Μια μελέτη που δημοσιεύθηκε προ ημερών, εξετάζει την επίδραση του κοινωνικο-οικονομικού περιβάλλοντος στην συχνότητα εμφάνισης της νόσου, η οποία διαφέρει ανάλογα με τα όργανα που προσβάλλονται.
Σχεδόν 15.000 περιπτώσεις καρκίνου θα μπορούσαν να αποφευχθούν ετησίως εάν βελτιώνονταν οι συνθήκες της διαβίωσης και της υγείας των πλέον μειονεκτούντων πληθυσμών, διαβεβαιώνει μια μελέτη που δημοσιεύθηκε την Τρίτη 7 Φεβρουρίου στο εβδομαδιαίο επιδημιολογικό δελτίο του υγειονομικού οργανισμού Santé Publique France της Γαλλίας.
Αυτό το δυνητικό όφελος θα ήταν πιο σημαντικό για τους άνδρες, παρά για τις γυναίκες και μέγιστο όσον αφορά τον καρκίνο του πνεύμονα, επισημαίνουν οι συντάκτες της έρευνας.
Η ανάλυση, – η πρώτη στο είδος της στην Γαλλία – εξετάζει την επίδραση του κοινωνικο-οικονομικού περιβάλλοντος στην συχνότητα εμφάνισης (αριθμός νέων περιπτώσεων ανά έτος) της νόσου, η οποία διαφέρει ανάλογα με τα προσβεβλημένα όργανα.
Διενεργήθηκε σε 189.144 άτομα, εκ των οποίων οι 78.845 ήταν γυναίκες που εμφάνισαν καρκίνο μεταξύ του 2006 και 2009 και κατοικούσαν σε έναν από τους δεκαέξι νομούς που διέθεταν μητρώο για την εν λόγω παθολογία.
Κοινωνικός προσδιορισμός των παραγόντων κινδύνου
Η μελέτη βασιζόμενη σε γαλλικά δεδομένα, επιβεβαιώνει την αύξηση των καρκίνων του ανώτερου αναπνευστικού και γαστρεντερικού συστήματος στους πληθυσμούς από μειονεκτικά περιβάλλοντα. « Ο κοινωνικός προσδιορισμός ορισμένων παραγόντων κινδύνου, όπως το κάπνισμα, οι επαγγελματικές εκθέσεις ή οι ατμοσφαιρικοί ρύποι μπορεί ασφαλώς να εξηγήσει ένα σημαντικό μέρος των παρατηρούμενων διαφορών », λέει η Josephine Bryère (Ζοζεφίν Μπριέρ), ερευνήτρια στο Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας και Ιατρικής Έρευνας (Inserm).
Ωστόσο, το νέο στοιχείο που κομίζει η μελέτη, είναι ότι και άλλου είδους καρκίνοι -ήπατος, στομάχου, παγκρέατος και ουροδόχου κύστης- θα μπορούσαν να είναι πιο συχνοί στα μη προνομιούχα στρώματα, αναφέρει ο καθηγητής Guy Launoy (Γκυ Λονουά).
Το μεγαλύτερο ποσοστό των καρκίνων που αποδίδονται σε μη προνομιούχο κοινωνικο-οικονομικό περιβάλλον αφορούσε τους καρκίνους του λάρυγγα (30 %), των χειλέων και της στοματο-φαρυγγικής κοιλότητας (26,6 %), του πνεύμονα (19,9 %) και του οισοφάγου (16,7 %) στους άνδρες, ενώ στις γυναίκες, τους καρκίνους των χειλέων και της στοματο-φαρυγγικής κοιλότητας (22,7 %), του τραχήλου της μήτρας (21 %) και του στομάχου (16,4 %).
Συχνότερες πρακτικές προληπτικού ελέγχου
Αντιστρόφως, το μελάνωμα, αλλά και οι καρκίνοι του προστάτη, των όρχεων, των ωοθηκών και του μαστού είναι πιο συχνοί στις πλούσιες περιοχές
«Οι πολύ συχνές περιπτώσεις καρκίνου του προστάτη στα πιο προνομιούχα στρώματα και σε ένα μικρότερο βαθμό, του καρκίνου του μαστού, συνδέεται πιθανότατα με τις πρακτικές προληπτικού ελέγχου, που είναι πιο συχνοί σε αυτές τις κοινωνικές κατηγορίες, όσον δε αφορά στον προστάτη, συνδέεται και με την ύπαρξη του ικανού αριθμού διαγνώσεων που διαπιστώνονται, για την εν λόγω πάθηση, η οποία εξελίσσεται λίαν βραδέως», ανέφερε ο καθηγητής Λονουά.
Αντιθέτως, σύμφωνα με τον ίδιο, δεν έχουμε ακόμη επαρκή εξήγηση, για την υψηλότερη συχνότητα εμφάνισης καρκίνων των ωοθηκών, των όρχεων και κυρίως για την εμφάνιση του μελανώματος σε αυτά τα προνομιούχα κοινωνικά στρώματα.
Ωστόσο, ο αγώνας για την εξάλειψη των κοινωνικών ανισοτήτων στην υγεία περνά επίσης και μέσα από εξειδικευμένες πολιτικές που θα υπηρετήσουν επιπλέον τους τομείς της παιδείας, της πολεοδόμησης, των μεταφορών και της απασχόλησης, υπενθυμίζουν οι ερευνητές με την ευκαιρία της παρούσας έρευνας.
ΠΗΓΗ: Le Monde.fr, AFP
Μετάφραση-Επιμέλεια: Γεωργία Πρωτογέρου