Του Σπύρου Δαράκη
Δύο χρόνια συμπληρώνονται από την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία στις 24/2/2022, και η ιμπεριαλιστική σύγκρουση ΗΠΑ – ΝΑΤΟ – ΕΕ και Ρωσίας μοιάζει «σαν μόλις να ξεκίνησε», με βάση τις κινήσεις και των δύο στρατοπέδων και τα όσα δηλώνουν αξιωματούχοι τους.
Η γεωπολιτική αντιπαράθεση κλιμακώνεται και «ξεφεύγει» από τα «στενά» όρια της Ουκρανίας – αφορά τον συσχετισμό δυνάμεων σε Ανατολική Ευρώπη, Βαλτική, Μαύρη Θάλασσα και όλο και περισσότερο στην Αρκτική.
«Οι στρατιωτικοί αναλυτές αναμένουν τα επόμενα 5-8 χρόνια» μια πιθανή αναμέτρηση ΝΑΤΟ και Ρωσίας, προειδοποίησε ο Γερμανός υπουργός Άμυνας Μπ. Πιστόριους, ενώ ο καγκελάριος Ολ. Σολτς κάλεσε σε «παραγωγή όπλων σε μεγάλη κλίμακα», τονίζοντας ότι «δεν ζούμε σε καιρό ειρήνης».
«Υπάρχει ένα “παράθυρο” ενός, δύο, ίσως τριών χρόνων κατά τη διάρκεια του οποίου πρέπει να επενδύσουμε ακόμα περισσότερο στην Αμυνα», είπε χαρακτηριστικά ο αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων της Νορβηγίας.
Αλλά και η Ρωσία θα συνεχίσει να ενισχύει τις «αμυντικές» της δυνατότητες «ακόμα και μετά το τέλος της ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης» για να «αποτρέψει πιθανές απειλές από τη Δύση», δήλωσε ο αντιπρόεδρος του ρωσικού Συμβουλίου Ασφαλείας Ντμ. Μεντβέντεφ.
Ρώσος διπλωμάτης τόνισε ότι «η Ευρώπη προσπαθεί να στρατιωτικοποιηθεί, αλλά είναι απίθανο να τα καταφέρει στο εγγύς μέλλον» και «σε λίγα χρόνια μπορεί να υπάρξουν κολοσσιαίες αλλαγές στο ανατολικό μέτωπο, ίσως και πιο μακριά».
«Όλοι δυσαρεστημένοι με το status quo και το δικό τους μερίδιο…»
Στις τελευταίες διεθνείς συναντήσεις ηγετών, αξιωματούχων, εκπροσώπων μονοπωλιακών ομίλων του ευρωατλαντικού στρατοπέδου, στο Νταβός τον Γενάρη (Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ) και στο Μόναχο τον Φλεβάρη (Διάσκεψη Ασφαλείας), ένα βασικό ζήτημα που απασχόλησε ήταν το εξής: Εχει συνειδητοποιηθεί πλήρως ότι η Ευρώπη βρίσκεται σε πόλεμο; Προετοιμάζονται όλα τα κράτη επαρκώς, με αυτό ως δεδομένο;
«Η εντύπωση μετά το Νταβός είναι ότι η Ευρώπη ακόμα δεν έχει κατανοήσει πλήρως τη στρατηγική διάσταση του “σημείου καμπής” και ότι η Δύση “χορεύει στο ηφαίστειο”. Υπάρχει πόλεμος στην Ευρώπη», υπογράμμιζε άρθρο της γερμανικής «Handelsblatt».
Ενώ πολιτικός αναλυτής του «Guardian» επισημαίνει: «Στη φετινή Διάσκεψη (σ.σ. στο Μόναχο) οι Δυτικοί ηγέτες αναγνώρισαν την πραγματικότητα ενός μακροχρόνιου πολέμου πιο ξεκάθαρα από ό,τι πέρυσι», ωστόσο οι περισσότεροι «δεν λαμβάνουν τα επείγοντα μέτρα που απαιτούνται».
«Η Ευρώπη βρίσκεται σε πόλεμο. Οχι σε πλήρη πόλεμο με τον τρόπο που ήταν πριν 80 χρόνια, αλλά σίγουρα δεν είναι σε ειρήνη, όπως πριν 20 χρόνια» και η εν καιρώ ειρήνης λογική της διαπραγμάτευσης, του συμβιβασμού και του «win-win» απλά δεν ισχύει, καταλήγει.
Αλλά και η ετήσια έκθεση της Διάσκεψης Ασφαλείας του Μονάχου διαπιστώνει ότι οι «κύριοι παίκτες της Δύσης», άλλα ισχυρά ιμπεριαλιστικά κέντρα και χώρες του λεγόμενου «Παγκόσμιου Νότου» είναι «όλοι δυσαρεστημένοι με το status quo και το δικό τους μερίδιο».
Πολεμικές προετοιμασίες για «αντιπαράθεση δεκαετιών»
Ανεξάρτητα από το ποιος θα επιτεθεί σε ποιον και τα όποια προσχήματα για έναν απευθείας πόλεμο Ρωσίας – ΝΑΤΟ, το βέβαιο είναι ότι οι δυνάμεις του ευρωατλαντικού άξονα προετοιμάζονται, προσπαθώντας ταυτόχρονα να τραβήξει ο πόλεμος στην Ουκρανία, ώστε να κερδίσουν χρόνο και να φθαρούν οι αντίπαλες δυνάμεις.
Ο γγ του ΝΑΤΟ, Γ. Στόλτενμπεργκ, κάλεσε τους «συμμάχους» να προετοιμαστούν «για μια αντιπαράθεση που μπορεί να διαρκέσει δεκαετίες». «Η καλύτερη άμυνα είναι η υποστήριξη της Ουκρανίας και η επένδυση στις στρατιωτικές δυνατότητες του ΝΑΤΟ», είπε. «Αυτό σημαίνει μετάβαση από την αργή παραγωγή επί περιόδου ειρήνης σε γρήγορη παραγωγή, όπως απαιτείται εν καιρώ πολέμου».
Ως προς τους στόχους στην Ουκρανία, στον δεύτερο χρόνο του πολέμου το ευρωατλαντικό στρατόπεδο όλο και λιγότερο έκανε λόγο για «υπεράσπιση της εδαφικής ακεραιότητας» της Ουκρανίας «μέχρι τέλους», με «αποχώρηση των ρωσικών δυνάμεων» από την ανατολική Ουκρανία, επιστροφή της Κριμαίας κ.λπ.
Προτάσσονται ως νίκες η διεύρυνση του ΝΑΤΟ, με την ένταξη της Φινλανδίας και την επικείμενη της Σουηδίας, η στρατιωτική και οικονομική φθορά της Ρωσίας, ότι «χάνει επιρροή» στον Καύκασο και στην Κεντρική Ασία, «υποθηκεύει» το μέλλον της στο Πεκίνο και μειώνονται οι πωλήσεις ρωσικών υδρογονανθράκων στην Ευρώπη.
Στο προσκήνιο οι ευρωατλαντικές αντιθέσεις
Μπροστά στο ενδεχόμενο ενός γενικευμένου πολέμου στην Ευρώπη, εντείνονται οι συζητήσεις στις ΗΠΑ γύρω από το αν η αποστολή αμερικανικών στρατευμάτων και η πλήρης εμπλοκή θα ήταν «Νο 1 προτεραιότητα» για το αμερικανικό κεφάλαιο, με δεδομένο ότι άλλη μια ιμπεριαλιστική σύγκρουση βρίσκεται σε εξέλιξη στη Μέση Ανατολή, η αντιπαράθεση ΗΠΑ – Κίνας οξύνεται στην Ταϊβάν κ.α., μια εστία «σιγοβράζει» στην Κορεατική Χερσόνησο κ.ο.κ.
Το ερώτημα που τίθεται όλο και συχνότερα στα επιτελεία της ΕΕ είναι «αν θα μπορούσε η Ευρώπη να εμπλακεί μόνη της σε έναν πόλεμο με τη Ρωσία». Εδώ και μήνες το Κογκρέσο των ΗΠΑ μπλοκάρει το στρατιωτικό πακέτο 61 δισ. δολαρίων που προωθεί η κυβέρνηση Μπάιντεν για την Ουκρανία, ενώ ο Ντ. Τραμπ, επικρατέστερος για το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων στις προεδρικές εκλογές του Νοέμβρη, αμφισβήτησε το άρθρο 5 του ΝΑΤΟ αν ένα μέλος δεν δαπανά αρκετά για την Αμυνα.
Στην ΕΕ ενισχύεται ως κοινή παραδοχή το ότι ανεξαρτήτως ποιος θα εκλεγεί Πρόεδρος των ΗΠΑ, έχει στρατηγικό συμφέρον να εντείνει τις πολεμικές προετοιμασίες και τη στρατιωτική στήριξη στο Κίεβο.
Ο Σολτς κάλεσε τους Ευρωπαίους «συμμάχους» να καταβάλουν μεγαλύτερες προσπάθειες για την Ουκρανία, αλλά και για τη δική τους Άμυνα, ανεξάρτητα από το ποιος θα κερδίσει τις αμερικανικές εκλογές ή πώς θα τελειώσει ο πόλεμος, ενώ όπως τόνισε ο ΥΠΕΞ της Λετονίας Κρ. Κάρινς, πολλοί Αμερικανοί Πρόεδροι «λένε εδώ και χρόνια ότι η “πλούσια” Ευρώπη θα πρέπει να επενδύσει περισσότερο στην Αμυνα» και «με τα χρόνια οι ΗΠΑ θα έχουν λιγότερο την τάση να εγγυώνται πλήρως την ευρωπαϊκή ασφάλεια».
Αυξάνονται κατακόρυφα οι στρατιωτικές δαπάνες
Οι Ρεπουμπλικάνοι μπλοκάρουν το νέο αμερικανικό πακέτο για την Ουκρανία, θέλοντας μεταξύ άλλων να πιέσουν τους Ευρωπαίους να σηκώσουν μεγαλύτερο βάρος της σύγκρουσης με τη Ρωσία.
Οι στρατιωτικές δαπάνες των κρατών του ΝΑΤΟ θα καταγράψουν φέτος άλλο ένα ρεκόρ, ενώ είχε προηγηθεί μια άνευ προηγουμένου αύξηση 11% το 2023.
Φέτος αναμένεται 18 από τα 31 κράτη – μέλη να δαπανήσουν τουλάχιστον το 2% του ΑΕΠ για την Άμυνα (από 11 το 2023). Οι ευρωπαϊκές χώρες – μέλη θα επενδύσουν συνολικά 380 δισ. δολάρια για στρατιωτικούς σκοπούς.
Οι ΗΠΑ έχουν στείλει 42,2 δισ. ευρώ στρατιωτική βοήθεια στην Ουκρανία από τον Φλεβάρη 2022 έως τον Δεκέμβρη 2023. Η ΕΕ έχει δεσμεύσει 49,7 δισ. ευρώ, όμως έχουν δοθεί 35,2 δισ.
Η Γερμανία ανέφερε προγραμματισμένες στρατιωτικές δαπάνες 2% του ΑΕΠ της για πρώτη φορά μετά το 1992 (73,41 δισ. ευρώ, από 56,64 δισ. το 2023). Προϋπολογίζει για το 2024 τουλάχιστον 7 δισ. ευρώ για την Ουκρανία και έχει εξελιχθεί στον δεύτερο μεγαλύτερο χορηγό του Κιέβου μετά τις ΗΠΑ.
Σε νέους «πρωταγωνιστές» αναδεικνύονται κράτη όπως η Δανία, η οποία εκπαιδεύει Ουκρανούς πιλότους και θα στείλει τα πρώτα μαχητικά F-16 στην Ουκρανία μέσα στο καλοκαίρι, ενώ ανακοίνωσε ότι θα διαθέσει όλο της το απόθεμα πυρομαχικών στο Κίεβο.
Ταυτόχρονα οι ρωσικές στρατιωτικές δαπάνες θα αυξηθούν κατά σχεδόν 70% το 2024, στα 106 δισ. ευρώ (6% του ΑΕΠ), φανερώνοντας την αποφασιστικότητα της Μόσχας να συνεχίσει τον πόλεμο και τη συνολικότερη προετοιμασία της στην αντιπαράθεση με το ευρωατλαντικό μπλοκ.
Η ΕΕ προσπαθεί να ηγηθεί της γεωπολιτικής σύγκρουσης
Η ΕΕ «βγαίνει μπροστά», όπως δείχνουν η έγκριση του πακέτου μακροοικονομικής στήριξης της Ουκρανίας, ύψους 50 δισ. ευρώ για το διάστημα 2024 – 2027, και η καθαρά πολιτική απόφαση να ανοίξει ενταξιακές διαπραγματεύσεις με Ουκρανία και Μολδαβία ανεξάρτητα από το αν και πότε θα γίνει τελικά η ένταξη.
Τις επόμενες βδομάδες η Κομισιόν θα παρουσιάσει πρόταση της στρατηγικής αμυντικής βιομηχανίας της, προαναγγέλλοντας επίσης την ίδρυση Γραφείου Αμυντικής Καινοτομίας στην Ουκρανία και θεσμοθέτηση επιτρόπου Αμυνας.
Σε βάθος χρόνου η ΕΕ θα λαμβάνει υπόψη «τις στρατιωτικές ανάγκες της Ουκρανίας» στον καθορισμό της στρατηγικής αμυντικής βιομηχανίας, και η Ουκρανία θα ενταχθεί στα αμυντικά προγράμματα της ΕΕ.
Στο μεταξύ, Βρετανία, Γερμανία, Γαλλία και Δανία υπέγραψαν «συμφωνίες ασφαλείας» με την Ουκρανία και ετοιμάζεται και η Ιταλία, στο πλαίσιο της απόφασης του G7 στο περιθώριο της περσινής Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ, με στόχο την ντε φάκτο ΝΑΤΟποίηση του ουκρανικού εδάφους και των ουκρανικών Ενόπλων Δυνάμεων, ακόμα και χωρίς επίσημη ένταξη, που σήμερα φαίνεται αρκετά σύνθετη.
Προσπάθειες γίνονται για αναβίωση του λεγόμενου «Τριγώνου της Βαϊμάρης» (Γερμανία, Γαλλία, Πολωνία), ώστε να «ηγηθεί» στην «ασφάλεια» της Ευρώπης.
Όλα τα μέτωπα μπλέκονται
Στο άλλο στρατόπεδο, η Ρωσία ενισχύει τις «συμμαχίες» της με Κίνα, Ιράν, Βόρεια Κορέα, κράτη της Κεντρικής Ασίας κ.ά. και γι’ αυτόν τον λόγο οι «δυτικές» κυρώσεις στοχεύουν πλέον όλο και περισσότερο εταιρείες σε Κίνα, Ινδία, Τουρκία και Β. Κορέα.
Προχωρά επίσης η καπιταλιστική «ολοκλήρωση» Ρωσίας – Λευκορωσίας στο πλαίσιο του «Ενωσιακού Κράτους», ενώ αναπτύχθηκαν ρωσικά τακτικά πυρηνικά σε λευκορωσικό έδαφος.
Το Μινσκ καταγγέλλει προσπάθειες της «Δύσης» να «συρθεί» στον πόλεμο, ενώ οξύνεται η γεωπολιτική σύγκρουση στη Μολδαβία.
Η ιμπεριαλιστική σύγκρουση στην Ουκρανία έχει παγκόσμιες προεκτάσεις και συνδέεται και με άλλα καυτά μέτωπα.
Ενδεικτικά:
Η σύγκρουση στη Μέση Ανατολή και οι επιθέσεις σε εμπορικά πλοία στην Ερυθρά Θάλασσα έχουν μειώσει τις διελεύσεις από το Σουέζ, φέρνοντας στο προσκήνιο τη Βόρεια Θαλάσσια Διαδρομή στην Αρκτική, την οποία προωθεί επίμονα η Ρωσία.
Ένας από τους στρατηγικούς στόχους της Μόσχας είναι να αυξηθούν κατακόρυφα οι εξαγωγές ρωσικού υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) και να ηγηθεί στην παγκόσμια αγορά. Καίριο ρόλο παίζει η Βόρεια Θαλάσσια Διαδρομή.
Μεγάλος ανταγωνιστής της Ρωσίας στο LNG, οι ΗΠΑ, περιλαμβάνουν στις κυρώσεις τους με αφορμή την Ουκρανία δεκάδες εταιρείες που εμπλέκονται στην κατασκευή έργων ενεργειακής υποδομής, όπως το «Arctic LNG 2».
Η στρατιωτική βοήθεια που προσφέρει η Β. Κορέα στη Ρωσία, με αντάλλαγμα μεταξύ άλλων τεχνογνωσία στην ανάπτυξη δορυφόρων, προστίθεται στην κλιμάκωση στην Κορεατική Χερσόνησο. Η συνεργασία με την Κίνα ευνοεί τη στρατιωτική ενίσχυση των κινεζικών δυνάμεων και στο μέτωπο της Ταϊβάν.
Η αναζήτηση νέων δρόμων μεταφοράς Ενέργειας και εμπορευμάτων, λόγω παράκαμψης της Ρωσίας, εντείνει και τον ανταγωνισμό «Δύσης» – Ρωσίας – Κίνας στην Κεντρική Ασία, ενώ η Μόσχα θέλει να ηγηθεί στην «ευρασιατική ασφάλεια» μέσω της στρατιωτικής της συμμαχίας Οργανισμός Συνθήκης για τη Συλλογική Ασφάλεια (CSTO).
Με το Ιράν η Μόσχα προωθεί τον Διάδρομο Βορρά – Νότου, σχέδιο ανταγωνιστικό σε άλλα του ευρωατλαντικού άξονα.
Μια πυρηνική δύναμη «δεν χάνει πόλεμο»
Υπογραμμίζοντας ότι μια πυρηνική δύναμη «δεν χάνει ποτέ πόλεμο», η Ρωσία συνεχίζει να αναβαθμίζει το πυρηνικό της οπλοστάσιο.
Το ποσοστό των σύγχρονων όπλων στις ρωσικές στρατηγικές πυρηνικές δυνάμεις έφτασε το 95%, δήλωσε ο Πρόεδρος Βλ. Πούτιν, προσθέτοντας πως «ξεκινήσαμε τη σειριακή παραγωγή νέων υπερηχητικών πυραύλων Zircon και ολοκληρώνονται οι δοκιμές άλλων επιθετικών συστημάτων».
Την ίδια στιγμή, τις τελευταίες μέρες, μετά και την κατάληψη της Αβντιίβκα, υψηλόβαθμοι Ρώσοι αξιωματούχοι απειλούν με προέλαση των ρωσικών στρατευμάτων στο Κίεβο, αλλά και «στα σύνορα της ΕΕ», κοντά στη μεθόριο με Πολωνία, Σλοβακία, Ρουμανία, Ουγγαρία κ.λπ.