Απέχοντας ίση απόσταση από τη Συρία και τη Λιβύη και απέναντι από τη Χερσόνησο του Σινά, αναλυτές εκτιμούν ότι έχει στρατηγική θέση για τη μάχη εναντίον του Ισλαμικού Κράτους.
Οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις, ασταθείς ήδη πριν από το αποτυχημένο πραξικόπημα, έχουν γίνει ακόμη πιο πολύπλοκες μετά, δημιουργώντας ευκαιρίες αλλά και προκλήσεις για την Ελλάδα, αναφέρεται σε δημοσίευμα της Καθημερινής στο οποίο επισημαίνεται ότι “Η αναταραχή στην Τουρκία αυξάνει το γεωστρατηγικό επιχείρημα υπέρ της σταθερότητας στη χώρα μας, το οποίο η αμερικανική κυβέρνηση υποστηρίζει καθ’ όλη τη διάρκεια της ελληνικής κρίσης”.
Μάλιστα, ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Τζακ Λιου δήλωσε πρόσφατα ότι η ανάγκη αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους είναι πιο άμεση μετά το τουρκικό πραξικόπημα, ώστε να διασφαλισθεί η σταθερότητα στην περιοχή. Πιθανή έξοδος της χώρας από το ευρώ έχει χαρακτηριστεί από Αμερικανό αξιωματούχο «γεωστρατηγική καταστροφή», καθώς εκτιμάται ότι θα οδηγούσε στην αποσύνθεση της Ε.Ε.
Αν, μάλιστα, η Ελλάδα επιθυμούσε πράγματι να κεφαλαιοποιήσει το γεωγραφικό της πλεονέκτημα και να αποκτήσει μεγαλύτερο στρατηγικό βάρος, αναλυτές τονίζουν ότι η βάση της Σούδας στην Κρήτη θα μπορούσε να αποτελέσει εναλλακτική λύση στη μάχη κατά του Ισλαμικού Κράτους.Και αυτό, καθώς η αξιοπιστία της τουρκικής βάσης του Ιντσιρλίκ έχει δεχθεί σοβαρό πλήγμα μετά το πραξικόπημα, αναγκάζοντας τις ΗΠΑ να επανεξετάσουν τις επιλογές τους. Οι διαδηλώσεις κατά των Αμερικανών θέτουν ερωτήματα για τη σκοπιμότητα και την ασφάλεια των πυρηνικών όπλων που φυλάσσονται σε αυτή.
Οπως σημειώνει στην εφημερίδα ο Κεμάλ Κιριστσί, διευθυντής του τουρκικού προγράμματος στο Ινστιτούτο Brookings, στο εσωτερικό της χώρας υπάρχει θυμός για την έλλειψη διεθνούς συμπάθειας προς τη χώρα και το τραύμα που υπέστη, καθώς επικρατεί η εντύπωση ότι η Ε.Ε. ενδιαφέρεται μόνο για τη συμφωνία για το μεταναστευτικό, ενώ οι ΗΠΑ μόνο για τη μάχη κατά του Ισλαμικού Κράτους. «Λίγη συμπάθεια για τον τουρκικό λαό θα έκανε θαύματα», λέει χαρακτηριστικά, τονίζοντας ότι το μέλλον της τουρκικής δημοκρατίας είναι πολύ σημαντικό.
Για την Ελλάδα, θεωρεί ότι το καλύτερο σενάριο είναι «να ξεπεράσουν ο Ομπάμα και η Μέρκελ τον θυμό τους εναντίον του Ερντογάν και να δείξουν συμπάθεια στον τουρκικό λαό, ή ακόμη και στον ίδιο». Αλλωστε, εκτιμά ότι, αν είχε επιτύχει το πραξικόπημα, η χώρα θα είχε παραδοθεί σε εμφύλιο πόλεμο, με αποτέλεσμα πολύ πιο ανεξέλεγκτες ροές μεταναστών και προσφύγων προς τη χώρα μας.
Οι ροές των μεταναστών, βέβαια, έχουν ήδη ενταθεί προς την Ελλάδα – και ο κίνδυνος να ξεφύγουν υπάρχει ούτως ή άλλως. Οπως εκτιμά η συνεργάτης του Ινστιτούτου Brookings Τζέσικα Μπραντ, το αποτυχημένο πραξικόπημα μπορεί να οδηγήσει σε επιδείνωση της μεταναστευτικής κρίσης στην Ευρώπη. Η κυρία Μπραντ θεωρεί ότι οι Ευρωπαίοι θα είναι πιο επιφυλακτικοί να προχωρήσουν τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις της χώρας λόγω των διώξεων που ακολούθησαν το αποτυχημένο πραξικόπημα. Παράλληλα, εκτιμά ότι ίσως καταπέσει και η νομική υπόθεση της συμφωνίας της Τουρκίας με την Ε.Ε., ότι δηλαδή η Τουρκία είναι μία ασφαλής τρίτη χώρα στην οποία μπορούν να επιστρέφονται οι αιτούντες άσυλο.
Πρόβλημα εμπιστοσύνης
Σίγουρα, το πρόβλημα εμπιστοσύνης στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις έχει ενταθεί. Οι ΗΠΑ ανησυχούν για τη στροφή της Τουρκίας στον απολυταρχισμό, ενώ κάποιοι αναλυτές αμφιβάλλουν ακόμη και για το αν υπάρχει δημοκρατία στην Τουρκία. Είναι χαρακτηριστική η εκτίμηση του επικεφαλής αναλυτή του αμερικανικού Συμβουλίου Διεθνών Σχέσεων Στίβεν Κουκ ότι «η διευρυνόμενη εκκαθάριση και καταστολή είναι απλώς η λογική κατάληξη μιας ιστορίας που εκτυλίσσεται εδώ και σχεδόν μία δεκαετία. Η δημοκρατία της Τουρκίας δεν χάθηκε – δεν υπήρχε για να χαθεί».
Η έλλειψη εμπιστοσύνης δεν περιορίζεται στην πολιτική, αλλά επεκτείνεται και στη στρατιωτική συνεργασία. Ο πρώην αναπληρωτής στρατιωτικός ακόλουθος των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ Μπλέιν Χολτ σημειώνει την ένταση στη συνεργασία με τις τουρκικές δυνάμεις σε πολλές αποστολές, αλλά και τις πολλές δυσκολίες λειτουργίας στην αεροπορική βάση του Ιντσιρλίκ.
«Οι Αμερικανοί επενεξετάζουν τη χρήση και την αξιοπιστία της τουρκικής βάσης του Ιντσιρλίκ», εκτιμά ο εκτελεστικός διευθυντής του HALC Εντι Ζεμενίδης. Ο ίδιος εκτιμά ότι υπάρχει για την Ελλάδα μία ευκαιρία που δεν πρέπει να χάσει: «Ενα πράγμα που θα προσέφερα είναι να γίνει η Σούδα βάση για τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη». Απέχοντας ίση απόσταση από τη Συρία και τη Λιβύη και απέναντι από τη Χερσόνησο του Σινά, εκτιμά ότι έχει στρατηγική θέση για τη μάχη εναντίον του Ισλαμικού Κράτους.