Τον τελευταίο καιρό, ο διακεκριμένος οικονομολόγος και καθηγητής στη Σχολή Διεθνών και Δημοσίων Υποθέσεων του Πανεπιστημίου Κολούμπια των ΗΠΑ Τζέφρι Σακς ήταν αρκετά επικριτικός απέναντι στην Ουάσιγκτον για τους χειρισμούς της στο θέμα της Ουκρανίας. Διαφωνούσε γενικότερα με την αμερικανική κοσμοθεωρία για την αρχιτεκτονική της ασφάλειας στην Ευρώπη και στον κόσμο. Λίγες προσωπικότητες της αμερικανικής φιλελεύθερης διανόησης έχουν διατυπώσει με τόση διαύγεια θέσεις που αναγνωρίζουν το δικαίωμα της Ρωσίας να έχει λόγο που να λαμβάνεται υπόψη από τη Δύση σε ό,τι αφορά τις δομές ασφαλείας της Ευρώπης. «Η Ρωσία πρέπει να έχει λόγο στην ευρωπαϊκή ασφάλεια στον βαθμό που αυτή επηρεάζει την ασφάλεια της Ρωσίας και αυτό ήδη γίνεται στο πλαίσιο της συμμετοχής της Ρωσίας στον ΟΑΣΕ», δήλωσε στην «Κ» μία ημέρα πριν από την εισβολή στην Ουκρανία, η οποία πίστευε ότι ακόμη και την τελευταία στιγμή θα μπορούσε να αποφευχθεί.
Θεωρούσε ότι η αποδοχή από πλευράς των ΗΠΑ των αξιώσεων της Μόσχας για μια δέσμευση ότι η Ουκρανία δεν θα ενταχθεί ποτέ στο ΝΑΤΟ θα ήταν η σωστή κίνηση. Διαφωνούσε με το επιχείρημα πως κάτι τέτοιο θα μπορούσε να δημιουργήσει προηγούμενο και να δοθεί έτσι το δικαίωμα στη Ρωσία για ακόμη περισσότερες παρεμβάσεις στην Ευρώπη. «Το ερώτημα είναι αν το ΝΑΤΟ πρέπει να έχει το ελεύθερο να επεκτείνεται οπουδήποτε επιθυμεί και ουσιαστικά αυτό σημαίνει αν πρέπει οι ΗΠΑ να έχουν το ελεύθερο να επεκτείνονται στρατιωτικά οπουδήποτε στην Ευρώπη. Δεν συμφωνώ. Πρόκειται για πρόκληση. Επιπλέον, το ΝΑΤΟ υποσχέθηκε στη Σοβιετική Ενωση το 1990 ότι δεν θα επεκταθεί ανατολικά, αλλά η υπόσχεση δεν τηρήθηκε».
Από την άλλη πλευρά, ο κ. Σακς, λίγες ώρες πριν από την εισβολή, επέμενε στην επικοινωνία του με την «Κ» ότι «η Ρωσία δεν πρέπει να εισβάλει και η Ουκρανία δεν πρέπει να χρειαστεί να πολεμήσει», και σύστηνε ότι η βέλτιστη διπλωματική λύση θα ήταν η εξής: «Δέσμευση του ΝΑΤΟ ότι δεν θα επεκταθεί στην Ουκρανία με αντάλλαγμα την αποκατάσταση της εθνικής ανεξαρτησίας της Ουκρανίας, την αποχώρηση των ρωσικών στρατευμάτων από την Ανατολική Ουκρανία και την εφαρμογή της συμφωνίας Minsk II». Διατηρούσε επιφυλάξεις για το κατά πόσο μια τέτοια διπλωματική πρωτοβουλία θα μπορούσε να επιτύχει, αλλά πίστευε πως υπήρχαν αρκετές πιθανότητας. «Η μη επέκταση του ΝΑΤΟ είναι κάτι που έχει μεγάλο ενδιαφέρον για τον Πούτιν», έλεγε.
Με άλλα λόγια, ο κ. Σακς θεωρεί ιδανική λύση να απορρίψει το ΝΑΤΟ το ενδεχόμενο ένταξης της Ουκρανίας και να προτείνει στο Κίεβο μια περιφερειακή σχέση αμυντικής συνεργασίας. Μάλλον δεν θα μάθουμε ποτέ αν αυτή η ιδέα θα μπορούσε να αποτρέψει την εισβολή. Κάποιοι αναλυτές πρότειναν κάτι ανάλογο, αλλά οι ηγέτες της Δύσης απέρριψαν αυτή την προσέγγιση με το σκεπτικό ότι μια πιθανή αποδοχή της θα ισοδυναμούσε με ενθάρρυνση της Μόσχας να διευρύνει τις πιέσεις της στα ανατολικά σύνορα του ΝΑΤΟ.
Ο κ. Σακς διατύπωσε και την εξής παρατήρηση, η οποία σύντομα αποδείχθηκε προφητική: «Οπως είναι τα πράγματα σήμερα (σ.σ. την περασμένη Τετάρτη) οι ΗΠΑ εξακολουθούν να υποστηρίζουν το θεωρητικό δικαίωμα της Ουκρανίας να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ, αλλά αφήνουν έτσι την Ουκρανία εκτεθειμένη σε μια ρωσική εισβολή». Και πράγματι, η εισβολή ξεκίνησε λίγες ώρες αργότερα. Ακολούθησε νέα επικοινωνία με την «Κ».
– Μπορεί τώρα να σταματήσει αυτή η ταχύτατα εξελισσόμενη εισβολή προτού γίνουμε μάρτυρες μιας εκτεταμένης καταστροφής στην Ουκρανία; Τι θα πρέπει να γίνει κατά τη γνώμη σας;
– Φυσικά πρόκειται για μια καταστροφική εξέλιξη. Δεν γνωρίζουμε εάν και σε ποιο σημείο και με ποια μέσα όλη αυτή η εξέλιξη θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί, αλλά η δυτική προσέγγιση του προβλήματος κατά τις τελευταίες εβδομάδες και τις τελευταίες δεκαετίες απέτυχε. Σήμερα είναι πολύ δύσκολο να φανταστούμε ένα αποτέλεσμα στην Ουκρανία που να είναι σε οποιοδήποτε βαθμό ικανοποιητικό. Ο πόλεμος σίγουρα δεν είναι ένα ικανοποιητικό αποτέλεσμα. Η Ουκρανία δεν πρέπει να γίνει ένα νέο νεκροταφείο.
Το ερώτημα είναι αν το ΝΑΤΟ πρέπει να έχει το ελεύθερο να επεκτείνεται οπουδήποτε επιθυμεί
– Θα πρέπει η ρωσική επιθετικότητα να ξυπνήσει την Ευρώπη και τον κόσμο; Ακόμη και αν ήταν λάθος να αγνοήσει η Δύση για τόσο πολλά χρόνια τις ρωσικές ανησυχίες για την εθνική της ασφάλεια, δεν νομίζετε ότι αυτό που βλέπουμε σήμερα στη Μόσχα είναι ένα αναθεωρητικό καθεστώς που απειλεί την ειρήνη στην Ευρώπη;
– Ναι, η ρωσική επιθετικότητα πρέπει να μας ξυπνήσει. Πρέπει να καταδικάσουμε εμφατικά τις ρωσικές πράξεις, να κλιμακώσουμε τη διεθνή διπλωματία υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, να εργαστούμε πολύ πιο σκληρά για να διαμορφώσουμε μια διεθνή προσέγγιση στις διεθνείς κρίσεις. Εχουμε αποτύχει να κάνουμε κάτι τέτοιο με την πανδημία, με την κλιματική αλλαγή, με άλλες διεθνείς κρίσεις. Και πρέπει να αμυνθούμε απέναντι στη ρωσική επιθετικότητα χωρίς να κατρακυλήσουμε σε πόλεμο και σίγουρα όχι, Θεός φυλάξοι, σε μια πυρηνική αντιπαράθεση.
– Πώς θα επηρεάσει η εξελισσόμενη κρίση την παγκόσμια οικονομία;
– Η κρίση, εάν κλιμακωθεί, θα έχει σοβαρές επιπτώσεις τα επόμενα δύο χρόνια. Και αυτή η κρίση θα έρθει να προστεθεί επάνω στην πανδημία την ίδια ώρα που η κλιματική κρίση επιδεινώνεται ραγδαία. Εάν πέρα από όλα αυτά υπάρξει έτος Ελ Νίνιο (ίσως το 2023 ή το 2024), οι κλιματικοί κραδασμοί θα είναι επίσης σοβαροί. Πρέπει να αποφύγουμε έναν πόλεμο και να αποφύγουμε μια άχρηστη διολίσθηση στη συνεχή κλιμάκωση των κυρώσεων.
– Οδηγεί η κρίση στη διακοπή της εξάρτησης της Ευρώπης από το ρωσικό αέριο, κάτι που σε συνδυασμό με το «πρασίνισμα» της παγκόσμιας οικονομίας θα επισπεύσει την οικονομική παρακμή της Ρωσίας, εφόσον η οικονομία της στηρίζεται υπερβολικά στους υδρογονάνθρακες;
– Μακροπρόθεσμα, η Ρωσία δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να εξαρτάται από τις εξαγωγές φυσικού αερίου. Ο κόσμος προχωράει στην απεξάρτηση από τους υδρογονάνθρακες. Το αν η κρίση θα επιταχύνει αυτήν τη διαδικασία είναι λίγο αβέβαιο. Αλλοι παραγωγοί φυσικού αερίου, συμπεριλαμβανομένων των Αμερικανών, είναι έτοιμοι να παρέμβουν ενθουσιωδώς για να καλύψουν οποιοδήποτε κενό αφήσει η ρωσική εταιρεία αερίου Gazprom. Στο μεταξύ, η Ρωσία θα εκτρέψει τις εξαγωγές φυσικού αερίου της προς την Κίνα και αλλού, τουλάχιστον σε κάποιο βαθμό. Αλλά ναι, θα υπάρξει υψηλό κόστος, βραχυπρόθεσμα.
Η ισχύς των ΗΠΑ μειώνεται
– Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία είναι ένα πρώτο σημάδι μιας ευρύτερης παγκόσμιας μεταβολής προς μια εποχή όπου θα εκδηλώνονται διαρκώς ολοένα και περισσότερες προκλήσεις απέναντι στις ΗΠΑ; Θα μπορούσε το λεγόμενο «σύμφωνο» μεταξύ Κίνας και Ρωσίας να θεωρηθεί ένας ακόμη οιωνός για όσα θα ακολουθήσουν τα επόμενα χρόνια;
– Θα ξεκινήσω από το εξής: Ηδη από το 1991, με άρθρο μου στην Washington Post, είχα παρατηρήσει ότι το τέλος του Ψυχρού Πολέμου σηματοδοτεί την τρίτη φορά μέσα σε έναν αιώνα, μετά το τέλος του Α΄ και του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, που οι νικητές πρέπει να μεριμνήσουν για τους ηττημένους. Αυτό δεν έγινε τότε και στη συνέχεια αντιμετωπίσαμε το 2014 αρχικά, με την προσάρτηση της Κριμαίας και τις επεμβάσεις στην Ανατολική Ουκρανία, μια Ρωσία θυμωμένη απέναντι στην επέκταση του ΝΑΤΟ. Σήμερα, η ισχύς των ΗΠΑ σίγουρα μειώνεται σε σχετικούς όρους, αλλά αυτό δεν σημαίνει αναγκαστικά ότι θα υπάρξει μια «συμμαχία» Κίνας – Ρωσίας. Οι ΗΠΑ είναι στην πραγματικότητα η πρώτη χώρα που προσπαθεί να χωρίσει τον κόσμο μεταξύ φίλων και εχθρών. Οι ΗΠΑ πιστεύουν σε έναν κόσμο υπό την ηγεσία των ΗΠΑ. Εγώ διαφωνώ. Πιστεύω σε έναν πολυπολικό κόσμο που βασίζεται στη Χάρτα του ΟΗΕ, την Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και περιλαμβάνει τον πυρηνικό αφοπλισμό. Η Κίνα, η Ρωσία και άλλοι θα πρέπει να έχουν θέση σε αυτόν τον πολυπολικό κόσμο. Η ασφάλεια της Ευρώπης πρέπει να οικοδομηθεί εντός του ΟΑΣΕ και όχι μέσα από τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ. Ολα αυτά φαίνονται ιδεαλιστικά σε μερικούς ανθρώπους, ακόμη και αφελή, αλλά πρέπει να γίνουν αυτές οι συζητήσεις για να διαπιστώσουμε αν μπορούμε να προχωρήσουμε σε τέτοιες ρυθμίσεις.