Πολλοί Κρητικοί, κυρίως πολιτικοί, μονοπωλούν το τελευταίο διάστημα το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης πανελλαδικά.
Ωστόσο εμείς εδώ στην Κρήτη έχουμε μία φωνή η οποία ήταν σημάδεψε γενιές και γενιές Κρητικών. Ο Νίκος Ψιλάκης, με τη φωνή του μέσα από τα ερτζιανά αλλά κυρίως με την πένα του, έγινε ορόσημο για πολλούς από εμάς.
Η Κρήτη, και ιδιαίτερα ο τόπος καταγωγής του η Κασταμονίτσα Ηρακλείου, κυλά στο αίμα και στα κατάβαθα της ψυχής του διακεκριμένου συγγραφέα και αυτό συνάγεται αβίαστα από το έργο του. Έχει συγγράψει πάνω από 20 βιβλία, όλα έχουν στο επίκεντρο τους τα ήθη, τα έθιμα, την παράδοση, την ιστορία και τη διατροφή του τόπου μας.
Το βιβλίο του «Κρητική Παραδοσιακή Κουζίνα- Το θαύμα της Κρητικής διατροφής» έχει μεταφραστεί σε έξι γλώσσες (ελληνικά, αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, ολλανδικά και ρωσικά) ενώ ο ίδιος έχει βραβευθεί δύο φορές από την Ακαδημία Αθηνών. Η πρώτη ήταν το 1994 οπότε του απονεμήθηκε το βραβείο για τη δίτομη μελέτη «Μοναστήρια και Ερημητήρια της Κρήτης», ύστερα από πρόταση του βυζαντινολόγου Μανώλη Χατζηδάκη και του ιστορικού Μανούσου Μανούσακα. Η δεύτερη φορά ήταν το 2022 όταν έλαβε έπαινο για το σύνολο του έργου του στην ιστορική μυθιστοριογραφία.
Σε αυτό το πλαίσιο είχε την γενναιοδωρία να μοιραστεί με το κοινό του Ηρακλείου κάποιες από τις φωτογραφίες που έχει τραβήξει ο ίδιος σε μία μοναδική έκθεση στη Βασιλική του Αγίου Μάρκου (1 Νοεμβρίου- 9 Δεκεμβρίου).
Η έκθεση έχει προσελκύσει ήδη πλήθος επισκεπτών οι οποίοι αναγνωρίζουν και τιμούν τον σπουδαίο Ηρακλειώτη και επιθυμούν να δουν το χρόνο που σταμάτησε μπροστά στο «κλικ» του Νίκου Ψιλάκη.
Μέσω του Cretalive κάνει μία αναδρομή σε εκείνες τις μικρές ή μεγάλες στιγμές που, χωρίς να το αντιλαμβανόμαστε εκείνη τη στιγμή, με το πέρασμα των χρόνων, μένουν βαθιά χαραγμένες μέσα μας.
«Πώς να τις μετρήσω τις μεγάλες αγάπες; Πώς να ταξινομήσω το παρελθόν, μαζί και τις φορτισμένες με μπόλικο συναίσθημα επιλογές μου; Οι αγάπες έρχονται χωρίς να το καταλάβουμε, απλά τις νιώθουμε δίπλα μας, τις βλέπουμε να συνοδοιπορούν και, πολύ συχνά, να μας οδηγούν σε μονοπάτια που μήτε καν υποψιαζόμασταν ότι υπήρχαν. Σήμερα μπορώ να πω με σιγουριά ότι η πρώτη μου μεγάλη αγάπη ήταν η λογοτεχνία. Διάβαζα, μελετούσα, έγραφα κιόλας. Στα εφηβικά μου χρόνια είχα αποστηθίσει αμέτρητα ποιήματα Ελλήνων και ξένων ποιητών μόνο και μόνο επειδή μου προκαλούσαν συγκίνηση.
Τότε, στα τελευταία χρόνια της Χούντας, έφηβος πια, η δημοσιογραφία δεν χωρούσε ούτε στα πιο τρελά όνειρά μου. Προέκυψε λίγο αργότερα ως παράλληλος δρόμος. Μόλις είχε αποκατασταθεί η δημοκρατία και είχε αρχίσει η εντονότατη πολιτικοποίηση της γενιάς μου. Η φωτογραφία είχε μάλλον προηγηθεί μάλλον για πρακτικούς λόγους. Αργότερα, στα πρώτα χρόνια της δημοσιογραφίας, έγινε ανάγκη και στη συνέχεια έρωτας. Ήμουν μαθητής ακόμη όταν την ανακάλυψα ως μέσον διάσωσης της μνήμης. Σαν να μου ψιθύριζε κάποιος ότι αυτά που έβλεπα τότε στο ημιορεινό χωριό μου σηματοδοτούσαν και το τέλος μιας εποχής. Ερείπια, λιτανείες, έθιμα.
Δανειζόμουν φωτογραφικές μηχανές, αγόραζα φιλμ με το ισχνό μαθητικό χαρτζιλίκι μου. Την παλαιότερη φωτογραφία που δημοσιεύεται στον τόμο «Λαϊκές Τελετουργίες στην Κρήτη – έθιμα στον κύκλο του χρόνου», την είχα βγάλει στα 17 μου χρόνια. Με δανεική μηχανή…
Πόσο διάστημα καλύπτουν οι φωτογραφίες και από ποιες περιοχές της Κρήτης;
«Οι φωτογραφίες που εκτίθενται στη Βασιλική του Αγίου Μάρκου καλύπτουν μια μακρά διαδρομή τεσσάρων δεκαετιών και προέρχονται από όλες τις περιοχές της Κρήτης, κυρίως από την ύπαιθρο, από χωριά, από βουνά και σπήλαια. Πάντοτε όμως έχουν ως επίκεντρο την ανθρώπινη δραστηριότητα και τις πιο σημαντικές στιγμές του παραδοσιακού εθιμικού βίου».
Ποιες αλλαγές βλέπετε μέσα από τον φωτογραφικό σας φακό στα τόσα χρόνια στο νησί μας;
«Ο φακός είναι ένα εκπληκτικό μέσον αλλά και ένας ενδιαφέρων τρόπος να βλέπεις τον κόσμο, να βλέπεις τα πράγματα, να βλέπεις ακόμη και τον ίδιο τον εαυτό σου. Τυπώνοντας μια φωτογραφία μπορεί να ανακαλύψεις πράγματα που δεν είχες προσέξει κατά την ώρα της λήψης, ας πούμε κάποιες ενδυματολογικές επιλογές, κάποιες αισθητικές αντιλήψεις. Οι αλλαγές, επομένως, είναι απολύτως αναμενόμενες. Ο κόσμος αλλάζει κάθε μέρα, αλλά πιο πολύ αλλάζει ο τρόπος που τον βλέπουμε εμείς!».
Ποιο είναι το τοπικό έθιμο που έχει χαραχτεί στη μνήμη και στην καρδιά σας;
«Στη μνήμη ο περισχοινισμός. Μαθητής ήμουν ακόμη αλλά ποτέ δεν θα ξεχάσω τη φόρτιση, την απορία, μα και την αγωνία μου. Μαυροφορεμένες και μαυρομαντιλούσες γυναίκες κρατούσαν νήματα και έζωναν ολόγυρα το χωριό για να δημιουργήσουν έναν νοερό προστατευτικό κύκλο στον οποίο δεν θα μπορούσε πλέον να εισχωρήσει κανένα κακό. Δεν ξέρω γιατί πίστευα ότι το έθιμο ερχόταν από κάποιο μακρινό παρελθόν και φοβόμουν ότι δεν θα άντεχε άλλο. Αποδείχτηκε εκ των πραγμάτων ότι οι φόβοι μου ήταν υπερβολικοί. Αξιώθηκα να φωτογραφίσω περισχοινισμούς και σε πολύ μεταγενέστερες εποχές. Δεν θα μπορούσα όμως να μην αναφερθώ στη λιτανεία της ανομβρίας που αξιώθηκα να τη φωτογραφίσω στιγμή προς στιγμή, μεγάλος πια. Πίστευα ότι δεν φωτογράφιζα τις μορφές των ανθρώπων, αλλά τον εσώτατο κόσμο τους. Την αγωνία τους, το συναίσθημα, το δέος μπροστά στον Θεό και την παντοδυναμία της φύσης».
Η λιτανεία της ανομβρίας στην Κασταμονίτσα
Στην καρδιά μου έχει χαραχτεί ο εθιμικός κύκλος της Μεγάλης Εβδομάδας και ιδιαίτερα οι όμιλοι των γυναικών που φρόντιζαν τον νεκρό Χριστό αμέσως μετά τη Σταύρωση. Απίστευτη τελετουργία. Κλείνονταν στην εκκλησία, έψαλλαν, θρηνούσαν, έλεγαν μοιρολόγια και αυτοσχέδια άσματα. Ήταν σαν να βίωναν σε πραγματικό χρόνο τα Θεία Πάθη, σαν να είχαν μπροστά τους όχι κάποια εικόνα αλλά το ίδιο το άχραντο σώμα του Θεανθρώπου.
Υπάρχει μία μοναδική φωτογραφία που σας έχει επηρεάσει βαθιά;
«Α, πολλές. Τόσο πολλές που δεν θα μπορούσα να ξεχωρίσω τη μία! Φωτογραφίες διαφόρων εποχών, διαφόρων δημιουργών και διαφόρων αισθητικών τάσεων. Στο τελευταίο μυθιστόρημα «Η κραυγή των απόντων», δυο από τους βασικούς ήρωες ήταν φωτογράφοι. Πολλές από τις απόψεις που διατυπώνονται για την αισθητική της φωτογραφίας αποτελούν κατά κάποιον τρόπο κανόνα και για μένα. Ο άνθρωπος, ας πούμε, που φωτογραφίζεται στο περιβάλλον του, η φωτογραφία που αφηγείται, η εικόνα ως κοινωνικό τεκμήριο. Ωστόσο, αυτό είναι ένα ταξίδι που δεν τελειώνει. Όσο υπάρχει κόσμος θα υπάρχουν και δημιουργοί – φωτογράφοι, συγγραφείς, ζωγράφοι, γλύπτες, μουσικοί – που θα μας συγκινούν με την τέχνη τους και θα μας κάνουν να βλέπουμε πιο καθαρά την ομορφιά της ζωής».
Σπήλαιο Αγίου Χαραλάμπη στα Σφακιά
Δεκαπενταύγουστος στην Καλυβιανή