Την τελευταία της πνοή σε ηλικία 90 ετών άφησε η Μαίρη Χρονοπούλου στον Ευαγγελισμό όπου νοσηλευόταν μετά από ατύχημα που είχε στο σπίτι της.
Οι γιατροί από την αρχή δεν ήταν αισιόδοξοι, καθώς η πτώση είχε προκαλέσει αιμάτωμα. Αυτό σε συνδυασμό με τα προβλήματα υγείας που ήδη αντιμετώπιζε η ηθοποιός, επιβάρυνε ακόμα περισσότερο την κατάσταση.
Μια εξαιρετική ηθοποιός, μια εντυπωσιακή γυναίκα, η Μαίρη Χρονοπούλου αγαπήθηκε όσο λίγες από το κοινό, αφήνοντας ανεξίτηλο το στίγμα της τόσο στον ελληνικό κινηματογράφο όσο και το θέατρο.
Ποια ήταν η Μαίρη Χρονοπούλου
Η Μαίρη Χρονοπούλου γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Αποφοίτησε από τη σχολή του Εθνικού Θεάτρου, στο οποίο εμφανίστηκε στις ομάδες του χορού, σε αρχαία δράματα.
Το 1957 ξεκίνησε τη συνεργασία της με το ελεύθερο θέατρο, κάνοντας εμφανίσεις στο Ακροπόλ στα έργα των Σακελλάριου-Γιανακόπουλου «Η Κυρία» και «Ρομάντζο μιας Καμαριέρας». Στον κινηματογράφο πρωτοεμφανίστηκε σαν κομπάρσος στο «Χαρούμενο Ξεκίνημα» του Δημόπουλου, παραγωγής Φίνος Φιλμ το 1954, όταν ήταν ακόμη φοιτήτρια.
Το 1958 πήρε ένα μικρό ρόλο στο «Τελευταίο Ψέμα» του Κακογιάννη, πάλι στη Φίνος Φιλμ, νώ από το 1963 και μετά πρωταγωνιστεί σε πλειάδα δραματικών ταινιών της Φίνος Φιλμ, και όχι μόνο, σε ρόλους ντάμας και μοιραίας γυναίκας, δίπλα σε όλους τους άντρες πρωταγωνιστές της εποχής, όπως Κούρκουλος, Παπαμιχαήλ, Φούντας, Αλεξανδράκης, Γεωργίτσης.
Ξεχωρίζουν οι ερμηνείες της στα «Κόκκινα Φανάρια» του Β. Γεωργιάδη (1963, Δαμασκηνός-Μιχαηλίδης), «Χωρίς Ταυτότητα», (1963, Φίνος Φιλμ), «Πολύ Αργά για Δάκρυα» του Γ. Δαλιανίδη (1968, Φίνος Φιλμ), «Οι Αδίστακτοι» του Ν. Κατσουρίδη (1965, Σάβας Φιλμ), «Κοινωνία Ώρα Μηδέν» του Ντ. Δημόπουλου (1966, Φίνος Φιλμ), «Η Λεωφόρος του Μίσους» (1968, Φίνος Φιλμ) και «Ορατότης Μηδέν» του Ν. Φώσκολου (1970, Φίνος Φιλμ).
“Σφράγισε μια σειρά κινηματογραφικών ειδών”
Ανάμεσα σε αυτές τις κοινωνικές και δραματικές ταινίες θα εμφανιστεί και σε τρία μιόυζικαλ του Γιάννη Δαλιανίδη, παραγωγής Φίνος Φιλμ, στα οποία θα κάνει θραύση: «Οι Θαλασσιές οι Χάντρες», «Μια Κυρία στα Μπουζούκια» και «Γοργόνες και Μάγκες».
Ιδιαίτερα στο «Μια Κυρία στα Μπουζούκια» θα σαγηνεύσει το κοινό με το ακαταμάχητο στυλ και ταπεραμέντο της, όχι μόνο υποκριτικά, αλλά ερμηνεύοντας και δύο από τις μυθικές επιτυχίες των τραγουδιών του Ελληνικού Κινηματογράφου, το «Είμαι Γυναίκα του Γλεντιού» και «Του Αγοριού Απέναντι».
Έχει στο ενεργητικό της σημαντικές ερμηνείες και στον Νέο Ελληνικό Κινηματογράφο, όπως στις εξαίρετες ταινίες του Θόδωρου Αγγελόπουλου «Κυνηγοί» και «Ταξίδι στα Κύθηρα», ενώ κέρδισε βραβείο Α’ γυναικείου ρόλου στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης με την ταινία «Τα Παιδιά της Χελιδόνας» του Κώστα Βρεττάκου, το 1987.
Στη θεατρική της καριέρα, συνεργάστηκε με όλους τους μεγάλους θιάσους της Αθήνας και έπαιξε με την ίδια ερμηνευτική ικανότητα σε όλα τα είδη θεάτρου. Το 1972 συγκρότησε τον δικό της θίασο με τον οποίο ανέβασε τα έργα: «Τι Ώρα θα γυρίσεις Πηνελόπη» του Μομ και «Ένα Καυτό Κορίτσι» του Καμπανέλη.
Στις 16 Ιουνίου 2021 τιμήθηκε με το Βραβείο Συνολικής Προσφοράς στην Τελετή Απονομής των Βραβείων ΙΡΙΣ από την Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου. Το βραβείο παρέδωσε ο πρόεδρος του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών, Σπύρος Μπιμπίλας, μαζί με τον πρόεδρο της Ακαδημίας, Γιώργο Τσεμπερόπουλο, στην ηθοποιό που με την «ρώμη της παρουσίας της σφράγισε μια σειρά κινηματογραφικών ειδών», όπως ανέφερε χαρακτηριστικά.
Τελευταία φορά την είδαμε στον τρίτο κύκλο του “Έτερος Εγώ” του Σωτήρη Τσαφούλια.