Ο αφηγητής σιωπούσε όταν έπαιρναν τους άλλους και “όταν έπαιρναν εμένα, δεν είχε μείνει κανείς να διαμαρτυρηθεί.” Έτσι τελειώνει ένα ποίημα που από τότε το θυμάμαι ήξερα ότι ήταν του Μπρεχτ. Το διαβάζω συχνά τελευταία – πολλοί το στέλνουν ως σχόλιο στο σάιτ μας, με την υπογραφή Bertolt Brecht.
Τις προάλλες ο ein Steppenwolf προσπάθησε να λύσει την παρεξήγηση στα σχόλια. Επειδή ξέρω πόσο καλός ερευνητής είναι, του ζήτησα να γράψει για τα ΜΙΚΡΟΠΡΑΓΜΑΤΑ κάτι το οποίο θα διέλυε το μύθο.
Ακολουθεί το πολύ ενδιαφέρον κείμενό του.
«Όταν οι Ναζί έπαιρναν τους κομμουνιστές
σιώπησα,
δεν ήμουν δα κομμουνιστής.
Όταν φυλάκιζαν τους σοσιαλδημοκράτες
σιώπησα,
δεν ήμουν δα σοσιαλδημοκράτης.
Όταν έπαιρναν τους συνδικαλιστές
σιώπησα,
δεν ήμουν δα συνδικαλιστής.
Όταν έπαιρναν εμένα,
δεν είχε μείνει κανείς
να διαμαρτυρηθεί».
Σίγουρα έχετε διαβάσει κάπου το παραπάνω διάσημο απόφθεγμα (που, όπως δείχνουν τα πράγματα, κερδίζει συνεχώς σ’ επικαιρότητα στη χώρα μας) μάλλον παραλλαγμένο για την περίσταση. Στη σειρά των θυμάτων μπορεί να προηγούνται οι μετανάστες, οι ομοφυλόφιλοι ή οι Εβραίοι.
Όχι, δεν το είπε ο Bertolt Brecht, όπως πιστεύουν πολλοί. Ανήκει στον Γερμανό πάστορα Martin Niemöller (1892-1984).
Εθνικιστής και αξιωματικός σε υποβρύχιο στον Α’ ΠΠ, αργότερα ισχυριζόταν ότι είχε αφήσει να πνιγούν οι ναυαγοί ενός απ’ τα εχθρικά πλοία που μόλις είχε βυθίσει, παρόλο που σύμφωνα με τον νόμο ήταν υποχρεωμένος να τους περισυλλέξει. Η κρίση συνειδήσεως, αλλά και η οικογενειακή παράδοση, τον οδήγησαν στις σπουδές θεολογίας και στο ιερατικό σχήμα.
Παρέμεινε όμως εθνικιστής, αντικομμουνιστής και αντισημίτης· απ’ το 1924 ως το 1933 ψήφιζε σταθερά ΧΑ (Χίτλερ Αδόλφο).
Σύντομα όμως διαχώρισε τη θέση του απ’ τον εθνικοσοσιαλισμό και το 1934 ίδρυσε την προτεσταντική Ομολογητική Εκκλησία (Bekennende Kirche), η οποία εναντιώθηκε στις προσπάθειες χειραγώγησης της Εκκλησίας απ’ τους Ναζί.
Δεν έδειξε όμως αλληλεγγύη προς τους κομμουνιστές («είναι αντίπαλοι της Εκκλησίας, αντίχριστοι»), τους ανιάτους, τους Εβραίους και τους λαούς των χωρών που είχε κατακτήσει η Γερμανία.
Εντωμεταξύ, το 1937 κλείστηκε κι ο ίδιος σε στρατόπεδο συγκέντρωσης, ὀπου έμεινε μέχρι το τέλος του πολέμου.
Η οκταετία πίσω απ’ το συρματόπλεγμα τον άλλαξε. Εν μέσω ερειπίων και πτωμάτων αναρωτήθηκε: πώς αυτός, ο χριστιανός, ο αντιφασίστας, ο φυλακισμένος μετά από προσωπική εντολή του Χίτλερ, άφησε τόσα εκατομμύρια ανθρώπους να πεθάνουν χωρίς να κάνει τίποτα; Το διάσημο απόφθεγμα είναι το απόσταγμα της αυτοκριτικής του.
Για ποιες ομάδες ανθρώπων είχε αδιαφορήσει, σύμφωνα με το απόφθεγμα; Δεν υπάρχει ένας και μοναδικός αυθεντικός κατάλογος· απ’ το 1946 ως τον θάνατό του το χρησιμοποίησε επανειλημμένα, προσαρμόζοντάς το στις περιστάσεις. Η ποιητική διασκευή στην αρχή του άρθρου είναι αυτή που δέχεται το Ίδρυμα Niemöller (Martin-Niemöller-Stiftung) ως κλασική μορφή.
Η σειρά των ομάδων είναι:
1) οι κομμουνιστές·
2) οι σοσιαλδημοκράτες·
3) οι συνδικαλιστές·
4) ο ίδιος ο Niemöller.
Αρχικά, η σύνθεση του καταλόγου μάλλον ήταν:
1) οι κομμουνιστές·
2) οι ανίατοι·
3) οι Εβραίοι ή οι Μάρτυρες του Ιεχωβά (Die Ernsten Bibelforscher)·
4) οι λαοί των χωρών που είχαν καταλάβει οι Γερμανοί·
5) ο ίδιος ο πάστορας.
Δύο εναλλακτικές συνθέσεις είναι:
1) οι κομμουνιστές·
2) οι συνδικαλιστές·
3) οι σοσιαλδημοκράτες·
4) οι προτεστάντες πάστορες εβραϊκής καταγωγής·
5) ο Martin Niemöller,
και:
1) οι κομμουνιστές·
2) οι σοσιαλιστές·
3) οι Εβραίοι·
4) η προτεσταντική Εκκλησία (μέλος της οποίας ήταν ο πάστορας).
Η επιμονή μου με τη σύνθεση και τη σειρά του καταλόγου οφείλεται στο ότι πιθανώς μεταβάλλει το νόημα της κατάληξης «όταν έπαιρναν εμένα, δεν είχε μείνει κανείς να διαμαρτυρηθεί».
Η προφανής ερμηνεία είναι ότι καθώς ο Niemöller δεν έκανε τίποτα για να προστατεύσει τους φυσικούς του συμμάχους στον αντιναζιστικό αγώνα, όταν ήρθε η σειρά του δεν είχε απομείνει κανείς να πολεμήσει δίπλα του:
«Together we stand, divided we fall».
Αν όμως στον κατάλογο μπουν οι ανίατοι, οι Εβραίοι και οι σκλαβωμένοι λαοί, τότε δεν έχουμε να κάνουμε πια με συμμάχους του Niemöller: οι ανίατοι κι οι Εβραίοι δεν θα είχαν τη δύναμη να εναντιωθούν στη δίωξη του πάστορα, ενώ οι υπόδουλοι λαοί δεν θα συμμαχούσαν μαζί μ’ έναν Γερμανό, που νιώθει τώρα εγκαταλειμμένος απ’ τον Θεό και, καθώς οι Ναζί τον σέρνουν σιδεροδέσμιο, έρχονται στο νου του τα λόγια του Χριστού απ’ το Κατά Ματθαίον:
41 Τότε ἐρεῖ καὶ τοῖς ἐξ εὐωνύμων· πορεύεσθε ἀπ’ ἐμοῦ οἱ
κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ
καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ·
42 ἐπείνασα γὰρ καὶ οὐκ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα καὶ οὐκ
ἐποτίσατέ με,
43 ξένος ἤμην καὶ οὐ συνηγάγετέ με, γυμνὸς καὶ οὐ περιεβάλετέ
με, ἀσθενὴς καὶ ἐν φυλακῇ καὶ οὐκ ἐπεσκέψασθέ με.
44 τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ καὶ αὐτοὶ λέγοντες· κύριε, πότε σε
εἴδομεν πεινῶντα ἢ διψῶντα ἢ ξένον ἢ γυμνὸν ἢ ἀσθενῆ ἢ ἐν
φυλακῇ καὶ οὐ διηκονήσαμέν σοι;
45 τότε ἀποκριθήσεται αὐτοῖς λέγων· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ’ ὅσον οὐκ
ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἐλαχίστων, οὐδὲ ἐμοὶ ἐποιήσατε.
46 καὶ ἀπελεύσονται οὗτοι εἰς κόλασιν αἰώνιον, οἱ δὲ δίκαιοι εἰς
ζωὴν αἰώνιον.
Δεν υπάρχει κανείς να τον βοηθήσει επειδή ο Θεός ο ίδιος τον τιμωρεί, στέλνοντάς τον «εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον» του στρατοπέδου συγκεντρώσεως, διότι δεν βοήθησε τον Χριστό όταν τον έβαζαν φυλακή ως κομμουνιστή, όταν αντί να συνδράμουν τον Χριστό ως ανίατον, του έκαναν ευθανασία, όταν έπαιρναν το ψωμί απ’ τον Χριστό, αφήνοντάς τον να πεθάνει από ασιτία ή τον εκτελούσαν.
Πιστεύω ότι αυτή η δεύτερη ερμηνεία είναι που ο Niemöller είχε στο νου του το 1946.
Ευχαριστώ τον Άρη Δημοκίδη για την ιδέα, και για την υπόδειξη της άκρως διαφωτιστικής ιστοσελίδας που έχει φτιάξει ο καθηγητής Harold Marcuse για το ζήτημα.