Του Γιάννη Αγγελάκη | Μου είπε μία φίλη που ζει πολλά χρόνια στη Γερμανία κάτι που είναι πολύ σωστό και δεν το είχα σκεφτεί έως τώρα. Σήμερα, είπε, οι Έλληνες που έρχονται μετανάστες είναι σε χειρότερη μοίρα από τους “Γκασταρμπάιτερ” της δεκαετίας του ’60.
Τότε, μου λέει, αυτοί είχαν το όραμα της επιστροφής, ακόμα και αν για την πλειοψηφία τους αποδείχτηκε μια ψευδαίσθηση. Όμως μπορούσαν να ονειρεύονται, ότι θα βάλλουν κάποια χρήματα στην άκρη και θα γυρνούσαν πίσω.
Μου είπε, ότι της λέγανε: “Μόλις τελειώσει το σπίτι στο χωριό θα φύγουμε.” Ή, “μόλις τελειώσουν τα παιδιά το σχολείο, θα αγοράσουμε δύο στρέμματα γη και θα επιστρέψουμε”.
Τώρα, η φίλη μου ακούει τους νέους μετανάστες και όλοι της λένε ότι δεν υπάρχει προοπτική να επιστρέψουν.
Και φαντάζει λογική αυτή η διαπίστωση.
Ο μετανάστης της δεκαετίας του ’60 μπορούσε να δουλέψει σκληρά, να βάλει λεφτά στην άκρη, και με το σκληρό γερμανικό μάρκο να ταϊσει την οικογένειά του στην Ελλάδα της δραχμής, να αγοράσει και ένα χωράφι. Έτσι πίστευε, αυτό ήταν το όνειρό του.
Σήμερα, ο Έλληνας μετανάστης στη Γερμανία πληρώνεται με το ίδιο νόμισμα όπως ο Γερμανός: το ευρώ. Οι τιμές όμως στην Ελλάδα είναι εξίσου υψηλές όπως στη Γερμανία. Και η Ελλάδα είναι μία κατεστραμμένη χώρα.
Οι 400.000 Γκασπαρμπάιτερ που γέμισαν τις φάμπρικες της Γερμανίας της δεκαετίας του ’60 ήταν το πλέον παραγωγικό δυναμικό που διέθετε η Ελλάδα.
Η Ομοσπονδία Στατιστικής Υπηρεσίας της Γερμανίας πιστοποιεί πως το 2012 εγκαταστάθηκαν 34.000 Ελληνες ενώ το 2011, 23.800. Το πιο παραγωγικό δυναμικό της χώρας.
Δε δουλεύουν τώρα σε φάμπρικες, πλέον είναι επιστήμονες, όμως θα μπορούσαν να είναι η ατμομηχανή για μία νέα πορεία.
Μεγάλος κερδισμένος, η Γερμανία που και στις δύο περιόδους, αντιμετώπισε τους Έλληνες ως τα “γουρούνια” της Ευρώπης.
Πλέον όμως, τα γουρούνια δεν έχουν ούτε το δικαίωμα στο όνειρο.