«Το να μιλάς για τον ρατσισμό και τις διαφορετικές φυλές παραμένει ακόμα ένα μεγάλο ταμπού στην Ευρώπη. Πολλές χώρες εξακολουθούν, ακόμα και σήμερα, να αγωνίζονται ενάντια σε στρατηγικές που στόχο έχουν την αποικιοκρατία και πολλές φορές την δουλεία». Με αυτές τις λέξεις ο Yassine Boubout σε πρόσφατο άρθρο του στο Politico περιγράφει την κατάσταση που, όπως αναφέρει, επικρατεί σήμερα, όχι μόνο στην Αμερική, αλλά και την Ευρώπη.
Όπως ο ίδιος σχολιάζει, ως ένας άνθρωπος που εργάζεται σκληρά για να ευαισθητοποιήσει τον κόσμο ενάντια στην αστυνομική βαρβαρότητα σε ολόκληρη την Ευρώπη, η παρακολούθηση του κινήματος του «Black Lives Matter» εκτός των ΗΠΑ του προκάλεσε γλυκόπικρα συναισθήματα.
Κι αυτό γιατί οι άνθρωποι στο Βερολίνο, το Λονδίνο ή άλλες κεντρικές πόλεις συμμετείχαν μαζικά στις διαδηλώσεις για την δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ, παραμένουν όμως σιωπηλοί απέναντι στην αστυνομική βία και τον ρατσισμό στις χώρες τους.
Τα θεσμικά όργανα της ΕΕ απαρτίζονται από ένα εξαιρετικά διαφορετικό εργατικό δυναμικό από τις 27 χώρες της ΕΕ, σημειώνει το άρθρο του Politico. Παρ′ όλα αυτά, δεν αντιπροσωπεύουν τους διαφορετικούς λαούς που μένουν στην Ευρώπη και συχνά οι πολιτικές τους τάσσονται υπέρ των λευκών.
«Είναι επιτακτική η ανάγκη να υπάρχει και μια μαύρη φωνή στο Ευρωκοινοβούλιο» τονίζεται στο άρθρο του Politico.«Υπάρχουν τουλάχιστον 50 εκατομμύρια έγχρωμοι στην Ευρώπη, αλλά κανείς δεν θα το καταλάβει αυτό κοιτώντας τα θεσμικά όργανα της ΕΕ.
«Για να αντιμετωπιστεί η κατάσταση αυτή, η ΕΕ θα πρέπει να ζητήσει την βοήθεια των εμπειρογνωμόνων που ζουν εκτός της ηπείρου και να συμβουλευτεί τους ειδικούς για την κατάρτιση νέων κανόνων κατά των προκαταλήψεων, για την ενημέρωση των προγραμμάτων σπουδών των ευρωπαϊκών σχολείων και την επανεκτίμηση των διαδικασιών πρόσληψης.
«Η ΕΕ χρειάζεται μια αποτελεσματική στρατηγική για την αντιμετώπιση του ρατσισμού και των προκαταλήψεων που θα δίνει σημασία στα δικαιώματα όλων των ανθρώπων, χωρίς να παραγκωνίζει κάποιους. Η πιθανότητα αλλαγής πολιτικής είναι πιθανή μόνο αν υπάρχει η βούληση για κάτι τέτοιο».
Στο Βέλγιο, η δολοφονία του Φλόιντ, προκάλεσε τεράστια λαϊκή οργή, τέτοια που σε καμία περίπτωση δεν έχει καταγραφεί στο παρελθόν. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης γέμισαν εκφράσεις αλληλεγγύης και κάθε μεγάλο πολιτικό κόμμα πήρε θέση για το συμβάν.
Μάλιστα, πολλοί από τους ίδιους τους πολιτικούς που τόσα χρόνια πιέζουν για στρατιωτικοποίηση των αστυνομικών δυνάμεων και ποινικοποίηση των θυμάτων, τώρα, με τεράστια άνεση καταδικάζουν το ιδιαίτερα φρικτό παράδειγμα αστυνομικής βίας, απλά και μόνο επειδή συνέβη κάπου αλλού.
Η Ευρώπη έχει μακρά ιστορία όσον αφορά την αστυνομική βαρβαρότητα, σχολιάζει ο αρθρογράφος και αναρωτιέται: «Γιατί λοιπόν αποτυγχάνουμε να δείξουμε την ίδια μαχητικότητα και διάθεση για διαμαρτυρία όταν είμαστε αντιμέτωποι με περιστατικά αστυνομικής βίας στην δική μας γειτονιά;»
Αναμφισβήτητα, τα τραγικά αντίστοιχα γεγονότα δεν είναι λίγα. Πριν από μερικές εβδομάδες, ο Αντίλ, ένας 19χρονος έφηβος μαροκινής καταγωγής σκοτώθηκε κατά την διάρκεια μιας αστυνομικής καταδίωξης στις Βρυξέλλες, ενώ φέρεται να προσπαθούσε να διαφύγει τον αστυνομικό έλεγχο.
Ο θάνατός του ανέδειξε το αίτημα για δικαιοσύνη ενώ σημειώθηκαν μικρές ταραχές στην περιοχή όπου έμενε. Σε καμία όμως περίπτωση δεν κινητοποιήθηκε ο αριθμός των ατόμων που κινητοποιήθηκαν για τον Φλόιντ.
Σχεδόν κανένας πολιτικός δεν μίλησε γι′ αυτό, ενώ κανείς δεν συνέδεσε τον θάνατό του με τον αγώνα για την καταπολέμηση του συστηματικού ρατσισμού. Τα περισσότερα μέσα ενημέρωσης σχολίασαν το γεγονός ενοχοποιώντας τον Αντίλ.
Στην Γαλλία, επίσης πραγματοποιούνται μαζικές συγκεντρώσεις για τον θάνατο του Φλόιντ, ενώ Γάλλοι ακτιβιστές μεμονωμένα σηκώνουν κόκκινες σημαίες για το βίαιο προφίλ της αστυνομίας εδώ και χρόνια.
Ο θάνατος του Φλόιντ ανέδειξε επίσης την σημασία των βίντεο. Αυτό είναι ένα μεγάλο ζήτημα στην Ευρώπη, όπου η βιντεοσκόπηση των αστυνομικών παραμένει ένα θέμα ταμπού. Αν και δεν απαγορεύεται αυστηρά, η νομοθεσία σε πολλές χώρες δεν είναι καθόλου σαφής.
Στην Γαλλία, για παράδειγμα, οι διαδηλωτές επιτρέπεται να λαμβάνουν πλάνα από την αστυνομία, αλλά θα μπορούσε η πράξη τους να είναι παράνομη, εάν τα πρόσωπα των αστυνομικών φαίνονται καθαρά στο βίντεο. Στο Βέλγιο, οι αστυνομικοί, αρπάζουν ή σπάνε τα τηλέφωνα όσων προσπαθούν να τους μαγνητοσκοπήσουν.
Η κάλυψη της αστυνομικής βίας από τα ευρωπαϊκά μέσα ενημέρωσης είναι επίσης μέρος του προβλήματος. Κατά τις αναφορές για θανάτους και συλλήψεις, τα πρακτορεία ειδήσεων συνήθως παρουσιάζουν την πλευρά της αστυνομίας και όχι τα γεγονότα αντικειμενικά. Ταυτόχρονα, τα θύματα αντιμετωπίζονται ως δράστες και αναλαμβάνουν την ευθύνη.
Στις ΗΠΑ, παρόλο που πρέπει ακόμα να γίνουν πολλά, ο μέσος Αμερικανός πολίτης γνωρίζει την ιστορία της χώρας του και τους αγώνες που έχουν δοθεί για την καταπολέμηση του ρατσισμού.
Το ίδιο δεν μπορεί να ειπωθεί για την Ευρώπη, στην οποία η κάθε συζήτηση για φυλή ή ρατσισμό εξακολουθεί να αποτελεί ταμπού στις περισσότερες -αν όχι σε όλες- τις χώρες. Ίσως αυτός να είναι και ένας από τους λόγους για τους οποίους είναι ευκολότερο να εκφράσουμε την οργή μας για περιστατικά ρατσισμού που συμβαίνουν στο εξωτερικό.