Πρόλογος του συγγραφέα Πάνου Ξηρουχάκη | Στο «Ευρώπη 2085» αναφέρομαι εκτενώς σε μία μορφή άσκησης πολιτικής και κοινωνικής εξουσίας, την Ψυχοϊστορία. Η έννοια αυτή βέβαια δεν είναι δική μου επινόηση. Ψυχοϊστορία είναι η φανταστική επιστήμη που επινόησε τη δεκαετία του 40 ο συγγραφέας Ισαάκ Ασίμοφ. Σύμφωνα με τη Ψυχοϊστορία η μελέτη της συμπεριφοράς μεγάλων ομάδων ανθρώπων μπορεί να προβλέψει τη γενικότερη ροή των μελλοντικών γεγονότων. Ο Ασίμοφ φαντάζεται λοιπόν την άσκηση πολιτικής με τη χρήση της Ψυχοϊστορίας στο μακρινό μέλλον.
Το «Ευρώπη 2085» αποτελεί τη συνέχεια του «Έκτορας το 2065» που εκδόθηκε το 2008. Λίγα λόγια για εκείνο το διήγημα πιστεύω ότι είναι απαραίτητα. To 2065 ο Τάκης Φωτόπουλος είναι φαντάρος του Ευρωπαϊκού στρατού. Η Ε.Ε. είναι πανίσχυρη και κυρίαρχη στην παγκόσμια γεωπολιτική σκακιέρα έχοντας αφήσει πίσω τις ΗΠΑ και την Κίνα. Ο «ήρωας» μας στέλνεται με τη μονάδα του στη Θεσσαλονίκη να πολεμήσει ενάντια σε μία αραβοκινέζικη «τρομοκρατική» ομάδα. Η αλήθεια είναι άλλη και ο ήρωας μας θα το μάθει με το σκληρό τρόπο . Οι Ευρωπαίοι ηγέτες κρύβουν τα πραγματικά γεγονότα επιμελώς από το λαό.
Μία παρανοϊκή ομάδα «Μάγων» έχει εφεύρει ένα αέριο που μετατρέπει τον άνθρωπο σε λύκο και επαναστατούν ενάντια στην Ε.Ε. Τελικά οι «Μάγοι» από δικό τους λάθος χάνουν. Η Ε.Ε παρουσιάζει τα γεγονότα όπως τη βολεύει. Ο Τάκης που σώζεται παρουσιάζεται από τους Ευρωπαίους ηγέτες σαν ήρωας με το ψευδώνυμο Έκτορας. Πάντα χρειάζεται ένας ήρωας. Ο Τάκης δέχεται τον ρόλο του Έκτορα αν και αισθάνεται ότι ξεπουλιέται, ότι προδίδει τον εαυτό του. Όμως άδικος ο κόπος. Υπάρχουν και άλλοι «Μάγοι» που χτυπάνε άγρια και αιφνιδιάζουν τους πάντες. Ο πόλεμος ξεκινά ξανά στην Ευρώπη του 2065…
Τη συνέχεια λοιπόν του «Έκτορας το 2065», θα τη διαβάσετε στο «Ευρώπη 2085», μία ιστορία αρνητικού φουτουρισμού (και πολιτικής επικαιρότητας δυστυχώς). Θα ήθελα τέλος να ευχαριστήσω για την ηθική βοήθειά τους το Λάμπρο Βενέτη, τα μέλη του Zero artistic Movement και την εφημερίδα «Αγώνας της Κρήτης».
Στη Μ.
ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ
«Τότε οι άνθρωποι θα ομοιάσουν με τους Παλιούς: ελεύθεροι, άγριοι, πέραν του καλού και του κακού, χωρίς κανέναν ηθικό φραγμό, θα αλληλοσκοτώνονται μέσα σε αλαλαγμούς χαρούμενων οργίων» Χ.Φ.ΛΑΒΚΡΑΦΤ
Ευρώπη 2085! Το χάος έχει ανατείλει στην Ευρώπη. Σε κάθε πόλη διεξάγονται για χρόνια πολύνεκρες συγκρούσεις μεταξύ αντίπαλων ιδεολογικών Σεχτών. Σε κάποιες πόλεις η μάχη είναι ακόμα αμφίρροπη και οι αντίπαλες Σέχτες ακόμα ανταγωνιστικές και ετοιμοπόλεμες. Σε αρκετές όμως που επικράτησε κάποια Σέχτα το αίμα δε σταματά να ρέει. Αντίθετα η νικήτρια Σέχτα προχωρά σε νέες σφαγές των ηττημένων ιδεολογικών αντιπάλων.
Στο Παρίσι επικράτησαν οι Νεοπαγανιστές. Χιλιάδες χριστιανοί στη συνέχεια εκτελέστηκαν. Ή προσχωρούσες στον Παγανισμό ή πέθαινες. Στη Mόσχα επικράτησαν οι Νεοναζί σε συμμαχία με τους απομονωτιστές. Οι ευρωπαϊστές, οι αριστεροί και οι χριστιανοί σφαγιάστηκαν από τους νικητές. Στη Μαδρίτη αντίθετα επικράτησαν οι ευρωπαϊστές σε συμμαχία με τους σιωνιστές. Χιλιάδες ακροδεξιοί, νεοπαγανιστές και αντιεξουσιαστές πέθαναν στα πογκρόμ που ακολούθησαν για την ανασύσταση του ευρωπαϊκού ονείρου.
Δέκα χρόνια έχουν περάσει από την κατάρρευση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι «Μάγοι» ηττήθηκαν τελικά από την Ε.Ε. Όμως η διαδικασία διάλυσης δεν μπορούσε να σταματήσει. Οι πολίτες δεν μπορούσαν να συγχωρέσουν στην ηγεσία της Ε.Ε ότι είπε τόσα ψέματα στον πόλεμο ενάντια στους « Μάγους». Ούτε το γεγονός ότι οι πολίτες δεν ήταν για την Ε.Ε. τίποτα άλλο παρά αναλώσιμο υλικό. Ο ευρωπαίος συντετριμμένος από τη διαπίστωση ότι η ιδεατή εικόνα που μέχρι πρότινος είχε για την Ε.Ε ήταν ψέμα, ασπάστηκε οτιδήποτε μπορούσε να τον κρατήσει ζωντανό. Δεν εγκαταλείπεις μια ακραία ιδέα παρά για να ασπαστείς μια άλλη ακραία ιδέα. Ιδεολογίες , που μέχρι πρότινος είχαν λίγους υποστηρικτές (κυρίως στα γκέτο) αύξησαν μέσα σε λίγα χρόνια ραγδαία τους οπαδούς τους: σατανισμός, πρωτογονισμός, σιωνισμός, punk, νεοκαθολικισμός, αναρχοφουτουρισμός, ουφολατρεία, γηπεδικός χουλιγκανισμός, φεμινισμός, νεοσοβιετισμός κλπ.
Μόνο το είκοσι της εκατό των Ευρωπαίων πολιτών πίστευε κάπου στα χρόνια της ακμής της Ε.Ε. Τώρα τα παραπάνω ιδεολογικά ρεύματα έχουν γίνει κυρίαρχα. Ιδεολογικές και πολιτικές Σέχτες που αγωνίζονται και καταπνίγουν οτιδήποτε αντίθετο. Σέχτες που ανταγωνίζονται μεταξύ τους με βία. Σέχτες απόλυτες.
Η Ε.Ε προσπάθησε στην αρχή να επιβληθεί. Όμως οι Σέχτες αυτές ενώθηκαν και νίκησαν σχεδόν παντού τον Ευρωπαϊκό στρατό. Μετά ξεκίνησε ο «εμφύλιος». Ο αγώνας ήταν αδυσώπητος. Στις Σέχτες που πολεμούσαν μεταξύ τους πρέπει να συνυπολογιστούν και αυτοί που ακόμα πιστεύουν στην Ε.Ε. και έχουν δημιουργήσει παραστρατιωτικά σώματα με σκοπό την ανασύσταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η πτώση όμως της Ε.Ε. ξεκίνησε ουσιαστικά πριν είκοσι χρόνια. Τo 2065 ήμουν φαντάρος του Ευρωπαϊκού στρατού. Σταλθήκαμε με τη μονάδα μου στη Θεσσαλονίκη να πολεμήσουμε ενάντια σε μία αραβοκινέζικη τρομοκρατική ομάδα. Η αλήθεια ήταν άλλη. Μία παρανοϊκή ομάδα «Μάγων» είχαν εφεύρει ένα αέριο που μετάτρεπε τον άνθρωπο σε λύκο. Χιλιάδες άνθρωποι λοιπόν μετατράπηκαν σε ανθρωποφάγους κτηνώδεις λύκους. Η σφαγή στη Θεσσαλονίκη ήταν δίχως προηγούμενο. Οι «Μάγοι» ήταν πανίσχυροι και ο στρατός κατατροπώθηκε. Εγώ από σύμπτωση επιβίωσα.
Ο λόγος που η Ε.Ε είπε ψέματα ήταν ότι φοβόταν να μάθει ο κόσμος ότι υπήρχαν εχθροί τόσο ισχυροί όσο οι «Μάγοι». Επίσης, χρεώνοντας τα τρομοκρατικά χτυπήματα στη συμμαχία των Αραβοκινέζων, μπορούσε να έχει τον πόλεμο που ήθελε ενάντια στην Αραβοκινέζικη συμμαχία. Οι Η.Π.Α. ήταν έτσι κι αλλιώς παρελθόν, μία δύναμη δορυφόρος της Ε.Ε. Η τελευταία, μετά την προσχώρηση της Ρωσίας και της Τουρκίας, είχε γίνει πανίσχυρη (κάποιοι αποκαλούσαν την Ε.Ε. μάλιστα Ευρασία). Όμως οι Αραβοκινέζοι ήταν ισχυρός αντίπαλος ακόμα. Έπρεπε να φανατιστούν οι Ευρωπαίοι εναντίον τους. Πάντα πρέπει να ξεκινάς έναν πόλεμο που είναι «δίκαιος».
Πριν τη Θεσσαλονίκη οι «Μάγοι» είχαν χτυπήσει και τις Βρυξέλες. Οι λύκοι επιτίθονταν και τρώγανε ανθρώπους σκορπώντας το χάος. Το αέριο όμως πρόδωσε τους συνωμότες. Η δράση του δεν κράτησε για πάντα όπως προβλεπόταν. Οι λύκοι ξανάγιναν άνθρωποι. Ο ευρωπαϊκός στρατός εκτέλεσε όσους ξαναέγιναν άνθρωποι, ώστε να μην υπάρχουν μάρτυρες. Οι «Μάγοι» ξέφυγαν. Το συμβάν χρεώθηκε στους απάνθρωπους Αραβοκινέζους. Όλα ήταν έτοιμα για τον «δίκαιο» πόλεμο.
Στη Θεσσαλονίκη όμως για δεύτερη φορά οι «Μάγοι» σκόρπισαν το χάος. Και πάλι το αέριο τους πρόδωσε. Σε αντίθεση με την προηγούμενη φορά, η αλήθεια μαθεύτηκε. Οι Ευρωπαίοι άρχισαν να δυσπιστούν απέναντι στην ηγεσία. Πολλοί πολίτες μάλιστα έγιναν οπαδοί των «Μάγων». Η άρχουσα τάξη βρισκόταν σε πανικό. Όταν οι «Μάγοι» χτύπησαν σε Αθήνα και Μόσχα, ξέσπασαν ταραχές παντού στην Ευρώπη. Οπαδοί των «Μάγων» συγκρούονταν παντού με Ευρωπαϊστές. Χιλιάδες οι νεκροί. Τελικά οι «Μάγοι» ηττήθηκαν οριστικά. Το αέριο τους απενεργοποιήθηκε από ένα άλλο αέριο που δημιούργησε η Ε.Ε. και μ’ αυτό ψέκασε προληπτικά όλη την Ε.Ε. Έτσι το αέριο των «Μάγων» δεν μπορούσε να μετατρέπει τους ανθρώπους σε λύκους πάνω στους οποίους οι «Μάγοι» είχαν σχεδόν τηλεπαθητικό έλεγχο. Οι ηγέτες των Μάγων εξοντώθηκαν οριστικά στη περίφημη «μάχη της Βαρκελώνης». Το κίνημα υποστήριξης προς τους μάγους έσβησε. Αυτό έγινε το 2067.
Όμως ο μύθος του ευρωπαϊκού ονείρου ξεθώριασε. «Όλα θα πάνε καλά» ήταν το σύνθημα του καλού ευρωπαίου. Τώρα οι ευρωπαίοι έβλεπαν ότι τίποτα δεν πάει καλά. Εγκατέλειψαν λοιπόν τα πιστεύω τους στην Ε.Ε και την ευρωπαϊκή ευτυχία. Ο βασιλιάς ήταν γυμνός. Οι πολίτες συνειδητοποίησαν πόσο αδιάφορη ήταν η Ε.Ε για τη ζωή του Ευρωπαίου πολίτη. Αυτή η συνειδητοποίηση σόκαρε και διαμόρφωσε νέες συνειδήσεις. Καθοριστικό επίσης υπήρξε το γεγονός ότι οι «Μάγοι» ήταν ικανοί να αλλάζουν την πραγματικότητα : άνθρωποι που γίνονταν λύκοι, αγάλματα που μετακινούνταν κλπ. Τα κατάφερναν αυτά με επιστημονικούς ή μαγικούς τρόπους; Αυτό δεν είχε ξεκαθαριστεί καθώς κάποιοι υποστηρίζουν ότι οι μάγοι ήταν επιστήμονες που παρουσιάζονταν σαν μάγοι για προβοκατόρικους σκοπούς , ενώ άλλοι είναι πεπεισμένοι για τις μαγικές τους ικανότητες. Όπως και να ’χει, αυτή η αλλοίωση της πραγματικότητας έρχονταν σε αντίθεση με τα ευρωπαϊκά πιστεύω, όπως είχαν διαμορφωθεί από την Ε.Ε. περί μίας ενιαίας και αμετάβλητης πραγματικότητας όπου κυριαρχούσε ο στείρος καταναλωτισμός. Τώρα και παρά την ήττα των «Μάγων» φαινόταν ότι τίποτα δεν είναι αληθινό, ότι όλα επιτρέπονται.
Έτσι τις καρδιές των ευρωπαίων ήρθαν να κατακτήσουν άλλα πιστεύω μέχρι πρότινος ξεπερασμένα: φυλετισμός, μονοθεϊσμός, ρετρό φανατικά μουσικά ρεύματα, κοινοκτημοσύνη, αντικαταναλωτισμός, νεοπαγανισμός κλπ.
Σαν ιδεολογικά ρεύματα όλα τα παραπάνω προϋπήρχαν. Αν και στο παρελθόν αυτές οι ιδεολογίες δεν ήταν συνυφασμένες απαραίτητα με τη βία, οι εποχές μας τις μετέτρεψαν σε βίαιες και αιμοσταγείς. Η ιδέα της Ε.Ε., η οικονομική θαλπωρή, ο καταναλωτισμός, η απολιτικοποίηση, ο θρίαμβος των προσωπικών συμφερόντων, όλα πέθαιναν. Τώρα οι ευρωπαίοι είχαν ανάγκη κάτι άλλο. Εξίσου ακραίο και απόλυτο με την Ε.Ε. Η ατάκα του ευρωπαίου πριν το 2065 «Όλα θα πάνε καλά» έδωσε τη θέση του στο «Τίποτα δε θα πάει καλά». Η Ε.Ε. δεν άντεξε τη θύελλα των εξεγέρσεων. Έπαψε να υφίσταται το 2075.
Οι ηγέτες της εξαφανίστηκαν. Οι στρατηγοί το ίδιο. Τα μεγάλα ευρωπαϊκά κανάλια απότομα σίγησαν. Οι πολυεθνικές εξαφανίστηκαν. Ελάχιστα μαγαζιά μείνανε ανοικτά, όπου οι ιδιοκτήτες τους οπλοφορούσαν μονίμως. Τα λίγα εναπομείναντα καταστήματα είχαν μετατραπεί σε οχυρωμένα φρούρια. Η αγροτική παραγωγή είχε υποχωρήσει στο 20 %. Και αυτή έφτασε στις πόλεις κατόπιν χημικού πολέμου που εξαπέλυσαν οι κάτοικοι των πόλεων ενάντια στον πληθυσμό της υπαίθρου που αρχικά φυσικά αισχροκερδούσε εις βάρος των αστικών πληθυσμών. Ο πληθυσμός των πόλεων στη διάρκεια του εμφυλίου, κατά περιόδους λιμοκτονούσε. Όταν οι αγρότες βίωσαν τη χημική κόλαση τα πράγματα καλυτέρεψαν στις πόλεις. Από τον πόλεμο και την πείνα μέσα σε είκοσι χρόνια πέθαναν πάνω από 100 εκατομμύρια κάτοικοι της Ε.Ε. Σε κάθε πόλη, όποιος τα είχε καλά με την κυρίαρχη Σέχτα, επιβίωνε. Γιατί η Σέχτα αυτή είχε συνήθως πρόσβαση στα αποθέματα τροφίμων και πετρελαίου της πόλης.
«Πώς σε λένε μωρό;»
«Άντε χάσου, βλάκα!»
Είμαι κλεισμένος σ’ ένα δωμάτιο· αιχμάλωτος. Είναι πρωί. Ίσως το τελευταίο πρωινό της ζωής μου. Μία πιτσιρίκα είναι ξαπλωμένη δίπλα μου. Μισή μέρα έχει περάσει που την φέρανε και με κοιτάζει στραβωμένη, χωρίς να λέει κουβέντα. Είμαστε αιχμάλωτοι της ομάδας «RETROPUNKS». Η ομάδα μου περικυκλώθηκε στην Ομόνοια πριν μία βδομάδα. Οι RETROPUNKS και οι σύμμαχοί τους «Ισλαμιστές Κομάντο» μας κατάσφαξαν με προδοσία. Όσοι γλυτώσαμε μας έφεραν εδώ. Μας εκτελούν σιγά σιγά. Χτες πήραν τους τελευταίους. Τον Γιάννη και τη Μαρία. Σήμερα θα είναι η σειρά μου…
Με τους «RETROPUNKS» είχαμε συμμαχήσει παλιότερα ενάντια στον Ευρωπαϊκό στρατό. Ήταν η χρονιά του 2073. Οι ενωμένες δυνάμεις μας μαζί με τους «Ορθόδοξους απελευθερωτές», τους «Ισλαμιστές Κομάντο» και τους «Μηδενιστές-Χαοτικούς» είχαμε καταφέρει να συντρίψουμε τον Ευρωπαϊκό στρατό που αποχώρησε ολοκληρωτικά. Κατόπιν ακολούθησε εμφύλιος μεταξύ μας. Με τους «RETROPUNKS» δεν είχαμε ποτέ συγκρουστεί. Ο αρχηγός τους μου είχε πει: «Δε σε εμπιστευόμαστε Έκτορα. Είσαι πρώην στρατιωτικός. Πάραυτα δε θα σας επιτεθούμε πρώτοι. Μη μας επιτεθείς ούτε εσύ. Δε σε παίρνει άλλωστε».
Μαλακίες! Μας την είχαν στημένη στην Ομόνοια. Περικυκλωμένοι από παντού. Όταν με έφεραν εδώ, ο αρχηγός των «RETROPUNKS» μου είπε «Το παρελθόν σου σε ακολουθεί. Τίποτα προσωπικό αλλά αποφασίσαμε ότι δε μπορούμε να σε εμπιστευτούμε».
«Έλα επιτέλους· πώς σε λένε ; Και σταμάτα να με κοιτάς έτσι!»
«Καλά μωρέ. Τι σημασία όμως έχει το όνομά μου; Σε λίγο θα είμαστε νεκροί βλάκα.»
«’Έλα τώρα, ποτέ δεν ξέρεις. Μπορεί και να τη βγάλουμε.»
«Μαρία με λένε. Εσένα αισιόδοξε; Πώς σε λένε;»
«Έκτορα.»
«Πώς σε πιάσανε;» τη ρωτάω.
«Είμαι από τους ανέντακτους. Έμενα με μία φίλη μου στου Ζωγράφου σε ένα εγκαταλειμμένο κτίριο. Προχτές προσπάθησα να πάω για ψώνια σ’ ένα από τα εναπομείναντα μαγαζιά. Είχαν βγει για σαφάρι όμως οι “Ισλαμιστές Κομάντο”. Με άρπαξαν και με έφεραν εδώ. Όταν διαπίστωσαν ότι δεν ανήκω σε κάποια ομάδα για να με ανταλλάξουν, κατάλαβα από τα βλέμματά τους, ότι θα με εκτελέσουν. Δεν με ενδιαφέρει πλέον».
Η Αθήνα είναι από πόλεις της Ε.Ε. που δεν έχει κυριαρχήσει ακόμα ολοκληρωτικά μία ομάδα. Οι κυριότερες Σέχτες είναι, οι «Ευρωπαϊστές», οι «Ισλαμιστές Κομάντο», οι «RETROPUNKS» και οι «Ορθόδοξοι απελευθερωτές». Εγώ άνηκα στους «Εκδικητές», που τώρα πια είναι παρελθόν. Πριν την καταστροφή των Εκδικητών, η δύναμή μας ήταν υπολογίσιμη απ’ τους εχθρούς. Άλλες Σέχτες, όπως οι «Πράσινοι», οι «Λάιμπαχικοι», οι «Ομπάμηδες» και οι «Χαοτικοί Μηδενιστές», έχουν περιορισμένη δύναμη. Υπάρχουν κι άλλες μικρές ομάδες και συμμορίες με μικρή έως ανύπαρκτη σημασία. Μετά την συντριβή των «Εκδικητών», με έφεραν στο αρχηγείο των «RETROPUNKS». Το αρχηγείο τους στεγάζεται σ’ ένα μεγαλοπρεπές κτίριο που κάποτε λεγόταν η βουλή των Ελλήνων. Μας έχουν φυλακίσει στα κρατητήριά τους, στο υπόγειο της Βουλής.
«Αν τελικά τη γλυτώσουμε από ’δώ τι θα κάνεις;» με ρωτά η Μαρία.
«Θα έφευγα. Θα πήγαινα στην Ευρώπη. Κάπου που να έχουν σταματήσει οι συγκρούσεις. Ίσως και στη Ρώμη που απ’ ό,τι άκουσα έχουν κυριαρχήσει οι Καθολικοί. Δε με ενδιαφέρει ο νικητής, απλά δεν μπορώ άλλο αίμα».
«Νόμιζα ότι ήσουν αγωνιστής.»
«Ήμουν. Σου είπα όμως, δεν μπορώ άλλο αίμα. Βαρέθηκα .Όλοι οι σύντροφοί μου είναι νεκροί. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να αγωνιστώ. Χτες ήταν οι “Μάγοι”, σήμερα οι RETROPUNKS, αύριο οι Ορθόδοξοι. Βαρέθηκα. Εσύ τι θα έκανες;»
« Δεν ξέρω. Ίσως ερχόμουν μαζί σου. Βαρέθηκα και εγώ να ζω μέσα στο φόβο. Ίσως θα πήγαινα στην Κοπεγχάγη. Έχει στηθεί εκεί ένα τεράστιο κοινόβιο χίπηδων. Την Κοπεγχάγη τη λένε πόλη των Χίπηδων».
« Τα νέα σου πάλιωσαν. Το κοινόβιο που λες είναι παρελθόν. Ομάδες μηχανόβιων και σατανιστών κατέφτασαν από τις γύρω περιοχές. Οι χίπηδες τους υποδέχτηκαν με λουλούδια. Ακολούθησαν ομαδικοί βιασμοί και δολοφονίες χίπηδων που νόμιζαν ότι τη φωτιά δε την πολεμάς με φωτιά αλλά με ειρηνικά μέσα .Ο υπόλοιπος κόσμος έχει βέβαια άλλες απόψεις. Όσοι επέζησαν είναι δούλοι του παρανοϊκού αυτοανακηρυχθέντα βασιλιά της Κοπεγχάγης και πρώην αρχηγού των μηχανόβιων ThunderThor». Μια σαρωτική δύναμη με πετά ξαφνικά απέναντι στον τοίχο, ενώ ο θόρυβος είναι εκκωφαντικός. Κτυπάω το κεφάλι δυνατά στον τοίχο και λιποθυμάω.
«Ξύπνα ρε!»
Ανοίγω τα μάτια μου. Η όμορφη κοπέλα. Από εμπειρία καταλαβαίνω ότι δεν είμαι σοβαρά. Άλλωστε δε βλέπω αίματα πάνω μου.
«Πόση ώρα είμαι λιπόθυμος;»
«Ελάχιστα. Μία χαρά μου φαίνεσαι. Καιρός να την κάνουμε.»
«Γιατί όχι!. Σίγουρα κτύπησαν οι Ορθόδοξοι Απελευθερωτές. Μόνο αυτοί μπορούν να βρουν τέτοια όπλα. Τους πούστηδες! Oλόκληρο πύραυλο ρίξανε… Το έχουν πάρει σοβαρά. Το κτίριο από πάνω μας έχει γίνει σίγουρα ερείπια».
Φεύγουμε από το κελί , αφού ο δρόμος της ελευθερίας έχει ανοίξει. Ο μισός τοίχος έχει γκρεμιστεί. Ο πύραυλος έπεσε στο κτίριο από πάνω. Σαν αποτέλεσμα το υπόγειο έχει περιορισμένες ζημιές. Οριακές αλλά αρκετές να μας χαρίσουν την ελευθερία μας. Ακούμε φωνές από άλλα κελιά που η έκρηξη τα άφησε ανέπαφα. Για κακή τύχη των άλλων φυλακισμένων… Συνεχίζουν λοιπόν οι τοίχοι να κρατάνε φυλακισμένους που φωνάζουν: «Βοήθεια !Εσείς! Μη μας εγκαταλείπετε» και άλλα τέτοια. Δεν έχουμε χρόνο όμως. Από στιγμή σε στιγμή θα μπουκάρουν οι Ορθόδοξοι, και όποιος δεν είναι μαζί τους την έβαψε. Ανεβαίνουμε τα σκαλιά. «Έξω από τη Βουλή είδα μία πυραυλοκίνητη Ferrari.Aν είναι ακόμα εκεί την παίρνουμε και φεύγουμε. Σε αυτά τα “θέματα” έχω ειδικευτεί!». «Χαίρομαι αφάνταστα για την ειδίκευση αυτή. Είναι τυχερός όποιος στις μέρες μας έχει σχέσεις με ταλαντούχους κλέφτες».
Η ζημιά στο κτίριο της Βουλής είναι πράγματι συντριπτική. Στο ισόγειο επικρατεί μία κατάσταση χαοτική. Έχουν ξεσπάει φωτιές στους διαδρόμους, ενώ ακούμε και ήχους από καταρρεύσεις. Προχωράμε μέσα στα χαλάσματα. Ένα χέρι που κρατά σφιχτά ένα όπλο προεξέχει. Το υπόλοιπο σώμα είναι καταπλακωμένο. Παίρνω το όπλο και προχωράμε προς την έξοδο. Ξαφνικά βλέπω μπροστά μου τον αρχηγό των «RETROPUNKS». Πώς τα φέρνει η ζωή… Το πρόσωπο του είναι παραμορφωμένο. Η μοϊκάνα του τώρα στέκεται πάνω σε καμένο δέρμα. Φρικτή εικόνα.
«Βρε καλώς τα πουλάκια μας!»
«Βοήθα με» λέει και φτύνει μαζί αίμα «Σώσε με, υποφέρω».
«Τι λες ρε Πασόκο; Τώρα δε σε πειράζει το παρελθόν μου καθήκι;»
Αρχίζει να κλαίει. Βγάζει μια κραυγή και πέφτει στα γόνατα. Σηκώνω το όπλο και τον σημαδεύω στον κρόταφο. Σκέφτομαι τι γλυκιά εκδίκηση μου επιφύλαξε η μοίρα για τη χαμένη μου ομάδα. «Το παρελθόν σου σε ακολουθεί. Τίποτα προσωπικό αλλά αποφασίσαμε ότι δε μπορούμε να σε εμπιστευτούμε». Τα μυαλά του τινάζονται στον αέρα.
«Τι είναι Πασόκο;»
«Μία παλιά βρισιά που έμαθα από τον πατέρα μου. Δεν ξέρω ακριβώς τι σημαίνει. Πρέπει να είναι κάτι κακό από την παλιά ιστορία της Ελλάδας. Όπως ο φασίστας. Παλιές υποθέσεις».
Πεταγόμαστε με την πυραυλοκίνητη Ferrari στη Ρώμη. Δεν χρειάζεται να κάνουμε τίποτα, καθώς έχουμε βάλει στο GPS προορισμό τη Ρώμη και τ’ άλλα τα αναλαμβάνει ο αυτόματος πιλότος. Ελάχιστος κόσμος ξέρει πλέον να πιλοτάρει αεροκίνητα. Ευτυχώς που υπάρχουν οι αυτόματοι πιλότοι. Αυτή είναι ζωή σκέφτομαι. Πριν λίγο ήμουν ξεγραμμένος.Τώρα, με ένα υπέροχο μωρό δίπλα μου, μέσα σε μία υπερπολυτελή κόκκινη Ferrari.
«Χαίρομαι ιδιαίτερα για το ταλέντο σου στην κλεψιά!»
«Όλοι έχουμε κάποιο ταλέντο. Το δικό σου; Κάτι μου θυμίζει το Έκτορας. Δεν πιστεύω να είσαι ο γνωστός; Είχα ακούσει ιστορίες από τη μάνα μου.»
«Ναι .Έχουν περάσει βέβαια 20 χρόνια από τότε που έγινα αστέρι. Τότε μάλλον ήσουν αγέννητη. Ήμουν για λίγο ο ήρωας της Ε.Ε. Το κανονικό μου όνομα είναι Τάκης Φωτόπουλος. Ήμουν μόνιμος φαντάρος στον Ευρωπαϊκό στρατό. Στη Θεσσαλονίκη ενάντια στους ανθρωποφάγους λύκους, ήμουν ο μόνος από τη διμοιρία μου που επιβίωσε. Οι ηγέτες της Ε.Ε. με χρησιμοποίησαν σαν ήρωα. Έφτιαξαν ψεύτικα μοντάζ που με ηρωοποίησαν για δράση που βέβαια δεν είχα στη διάρκεια των συγκρούσεων. Έπρεπε να τονωθεί ο ταπεινωμένος Ευρωπαίος και η τονωτική ένεση ήμουν εγώ και τα ψεύτικα κατορθώματα μου. Μου κόλλησαν και το παρατσούκλι Έκτορας, λόγω ενός ποιήματος που βρήκαν πάνω μου. Το ποίημα υπογράφονταν από κάποιον Έκτορα. Το είχα βρει στις τσέπες ενός νεκρού τουρίστα. Το γεγονός ότι ήταν άλλο πρόσωπο από ’μένα δεν είχε σημασία. Ούτε για τους Ευρωπαίους ηγέτες, ούτε για μένα. “Έκλεψα” το ποίημα ενός νεκρού. Ήθελα δόξα. Έπαιξα το παιχνίδι τους. Βέβαια το παραμύθι δεν κράτησε πολύ. Οι “Μάγοι” συνέχισαν να μετατρέπουν τους ανθρώπους σε λύκους. Εγώ σιχάθηκα την Ε.Ε. Έφτιαξα μία ομάδα , τους “Εκδικητές”, που πολεμούσαν, τόσο ενάντια στους “Μάγους”, όσο κι ενάντια στον Ευρωπαϊκό στρατό. Πολεμήσαμε για χρόνια. Βία, φτώχεια, φανατισμός παντού. Το τέλος ήρθε μία βδομάδα πριν από τους Ισλαμιστές Κομάντο και τους RETROPUNKS».
Δεν της είπα όμως το πιο σημαντικό. Δεν της είπα για την κοπέλα μου, τη Λένα,που τη βρήκα δολοφονημένη, αφού πρώτα είχε βιαστεί…Έφευγα από την Αθήνα και ήθελα να τα αφήσω όλα πίσω. Όλοι οι φίλοι μου νεκροί. Όλη η ομάδα μου: Ο Λευτεράκης, ο Λάμπρος, ο Αντρέας, ο Βασίλης. Όλοι.
Συλλογιέμαι με θλίψη το παρελθόν. Η Μαρία με επαναφέρει στην πραγματικότητα.
«Τι γνώμη έχεις για τους “Μάγους”; Ήταν πράγματι μάγοι ή επιστήμονες που προσποιούνταν τους μάγους;»
«Δεν ξέρω ακόμα. Δεν μπορώ να εξηγήσω πολλά πράγματα.»
«Ένας επιστήμονας που πολεμούσε στους RETROPUNKS κάποτε μου είπε ότι το όπλο που χρησιμοποίησαν για να μετατρέψουν τους ανθρώπους σε λύκους είναι ένα απόρρητο όπλο της Ε.Ε. το οποίο έκλεψαν και το χρησιμοποίησαν. Τίποτα μαγικό λοιπόν. Το όπλο αυτό είχε σαν σκοπό να μετατρέπει τον άνθρωπο στον απόλυτο μαχητή. Είχε κατασκευαστεί για να χρησιμοποιηθεί πάνω σε φαντάρους και όχι σε απλούς πολίτες. Οι “Μάγοι” το χρησιμοποίησαν πάνω σε πολίτες, σπέρνοντας το χάος και τον πανικό.»
«Α μάλιστα! Είχα ακούσει ότι το 2030 είχε κάνει κάτι παρόμοιο η Ρωσία δημιουργώντας το τάγμα των Πιθηκανθρώπων, στον πόλεμο ενάντια στους μουσουλμάνους. Πάλι είναι πολλά που δεν καταλαβαίνω. Πώς μετακινήθηκαν αγάλματα από τις θέσεις τους;»
«Πράγματι αν το είδες αυτό είναι πολύ περίεργο.»
«Πάντως, σχεδόν πάντα, οι αυτοαποκαλούμενοι μάγοι είναι επιστήμονες που το παίζουν μάγοι για να εξυπηρετήσουν καλύτερα τα συμφέροντα τους. Μία άλλη φορά είχα παραστεί σε μία μάχη μεταξύ οπαδών του Δία και του Χριστού στην Ομόνοια. Χιλιάδες κι από τις δύο παρατάξεις. Είχαμε πάρει θέση στο μπαλκόνι ενός εγκαταλειμμένου ξενοδοχείου με κάτι φιλαράκια και απολαμβάναμε το θέαμα. Ο προφήτης-αρχηγός των Χριστιανών αιωρήθηκε και φώναξε “ Άπιστα σκυλιά. Οπαδοί της ομοφυλοφιλίας!!! Ο Χριστός θα σας κάψει ζωντανούς. Με τη φρίκη θα μετανοήσετε. Και θα ψήνεστε για πάντα στην κόλαση εκλιπαρώντας για συγχώρεση. Το τέλος ήρθε για εσάς. Η γη θα ανοίξει να σας καταπιεί!” Η γη πράγματι σείστηκε στο σημείο που βρίσκονταν οι παγανιστές. Πολλούς τους κατάπιε. Εκατοντάδες οι νεκροί. Ο χριστιανός προφήτης προκάλεσε σεισμό! Τότε, από τους οπαδούς του Δία αιωρήθηκε ο αρχηγός-ιερέας που φώναξε: “Μπάσταρδοι! Φονιάδες! Προδότες της ανθρωπότητας. Δολοφόνοι του Ελληνισμού. Θάνατος για όλους σας!”. Η γη άνοιξε και κατάπιε πολλούς χριστιανούς. Τότε διάταξε έφοδο ο ιερέας του Δία. Μακελειό. Φαίνεται όμως πως ο σεισμός που προκάλεσε ο ιερέας του Δία ήταν πιο δυναμικός, γιατί οι χριστιανοί ήταν ήδη καταβεβλημένοι. Έτσι οι οπαδοί του Δία θριάμβευσαν . Τότε πίστεψα ξανά στη μαγεία, όπως και στη Θεσσαλονίκη που οι ‘Μάγοι” είχαν μετατρέψει ανθρώπους σε λύκους. Όμως ένας αιχμάλωτος ιερέας κάποτε μου είπε την αλήθεια. Οι σεισμοί προκαλούνταν από ηλεκτρομαγνητικά όπλα που είχε δημιουργήσει η Ε.Ε. ·το ίδιο και η αιώρηση. Μετά την πτώση της, κάποιοι τα έκλεψαν από στρατιωτικές αποθήκες. Όσοι τελικά απόκτησαν αυτά τα όπλα, παρουσιάζονταν σαν μάγοι ή σαν χριστιανοί απόστολοι που κάνανε θαύματα. Έτσι αύξαναν τη δύναμή τους στους αμαθείς. Γενικά, όσοι μπορούσαν να έχουν όπλα της Ε.Ε., κέρδιζαν και τον πόλεμο. Ηλεκτρομαγνητικά όπλα γεωφυσικού τρόμου
(σεισμικά όπλα), πύραυλοι, χημικά αέρια, βιολογικά όπλα, πυρηνικά βαλίτσας κλπ. Η ομάδα μου δεν είχε χρήματα να έχει πρόσβαση σε αυτά τα όπλα Μαρία. Προσπαθούσαμε να εξαλείψουμε αυτό το μειονέκτημα με στρατηγικά τεχνάσματα.»
«Όπως;»
«Φροντίζαμε πάντα να έχουμε διέξοδο διαφυγής όταν εμπλεκόμαστε σε κάποια μάχη –κάτι που δε κάνανε π.χ. οι ορθόδοξοι απελευθερωτές λόγω φανατισμού. Επίσης επιλέγαμε πάντα τη στιγμή της μάχης. Οι εχθρικές μας Σέχτες, ήταν τόσο φανατισμένες, που πάντα σηκώνανε το γάντι και τους αποδεκατίζαμε.
Η συμμετοχή όλων των συμπολεμιστών μου στις αποφάσεις, τακτικής και στρατηγικής, αντί να παρουσιάσει τα μειονεκτήματα απειθαρχίας ,είχε επιτυχία. Ήμουν μεν αρχηγός, αλλά όλοι είχαν δικαίωμα να πουν τη γνώμη τους. Στη μάχη, έδινα εγώ τις , αλλά το πώς θα πολεμήσουμε είχε αποφασιστεί από κοινού πριν τη μάχη. Η μεγάλη μας επιτυχία είχε να κάνει ότι σε πολλές μάχες επιτιθόμασταν στους εχθρούς , υποχωρούσαμε και ξαφνικά αντεπιτιθόμασταν. Παραπλανητική υποχώρηση! Έτσι τους νικήσαμε στη μάχη του Παγκρατίου. Δεν τους δίναμε την ευκαιρία, λόγω της ταχύτητας που κινούμασταν ,να χρησιμοποιήσουν σεισμικά όπλα ή χημικά αέρια. Επίσης χρησιμοποιούσαμε αυτοσχέδιο ιππικό: τζιπ και άλλα αυτοκίνητα τα μετατρέπαμε σε άρματα εξοπλισμένα με πολυβόλα».
«Κοίτα φτάνουμε στη Ρώμη!»
«Ναι· η αιώνια πόλη. Ελπίζω εδώ να έχει σταματήσει η αιματοχυσία.»
«Το έχω προγραμματίσει να μας προσγειώσει στο Κολοσσαίο. Πάντα ήθελα να το δω. Έχω ακούσει ότι στέκεται ακόμα, όχι σαν την Ακρόπολη που την γκρέμισαν οι Ορθόδοξοι Απελευθερωτές».
«Ας τη δούμε τώρα που προλαβαίνουμε. Δεν ξέρεις τι σου επιφυλάσσει η αυριανή μέρα. Ούτε μπορείς να είσαι σίγουρος ότι το Κολοσσαίο θα υπάρχει αύριο».
Η Ρώμη όπως και η Αθήνα ήταν μισοκαταστραμένη. Τίποτα δεν θύμιζε την Αιώνια πόλη των ένδοξων ημερών της Ε.Ε. Τα χαλάσματα είναι πολλά, αλλά επίσης πολλά νεοκλασικά στέκουν ανέγγιχτα νικώντας το χρόνο. Δε βλέπουμε πολύ κόσμο, δείγμα πως και’δώ, όπως και στην Αθήνα, τα τελευταία χρόνια ήταν πολύ σκληρά. Πλησιάζαμε σε καθοδική κίνηση το Κολοσσαίο. Φτάνουμε σκέφτηκα. Η Ferrari κόβει αυτόματα ταχύτητα για να προσγειωθεί. Στα 700 μέτρα ύψος όμως βλέπουμε ότι το Κολοσσαίο είναι γεμάτο. Για την ακρίβεια κατάμεστο. Όπως τα αρχαία χρόνια ήταν γεμάτο με χιλιάδες ανθρώπους σε κατάσταση έκστασης.
«Κόψε ταχύτητα και ακύρωσε την προσγείωση. Κάνε ζουμ στην οθόνη να δούμε καλύτερα Μαρία. Κάτι δεν πάει καλά». Η Μαρία ξέρει τα βασικά από αεροπλοήγηση. Ευτυχώς σκέφτηκα. Κόβει ταχύτητα και πατάει κουμπιά ώστε να δούμε τι γίνεται στο Κολοσσαίο.
Η οθόνη μας δείχνει με ακρίβεια τι γίνεται από κάτω. Στην αρένα εκατοντάδες άνθρωποι γίνονται τροφή για λιοντάρια, τίγρεις και άλλα άγρια ζώα. Στις εξέδρες ο κόσμος αλαλάζει από χαρά κι ενθουσιασμό. Εκεί όπου κάποτε καθόταν ο Καίσαρας ,στην πιο υπερυψωμένη εξέδρα, στέκεται τώρα επιβλητικός ο Πάπας με τη μαυροφορεμένη συνοδεία του. Κατάλαβα αμέσως. Οι Καθολικοί έχοντας κερδίσει τη Σέχτα των Νεοπαγανιστών· θέλησαν να πάρουν μία ρεβάνς αιώνων. Κάποτε ήταν οι χριστιανοί τροφή για λιοντάρια, τώρα είναι οι παγανιστές.
« Πάμε να φύγουμε. Δεν είναι μέρος αυτό για εμάς. Πολύ βία.»
«Τι να πληκτρολογήσω; Σε ποια πόλη θες να πάμε;»
«Πάμε στη Ζυρίχη;»
«Τρελή είσαι; Στην πόλη των παιδιών; Στην παιχνιδούπολη;»
«Τι γίνεται εκεί; Τι εννοείς Παιχνιδούπολη;»
«Τα παιδιά πρόσφατα εξεγέρθηκαν. Ονόμασαν την πόλη Παιχνιδούπολη. Την έχουν μετατρέψει σε μία τεράστια παιδική χαρά. Κυνηγάνε τους ενήλικους και τους σκοτώνουν με τον πιο φρικιαστικό τρόπο. Τα παιδιά εκεί λένε ότι οι ενήλικες φταίνε για όλα. Οι ενήλικες φταίνε για τους πολέμους και την φτώχεια. Τα μαρτύρια που έχουν υποστεί εκεί οι μεγάλοι είναι απίστευτης βαρβαρότητας. Τα παιδιά όταν βασανίζουν χρησιμοποιούν την παιδική φαντασία.»
«Μου φαίνετε απίστευτο.»
«Και όμως είναι αλήθεια. Παιχνιδούπολη! Όλα ξεκίνησαν όταν κάποιοι πρώην φαντάροι του Ευρωπαϊκού στρατού, που γυρνούσαν και σκόρπιζαν τον τρόμο από εδώ και από εκεί, βίασαν κάποια άστεγα παιδιά. Δεν περίμεναν να τιμωρηθούν λόγο του χάους που επικράτησε μετά την πτώση της Ε.Ε. Καμία άλλωστε Σέχτα δε θα ασχολούνταν με τα άστεγα παιδιά. Τα παιδιά όμως που ήταν πάρα πολλά στη Ζυρίχη, και τα περισσότερα ορφανά, ενώθηκαν και τους αιφνιδίασαν όλους. Ευνούχισαν τους βιαστές φαντάρους και σκότωσαν όλους τους ενήλικες. Και ξέρεις ποιο είναι το πιο καλό; Όταν κάποιο παιδί φτάσει στα 18 αυτοκτονεί! Δε θέλει να γίνει ψεύτης και κακός. Έτσι υποστηρίζουν τα παιδιά. Καλύτερα νεκρός παρά μεγάλος!»
«Μου φαίνεται τραγικό. Δηλαδή για τα παιδιά αυτά υπάρχει μόνο η παιδική ηλικία Όλα τα άλλα είναι ψέματα.»
«Ναι έτσι είναι. Ίσως να έχουν δίκιο τα παιδιά.»
«Πάμε στη Βουδαπέστη λοιπόν. Πάντα ήθελα να δω αυτή την πόλη. Έχω ακούσει καλά λόγια».
«Εντάξει Μαρία. Πάμε στη Βουδαπέστη».
Η ώρα περνούσε υπέροχα με ένα τόσο υπέροχο πλάσμα δίπλα μου. Μετά από λίγο όμως άρχισα να βαριέμαι. Σκέφτηκα λοιπόν να πιάσω τη συζήτηση στη Μαρία. Επίσης ήθελα να γνωριστούμε καλύτερα, ώστε να της την πέσω «κομψά». Δεν φαινόταν εύκολη. Μάλλον ήθελε τον τρόπο της. Λίγο μπλα μπλα λοιπόν δεν βλάπτει σε τέτοιες καταστάσεις.
«Πες κάτι να περάσει η ώρα, Μαρία.»
«Τι να πω; Δεν ξέρω.»
«Οτιδήποτε. Μίλα για πόλεμο, ειρήνη, έρωτα, προφητείες. Οτιδήποτε.»
«Προφητείες! Πιστεύεις σε προφητείες;» με ρώτησε χαμογελώντας υπέροχα.
«Γιατί ρωτάς;»
«Πριν δέκα χρόνια, τη χρονική περίοδο περίπου που η Ε.Ε. έπαψε να υφίσταται, με πήγε η μάνα μου σε μία συγκέντρωση όπου θα μιλούσε ένας μεγάλος προφήτης. Τον αποκαλούσαν ο νέος Νοστράδαμος. Ήταν αυτός που πρόβλεψε την εξέγερση των «Μάγων» το 2065. Έπεσε μέσα στη χρονιά, γι’αυτό είχε μυθοποιηθεί από τους Αθηναίους. Νομίζω ότι λεγόταν Παναγιώτης Ξηρουχάκης. Το 2008 είχε εκδώσει ένα παρανοϊκό για την εποχή του βιβλίο. Λεγόταν ο «Αινείας το 2065». Εκεί προέβλεπε μία εξέγερση υπερβολικά βίαιη ενάντια στην πανίσχυρη αυτοκρατορία της Ε.Ε. Τότε το 2008, η Ε.Ε. ήταν ακόμα κομπάρσος των Η.Π.Α. Μόνο που στην ιστορία του οι «Μάγοι» μετέτρεπαν τους πολίτες σε μινώταυρους και όχι σε λυκάνθρωπους. Όπως και να έχει έπεσε πολύ κοντά στα γεγονότα.
Μαζεύτηκε πολύ κόσμος να τον ακούσει. Όταν βγήκε στο μπαλκόνι να μιλήσει , έπαθα πλάκα. Μιλάμε για ένα χούφταλο 100 χρονών. Μέχρι το 2065 ζούσε στην απόλυτη ένδεια και ταπείνωση. Όλα άλλαξαν το 2065.Μέχρι το 2075 ήταν πλέον πανίσχυρος. Οι πιστοί του τον είχαν χρυσώσει. Το σκελετωμένο αυτό χούφταλο φορούσε χρυσό μετάξι και ένα χρυσό στεφάνι στο καραφλό του κεφάλι. Υποβασταζόταν από δύο μοντέλα που τον κοίταζαν και έτρεχαν τα σάλια τους. Εγώ ήμουν πολύ μικρή και φοβήθηκα το χούφταλο αυτό!»
«Και τελικά τι έγινε με αυτόν τον προφήτη;»
«Οι οπαδοί του φώναζαν: “Είσαι ο προφήτης μας”, ”Ζήτω ο Ξηρουχάκης” και άλλα τέτοια. Ξαφνικά εκεί που ο ψευτοπροφήτης πήγε να μιλήσει, ακούστηκε ένας πυροβολισμός και κάποιος φώναξε : “Σκατά στον ψευδοπροφήτη σας μαλάκες!”. Το πλήθος αλαλάζοντας όρμησε και λύντσαρε το δολοφόνο. Έτσι τελείωσε άδοξα η ζωή του ψευτοπροφήτη.»
«Ε τον καραγκιόζη», σχολίασα.
Προχωρούσα με τη Μαρία στην Βουδαπέστη. Είχαμε κρύψει τη Ferrari μέσα σε χαλάσματα στην ανατολική πλευρά του Δούναβη, στην πόλη Πέστη. Θέλαμε να φτάσουμε στο Ουγγρικό Κοινοβούλιο. Φτάνοντας διαπίστωσα ότι η Μαρία είχε δίκιο που επέμεινε να κατευθυνθούμε εκεί. Πρόκειται για ένα εντυπωσιακό κτήριο γοτθικού ρυθμού . Στην πρόσοψή του φιλοξενούνται δυο τεράστια λιοντάρια και αρκετά αγάλματα βασιλιάδων και ηγετών της Ουγγαρίας. Ένα τανκ έκανε περιπολία μπροστά από το κοινοβούλιο. Πάνω του είχε στηριγμένο ένα χρυσαφένιο σταυρό.
Δεν βλέπαμε πάντως και πολύ κόσμο. Η εικοσαετία 65-85 είχε μειώσει τον πληθυσμό. Πολλά από τα αγάλματα ήταν σπασμένα.O δρόμος ήταν γεμάτος σκουπίδια, όπως και στην Αθήνα άλλωστε. Κάποιος φίλος μου είχε αποκαλέσει την Αθήνα «σκουπιδούπολη». Όχι ότι η Βουδαπέστη πήγαινε πίσω. Σε ένα σοκάκι ήταν τόσα πολλά που δεν μπορούσες καν να περάσεις. Σκουπίδια δεκαετίας. Μαζί με την Ε.Ε. έφυγαν και οι σκουπιδιάρηδες. Ευτυχώς δεν είναι έτσι παντού. Στα σημεία των πόλεων που εδρεύουν οι συμμορίες και οι σέχτες οι δρόμοι είναι σχετικά καθαροί.
Επίσης περπατώντας σε αυτή την πόλη βλέπαμε παντού άστεγους και αλκοολικούς. Κάποια γοτθικά κτίρια στέκονταν άθικτα θυμίζοντας το ένδοξο παρελθόν της Βουδαπέστης. «Τα κτίρια εδώ, όπως και παντού άλλωστε μετά από την πτώση της Ε.Ε. , αναμειγνύονται με τη σχεδόν πυκνή βλάστηση δημιουργώντας περίεργες εικόνες. Ένα γκροτέσκο θέαμα, αποτέλεσμα της συνύπαρξης της νικήτριας φύσης και του ηττημένου αστικού πολιτισμού», μου λέει η Μαρία. Τα δέντρα απλώνονταν άναρχα καλύπτοντας πολλές φορές τα γειτονικά κτίρια. Επίσης δεν υπήρχε κανείς να ενδιαφερθεί να κόψει τα χορτάρια. Ειδικά όπου υπήρχαν πριν κήποι, τώρα έβλεπες μία ζούγκλα σε μικρογραφία. Στην Αθήνα, στις πλατείες, γινότανε συνήθως ο χαμός. Το ίδιο γινόταν και στην κεντρική πλατεία μπροστά στο κοινοβούλιο εδώ στη Βουδαπέστη. Σε κάποια σημεία βέβαια ξεχώριζε το λευκό από τα πλακάκια, ενώ σε άλλα, το χρώμα ήταν πιο πράσινο. Τα πλακάκια στις περισσότερες πλατείες είχαν αποσπαστεί για να χρησιμοποιηθούν σαν πολεμοφόδια στον πετροπόλεμο των συμμοριών (κυρίως των παιδικών φαντάζομαι). Σε κάποια άλλα σημεία βλέπαμε κουφάρια, ενώ κάπου πήρε και το μάτι μου έναν σκελετό. Κανείς δε νοιαζόταν για τον καλλωπισμό της πόλης. Σκουπίδια, πτώματα, αγριόχορτα. Η κατάσταση ήταν χαοτική.
Ένας τύπος, μεγάλος στην ηλικία στέκεται σε μία στάση λεωφορείου και περιμένει… Τι περιμένει; Ένα ανύπαρκτο λεωφορείο που πάει στο πουθενά. «Έχει παλαβούς παντού που κάνουν πράγματα ανούσια, αταβισμούς του παρελθόντος. Άλλοι παίρνουν τηλέφωνα από χαλασμένους τηλεφωνικούς θαλάμους, άλλοι πάνε σε εγκαταλειμμένα σινεμά και βλέπουν ανύπαρκτες ταινίες, άλλοι περιμένουν τρένα φαντάσματα, άλλοι πλοία που δε θα έρθουν ποτέ. Η δύναμη της συνήθειας. Ποιος ξέρει; « Ίσως τους σώζει από την τρέλα του σήμερα, το χάος της πραγματικότητας», λέει η Μαρία. Αταβισμοί που σώζουν από το χάος…
Σταθήκαμε στην κεντρική πλατεία για λίγο χαζεύοντας το Κοινοβούλιο. Παρόλο το μίζερο περίγυρό του, ήταν ένα υπέροχο κτίριο, ανέγγιχτο από τον πόλεμο και χωρίς φθορές. Η αρχιτεκτονική του φινέτσα ξεκούραζε το μάτι προσφέροντας μία αρμονία. Κάτι σπάνιο στις μέρες μας που τα περισσότερα κτίρια μοιάζουν με τέρατα. Ξαφνικά ένα θέαμα μας έκοψε την ανάσα. Μια παρέλαση του χάους έφτασε στην πλατεία. Εκατοντάδες άνθρωποι γυμνοί πορεύονταν αυτομαστιγώμενοι! Τους οδηγούσε μία ομάδα ιερέων που κουβαλούσαν λάβαρα τρόμου και κεριά. Γύρω μαζεύτηκε κόσμος (βασικά αλκοολικοί και άστεγοι οι περισσότεροι). Την ώρα που αυτομαστιγώνονταν με λύσσα φώναζαν: «Αγία Παρθένα λυπήσου μας». Τα μαστίγια ήταν βαριά με τέσσερα λουριά με μεταλλικά καρφιά. Ακριβώς πίσω από τους ιερείς τον ρυθμό του αυτομαστιγώματος δίνανε ψηλές πανέμορφες Ουγγαρέζες γυμνές! Τα κορμιά τους ήταν γεμάτα πληγές, κακάδια και αίματα. Θέαμα φρικτό και παρανοϊκό.
Ρώτησα έναν άντρα δίπλα μου στα αγγλικά τι ήταν αυτές οι γυναίκες.
«Πρώην πορνοστάρς φίλε που μετανόησαν.»
Ξαφνικά κάποιος από το κοινό προχώρησε προς τους αυτομαστιγώμενους. Έπεσε στα γόνατα, έβγαλε ένα όπλο και το ακούμπησε στον κρόταφό του. Από το κοκκινωπό του πρόσωπο φαινόταν ότι ήταν αλκοολικός. Φώναξε κάτι και τράβηξε τη σκανδάλη.
«Τι είπε;» ρώτησα το διπλανό μου.
«Ιησού συγχώρα με! Αμάρτησα. Έκανα προγαμιαίο σεξ. Έρχομαι για να σε βρω Χριστούλη.»
Η Μαρία με κοιτά και μου λέει : «Και εδώ χριστιανόπληκτοι είναι. Μάλλον να την κάνουμε».
Τώρα προορισμός είναι το Παρίσι. Λέω ιστορίες για να εντυπωσιάσω τη Μαρία. Ιστορίες από το στρατό. Προσπαθώ να το παίξω παλιός. Δεν εντυπωσιάζεται όμως εύκολα. «Έλα μωρέ τώρα. Λες και δεν ξέρουμε ότι σκοτώνατε αθώους». Πράγματι.
«Η πιο δύσκολη αποστολή μου ήταν στην Τουρκία. Ήμουν νέος στο σώμα. Μας είχαν πωρώσει. Αποστολή μας η εξάλειψη της υπόγειας πόλης της Μαλακόπης στην Καππαδοκία. Ήταν το 2064. Η υπόγεια αυτή πόλη είχε έντεκα ορόφους. Έφθανε σε βάθος τα 85 μέτρα. Ο πληθυσμός της έφτανε στους 50 χιλιάδες ανθρώπους. Η υπόγεια πόλη χρησιμοποιείτο αρχικά για να κρύβονται οι πρώτοι Χριστιανοί, που κατόρθωναν να ξεφύγουν από τη δίωξη της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Έτσι μας είπαν τότε αν και εγώ δεν ξέρω ακριβώς τι είναι ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Τέλος πάντων. Έμεινε αχρησιμοποίητη για αιώνες. Μέχρι που οι απόκληροι άρχισαν να τη χρησιμοποιούν ξανά. Δεν είχαν που αλλού να πάνε.
Ο στρατηγός Εντ Γουντ όμως, μας είπε ότι εκεί κρύβονταν τρομοκράτες. Μας διέταξε να μην αφήσουμε κανέναν ζωντανό. Ρίξαμε δακρυγόνα και καπνογόνα λοιπόν πριν αρχίσουμε την κάθοδο. Κατεβήκαμε φορώντας μαύρα σαν δαίμονες. Τότε η στολή του πεζοναύτη δεν είχε αλλάξει στο πορφυρό από μαύρο ακόμα. Πυροβολούσαμε σαν τρελοί. Ρίχναμε χειροβομβίδες συνεχώς μέσα στις υπόγειες σήραγγες, καθώς μετακινούμασταν γρήγορα από το ένα αρχαίο δωμάτιο στο άλλο εκκαθαρίζοντας με προσοχή τον κάθε όροφο. Επίσης, καθώς κατεβαίναμε από όροφο σε όροφο τα καίγαμε όλα με φλογοβόλα. Στο δεύτερο υπόγειο όροφο υπήρξε ένα ευρύχωρο δωμάτιο με μια θολωτή οροφή: υπόγεια εκκλησία. Ένας μαυροντυμένος βγήκε και φώναξε κάτι στα τούρκικα. Πρέπει να φώναξε κάτι με οργή. Έπεσε αμέσως νεκρός από τις σφαίρες μας.
Όταν η σφαγή τελείωσε, καταλάβαμε ότι σκοτώσαμε αθώους καθώς τα περισσότερα πτώματα ήταν γυναικόπαιδα. Κάναμε ότι δεν καταλάβαμε. Τι είχε συμβεί; Eίχε ψηφιστεί ένας νόμος που έλεγε ότι η φοροδιαφυγή τιμωρείται με θάνατο. Οι κάτοικοι της υπόγειας πόλης αρνήθηκαν να πληρώσουν φόρους. Έπρεπε να τιμωρηθούν. Όταν ανεβήκαμε στην επιφάνεια ο διοικητής μας είπε ότι εκκαθαρίσαμε ένα θύλακα τρομοκρατίας κλπ. Όλοι μαζί τραγουδήσαμε τον ύμνο της Ε.Ε. Ήταν μία φάση που όλα τα πιστεύαμε. Ακόμα και όταν κάτι το βλέπαμε με τα μάτια μας. Η Ε.Ε. είχε πάντα δίκιο».
«Φρίκη! Ήσουν πολύ μαλάκας. Τέλος πάντων έχει και αλλού υπόγειες πόλεις;»
«Έχω ακούσει ότι έχει και άλλες στην Τουρκία. Ξέρω ότι έχει υπόγεια πόλη και στο Παρίσι. Ίσως πάμε να τη δούμε.»
Μέσα από την οθόνη παρακολουθώ σε μεγέθυνση το τοπίο από κάτω. Η ύπαιθρος δεν έχει υποστεί τις ζημιές των πόλεων. Το πράσινο κυριαρχεί. Πού και πού βλέπουμε σημάδια καταστροφών και πολέμου. Κάποια καμένα δάση π.χ. Καμία σχέση με το χάος των πόλεων. Ξαφνικά μέσα σε ένα δάσος, στα σύνορα Γερμανίας και Γαλλίας, παρατηρώ μια μικρή και όμορφη πόλη.
«Ας προσγειωθούμε εδώ για λίγο. Έτσι για αλλαγή.» μου λέει η Μαρία.
Προσγειωθήκαμε λίγο έξω από την πόλη. Συνεχίσαμε με τη Ferrari σαν αυτοκίνητο στο δρόμο ενώ γύρω μας τα δέντρα με εντυπωσιάζουν. Είμαι ένα παιδί των πόλεων. Το πράσινο μου ήταν πάντα κάτι εξωτικό. Στην είσοδο της πόλης είδαμε μια ανησυχητική ταμπέλα στα αγγλικά : «Ευρωπαίοι μπάσταρδοι δεν είστε ευπρόσδεκτοι!! Καλός Ευρωπαίος ο νεκρός. Πίσω Αράπηδες και Λευκοί. Εδώ είναι Κινεζούπολη».
Κάτω από την ταμπέλα βρισκόταν ένα χαράκωμα και πίσω από αυτό και σε θέση μάχης ήταν δύο κινέζοι που μας σημάδευαν.
«Μείνε Μαρία μέσα. Εγώ θα ρωτήσω τι γίνεται. Να είσαι σε θέση μάχης». Βγήκα άοπλος με τα χέρια ψηλά. Ρώτησα στα αγγλικά γιατί δε μας αφήνουν να περάσουμε.
«Πίσω γαμιόλη ασπρουλιάρη! Αυτή η πόλη ανήκει σε μας τώρα, αρκετά μας κάνατε λευκά σιχάματα».
«Είμαι από Ελλάδα. Εκεί δεν υπάρχει θέμα με Κινέζους. Δεν ξέρω τι γίνεται στην Κεντρική Ευρώπη. Εγώ δεν πείραξα ποτέ Ασιάτη».
«Είσαι τόσο βλάκας που λέω να σου χαρίσω τη ζωή. Στη κεντρική Ευρώπη οι Ασιάτες υπήρξαν θύματα γενοκτονίας. Χαρακτηριστήκαμε αρχικά από τις εφημερίδες της Ε.Ε. σαν η υποτιθέμενη πέμπτη φάλαγγα της Κίνας. Μετά τα λόγια και τις κατηγορίες, ακολούθησε η αιματοχυσία. Πρώτα ο ευρωπαϊκός στρατός και μετά οι Σέχτες επιδόθηκαν σε όργια σφαγών Ασιατών. Έχουμε μείνει πλέον ελάχιστοι. Όσοι επιζήσαμε, οργανωθήκαμε γύρω από το όραμα της Νέας Κινέζικης Αυτοκρατορίας. Καταλάβαμε αυτή την πόλη και σφάξαμε τους κατοίκους της. Την πόλη την ανακηρύξαμε κομμάτι της Κίνας. Στα τσακίδια οι Ευρωπαίοι. Συνέχεια καταφθάνουν Ασιάτες πρόσφυγες που γλύτωσαν τη σφαγή. Είμαστε μία όαση γαλήνης και ασφάλειας για τους Ασιάτες και έτσι θα μείνει αυτή η πόλη άσπρο καθήκι.»
«Κατάλαβα. Την κάνουμε από εδώ.»
Απογειωθήκαμε με προορισμό το Παρίσι. Η Μαρία έριξε έναν υπνάκο. Περιττό να πω ότι είχα αρχίσει να την ερωτεύομαι. Μου άρεσε γιατί δεν μιλούσε πολύ, ενώ αν αποφάσιζε να μιλήσει έλεγε κάτι με νόημα. Επίσης χαμογελούσε, κάτι σπάνιο στις μέρες μας. Στο Παρίσι στην πόλη του έρωτα, ίσως ζούσαμε το δικό μας έρωτα.
Όταν ξύπνησε μου μίλησε για τα παιδικά της χρόνια.
«Σαν παιδί έζησα υπέροχα παιδικά χρόνια. Οι γονείς μου μαζί με άλλους Αθηναίους είχαν φτιάξει ένα επίγειο παράδεισο σε μία γειτονιά της Αθήνας. Όχι στο κέντρο όπου επικρατούν οι Σέχτες, αλλά σε ένα γκέτο στα προάστια όπου επικρατεί ο νόμος της ζούγκλας: στη “Σκοτεινή Αθήνα”. Ξέρεις ούτε ηλεκτρικό δεν υπάρχει εκεί. Το βράδυ δεν υπάρχουν φώτα. Δέκα πολυκατοικίες και ένα πάρκο ήταν ο χώρος τον οποίο είχαμε περιφράξει. Καμία εκατοσταριά άτομα ζούσαμε εκεί. Το πολίτευμα που ακολουθούσαμε ονομαζόταν άμεση δημοκρατία. Δεν υπήρχαν αρχηγοί. Αποφασίζαμε από κοινού με ψηφοφορία για όλα τα ζητήματα. Πέρασα υπέροχα παιδικά χρόνια σου λέω. Ήμασταν αποκομμένοι από τους άλλους λόγω του φράχτη. Ένας παράδεισος μέσα σε μία αστική κόλαση. Στο πάρκο οι ενήλικες καλλιεργούσαν εντατικά τον κήπο. Επίσης στα σπίτια μας, η κάθε οικογένεια είχε λαχανικά σε γλάστρες. Έτσι είχαμε τα απαραίτητα για επιβίωση. Ό,τι μας περίσσευε, το ανταλλάζαμε με χρήσιμα προϊόντα με το μανάβικο που υπήρχε κοντά στη γειτονιά μας έξω από το φράκτη. Κάποτε όμως ένας φρουρός αποκοιμήθηκε.
Έτσι μπήκαν οι “απέξω”. Ακολούθησε η κόλαση. Αυτό που έζησα δε περιγράφεται. Τους άντρες τους έσφαξαν. Ενός μάλιστα του βγάλανε τα νύχια για να μάθουν οι εισβολείς αν είχαμε πουθενά κρυμμένα χρήματα. Να δεις πως φώναζε ο κακομοίρης
Εγώ πρόλαβα και κρύφτηκα σε ένα μπαούλο. Έμεινα δύο μέρες εκεί κρυμμένη με κομμένη την ανάσα. Άκουγα τις κραυγές της μάνας μου, καθώς οι εισβολείς τη βίαζαν. Τη δεύτερη μέρα το μαρτύριό της τελείωσε. Όταν βγήκα έξω τη βρήκα κρεμασμένη. Πριν φύγουν τις είχαν σκοτώσει όλες.
Όμως δεν ήμουν η μόνη που γλύτωσα. Άλλο ένα παιδάκι στη γειτονιά τα κατάφερε Το όνομα του ήταν Χρήστος. Κάπου είχε κρυφτεί και αυτό την ίδια ώρα που σφάζανε τους γονείς του. Με αυτόν βγήκαμε στον έξω κόσμο. Πρέπει να ήταν το 2080. Ήμασταν κοντά στην εφηβεία εκτεθειμένοι σε όλους τους κινδύνους. Ευτυχώς μας περιμάζεψε μία καλή γριούλα. Η κυρά- Γιώτα. Με τα χρήματά της αγόραζε προστασία από κάποια Σέχτα και έτσι δε μας πειράζανε.
Αυτά τα χρόνια που έζησα σε εκείνη τη γειτονιά με τους γονείς μου είναι ό,τι καλύτερο είχα πάντως. Εκείνες οι στιγμές ανεμελιάς μου έδιναν δύναμη για να αντέξω στη μετέπειτα κόλαση».
«Μου αρέσει ο τρόπος που μιλάς. Εγώ είμαι σχεδόν αγράμματος. Ό,τι έμαθα, το έμαθα από το στρατό. Ξέρω μόνο από όπλα. Γι αυτό ίσως πιάνομαι τόσο συχνά κορόιδο. Πρέπει να είσαι μορφωμένη.»
«Η μάνα μου είχε μεγάλη βιβλιοθήκη. Διάβασα πολλά βιβλία που με σημάδεψαν. Τολστόι, Ζαμιάτιν, Ιούλιο Βερν, Καζαντζάκη κλπ. Μετά στην κυρά που μας περιμάζεψε βρήκα και άλλους : Ντοστογιέφσκι, Όσκαρ Ουάλντ, Τέννεσι Ουίλλιαμς. Το αγαπημένο μου βιβλίο ήταν οι “Aόρατες πόλεις” του Καλβίνο».
«Δεν έχω ιδέα για τους παραπάνω συγγραφείς. Μόνο Ιούλιο Βερν έχω διαβάσει και αυτό πρόσφατα. Έμαθα ανάγνωση σε μεγάλη ηλικία και με δυσκολία μπορώ να διαβάσω μεγάλα κείμενα. Παρά τις δυσκολίες, ο Βερν με ενθουσίασε. Ίσως διαβάσω και τους άλλους που μου ανέφερες, όταν βρω χρόνο. Θα δυσκολευτώ, αλλά θα προσπαθήσω. Τώρα βέβαια έχει προτεραιότητα η επιβίωση και όχι το διάβασμα.»
«Σωστά.»
«Το άλλο παιδί τι έγινε;»
«Ο Χρήστος έφυγε στο φωτισμένο κέντρο της Αθήνας. Ήθελε να γίνει μέλος των ορθόδοξων ελευθερωτών. Σκοπός του ήταν να γίνει η Ελλάδα ξανά μεγάλη. Έχασα τα ίχνη του.»
Δεν της είπα ότι πριν ένα μήνα είχαμε στήσει ενέδρα σε μία μηχανοκίνητη ομάδα ορθοδόξων απελευθερωτών. Είχαμε σκοτώσει καμιά εικοσαριά. Μπορεί μέσα στους νεκρούς να ήταν και ο Χρήστος. Όποιος ζει από το σπαθί, πεθαίνει από το σπαθί. Καλύτερα να μην ανησυχούσα τη Μαρία όμως με αυτή την ιστορία.
«Όταν η κυρία πέθανε έμεινα στην ανέντακτη ζώνη της Αθήνας αντίθετα με το Χρήστο. Δύσκολα χρόνια. Είχα όμως κάποια λεφτά που μου έδωσε πριν πεθάνει η κυρά- Γιώτα. Με αυτά και χωρίς πολυτέλειες κατάφερνα να εξασφαλίζω τα προς το ζην.»
«Δε συμφωνείς με καμία θεωρία;»
«Με καμία από τις μπούρδες που κυκλοφορούν στην Αθήνα. Αγάπησα το χάος για να επιβιώσω. Το χάος σώζει, αλλά ο παράδεισος χάθηκε για πάντα».
Καθώς φτάναμε στο Παρίσι παρατηρούσα πού και πού και άλλα αεροαυτοκίνητα. Δεν ήταν όμως και πολλά. Λίγοι είχαν τα χρήματα και την εξουσία αυτό τον καιρό. Είχε αρχίσει να βραδιάζει και να μου βγαίνει η κούραση. Σκέφτηκα το πρωί που ήμουν ξεγραμμένος και την μετέπειτα περιήγησή μας στην Ευρώπη. Όλα αυτά σε μία μέρα. Παρά την κούραση όμως, δεν μπορούσα να κοιμηθώ. Από την άλλη, καλό είναι κάποιος να μένει ξύπνιος. Για κάθε ενδεχόμενο. Άλλωστε σε λίγο φτάναμε. Πριν το Παρίσι και αρκετά κοντά σε αυτό, μία πόλη ξεχωρίζει αλλά με πολύ δυσκολία. Μία αρκετά μεγάλη γκριζομαύρη έκταση που ξεχωρίζει οριακά από το μαυροπράσινο δάσος που την περιβάλει. Αν και βράδυ δεν έχει ούτε ένα φώς. Κατάλαβα αμέσως. Μία πόλη φάντασμα. Υπήρχαν πολλές πλέον στην Ε.Ε. Ο συνηθέστερος λόγος εγκατάλειψης τους ήταν ότι υπήρξαν θύματα χημικού πολέμου από τις γύρω μεγάλες πόλεις. Ο λόγος; Ο ανταγωνισμός για τα τρόφιμα της υπαίθρου. Ήταν φυσικό να θέλουν και οι μικρές πόλεις το μερίδιο τους από τους αγρότες. Τα πράγματα όμως ήταν σκληρά και οι κάτοικοι των μεγαλουπόλεων δε μπορούσαν να ανεχτούν τον ανταγωνισμό. Οι γύρω πόλεις της Αθήνας εξαφανίστηκαν κατόπιν χημικού πολέμου που εξαπέλυσαν οι Αθηναίοι. Το ίδιο φαντάζομαι έγινε και εδώ στη Γαλλία. Ο νόμος του πιο ισχυρού.
«Μαρία, η πόλη του φωτός. Ξέρεις είχα ξανάρθει πριν χρόνια για να καταπνίξουμε μια εξέγερση. Έφαγα μια χειροβομβίδα. Δεν έχω και τις καλύτερες αναμνήσεις. Η πόλη του φωτός…»
Βέβαια κάθε άλλο παρά φωτισμένο ήταν το Παρίσι. Πιο πολύ πόλη του σκότους θα το έλεγες. Φωτισμένες ήταν μόνο κάποιες περιοχές στο κέντρο και ο πύργος του Άιφελ που έστεκε εκεί μισοκαταστρεμένος, ένα πραγματικά γκροτέσκο θέαμα. Το υπόλοιπο Παρίσι φαινόταν σαν μία σκοτεινή ζούγκλα. Κάποιες ξεχασμένες λάμπες μόνο και κάποιες φωτιές που άναβαν κάποιοι για να ζεσταθούν. Κατά τα άλλα το σκοτάδι τα κατάπινε όλα. Ο πολιτισμός, εκεί όπου οι Σέχτες δεν υπήρχαν, είχε πεθάνει. Κάτι παρόμοιο με την σκοτεινή Αθήνα όπου μόνο οι άθλιοι και κάποιοι ανέντακτοι επέμεναν να ζουν. Ανέντακτοι που αρνούνταν να γίνουν μέλη κάποιας Σέχτας. Όπως η Μαρία.
«Μαρία προσγείωσε εκεί που υπάρχει φως. Να αυτός ο λόφος καλός φαίνεται. Καλά θα κάνουμε να το καβαντζώσουμε κάπου.»
«Όχι δεν χρειάζεται. Το πετρέλαιο τελειώνει. Σιγά μην βρούμε αποθέματα. Γάμα την τη Ferrari.»
Η Ferrari προσγειώθηκε. Είχε βραδιάσει πλέον. Καθώς προχωρούσαμε, αποχαιρετώντας το αεροκίνητο, έπιασα το χέρι της Μαρίας. Αυτή τραβήχτηκε. Εγώ εκνευρίστηκα. Δεν έχω καταλάβει ακόμα αν με γουστάρει ή όχι. Την κοίταξα προβληματισμένος. Αυτή για να ελαφρύνει την κατάσταση είπε χαμογελαστά:
«Φτάσαμε στη πιο κλασσική γειτονιά του Παρισιού». Η Μαρία είχε πάρει το φορητό GPS από τη αεροκίνητο. Σε αυτό ήμασταν τυχεροί γιατί μπορούσαμε να δούμε που είμαστε. Κοιτάζοντάς το η Μαρία είπε «Απ’ ό,τι βλέπω, είμαστε στη Μονμάρτρη μια από τις ωραιότερες περιοχές στο Παρίσι. Είναι μια ιστορική περιοχή. Εδώ σύχναζαν παλιά μποέμ καλλιτέχνες. Πριν από την κατάρρευση της Ε.Ε. ήταν μια από τις πιο ένδοξες περιοχές της Ε.Ε.».
Πράγματι περπατώντας έβλεπα δεκάδες κλασικά κτίρια που κάποτε ήταν υπέροχα εστιατόρια και cafe. Μόνο που αρκετά από αυτά ήταν πλέον καταστραμμένα. Τα δέντρα, που κάποτε στόλιζαν αυτά τα υπέροχα κτίρια, τώρα είχαν απλωθεί απειλητικά καλύπτοντας σχεδόν τις προσόψεις των άλλοτε κυρίαρχων ανθρώπινων κατασκευασμάτων. «Η αστική βλάστηση πλέον κυριαρχεί παντού» τόνισε σαρκαστικά η Μαρία.
Φτάσαμε σε έναν πλακόστρωτο στενό. Κατάλαβα ότι εισχωρούσαμε σε ζώνη αγοραίου έρωτα από μία επιγραφή σε ένα κτίριο: Bordello.Αλλά και ο κόσμος που βρίσκονταν εκεί δε σου άφηνε αμφιβολίες. Εκατοντάδες πόρνες έκαναν πιάτσα σε αυτούς τους άλλοτε σικ δρόμους. Ψηλές, κοντές, λευκές, μαύρες και ασιάτισσες. Άντρες και γυναίκες. Ακόμα και ανήλικους έβλεπες να κάνουν πιάτσα. ‘Ένας κουρελής την είχε βγάλει δίπλα στις πόρνες και κατουρούσε. Το σκηνικό ήταν απίστευτο για τις αντιθέσεις του. Έβλεπες καλλονές αναμειγμένες με υπερβολικά άσχημες γυναίκες. Επίσης έβλεπες ναρκομανείς σκελετωμένες και παχύσαρκες κοπέλες δίπλα δίπλα. Πιάτσα κάνανε και ανάπηρες κοπέλες (χωρίς πόδια, χέρια, υπήρχε και μία τελείως παραμορφωμένη από εγκαύματα) αλλά και πολλές ηλικιωμένες γυναίκες. Ακόμα και εγκύους έβλεπες. Για όλα τα γούστα… Βασικά δε διάφερε και πολύ από το Γκάζι σκέφτηκα. Και αυτό έτσι είναι, με λιγότερη ποικιλία βέβαια.
«Ενδιαφέρεσαι;» με ρώτησε η Μαρία.
«Μπα μωρέ» απάντησα. Βασικά δε θα με χαλούσε. Μερικές κοπέλες ήταν υπέροχες. Αλλά είχα δύο ενδοιασμούς. Πρώτον δεν είχα λεφτά και δεύτερον ήθελα να κάνω καλή εντύπωση στη Μαρία. Παντού στο δρόμο και στο πεζοδρόμιο έβλεπες σκουπίδια. Μία υπέροχη μελαχρινή πόρνη μάλιστα έστεκε πάνω από μία σκισμένη σακούλα σκουπιδιών. Από μέσα είχαν ξεχυθεί χαρτιά υγείας και σερβιέτες. Κανείς δεν ενοχλούνταν. Καθώς προχωρούσαμε, από το σπασμένο παράθυρο ενός καταστήματος με νέον επιγραφή “cafe”, είδα μια πόρνη να συνουσιάζεται με ένα τύπο. Δεν υπάρχουν ντροπές εδώ στο Παρίσι. Άναψα και άλλο. Μπροστά από το κατάστημα υπήρχε το κουφάρι κάποιου σε προχωρημένη σήψη. Κανείς δεν είχε κάνει τον κόπο να το μετακινήσει εδώ και μέρες. Αυτό με ξενέρωσε βέβαια. Όλα είναι περίεργα αυτές τις μέρες.
Προς το τέλος της πιάτσας είδαμε τραβεστί με πυροβόλα, προφανώς να εποπτεύουν και να προστατεύουν τις υπόλοιπες πόρνες. Ένα σκυλί τσιμπολογούσε το κουφάρι κάποιου. Μία τραβεστί έστεκε πάνω από το γεύμα του σκυλιού και με κοίταξε καχύποπτα. Κρατούσε ένα πυροβόλο. Σαν να μου υποδήλωνε, ότι θα τα έβρισκα και εγώ σκούρα αν έψαχνα μπελάδες. Και σίγουρα δεν έψαχνα.
Είχε βραδιάσει. Βρήκαμε μια πανσιόν σε ένα κλειστοφοβικό σοκάκι. Βέβαια με δυσκολία μπορούσες να αποκαλέσεις αυτό το πράμα πανσιόν παρά την μισοσκουριασμένη του ταμπέλα. Σαν κτίριο ήταν άθλιο εννοείται. Πρέπει να είχε να καθαριστεί από την πτώση της Ε.Ε. Τα παράθυρά της, κλειστά όπως ήταν, θύμιζαν φέρετρα. Αφού «τακτοποιηθήκαμε» είπα στη Μαρία να με περιμένει λίγο στο δωμάτιό μας. Θα έβγαινα έξω για να πάρω πληροφορίες για το τι γίνεται σε αυτή την πόλη. Βασική αρχή της τέχνης του πολέμου είναι ότι κερδίζει αυτός που έχει πληροφορίες. Βέβαια ήξερα ότι αυτό είναι δύσκολο . Οι Γάλλοι δε μιλάνε αγγλικά. Πήρα το GPS για να μπορώ να γυρίσω πίσω και την έκανα. Πριν φύγω μου λέει η Μαρία: «Θα πάμε αύριο στον Πύργο του Άιφελ;»
«Δεν ξέρω. θα δούμε. Αν είναι κοντά.»
«Μα έλα μωρέ.»
«Με τρελαίνεις όταν κάνεις σαν παιδί. Εντάξει θα πάμε.»
Με φίλησε στο μάγουλο με πάθος. Η Μαρία μου θύμιζε μία παιδική αθωότητα χαμένη για πάντα.
Μετά από πολύ ώρα βρήκα κάποιον επιτέλους που μου απάντησε στα αγγλικά.
«Κοίτα φίλε Έλληνα. Το Παρίσι ελέγχεται από τους Νεοεποχίτες. Καθολικοί , προτεστάντες και μουσουλμάνοι σφαγιάστηκαν ή καταφεύγουν στη ζούγκλα του σκοτεινού Παρισιού. Εκεί ο κανιβαλισμός είναι μόδα. Όποιος πάει εκεί γίνεται ωραίο γεύμα. Εσύ σαν Έλληνας μπορείς να επιβιώσεις αν το παίξεις οπαδός του Δία. Αν πέσεις όμως σε φανατικούς και σε ανακρίνουν την έβαψες.»
Κατάλαβα. Μία από τα ίδια με τη Ρώμη με αντιστραμμένους νικητές και θύματα.
«Γιατί Έλληνα δε πήγες στη Θεσσαλονίκη;»
«Από εκεί κατάγομαι αλλά έχω χάσει κάθε επαφή. Τι γίνεται εκεί;»
«Μια ομάδα αναρχοκομουνιστών μαζί με ένα κομμουνιστικό κόμμα έχει καταλάβει την πόλη. Άκουσα, αν είναι αλήθεια βέβαια, ότι οι σφαγές έχουν σταματήσει.»
«Τι είναι αναρχοκουμουνισμός;»
«Ούτε εγώ ξέρω.»
«Δεν πιστεύω ότι ποτέ θα σταματήσει η βία. Δεν πιστεύω ότι είναι τέλεια στη Θεσσαλονίκη. Όπως και να έχει το να βρω άλλο αεροκίνητο θα είναι θαύμα. Πρέπει να προσαρμοστώ εδώ. Ποιοι μένουν στο σκοτεινό Παρίσι; Αληθεύουν αυτά που είπες περί κανιβαλισμού;»
«Οι άθλιοι μένουν φίλε εκεί. Οι πολύ φτωχοί και οι κάτοικοι των παλιών γκέτο. Πολλοί φτωχοί κατάφεραν μετά την πτώση να χωθούν σε κάποια Σέχτα. Όχι όλοι όμως. Οι υπόλοιποι μείνανε. Εκεί σίγουρα τρώνε ο ένας τον άλλο, λόγω πείνας. Τα τρόφιμα από τη γαλλική επαρχία έρχονται όλα εδώ στο φωτισμένο Παρίσι και πιο συγκεκριμένα στην νικήτρια Σέχτα. Επίσης στο σκοτεινό Παρίσι μένουνε και οι ανέντακτοι, διανοούμενοι και ιδεολόγοι, κυρίως νέοι, που αρνούνται να πολεμήσουν για το Χριστό, τον Μωάμεθ ή το Δία. Οι νεοπαγανιστές πάντως δεν αφήνουν το σκοτεινό Παρίσι να ησυχάσει. Χτες το βομβάρδιζαν με όλμους και ρουκέτες όλο το βράδυ. Οι κάτοικοι του σκοτεινού Παρισιού είναι ανοργάνωτοι και αντιδρούν αποσπασματικά.»
Τον ρωτάω για το Υπόγειο Παρίσι.
«Πριν μία βδομάδα εξαπολύθηκε χημικός πόλεμος στους κάτοικους των υπονόμων που είναι και οι πιο ακίνδυνοι. Χιλιάδες οι νεκροί. Το υπόγειο Παρίσι δεν υπάρχει πια. Απανθρωπιά. Τι ψάχνεις τώρα Έλληνα; Παντού σκατά είναι. Και εδώ κινδυνεύεις κάθε στιγμή. Εγώ τη γλύτωσα γιατί η γυναίκα μου είναι υψηλόβαθμο στέλεχος σε μία αποκρυφιστική εταιρία. Και εδώ όμως ζούγκλα είναι. Μεταφορικά και κυριολεκτικά. Μπορεί να δεις καμία τίγρη, ή κανένα λιοντάρι που το έσκασε από το ζωολογικό κήπο. Τριγυρνάνε και τρώνε αστέγους, απόρους και λοιπούς αδύνατους. Αστική ζούγκλα.»
Σκέφτηκα ότι δε θα πήγαινα στο Υπόγειο Παρίσι τελικά. Πάει και αυτό. Όλα ισοπεδώνονται.
«Εντάξει φίλε μου Γάλλε. Ίσως τα ξαναπούμε κάποτε. Au revoir!».
Γυρνούσα στην πανσιόν να βρω τη Μαρία. Την κάτσαμε τη βάρκα σκέφτηκα. Αναλογιζόμουν την προηγούμενη ζωή μου σαν φαντάρος του Ευρωπαϊκού στρατού. Δεν ήμουν και κανένα αγγελούδι. Δεν σκότωσα και λίγους εξεγερμένους στην καταστολή των εξεγέρσεων που πήρα μέρος. Έπρεπε όμως και εγώ κάπως να ζήσω. Γεννήθηκα άλλωστε στο γκέτο της Θεσσαλονίκης. Δεν γεννήθηκα Ευρωπαίος πολίτης. Ο μόνος τρόπος να έπαιρνα τα χαρτιά του Ευρωπαίου πολίτη ήταν να κατατασσόμουν στον Ευρωπαϊκό στρατό. Χιλιάδες κάνανε αιτήσεις, λίγοι τα κατάφερναν. Εγώ τα κατάφερα. Μπήκα στον ευρωπαϊκό στρατό σε ηλικία δεκαπέντε χρονών. Είχα λοιπόν τα προνόμια του Ευρωπαίου πολίτη (δικαίωμα περιουσίας, σύνταξης , υγειονομική περίθαλψη κλπ.) που οι κάτοικοι των γκέτο και των υπονόμων στερούνταν πλήρως. Εννοείται ότι ήμουν αγράμματος καθώς η εκπαίδευση στα γκέτο απαγορεύεται. Στον στρατό έμαθα να διαβάζω και να μιλάω αγγλικά ,την επίσημη γλώσσα της Ε.Ε.
Πήρα μέρος για πρώτη φορά στις συγκρούσεις σε ηλικία 17. Μέχρι τα είκοσι που τα παράτησα, το 2065 δηλαδή, είχα σκοτώσει αρκετούς. Είχα δει αρκετά. Ήθελα να ζήσω ελεύθερος μακριά από το στρατό της Ε.Ε. και την υποκρισία των πολιτικών. Οι «Μάγοι» και τα συμβάντα εκείνης της εποχής με ξύπνησαν.
Βέβαια, μετά την εξέγερση των «Μάγων» το 2065 οι διαχωρισμοί πολίτη-υπάνθρωπου (κάτοικου δηλαδή του γκέτο) μειώθηκαν, καθώς πολλές Σέχτες πολιτών στρατολογούσαν και από τα γκέτο για να επικρατήσουν αριθμητικά. Πάραυτα, αυτή η εξίσωση δεν κράτησε για πάντα. Όπως μου υπενθύμισε και ο Γάλλος, ο ταξικός διαχωρισμός καλά κρατεί. Δεν πέθανε αλλά έχει επαναπροσδιοριστεί. Στο φωτισμένο Παρίσι επικρατεί η βία, αλλά αν τα έχεις με τους νικητές καλά, θα έχεις να φας ένα πιάτο φαΐ. Στο σκοτεινό Παρίσι ο ένας τρώει τον άλλο.
Όσο για τους πολύ ισχυρούς της Ε.Ε. (εφοπλιστές, TV personas, υψηλόβαθμοι στρατιωτικοί, πολιτικοί κλπ.), όλοι αυτοί εξαφανίστηκαν απότομα το 2075.Τη χρονιά που η Ε.Ε. έπαψε να υφίσταται. Πού να έχουν πάει; Κανείς δεν ξέρει.
Έφτασα στην πανσιόν μας. Σκέφτηκα ότι είναι καιρός να την πέσω στη Μαρία. Λίγο πριν περάσω την είσοδο είδα από μακριά μία περιπολία. Φορούσαν όλοι στρατιωτικά, εκτός από έναν που φορούσε έναν αρχαίο μανδύα και ένα στέμμα στο κεφάλι του και καθοδηγούσε τους υπόλοιπους. Ο ιερέας … Κάποιος από την περιπολία κρατάει με λουρί, όχι κάποιο σκυλί, (τα σκυλιά λόγο πείνας στις μέρες μας έχουν μετατραπεί σε υπέροχες λιχουδιές) αλλά μία ζέβρα. Προφανώς είναι από τα άγρια ζώα που το έσκασαν από το ζωολογικό κήπο και εξημερώθηκαν για στρατιωτικούς λόγους. Αστική ζούγκλα.
Μπήκα τελικά μέσα στην πανσιόν. Ανέβηκα τα σκονισμένα σκαλιά για να πάω στο δωμάτιο. Πήρα βαθιά ανάσα. Ήρθε η ώρα να την πέσω στη Μαρία. Πλησίασα την πόρτα του δωματίου μας. Τότε άκουσα βογκητά. Κατάλαβα ότι όλα τελείωσαν. Έβγαλα το κλειδί και άνοιξα την πόρτα νευριασμένος. Θόλωσα ακόμα περισσότερο όταν είδα και την εικόνα: η Μαρία έκανε αχαλίνωτο σεξ με μία Παριζιάνα. Σ’ εμένα θα μου τύχουν όλα ρε πούστη; Έπρεπε να το είχα καταλάβει. Η Μαρία δεν είχε έφεση στο αντρικό φύλο και απλά έκανα ότι δεν το καταλάβαινα. Η ματαιοδοξία μου. Κοίταξα για λίγο καθώς η Μαρία έγλυφε το αιδοίο της πανέμορφης Παριζιάνας. Το πάθος τους ήταν τόσο ισχυρό που δε με είχαν καταλάβει. Έκλεισα την πόρτα διακριτικά και έφυγα σαν κύριος. Τελείωσε, δε θα γυρίσω πίσω, σκέφτομαι. Από την άλλη εγώ έχω χρόνια στο κουρμπέτι. Μπορώ να επιβιώσω. Η Μαρία όμως; Είναι πολύ μικρή. Και τι με νοιάζει; Ας πάει στο διάολο. Αυτή και ο πύργος του Άιφελ.
Έφτασα σε μία κυκλική πλατεία μετά από πεντάλεπτο περπάτημα. Εκεί είχε πολύ κόσμο. Είναι πλέον πολύ βράδυ και είμαι κουρασμένος. Πάραυτα δε νυστάζω. Στα δέντρα της πλατείας έβλεπα κρεμασμένο κόσμο. Ξανασυνάντησα το Γάλλο.
«Τι σύμπτωση πάλι εσύ! Μου λες τι γράφουνε οι επιγραφές πάνω στους κρεμασμένους;»
Αυτός μου απάντησε τρομαγμένος: «Πόρνες του Ιησού» , «Εβραϊκά σκυλιά» και άλλα τέτοια. Δε φεύγεις καλύτερα;» Και απομακρύνθηκε. Πράγματι οι Γάλλοι δίπλα μου άρχισαν να με κοιτάνε περίεργα. Κάποιος με πλησίασε από πίσω. Χρόνια όμως εμπειρίας με είχαν κάνει τσακάλι. Μένω φαινομενικά ήρεμος και ακίνητος. Γυρνάω απότομα και κτυπάω δυνατά το πρόσωπο πίσω μου. Και αρχίζω και τρέχω. Το φορητό GPS πέφτει πίσω μου.« Αντίο Μαρία», σκέφτομαι. Δε θα μπορέσω να γυρίσω πίσω και να το ήθελα. Οι Γάλλοι από πίσω μου τρέχουν μπουλούκι, φωνάζοντας στα Γαλλικά, που δεν καταλαβαίνω. Έχω μαζί μου το πιστόλι του νεκρού στη Βουλή. Γυρνάω και πυροβολώ τον πρώτο και τον δεύτερο. Χάνουν ταχύτητα αλλά δε σταματάνε το κυνήγι. Το θήραμα είμαι εγώ. Για άλλη μία φορά.
Προσπαθώ να χαθώ στα στενά. Περνάω από ένα στενό που κάνουν βίζιτα πόρνες. Από πίσω μου κάποιος πυροβολεί. Μία κοπέλα πέφτει νεκρή. «Οι μπάσταρδοι» σκέφτηκα «είναι αδίστακτοι». Γυρνάω και πυροβολώ ξανά. Οι πόρνες πέφτουν κάτω αλαλάζοντας ή προσπαθούν κάπου να βρουν κάλυψη. Πετυχαίνω δύο από τους διώκτες μου. Έχουν μείνει όμως μία δεκαριά. Ένας μου πετά ένα τσεκούρι. Αστοχεί όμως. Το τσεκούρι πέφτει στο κεφάλι μίας κοπέλας που ήταν πεσμένη στο δρόμο. Προσπάθησε να βρει κάλυψη από τις σφαίρες αλλά τη βρήκε από αλλού.
Βλέπω ποιος έχει το πιστόλι. Έχει βρει κάλυψη πίσω από κοπέλες που κοιτάνε τρομοκρατημένες, όμως ξέρω καλό σημάδι. Φοράει μανδύα, πρέπει να είναι ιερέας. Τον πυροβολώ στο κεφάλι ενώ οι πόρνες δίπλα ουρλιάζουν. Πέφτει νεκρός. Μου ορμάνε οι υπόλοιποι με τσεκούρια, μαχαίρια και με γυμνά χέρια. Ευτυχώς δεν έχει άλλος όπλο. Πυροβολώ ξανά και ξανά. Πέφτουν δύο, αλλά αστοχώ και τρεις φορές. Αποτελειώνω έναν που έχει φτάσει στο ένα μέτρο και πάει να με μαχαιρώσει. Το όπλο μου άδειασε. Τους το πετάω και αρχίζω να τρέχω, καθώς οι πόρνες μας καταριούνται και μας βρίζουν στα Γαλλικά.
Συνεχίζω και τρέχω. Ανεβαίνω και κατεβαίνω πλακόστρωτα σκαλοπάτια για ώρα. Οι μπάσταρδοι από πίσω μου με ακολουθούν λυσσασμένοι για αίμα. Έχω λαχανιάσει πια και δεν αντέχω. Δεν είμαι και νέος.« Μέχρι εδώ ήταν» σκέφτομαι, καθώς καταλαβαίνω ότι έφτασα σε αδιέξοδο. Όλα τελείωσαν. Γυρνάω και τους κοιτάζω. Ετοιμάζω τις γροθιές μου. Αυτές έμειναν. Τουλάχιστον θα πεθάνω με αξιοπρέπεια. Έφαγα και καμπόσους. Δε περίμεναν να τους κάνω τέτοια ζημιά. Γιατί με κυνήγησαν; Ποιος ξέρει; Ποιός νοιάζεται; Όλα είναι παρανοϊκά πια. Τι ήθελα και εγώ εδώ; Όχι ότι στην Αθήνα ήταν καλύτερα. Όποιος δεν είναι μαζί τους πεθαίνει. Παντού. Θα με κρεμάσουν σε κάποιο δέντρο και θα γράψουν: «Πόρνη του Χριστού». Ειρωνεία βέβαια, καθώς είμαι άθεος. Κοιτάζω τους διώκτες στα μανιασμένα μάτια τους καθώς προχωράνε σαδιστικά προς τα μένα.