Του Απόστολου Δ.Καραμπά
Ένα προϊστορικό παρελθόν, οι τελευταίες έξι περίπου εκατονταετίες της χαλκής εποχής του ελλαδικού χώρου.
Ένας πολιτισμός που για πρώτη φορά προβάλλει την αρχαϊκή εποχή μέσα από την Ιλιάδα και την Οδύσσεια, τα πρώτα ελληνικά και ευρωπαϊκά λογοτεχνικά δημιουργήματα, έργα ενός Ομήρου, κάποιων Ομηριδών από τη Χίο, ή άλλων, μαζί με τα <<Έργα και Ημέραι>> και την <<Θεογονία>> του Ησιόδου, ενός παλιού γεωργού από την Άσκρα της Βοιωτίας. Ακόμη τα <<Κύκλια Έπη>>, ο <<Θηβαϊκός Κύκλος>> και άλλα μυθολογικά μοτίβα.
Αμέτρητα χρόνια ο κόσμος του μύθου, όπως αναδείχθηκε και διασώθηκε μέσα από τον προφορικό λόγο, τους ποιητές αοιδούς που συνέθεταν τραγούδια ενός ιδανικού παρελθόντος προς ψυχαγωγία των ευγενών, και τις μεταγενέστερες συντεχνίες των ραψωδών που συνήθιζαν περιπλανώμενοι να απαγγέλουν ιστορίες από ένα κόσμο ηρωικό στις γιορτές και τις δημόσιες εκδηλώσεις της πόλης κράτους. Αμέτρητα χρόνια αυτές οι μυθικές νοητικές κατασκευές δουλεύτηκαν χωρίς διακοπή μέχρι να αποκτήσουν μια σταθερότερη μορφή από τους πρώτους συγγραφείς.
Με την εξέλιξη της γραφής αναπλάθονται και επεξεργάζονται άπειρες φορές, από γνωστούς και άγνωστους σε μας ποιητές επικούς και λυρικούς και φθάνουν στα κλασσικά χρόνια. Οι τραγικοί ποιητές Αισχύλος, Σοφοκλής και Ευριπίδης μέσα από την δική τους οπτική και αισθητική δίνουν στα έργα τους την γνωστή μορφή που φθάνει σε μας σήμερα. Οι μύθοι έχουν αναμφίβολα κατά βάση μυκηναϊκό παρελθόν, δύσκολα θα μπορούσαν να έχουν κάτι διαφορετικό, η θεματολογία και τα δρώμενα παραπέμπουν σε αυτόν τον κόσμο. Μελετώντας την μυθολογία μέσα από τις αρχαίες πηγές, βλέπουμε ένα πλήθος ηρωικών και ιδανικών μορφών σε άθλους, επικίνδυνα ταξίδια, υπερβάσεις και άλλα. Ένας κόσμος που κινείται πέραν του ορίου του ανθρώπινου μέτρου, συγκροτημένος και ενταγμένος με ισχυρά δεσμά σε κάποιους από τους σημαντικότερους οίκους, αυτών των Λαβδακιδών και των Ατρειδών, εκατοντάδες τα ονόματα που είναι δεμένα σε γενεαλογικά συστήματα.
Οι μύθοι είναι παλαιοί, κάποιοι είναι ακόμη παλαιότεροι προφανώς, ‘’διαβάζοντας‘’ τα ανασκαφικά ευρήματα, κυρίως εικονιστικές παραστάσεις σε αγγεία, τοιχογραφίες, σφενδόνες σφραγιστικών δαχτυλιδιών, εγχειριδίων και άλλων ευρημάτων βλέπουμε να ‘’ζωντανεύει΄΄ ένας κόσμος ‘’γνώριμος’’. Τα σημαντικότερα ανακτορικά κέντρα, της Ιωλκού, της Θήβας και του Ορχομενού, της Τίρυνθας, της Πύλου και της Αθήνας, οι <<Πολύχρυσοι Μυκήνες>>, ανακαλύφθηκαν χάριν των μύθων. Ένας έμπορος φανατικός αναγνώστης των ομηρικών επών και ερασιτέχνης αρχαιολόγος, ανέσκαψε και ‘’αναστάτωσε’’ τις εννέα διαδοχικές πόλεις του Ιλίου θεωρώντας ότι ανακάλυψε την Τροία του Πριάμου και της Εκάβης, του Έκτορος και της Ανδρομάχης, του Πάρη και της Ελένης. Αργότερα ο ίδιος πραγματοποιεί ανασκαφή στο πλουσιότερο με βάση τα ευρήματα ανακτορικό κέντρο του οποίου το όνομα θα πάρει ο πολιτισμός που ορίζεται ως μυκηναϊκός.
Η μινωική Κρήτη εμπλέκεται με την παρουσία της στα μυθολογικά δρώμενα της ηπειρωτικής Ελλάδος, οι Μινωίδες νήσοι, η Κνωσός, η Φαιστός, ο Δίας και η Ευρώπη. Στον αττικό μυθολογικό κύκλο έχουν σημαντική παρουσία ο Μίνως και ο Ανδρόγεως, η Πασιφάη, ο Λαβύρινθος και o Μινώταυρος, ο Θησέας και η Αριάδνη, ο Δαίδαλος και ο Ίκαρος. Ο γάμος του Θησέα με την Φαίδρα, την άλλη κόρη του Μίνωος, μπορεί να θεωρηθεί ένας μύθος σχετικός με την συνάντηση και ανάμιξη Ινδοευρωπαίων-Αχαιών-Μυκηναίων με τους Προέλληνες-Κρήτες-Μινωίτες. Ακόμη η Αργώ και οι αργοναύτες, ο Ιάσων, η Μήδεια και ο χάλκινος Τάλλως, ακοίμητος φρουρός που γυρόφερνε το νησί τρείς φορές την ημέρα. Η σύλληψη του κρητικού ταύρου από τον σημαντικότερο ήρωα των Ελλήνων τον Ηρακλή, απόγονο του Περσέα. Αναμφίβολα μυκηναίοι μετανάστες, οι εισβολείς στην Κρήτη, αφομοιώνουν τους μινωικούς μύθους ενός λαού ο οποίος δεν ανήκει σε κάποιο από τα γνωστά ελληνικά φύλα. Αν όμως η μυθολογία έχει ως αφετηρία την Κρήτη των Μινωιτών τότε και οι μύθοι έχουν προελληνική καταγωγή και προέλευση. Ο Όμηρος, όπως φαίνεται, είναι γνώστης πολλών μυθολογικών κύκλων οι οποίοι στον χρόνο αναπλάθονται και διαφέρουν από τον αρχικό τους πυρήνα, περιγράφει την Αργώ και τις Συμπληγάδες πέτρες, ακόμη μαρτυρεί για την Αριάδνη που την άρπαξε από την Κρήτη ο Θησέας και τον θάνατο της από την Αρτέμιδα στη νήσο Δία (Νάξος). Ο Ιδομενέας, γιός του Δευκαλίωνα, ηγεμόνας της Κνωσού και εγγονός του Μίνωα, συμμετείχε με ογδόντα πλοία στην εκστρατεία της Τροίας, συνοδοιπόρος ο δεινός τοξότης κρητικός ήρωας Μηριόνης, ένας εκ των μνηστήρων της Ελένης, τον αναφέρει και ο Αρριανός στον <<Κυνηγετικό>> του.
Οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι αμφισβητούν τους μύθους, κατά τον Ξενοφάνη τον Κολοφώνιο οι θεοί του Ομήρου και του Ησιόδου είναι ανήθικοι αφού τους αποδίδουν την απάτη την κλοπή και την μοιχεία. Τους ασκεί κριτική για θρησκευτικό ανθρωπομορφισμό, γράφει σε κάποιο απόσπασμα του <<αν τα άλογα και τα βόδια είχαν χέρια και μπορούσαν να ζωγραφίσουν οι θεοί τους θα έμοιαζαν με άλογα και βόδια>>.
Στην Αθήνα την εποχή της τυρρανίδος των Πεισιστρατιδών έγινε η πρώτη επίσημη καταγραφή των ομηρικών επών για τις ανάγκες των μεγάλων Παναθηναίων, η <<πεισιστράτεια διόρθωση>> όπως ονομάσθηκε, και κατά αυτόν τον τρόπο εντάχθηκαν στα κείμενα της αθηναϊκής γραμματείας. Στα <<Μεγαρικά>> του, ο ιστορικός Διευχίδας ο Μεγαρεύς κατηγορεί τους Αθηναίους και τον Σόλωνα για παραχάραξη και αλλοιώσεις των ομηρικών κειμένων, ότι πρόσθεσε δηλ. στους στίχους του Καταλόγου των Νηών της Ραψωδίας Β τον αθηναϊκό στόλο και εξαφάνισε τους Μεγαρείς. Η καταγγελία αυτή είναι μια από τις ελάχιστες που γνωρίζουμε, οι Αθηναίοι καταστέλλουν όσους αντιτίθενται στην εξωτερική πολιτική τους. Αρκετοί μύθοι, ξακουστοί ήρωες και γενεαλογίες προσαρμόστηκαν και διορθώθηκαν στους ιστορικούς χρόνους εξυπηρετώντας πολιτικές σκοπιμότητες της εποχής, στο να ενισχύσουν την κρατική ιδεολογία και τον επεκτατισμό της πόλης- κράτους. Κατά τον Πλούταρχο, η Πυθία του Μαντείου είχε συμβουλεύσει τους Αθηναίους να πάρουν τα οστά του δολοφονημένου Θησέα στην Σκύρο και να τα θάψουν με τιμές στην πόλη τους, και κατά κάποιο τρόπο έτσι νομιμοποιείται η κατάληψη την νήσου από τον στρατηγό Κίμωνα, γιο του Μιλτιάδη. Δάσκαλοι κατά τόπους διδάσκουν τα ομηρικά έπη στην δική τους εκδοχή, ο Αριστοτέλης τα διασκευάζει για τον μαθητή Αλέξανδρο. Πανίσχυρο κράτος η Αθήνα, το σπουδαιότερο κέντρο διανόησης, ότι πνευματικό έργο παράγει είναι μέσα από την ματιά, την πολιτική σκέψη και την κρίση των δικών της ιστορικών, φιλοσόφων, συγγραφέων και λογοτεχνών. Για τους Έλληνες των κλασσικών χρόνων οι μύθοι είναι η ιστορία μιας ηρωικής εποχής, ένα ένδοξο παρελθόν μακρινών προγόνων. Ο Ηρόδοτος στις <<Ιστορίες>> του αφηγείται τα μηδικά, τον πόλεμο Ελλήνων και Περσών, αποδέχεται την ιστορικότητα των μύθων, μνημονεύει ηρωίδες που είχαν απαχθεί, όπως η Ιώ από τους Φοίνικες και η Ευρώπη από τους Έλληνες. Κατόπιν η Μήδεια, πάλι από τους Έλληνες και η Ελένη από τους Τρώες. Απορρίπτει το μυθώδες στην <<Ιστορία>> του ο Θουκυδίδης, δηλαδή αυτό που μοιάζει με ιστορία, οι μύθοι κατά τον μεγάλο ιστορικό ούτε απορρίπτονται ως φανταστικά δημιουργήματα, ούτε όμως είναι αποδεκτά ως ιερά κείμενα που δεν επιδέχονται αμφισβήτηση.
Τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες κυκλοφόρησε η <<Βιβλιοθήκη>>, μια συλλογή, ένα έργο με το όνομα του Αθηναίου γραμματικού Απολλόδωρου. Πρόκειται για μια περίληψη της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας, μια επιτομή των μύθων και η κύρια πηγή πληροφόρησης σήμερα, μία μορφή πρωτοιστορίας από έργα που δεν έχουν διασωθεί.
Η ελληνική μυθολογία, πόσο παλιά είναι, από πού προέρχεται και πότε αρχίζει, ποιοι είναι οι φορείς που την κουβαλούν, πως ταξιδεύουν μέσα στον προϊστορικό και ιστορικό χωροχρόνο, είναι κάποια ζητήματα και θέματα που ακόμη δεν έχουν δώσει ικανοποιητικές απαντήσεις.
Το πώς και πότε εμφανίσθηκαν οι πρώτες μορφές μύθων είναι δύσκολο να απαντηθεί, θα πρόκειται για αφηγήσεις κατορθωμάτων ιδιαίτερων ανθρώπων παλαιών φυλετικών ομάδων ασύνδετες μεταξύ των. Οι Αχαιοί και τα Προελληνικά φύλα είχαν τις δικές τους προφορικές ‘’ιστορίες’’, αληθινές, μυθικές, φανταστικές, έντεχνες λογοτεχνικές συνθέσεις ανώνυμων δημιουργών. Προελληνική και Ινδοευρωπαϊκή παράδοση συγχωνεύονται, χαρισματικοί παραμυθάδες συνθέτουν και αναπαράγουν την φυλετική παράδοση, την μεταφέρουν περιπλανώμενοι καλεσμένοι και αυτόκλητοι σε γιορτές και πανηγύρια, σε έναν κόσμο που θα ακμάσει, θα παρακμάσει και θα αποσυντεθεί. Μιλούν για περασμένες εποχές γεμάτες κατορθώματα και νίκες απέναντι στους εχθρούς της κοινότητας, συμβάλλουν με πνευματικό τρόπο στην δημιουργία και ενοποίηση ολοκληρωμένων μυθολογικών κύκλων. Αυτά τα μυθικά δημιουργήματα, παρά τις αλλοιώσεις που έχει υποστεί ο αρχικός τους πυρήνας από τις συνεχείς προσαρμογές, είναι πηγές πληροφοριών, καλά κρυμμένες κάτω από το φανταστικό την μυθοπλασία το υπερβολικό. Ο παραμυθάς Οδυσσέας, στο ανάκτορο του Αλκίνοου, μυθολογεί με τους Φαίακες συμποσιαστές, τις περιπέτειες και τα θαλασσινά του ταξίδια.