Η διατροφή ήταν και είναι πάντοτε σημαντικό μέρος της καθημερινής ζωής του πολιτισμού μιας ανθρώπινης κοινότητας. Την έλλειψη άμεσων γραπτών πληροφοριών για την διατροφή στη μινωική εποχή, έρχονται να υποκαταστήσουν το υλικά κατάλοιπα που σχετίζονται με την παρασκευή και την κατανάλωση της τροφής, τα οποία βρίσκουν οι αρχαιολόγοι στις ανασκαφές.
Η ανασκαφή των αρχαιολογικών χώρων δίνει μια σειρά από πολύτιμες πληροφορίες και αποκαλύπτει την καθημερινή ζωή των ανθρώπων της εποχής αυτής μέσα από τις διατροφικές τους συνήθειες. Τα πλούσια ευρήματα από τις ανασκαφές σε μινωικούς οικισμούς στην Κρήτη και με την βοήθεια των νέων τεχνολογιών να ανασυνθέτουν στοιχεία των τροφών, αποκαλύφθηκαν οι διατροφικές και καταναλωτικές συνήθειες και το πώς παρασκεύαζαν τα γεύματα τους οι μινωίτες.
Η Αμερικανίδα ανθρωπολόγος-κεραμίστρια, Jerolyn E. Morrison, συνδυάζοντας τις ανθρωπολογικές γνώσεις της με την πειραματική αρχαιολογία, ασχολείται με την μελέτη και ερμηνεία της κουζίνας και της μαγειρικής στην υστερομινωική περίοδο, εκπονώντας την διδακτορική της διατριβή, με την επίβλεψη του καθηγητή Ian Whitbread του Πανεπιστημίου του Leicester της Αγγλίας.
Στο Ινστιτούτο Μελετών (INSTAP) της Αμερικανικής Αρχαιολογικής Σχολής στην Παχεία Άμμο, συνάντησα την κα Morrison μαζί με την συνεργάτισσα της κα Στεφανία Χλουβεράκη, προϊστάμενη του τομέα συντήρησης αρχαιοτήτων, που επιμελήθηκε την μετάφραση.
Με το μάτι του ανθρωπολόγου, η κα Morrison, εξετάζει τα υπολείμματα που βρίσκονται από τις αρχαιολογικές έρευνες και σχετίζονται με την διαδικασία των μινωικών γευμάτων των νοικοκυριών στις μινωικές κοινότητες του Μόχλου και Παπαδιόκαμπου στην περιοχή της Σητείας, και του Κομμού στην περιοχή της Μεσαράς.
«Εξετάζουμε θραύσματα μινωικών κεραμικών σκευών, υπολείμματα τροφής που διασώζονται μέσα στα στρώματα της κατάχωσης του οικισμού, και προσπαθούμε μέσα από μια συγκριτική μελέτη των χώρων να κατανοήσουμε εάν υπάρχει μια ενιαία παράδοση ή εάν υπάρχουν διαφορές που χαρακτηρίζουν την κάθε μία από τις κοινότητες αυτές. Επίσης εξετάζουμε την θέση των εστιών μέσα στον χώρο, εάν υπάρχει μια τυποποιημένη διαρρύθμιση του χώρου της κουζίνας. Με αυτό τον τρόπο προσπαθούμε να κατανοήσουμε εάν υπάρχει ενιαία παράδοση ή εάν υπάρχουν διατροφικές ιδιαιτερότητες στις διαφορετικές κοινότητες.
Στον Κομό και στον Παπαδιόκαμπο χρησιμοποιούσαν πολύ τις χύτρες και τα πλάθανα «μινωικά γουόκ». Αντίθετα στο Μόχλος μαγείρευαν κυρίως σε τριποδικές χύτρες και πλάθανα. Αυτό είναι πολύ ενδιαφέρον και από ανθρωπολογικής και από πολιτισμικής άποψης.
Προσπαθούμε στα αγγεία να δούμε ένα βήμα παραπέρα, από αυτό που βλέπουμε σε ένα μουσείο. Προσπαθούμε μέσα από την αναπαραγωγή να ξαναζωντανέψουμε αυτά τα αντικείμενα βιώνοντας την χρήση τους. Τα βασικά αντιπροσωπευτικά σκεύη που συνδέονται με την τροφοπαρασκευή και έχουν βρεθεί στους οικισμούς, έχουν ταξινομηθεί σε τρις βασικές κατηγορίες: τριποδικές χύτρες, απλές χύτρες (χωρίς πόδια) και τα πλάθανα.
Η αναπαραγωγή των σκευών και η παρασκευή των φαγητών φέρνει την αρχαιολογική πληροφορία πολύ κοντά στον απλό άνθρωπο, στο μη ειδικευμένο κοινό. Επιτυγχάνεται μια άμεση κατανόηση από το κοινό, μιας αρκετά σύνθετης αρχαιολογικής πληροφορίας που ακόμα και μικρά παιδιά μπορούν να την κατανοήσουν.
Η διατροφή ήταν και είναι πάντοτε μέρος σημαντικό της καθημερινής ζωής και του πολιτισμού μιας ανθρώπινης κοινότητας. Στη μελέτη αυτή προσπαθούμε να κατανοήσουμε πόσος ήταν ο χρόνος που κατανάλωναν καθημερινά για την παρασκευή των φαγητών.
Αυτό που προσπαθούμε να κάνουμε είναι να αναπαραστήσουμε γεύσεις και συνδυασμούς από ευρήματα ανασκαφών σε μινωικές θέσεις. Τα συστατικά έχουν καταγραφεί από την έρευνα αρχαιολόγων και παλαιοντολόγων στην Κρήτη».
Τροφές και συνταγές
«Κύρια τροφή τους ήταν τα δημητριακά, τα όσπρια και τα θαλασσινά. Στην παρασκευή των γευμάτων τους χρησιμοποιούσαν ελαιόλαδο, κρασί, ξύδι, μέλι, δάφνη, ρίγανη, κόλιανδρο, κρεμμύδι, πράσο, σινάπι, φακές, σιτάρι, κριθάρι, λαθούρι (φάβα), φασόλια, ρεβίθια, βίκο, σίκαλη. Από την ζωική παραγωγή έτρωγαν κουνέλι, γουρούνι, λαγό, άγρια βοοειδή και πουλερικά. Η διατροφή τους συμπληρωνόταν από ψάρια και θαλασσινά (πεταλίδες, πορφύρες, δίθυρα, τρίτωνες, κοχύλια, χταπόδια). Κατανάλωναν αχλάδια, σύκα, σταφύλια, ξηρούς καρπούς όπως τα αμύγδαλα και βέβαια γάλα από γαλακτοφόρα ζώα, από το οποίο έφτιαχναν ένα είδος λευκού τυριού.
Με την συνεργασία του βιολόγου – σεφ Jad Al Younis φτιάχτηκαν λίστες συστατικών που έχουν ταυτοποιηθεί από πολλούς αρχαιολόγους από πολυάριθμες ανασκαφές. Στην συνέχεια με δική του δημιουργική παρέμβαση παρασκευάστηκαν ορισμένα πιάτα συνδυάζοντας τα συστατικά που γνωρίζουμε ότι υπάρχουν. Ουσιαστικά οι συνταγές που έχει δημιουργήσει ο Younis είναι μια ελεύθερη ερμηνεία των μινωικών γευμάτων».
Η Jerolyn Morrison υποστηρίζει, όπως και ο βοτανολόγος Oliver Rackham και η αρχαιολόγος Jennifer Moody, με τους οποίους συνεργάζεται, ότι η διατροφή που είχαμε στην Κρήτη πριν από εκατό χρόνια, ήταν πολύ πιο κοντά στην μινωική διατροφή. Η βιομηχανοποίηση και η τεχνολογία άλλαξαν τις διατροφικές συνήθειες. Σήμερα έχει χαθεί το εποχιακό στοιχείο, έχουν αλλάξει τα σκεύη και άλλαξαν οι γεύσεις.
ΛΕΩΝΙΔΑΣ Γ. ΚΟΥΔΟΥΜΟΓΙΑΝΝΑΚΗΣ