Του Γιάννη Περράκη *
Σε κάθε γωνιά της χώρας, σε κάθε πόλη που καλείται ένας δάσκαλος ή καθηγητής να διδάξει στο δημόσιο σχολειό, η εξοργιστική εργασιακή συνθήκη δε διαφέρει και πολύ. Μάλιστα, για δεκάδες χιλιάδες εκπαιδευτικούς είτε αναπληρωτές, είτε νεοδιόριστους είτε ακόμα και για τους μόνιμους, η έγνοια και η δίκαιη οργή που εκφράζεται και συζητιέται τη περίοδο αυτή όντας όμως εκτός μιας κίνησης, μιας αγωνιστικής διεξόδου, συνεχώς μεγαλώνει.
Οι αριθμοί καμιά φορά απεικονίζουν καλύτερα την πραγματικότητα: Ο ετήσιος βασικός μισθός είναι ο 5ος χαμηλότερος στην Ευρώπη, υπολειπόμενος κατά 10.000 από το μέσο όρο. Για τους νεοδιόριστους οι μισθοί είναι φτώχιας, με τα 776 ευρώ το μήνα να αποτελούν πρόκληση, ενώ μετά από 20 χρόνια προϋπηρεσίας( 10ο κλιμάκιο θα “εκτοξεύεται” στα 1188 ευρώ). Φυσικά όπως τονίζει και ο πρωθυπουργός εάν και εφόσον η οικονομία “μας” τα πάει καλά, δηλαδή η παραπέρα αφαίμαξη του εργαζόμενου κόσμου και επακόλουθα οι μπίζνες και τα κέρδη τους, αν τελικά δηλαδή ο περίφημος αλγόριθμος θα το επιτρέπει κι αυτό. Εύκολα εξηγήσιμος και ο μεγάλος αριθμός των παραιτήσεων τα τελευταία χρόνια(κοντά χίλιες πρόπερσι και 850 πέρυσι) , ιδιαίτερα αν αναλογιστεί κανείς το ταξίδι στο άγνωστο της πλειοψηφίας των αναπληρωτών κάθε χρονιά και τα υπέρογκα κόστη ενοικίου, μετακινήσεων, πάγιων εξόδων που εξατμίζουν το πενιχρό εισόδημα από τα μέσα του μήνα κιόλας. Ακόμα κι αν αυτό τους κοστίζει ποινές αποκλεισμού 2-3 ετών από τους πίνακες πρόσληψης.
Την ίδια στιγμή, ενώ τα κενά στα σχολειά είναι χιλιάδες με ότι αυτό συνεπάγεται και στις διδακτικές ώρες για τα παιδιά, η πολιτική του συστήματος είναι συγκεκριμένη. Προχώρημα των κλεισιμάτων τμημάτων έως και μονάδων μέσω των συγχωνεύσεων (750 φέτος), τμήματα 25-30 μαθητών αλλά και παράλληλα με την κατάργηση πολλών τμημάτων ένταξης και θέσεων παράλληλης στήριξης. Επομένως, μεγαλύτερη εντατικοποίηση και εξουθένωση για τους εκπαιδευτικούς, που καλούνται να σηκώσουν ολοένα και μεγαλύτερα βάρη διαχείρισης στο σχολείο και στη τάξη, την ώρα που το σύστημα και η πολιτική κυβέρνησης κεφάλαιου βγαίνουν λάδι.
Αυτή είναι η πραγματικότητα που βιώνει η μεγάλη πλειοψηφία των εργαζόμενων στη δημόσια εκπαίδευση, κάτι που τους ωθεί στη περιπλάνηση για μια δεύτερη δουλειά (ντελίβερι, εστίαση, ιδιαίτερα, κλπ), για να βγει ένας “αξιοπρεπής” μισθός αλλά με εξαντλητικούς όρους και ωράρια. Όλα τα παραπάνω, ελλείψει κινηματικών διαδικασιών, αντιστάσεων, συλλογικής πάλης καθιστά ευάλωτους τους συναδέλφους, μόνους απέναντι στο πειθαναγκασμό του συστήματος, στους κυβερνητικούς εκβιασμούς, χρησιμοποιώντας το διορισμό σαν επιβράβευση της υποταγής, το τέλος ενός δρόμου-πατήματος επί πτωμάτων.
Εκεί είναι που κουμπώνει και η αξιολόγηση, χτυπώντας το δικαίωμα στη μόνιμη και σταθερή δουλειά, ενισχύοντας την εποπτεία και το χαφιεδισμό του συστήματος μέσα στα σχολεία, τρομοκρατώντας και εκβιάζοντας τους εκπαιδευτικούς. Να εμπεδωθεί έτσι η υποταγή στην αντιλαϊκή πολιτική μέσα κι έξω από τα σχολεία, η “κανονικότητα” της φτώχειας, η παγίωση της εθνικής ομοψυχίας, για τα “δίκια” της τυχοδιωκτικής, εκμεταλλευτικής, εγκληματικής πολιτικής της αστικής τάξης. Που την ίδια στιγμή που αυξάνει τις δαπάνες και τα δις στους στρατιωτικούς εξοπλισμούς, μπλέκει λαό και χώρα στις φωτιές του πολέμου, παρέχει φοροελαφρύνσεις στο μεγάλο κεφάλαιο, προχωράει το σάρωμα κατακτήσεων ολόκληρου αιώνα, με την συστηματική λεηλασία του λαϊού εισοδήματος και την ένταση της εκμετάλλευσης της εργατιάς να είναι όρος για την ανάπτυξη των κερδών τους.
Η πολιτική λοιπόν όλα στο κεφάλαιο δε θα σταματήσει όσο δε βρίσκει εμπόδια, φραγμό από τη συλλογική πάλη και κίνηση των μαζών, του λαού άρα και των εκπαιδευτικών σε μια κατεύθυνση αντίστασης στην επίθεση. Στη συγκρότηση μετώπων πάλης απέναντι στις αιχμές της αντιλαϊκής πολιτικής, ενός και μόνου ικανού δρόμου για να μπορούν να αντιπαλευτούν και οι συνθήκες ήττας και διάλυσης που ούτε χτεσινές είναι ούτε αύριο θα τελειώσουν.
Άρα δεν υπάρχουν εύκολες “λύσεις” ούτε ρωγμές εντός του κράτους που θα εκμεταλλευτούν και οι εκπαιδευτικοί, όσο δεν συγκροτείται υπολογίσιμος αντίπαλος στη βασική διαδικασία της πάλης. Η ατομική στάση της απεργίας-αποχής απέναντι στην αξιολόγηση που επιδεικνύουν αρκετοί ακόμα εκπαιδευτικοί και οι δικαστικές αποφάσεις μονιμοποίησης 45 εκπαιδευτικών του 2020 έχουν δυο αναγνώσεις. Από τη μια την διάθεση ενός μεγάλου κομματιού των δασκάλων και καθηγητών να σταθούν στο ύψος της αντίστασης και το γεγονός πως μετρά η κυβέρνηση τη διάχυτη οργή για τις εξοργιστικές εργασιακές συνθήκες και τη σύγχρονη βαρβαρότητα που βιώνουν. Από την άλλη δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να υποκαταστήσουν την ανάγκη των μαζικών διαδικασιών, της πολιτικοποίησης, της ανάπτυξης αγώνων, απεργιακών μαχών που χρειάζεται να εκδηλωθούν. Οι συνδικαλιστικές ηγεσίες της ήττας που φτάνουν έως και να προδίδουν τους μεγάλους αγώνες(2012) αλλά και η αριστερά της ανάθεσης πρέπει με όρους κίνησης και πάλης να αποκαλύπτονται και να κριτικάρονται.
Όσο καθυστερεί η ανάπτυξη αποτελεσματικών μαζικών αγώνων και αντιστάσεων τόσο οι εκπαιδευτικοί θα βλέπουν το χειροτέρεμα των όρων δουλειάς, να αγριεύουν οι καταστάσεις στα σχολειά, να παίρνει κεφάλι ο σκοταδισμός, να παίζουν τελικά το ρόλο της καταστολής και της αναπαραγωγής των σάπιων ιδανικών και αξιών του συστήματος.
* εκπαιδευτικός, μέλος της συλλογικότητας Αντίσταση και Πάλη