….…Σ’ένα μικρό πεντακάθαρο ρυακάκι είδε ένα γέρο να σκύβει και να βλέπει,
βαθιά αφοσιωμένος, το νερό να τρέχει.
Ζύγωσε, έσκυψε να δει τι να θωρούσε με τόση προσοχή ο γερός….
δεν είδε τίποτα, μονάχα το νερό να τρέχει.
– Τι βλέπεις, παππού;
ρώτησε παραξενεμένος.
Σήκωσε ο γέρος το κεφάλι, χαμογέλασε θλιμμένος:
– Τη ζωή μου που τρέχει και χάνεται, παιδί μου, αποκρίθηκε..
τη ζωή μου που τρέχει και χάνεται…
– Μη θλίβεσαι, παππού, ξέρει αυτή που πάει, κατά τη θάλασσα…
όλες οι ζωές του κόσμου κατακεί πάνε, παππούλη.
Ο γέρος αναστέναξε:
– Ναι, παιδί μου, είπε, και γι’ αυτό η θάλασσα είναι αρμυρή…
είναι από τα δάκρυα.
Έσκυψε πάλι στο νερό που έτρεχε και χάνονταν και πια δε μεταμίλησε…….