καρδιά της Ευρώπης, την Γερμανία που πλέον εξοπλίζεται ξανά για πρώτη φορά μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Λαμβάνοντας υπόψη ότι ο αναθεωρητισμός που επικρατεί σχετίζεται και με την ερμηνεία γεγονότων της περιόδου του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου καταλαβαίνουμε ότι οι κίνδυνοι που δημιουργούνται για όλη την ανθρωπότητα έιναι τεράστιοι.

Ελπίζουμε αυτές τις κρίσιμες στιγμές να πρυταννεύσει η λογική, οι λαοι να υψώσουν το ανάστημά τους απαιτώντας ειρήνη και δικαιοσυνη, όχι πόλεμο. Αυτό είναι το καθήκον που έχουμε ως άνθρωποι.

slpress.gr
"google ad"

Ακολουθήστε το agonaskritis.gr στο Google News, στο facebook και στο twitter και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Αγώνας της Κρήτηςhttp://bit.ly/agonaskritis
Ο “Αγώνας της Κρήτης” εκδόθηκε στις 8 Ιουλίου του 1981. Είναι η έκφραση μιας πολύχρονης αγωνιστικότητας. Έμεινε όλα αυτά τα χρόνια σταθερός στη διακήρυξή του για έγκυρη – έγκαιρη ενημέρωση χωρίς παρωπίδες. Υπηρετεί και προβάλλει, με ευρύτητα αντίληψης, αξίες και οράματα για μία καλύτερη κοινωνία. Η βασική αρχή είναι η κριτική στην εξουσία όποια κι αν είναι αυτή, ιδιαίτερα στα σημεία που παρεκτρέπεται από τα υποσχημένα, που μπερδεύεται με τη διαφθορά, που διαφθείρεται και διαφθείρει. Αυτός είναι και ο βασικός λόγος που η εφημερίδα έμεινε μακριά από συσχετισμούς και διαπλοκές, μακριά από μεθοδεύσεις και ίντριγκες.

Τελευταία Νέα

Περισσότερα σαν αυτό
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ