Η Κύπρος και, δευτερευόντως, η Κρήτη έχουν βρεθεί στο επίκεντρο θεωριών και ανησυχιών που συνδέονται με τον σιωνισμό και τις προεκτάσεις του. Αν και συχνά οι σχετικές απόψεις ερμηνεύονται ως συνωμοσιολογικές, ιστορικά και σύγχρονα στοιχεία αποκαλύπτουν ότι δεν είναι απολύτως αβάσιμες: πρόσωπα, οργανώσεις και πολιτικές τάσεις που κινούνται στο φάσμα του σιωνισμού έχουν κατά καιρούς εκδηλώσει ενδιαφέρον για τον στρατηγικό ρόλο της Κύπρου, ενώ πιο πρόσφατα, δημογραφικές μεταβολές και επενδυτικές κινήσεις εντείνουν τις ανησυχίες για μια ντε φάκτο «αλλαγή ταυτότητας» του νησιού.
Η Κύπρος ως πρώιμη εναλλακτική του σιωνιστικού οράματος
Η Κύπρος αποτέλεσε, ήδη από τις αρχές του 20ού αιώνα, αντικείμενο σιωνιστικής σκέψης ως πιθανός τόπος εποικισμού, όταν η Παλαιστίνη παρέμενε πολιτικά και νομικά απρόσιτη. Ο Ντέιβις Τρίετς, εξέχουσα μορφή του πρώιμου σιωνισμού, προώθησε ενεργά το ενδεχόμενο αποικισμού του νησιού, τοποθετώντας την Κύπρο ως προέκταση του λεγόμενου «Μεγάλου Ισραήλ».
Η γεωγραφική εγγύτητα της Κύπρου στην Παλαιστίνη, το καθεστώς της ως βρετανικής αποικίας από το 1925, αλλά και η χρήση της ως μεταβατικού χώρου για περίπου 53.000 Εβραίους κρατούμενους μεταξύ 1946 και 1949, συνέβαλαν στην ενίσχυση της εικόνας του νησιού ως στρατηγικού σταθμού του σιωνιστικού κινήματος. Αν και ποτέ δεν αποτέλεσε τον κεντρικό άξονα του σιωνιστικού σχεδίου, η Κύπρος παραμένει σε μερίδα της σχετικής βιβλιογραφίας ως πρώιμη «σιωνιστική αποικία», που σταδιακά απέκτησε χαρακτήρα στρατηγικής βάσης για μελλοντικές επιχειρήσεις στην ευρύτερη περιοχή.
Σύγχρονες εξελίξεις: Δημογραφικές μεταβολές και «στρατηγικός εποικισμός»
Στη μεταψυχροπολεμική εποχή και ιδίως μετά το 2020, πληθαίνουν οι φωνές στην Κύπρο — τόσο στον Νότο όσο και στα κατεχόμενα εδάφη του Βορρά — που κάνουν λόγο για σιωνιστική επέκταση μέσω μαζικών αγορών γης και συστηματικής μετακίνησης πληθυσμών.
Ενδεικτικά στοιχεία:
-
Μεταξύ 2021 και 2023, περίπου 4.000 ακίνητα φέρεται να έχουν αγοραστεί από Ισραηλινούς πολίτες ή συμφέροντα, δημιουργώντας «κλειστές κοινότητες» που θυμίζουν τη λογική των ισραηλινών εποικισμών.
-
Ο Στέφανος Στεφάνου, γενικός γραμματέας του ΑΚΕΛ, προειδοποίησε για «στρατηγική εποικισμού» που οδηγεί σε «νέα χώρα κατεχόμενη από το Ισραήλ».
-
Ισραηλινά ΜΜΕ, όπως η Haaretz, χαρακτήρισαν την Κύπρο ως πιθανό «δεύτερο Ισραήλ», ενώ τουρκικά μέσα και βουλευτές μιλούν για «σιωνιστικό επεκτατισμό» κοντά σε φράγματα, βιομηχανικές ζώνες και ακτές.
Το ζήτημα δεν περιορίζεται στις επενδυτικές κινήσεις. Οι ανησυχίες επεκτείνονται και σε ζητήματα στρατιωτικής συνεργασίας, παρακολούθησης, αλλά και πιθανής εμπλοκής υπηρεσιών όπως η Μοσάντ. Οι αναφορές αυτές — είτε τεκμηριωμένες είτε υπερβολικές — τροφοδοτούν μια δημόσια συζήτηση στην Κύπρο και την ευρύτερη Ανατολική Μεσόγειο για τις πραγματικές προθέσεις πίσω από την έντονη ισραηλινή παρουσία στο νησί.
Η περίπτωση της Κρήτης: Από τη γεωπολιτική φαντασίωση στη στρατηγική συνεργασία
Σε αντίθεση με την Κύπρο, η Κρήτη σπάνια εμφανίζεται ως στόχος σιωνιστικού επεκτατισμού στις επίσημες ή ιστορικές σιωνιστικές προσεγγίσεις.
Αυτό δεν σημαίνει ότι το ενδιαφέρον είναι ανύπαρκτο. Η ελληνοϊσραηλινή συνεργασία, ιδιαίτερα σε ζητήματα ενέργειας (όπως οι αγωγοί φυσικού αερίου), στρατιωτικής εκπαίδευσης, παρακολούθησης και τεχνολογίας, ενισχύεται διαρκώς. Οι συχνές κοινές ασκήσεις και οι επενδύσεις σε υποδομές έχουν κάνει την Κρήτη — και ειδικά τον νομό Χανίων — ελκυστικό πεδίο για ισραηλινές επενδύσεις.
Οικονομικά δεδομένα: Το ισραηλινό κεφάλαιο στα Χανιά
Η πραγματική διείσδυση ισραηλινών συμφερόντων στην Κρήτη φαίνεται πιο έντονα στον τομέα της αγοράς ακινήτων. Εκτιμάται ότι περίπου τέσσερις στους δέκα αγοραστές ακινήτων στην ευρύτερη περιοχή των Χανίων είναι είτε Ισραηλινοί πολίτες είτε εταιρείες με ισραηλινή συμμετοχή.
Αυτό το στοιχείο δεν συνοδεύεται απαραίτητα από πολιτικές βλέψεις, όμως εγείρει ερωτήματα σχετικά με την ταυτότητα και τη μακροπρόθεσμη φυσιογνωμία της περιοχής.
Μεταξύ πραγματικότητας και υπερβολής
Αν και τα σενάρια για «σιωνιστική κυριαρχία» της Κύπρου ή της Κρήτης μπορεί να ακούγονται υπερβολικά, δεν προκύπτουν εν κενώ. Συνδυάζουν πραγματικά γεγονότα — ιστορικά και σύγχρονα — με ανησυχίες για εθνική κυριαρχία και γεωπολιτική αστάθεια. Οι πλέον ακραίες αφηγήσεις προέρχονται συχνά από αντισιωνιστικούς κύκλους, ωστόσο δεν παύουν να βρίσκουν απήχηση σε μερίδα του πληθυσμού.
Η ισορροπία μεταξύ επενδυτικής παρουσίας και εθνικής στρατηγικής καθίσταται κρίσιμο ζήτημα. Και όσο εντείνονται οι περιφερειακές συγκρούσεις, τόσο πιο πιθανό είναι οι θεωρίες να αποκτούν πολιτικό και κοινωνικό βάρος — ακόμα κι αν δεν στηρίζονται πάντοτε σε τεκμηριωμένες προθέσεις.
Το ερώτημα της επόμενης μέρας
Ο προβληματισμός γύρω από την Κύπρο και, σε μικρότερο βαθμό, την Κρήτη δεν αφορά μόνο την εξωτερική πολιτική του Ισραήλ ή τις εμπορικές πρακτικές επενδυτών. Αφορά κυρίως τον τρόπο με τον οποίο μικρές νησιωτικές κοινωνίες, με ισχυρή γεωπολιτική θέση, μπορούν να προστατεύσουν την αυτονομία τους απέναντι σε μεγάλες δυνάμεις και πλέγματα συμφερόντων που ξεπερνούν την τοπική κλίμακα.
Το μέλλον θα δείξει αν πρόκειται για στοχευμένο στρατηγικό σχέδιο ή για μεμονωμένες επενδυτικές τάσεις. Ωστόσο, το καθήκον των κρατών και των τοπικών κοινωνιών είναι να διακρίνουν τη διαφορά και να θεσμοθετούν αντίστοιχα. Για να μη μετατραπούν τα νησιά της Μεσογείου σε «πίσω αυλές» ξένων δυνάμεων.



