Η Μόσχα επιχείρησε να ανακατέψει τη διπλωματική «τράπουλα» πριν τη συνάντηση του Σεργκέι Λαβρόφ με τον Άντονι Μπλίνκεν στη Γενεύη, προσθέτοντας και νέα «χαρτιά» στο τραπέζι. Η κρίση κορυφώνεται.
Λίγο πριν ξεκινήσει η κρίσιμη συνάντηση ανάμεσα στους υπουργούς Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ρωσίας στη Γενεύη, η Μόσχα αποφάσισε να ρίξει μία ακόμη «βόμβα». Με την πρόθεση, όπως συνηθίζεται σε τέτοιες περιπτώσεις, να αποκτήσει ένα ακόμη διαπραγματευτικό ατού.
Συγκεκριμένα, όπως ανακοινώθηκε επισήμως, στο πακέτο των προτάσεων που έχει καταθέσει στη Δύση για το νέο «πλαίσιο ασφαλείας της Ευρώπης», απαιτεί την αποχώρηση του ΝΑΤΟ από τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία. Και μαζί, την επιστροφή του συνολικού στάτους εκεί όπου βρισκόταν προ του 1997, έτος κατά το οποίο οι δύο χώρες εντάχθηκαν στη Συμμαχία.
Επιστροφή στο 1997
«Λόγος γίνεται για την απομάκρυνση των ξένων δυνάμεων, των τεχνικών μέσων, του εξοπλισμού και άλλων βημάτων με σκοπό την επιστροφή στην κατάσταση ως είχε το 1997 στο έδαφος των χωρών, που δεν ήταν μέλη του ΝΑΤΟ την εν λόγω ημερομηνία. Σε αυτές συμπεριλαμβάνονται η Βουλγαρία και η Ρουμανία», αναφέρει χαρακτηριστικά η υπηρεσία ενημέρωσης του ρωσικού υπουργείου – που προφανώς έδρασε με εντολή του Σεργκέι Λαβρόφ και με τη σύμφωνη γνώμη του ίδιου του Βλαντιμίρ Πούτιν.
Πρόκειται, όπως είναι προφανές, για ένα αίτημα που σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό από την άλλη πλευρά – ούτε από τον Άντονι Μπλίνκεν, ο οποίος αναγκαστικά θα δώσει την πρώτη απάντηση, κατά τη συνάντηση της Γενεύης. Ένα αίτημα, με άλλα λόγια, που κατατέθηκε με σκοπό να απορριφθεί, όπως επίσης συμβαίνει πολλές φορές στον κόσμο της διπλωματίας.
Κάτι ανάλογο συμβαίνει, εξάλλου, με πολλές από τις θέσεις που έχουν διατυπώσει οι δύο πλευρές. Έτσι, για παράδειγμα, το Κρεμλίνο δεν πρόκειται ποτέ να δεχθεί τη διακοπή των στρατιωτικών ασκήσεων εντός της ρωσικής επικράτειας ή με χώρες που θεωρεί συμμάχους, όπως είναι η Λευκορωσία. Όπως επίσης, οι Αμερικανοί θα απορρίπτουν πάντα την απαίτηση να υπάρξει δέσμευση για τη μη διεύρυνση του ΝΑΤΟ με άλλες χώρες, όπως η Ουκρανία και η Γεωργία, η Φινλανδία ή ακόμη και η Σουηδία.
Ζητούμενο η «νέα τάξη πραγμάτων»
Ωστόσο, η διατύπωση τέτοιου είδους «μαξιμαλιστικών» θέσεων δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη. Άλλωστε, το ζητούμενο και το βασικό διακύβευμα σε αυτόν τον γύρο της κρίσης δεν είναι το καθεστώς που τελικώς θα επικρατήσει στην ανατολική Ουκρανία και την επαρχία του Ντονμπάς. Είναι το μπρα-ντε-φερ για μια «νέα τάξη πραγμάτων» στην Ευρώπη – που, με τη σειρά της, θα αποτελεί τμήμα της νέας παγκόσμιας αρχιτεκτονικής.
Δυστυχώς, η ιστορία έχει αποδείξει πως κάτι τέτοιο δεν μπορεί να γίνει χωρίς να πατηθεί η σκανδάλη και χωρίς να χυθεί αίμα. Παρά δε το γεγονός ότι τα επιτελεία θα επιδιώξουν αυτό να γίνει ελεγχόμενα, ενδεχομένως και «δι’ αντιπροσώπων» (μέσω του ουκρανικού στρατού, από τη μία και των φιλορώσων αυτονομιστών, από την άλλη), κανείς δεν μπορεί να προεξοφλήσει ότι στην πράξη δεν θα συμβεί κάτι διαφορετικό και ότι το «θερμό επεισόδιο» δεν θα εξελιχθεί σε κάτι πιο σοβαρό.
Κι αυτό, όπως είναι φυσικό, αφορά και σε άλλα μέτωπα, όπως είναι της Ταϊβάν, όπου πρωταγωνιστεί η Κίνα.