Έπεσε περαιτέρω στο 61% το ποσοστό ιδιοκατοίκησης στη χώρα μας, σύμφωνα με έρευνα της Metron Analysis. Θυμίζουμε ότι το 2005 οι Έλληνες που κατείχαν το δικό τους κεραμίδι έφθασαν σε ποσοστό το 81,4% ένα από τα υψηλότερα ποσοστά στην Ευρώπη! Μάλιστα το ποσοστό αυτό διατηρήθηκε σε υψηλά επίπεδα 73% την εποχή της οικονομικής κρίσης και των μνημονίων (2011-12). Ωστόσο το 2024 για πρώτη φορά στην ιστορία το ποσοστό αυτό έπεσε κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο ιδιοκατοίκησης.
Την ίδια ώρα στελέχη της αγοράς ακινήτων σημειώνουν ότι, στα δύο μεγάλα αστικά κέντρα της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, το ποσοστό το ποσοστό αυτό είναι ακόμη χαμηλότερο, καθώς εκτιμάται ότι κινείται στα όρια του 60%!
Τα κυριότερο πρόβλημα που οδηγεί στη μείωση αυτή είναι το γεγονός ότι οι αξίες των οικιστικών ακινήτων αυξάνεται με διψήφια ποσοστά τη τελευταία διετία, ενώ από το 2017, που ήταν το χαμηλότερο σημείο για την αξία των ακινήτων έως το Β’ Τρίμηνο του 2024 η αύξηση της αξίας των ακινήτων στην Αθήνα ανέρχεται στο 90%.
Παράλληλα μεγάλο μέρος των κατοικιών «χάθηκαν» και από την έναρξη των πλειστηριασμών, αλλά και την πανδημική κρίση, αφού μέρος των ιδιοκτητών με οφειλές προς τις τράπεζες μπορεί να επέλεξαν να πουλήσουν την ιδιοκτησία τους για να εξοφλήσουν τις οφειλές τους.
Με λίγα λόγια τα οικονομικά δεδομένα και το υψηλότατο κόστος ζωής κάνει ουσιαστικά απαγορευτική την αγορά σπιτιού.
Σε οτι αφορά τώρα τον ηλιακό από χάρτη των ιδιοκτητών η έρευνα της Metron Analysis επισημαίνει οτι το 75% άνω των 50 ζουν σε ιδιόκτητο σπίτι ενώ οι νέοι αναγκαστικά έχουν στραφεί στο ενοίκιο και μόλις το 30% δηλώνει ιδιοκατοίκηση. Επισημαίνεται δε ότι οι νέοι δεν σχεδιάζουν πλέον να αποκτήσουν το δικό τους σπίτι. Και αυτό διότι η σχέση μισθών-κόστους ζωής είναι ανισόρροπη ενώ την ίδια ώρα οι τιμές των ακινήτων έχουν εκτοξευθεί και τα τραπεζικά δάνεια που προσφέρονται δεν τις καλύπτουν σε καμία περίπτωση. Παράλληλα τα υψηλά επιτόκια εκτοξεύουν το ποσό που πρέπει να αποπληρωθεί. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι μόνο 20% των συναλλαγών αγοράς κατοικίας γίνεται με τη χρήση στεγαστικού δανείου, ποσοστό που στην Ιταλία, για παράδειγμα, είναι στο 55%».
Έτσι λοιπόν η νέα γενιά στρέφεται αναγκαστικά στο ενοίκιο και εκεί συγκρούεται μετωπικά με μια άλλη σκληρή πραγματικότητα.
Αυτή του συνωστισμού στο ίδιο σπίτι (overcrowding rate)… Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, το 2010 αυτό ίσχυε για το 25,5% του πληθυσμού στην Ελλάδα, έναντι 19,1% κατά μέσον όρο στην Ε.Ε. Το 2021 στην Ελλάδα το σχετικό ποσοστό είχε αυξηθεί σε 28,5% του πληθυσμού, ενώ στην Ε.Ε. είχε υποχωρήσει στο 17,3%. Με βάση την ορολογία της Eurostat, σε αυτή την κατηγορία εντάσσονται όσοι άνθρωποι μένουν σε σπίτι όπου αντιστοιχεί λιγότερο από ένα δωμάτιο για κάθε ενήλικο ή ζευγάρι και ένα δωμάτιο για κάθε ζευγάρι παιδιών, ηλικίας έως 12 ετών.
Είναι φανερό ότι οι παρεμβάσεις της Κυβέρνησης με προγράμματα όπως το «Σπίτι μου» δεν λειτουργούν. Άλλωστε με την ανακοίνωση των προγραμμάτων οι τιμές των ακινήτων εκτοξεύθηκαν περαιτέρω με αποτέλεσμα τα δάνεια που δίνονταν να μην είναι αρκετά για μια αξιοπρεπή αγορά.