Στα θετικά και τα αρνητικά των ελληνικών τραπεζών αναφέρεται η Goldman Sachs σε νέα έκθεσή της μετά τις επαφές που είχε στην Αθήνα με τραπεζικά στελέχη, καθώς και υπεύθυνους χάραξης πολιτικής.
Όπως σημειώνει, οι τράπεζες αναφέρθηκαν στα σχέδιά τους για μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPEs) στο 15-25% μέχρι το 2021 (από 48% το β’ τρίμηνο του 2018).
Αυτά, όπως σημειώνει, στηρίζονται από: 1) την ισχυρή οικονομική δυναμική, περιλαμβανομένης της αρχής της ανάκαμψης στην στεγαστική αγορά 2) την αυξανόμενα δυναμική δευτερογενή αγορά πώλησης NPEs και 3) έναν χαμηλότερο ρυθμό αύξησης των στρατηγικών κακοπληρωτών με την πάροδο του χρόνου, καθώς οι πρόσφατες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις (κυρίως οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί) συμβάλουν στη βελτίωση της νοοτροπίας πληρωμών της χώρας.
Ωστόσο, στα αρνητικά, όπως προειδοποιεί, είναι το ότι η ικανότητα του τραπεζικού κλάδου να αντέξει οποιοδήποτε σοκ (εσωτερικό ή εξωτερικό, οικονομικής ή πολιτικής φύσεως) – παραμένει περιορισμένη.
Πιο αναλυτικά, στις σημειώσεις της η Goldman αναφέρει τα εξής:
Θετικά:
1. Μακροοικονομικά: Ισχυρή μακροοικονομική δυναμική που βασίζεται κυρίως στην εξωτερική ζήτηση και στον τουρισμό.
2. Ανάκαμψη της αγοράς ακινήτων: Ο ρυθμός ανάπτυξης των τιμών κατοικιών επέστρεψε στα θετικά (+1% το 2018) για πρώτη φορά μετά από μια δεκαετία, χάρη στην ισχυρή ζήτηση από τους ξένους καθώς και στην περιορισμένη προσφορά.
3. Βελτίωση δημοσιονομικών μεγεθών: Υπάρχει βελτίωση του κρατικού ρίσκου, καθώς το κεφαλαιακό μαξιλάρι καλύπτει τις ανάγκες αναχρηματοδότησης για τα επόμενα δυο χρόνια τουλάχιστον.
4. Φιλόδοξοι στόχοι NPEs: Ο δείκτης NPEs των ελληνικών τραπεζών αναμένεται να φτάσει το 15-25% μέχρι το 2021, υποδηλώνοντας μείωση 50% μέσα σε τρία χρόνια.
5. Στρατηγικοί κακοπληρωτές: Οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί οι οποίοι έχουν ξεκινήσει από το α’ εξάμηνο του 2018 αναμένεται ευρέως να έχουν θετική επίπτωση στις ρυθμίσεις δανείων και αναδιαρθρώσεις, αν και τα αποτελέσματα μέχρι στιγμής είναι απογοητευτικά. Γενικά, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που έχουν στόχο τους στρατηγικούς κακοπληρωτές υποδηλώνουν προοπτικές για βελτίωση της αναλογίας των NPLs ταχύτερα σε σχέση με την ανεργία με την πάροδο του χρόνου.
6. Ομαλοποίηση του προφίλ χρηματοδότησης: o κλάδος αναμένεται να απεμπλακεί πλήρως από τον ELA το αργότερο μέχρι το α’ τρίμηνο του 2019 και θα επωφελείται ταυτόχρονα από τις συνεχιζόμενες εισροές καταθέσεων.
7. Καθαρά δάνεια: παρά την ισχνή «υγιή» ζήτηση, οι τράπεζες αναμένουν ο αυξανόμενος εταιρικός δανεισμός να αντισταθμίσει πλήρως την συνεχιζόμενη απομόχλευση στο κομμάτι της λιανικής οδηγώντας σε θετική ανάπτυξη ακόμα και από το 2019.
8. Προμήθειες: η σταδιακή άρση των capital controls είναι θετική, καθώς οδηγεί σε μεγαλύτερη χρήση πιστωτικών καρτών και αναλήψεων, ενώ τα υψηλότερα επίπεδα δανειοδότησης που αναμένονται το 2019 θα στηρίξουν τη δημιουργία προμηθειών.
9. Νέο «κοκκίνισμα» δανείων: Υπήρχαν κάποιες ανησυχίες το β’ τρίμηνο αναφορικά με τον υψηλό αριθμό των δανείων που γίνονται ξανά μη εξυπηρετούμενα, ωστόσο oρισμένες τράπεζες ωστόσο έχουν δείξει πως έχουν αναδιαμορφώσει τις πλατφόρμες και πολιτικές αναδιάρθρωσης ώστε να προσφέρονται στους πελάτες πιο βιώσιμες λύσεις, όπως το «κούρεμα» υπό όρους ή η εξόφληση με έκπτωση, κλπ.
Αρνητικά:
1. Μακροοικονομικά: Η ανάκαμψη έχει μόλις ξεκινήσει, ωστόσο εξακολουθεί να υπολείπεται αυτής που σημειώθηκε σε άλλες χώρες της Νότιας Ευρώπης (Ισπανία).
2. NPEs: Όσο φιλόδοξοι και αν είναι οι στόχοι για τη μείωση των NPEs, τα NPEs αναμένεται να παραμείνουν σε αυξημένα επίπεδα για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα.
3. Οι συζητήσεις με το Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης (SRB) για τις ελάχιστες απαιτήσεις σε ίδια κεφάλαια για τις επιλέξιμες υποχρεώσεις (MREL) δεν έχουν αρχίσει και οι τράπεζες δεν περιμένουν να ξεκινήσουν αν η χώρα δεν αποκτήσει πλήρη πρόσβαση στις αγορές.
4. Καθαρά έσοδα από τόκους (ΝΙΙ): Οι τόκοι από τα NPEs αντιστοιχούν από περίπου 25% ( Εθνική Τράπεζα) έως περίπου 45% των καθαρών εσόδων από τόκους (Τράπεζα Πειραιώς), λόγω των υψηλών δεικτών NPEs στον κλάδο. Αν και συμμορφώνονται με τα νέα λογιστικά πρότυπα, μπορεί να θεωρηθεί ως χαμηλότερη ποιότητα, δεδομένων των κινδύνων που συνδέονται με την ενδεχόμενη ανάκτηση.
5. Καθαρά επιτοκιακά περιθώρια (ΝΙΜ): Τα καθαρά επιτοκιακά περιθώρια αναμένεται να συρρικνωθούν, παρά την έλλειψη ισχυρού ανταγωνισμού λόγω της συνεχιζόμενης απομόχλευσης των ισολογισμών, σε συνδυασμό με την έλλειψη ευκαιριών ποιοτικού δανεισμού και τους περιορισμούς στα ελληνικά κρατικά ομόλογα υψηλών αποδόσεων, οι οποίες αναμένεται να ασκήσουν πτωτικές πιέσεις στην τιμολόγηση.
Πηγή: http://www.kathimerini.gr/