Ρεπορτάζ: Γεωργία Κριεμπάρδη & Νεκταρία Ψαράκη
Άλλη μία απόπειρα ιδιωτικοποίησης της Yγείας επιφυλάσσει το σχέδιο νόμου της κυβέρνησης που έχει τεθεί σε δημόσια διαβούλευση και το οποίο προβλέπει τη σύσταση του Ογκολογικού Κέντρου Παίδων «Μαριάννα Β. Βαρδινογιάννη – Ελπίδα» ως αυτοτελούς Νομικού Προσώπου Ιδιωτικού Δικαίου και στο οποίο μεταφέρονται ογκολογικά τμήματα των νοσοκομείων Παίδων «Αγία Σοφία» και «Π.&Α. Κυριακού». Όπως εξηγεί στην εκπομπή «Κοινωνία Ώρα Press» η παιδίατρος Σοφία Ζώρη, η κυβέρνηση, αντί να επιλέξει να στελεχώσει με μόνιμες προσλήψεις και εξοπλισμό τα δημόσια ογκολογικά τμήματα, επιλέγει να δίνει δουλειά στους ιδιώτες. «Ο ΕΟΠΠΥ θα δίνει τα χρήματα στο ιδιωτικό κέντρο. Θα κερδίζουν από νοσήλια, από επιχορηγήσεις, από έρευνες, από επενδυτές. Η εμπειρία έχει δείξει: Θα γίνει ό,τι και στο Ωνάσειο», αναφέρει ότι οι γονείς θα μπαίνουν συχνά στο δίλημμα να περιμένουν για έξτρα εξετάσεις τις λίστες αναμονής των υποστελεχωμένων δημόσιων νοσοκομείων ή να επιλέξουν τις γρήγορες αλλά ακριβές παροχές του ιδιωτικού κέντρου. Ακόμη, αλλάζουν και οι συμβάσεις των μέχρι πρότινος δημόσιων γιατρών, με ό,τι συνεπάγεται για τα δικαιώματά τους. «Είναι τεράστιο σκάνδαλο! Καλούμε γονείς, σωματεία και φορείς σε κινητοποιήσεις», με τους γονείς να είναι ήδη στο πλευρό τους.
Στο Παίδων «Αγία Σοφία» υπάρχει μία παιδογκολογική μονάδα στην οποία ανήκουν δύο παιδογκολογικές κλινικές του «Αγία Σοφία», μία παιδογκολική του «Αγλαΐα Κυριακού», Τμήμα Μεταμόσχευσης Μυελού των Οστών, ενώ φιλοξενούνται και δομές αιμοδοσίας και άλλες δομές του νοσοκομείου. Η κυβέρνηση, με νέο σχέδιο νόμου το οποίο έχει περάσει σε διαβούλευση, επιχειρεί το συγκεκριμένο κέντρο να μετατραπεί σε αυτοτελές κέντρο το οποίο θα έχει την ονομασία «Μαριάννα Βαρδινογιάννη – ΕΛΠΙΔΑ». Δεν θα είναι νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου όπως είναι όλα τα νοσοκομεία, αλλά ιδιωτικού δικαίου. «Το σχέδιο νόμου λέει ξεκάθαρα ότι θα έχει έσοδα από νοσήλια, από επιχορηγήσεις, έρευνες, οτιδήποτε δηλαδή μπορεί να συμβαίνει σε αυτό το κέντρο και γι’ αυτό λέμε ότι ένα κομμάτι του δημόσιου νοσοκομείου ξεπουλιέται», επισημαίνει η παιδίατρος και μέλος της Πενταμελούς Επιτροπής της ΕΙΝΑΠ, Σοφία Ζώρη.
Όπως εξηγεί, οι υπηρεσίες θα παρέχονται δωρεάν, αλλά ο ΕΟΠΠΥ, που στο προηγούμενο διάστημα κάλυπτε οικονομικώς τις υπηρεσίες των ασθενών, θα δίνει τα χρήματα στο ιδιωτικό κέντρο. «Ο ιδιώτης θα κερδίζει, θα έχει έσοδα από μία σειρά άλλων ενεργειών που θα γίνονται μέσα στο κέντρο όπως δωρεές και επιχορηγήσεις, από ιδιώτες που θα έρθουν να επενδύσουν και να βγάλουν χρήματα. Θα πάψει να υπάρχει ο δημόσιος και δωρεάν χαρακτήρας μιας παιδογκολογικής μονάδας. Η λειτουργία της θα εξαρτάται καθαρά από οποιονδήποτε ιδιώτη καλοθελητή θέλει να επενδύσει σε αυτή τη μονάδα», προσθέτει.
Η κυβέρνηση λέει ότι το εγχείρημα αυτό θα θυμίζει ό,τι έγινε περίπου στο «Ωνάσειο». Η εμπειρία όμως, όπως θυμίζει η κ. Ζώρη, δείχνει άλλα: «Παρότι γράφει το νομοσχέδιο ότι οι παρεχόμενες από το κέντρο υπηρεσίες προς τους ασθενείς είναι δωρεάν, όμως, επειδή το κέντρο δεν έχει όλες τις υποειδικότητες, – λέει βέβαια το νομοσχέδιο ότι το κέντρο θα συνδέεται με το «Αγία Σοφία» στο οποίο όμως υπάρχουν αρκετές ελλείψεις – οι γονείς θα βρεθούν στην εξής κατάσταση: θα του πουν “θέλεις να περιμένεις για να γίνει η μαγνητική στο παιδί σου ένα χρόνο;” – γιατί τόση είναι η αναμονή στο «Αγία Σοφία» λόγω έλλειψης προσωπικού – “ή θέλεις μήπως να πας σε ιδιωτικό και να δώσεις κάποια λεφτά; Θέλεις να φέρουμε εμείς τον Τάδε γιατρό να δει το παιδί σου μέσα στο κέντρο; Ή θέλεις να περιμένεις την αναμονή στο δημόσιο;”». Με τους γονείς φυσικά να βρίσκονται στο δίλημμα ανάμεσα στην ταχεία επί πληρωμή περίθαλψη του παιδιού τους ή την αργή αλλά δωρεάν εξυπηρέτηση του υποστελεχωμένου δημοσίου.
Η θέση των γιατρών είναι ότι αυτό που θα έπρεπε να γίνει, είναι μία γενναία στελέχωση του ήδη υπάρχοντος δημοσίου κέντρου, του οποίου οι δημόσιοι γιατροί κοπιάζουν με αυταπάρνηση για την καλύτερη δυνατή περίθαλψη των καρκινοπαθών παιδιών. «Οι γονείς γνωρίζουν το έργο που προσφέρουν οι γιατροί σε αυτά τα παιδιά και πραγματικά μπορούν να προσφέρουν πολλά περισσότερα. Όμως αυτό που πρέπει να γίνει, είναι να γίνουν μόνιμες προσλήψεις προσωπικού. Να έρθουν γιατροί, να έρθουν ακτινολόγοι, νοσηλευτές, παρασκευαστές, να έρθουν μηχανήματα. Αυτά πρέπει να έρθουν στο «Αγία Σοφία» και στο «Αγλαΐα Κυριακού», όχι να έρθει ένας ιδιώτης και να κερδίζει. Αυτό, μπορεί να γίνει στο σήμερα, όμως δεν το επιλέγει η κυβέρνηση. Ούτε όμως οι προηγούμενες κυβερνήσεις», αντιπροτείνει.
«Είναι σκάνδαλο!»
Όλο το υπάρχον κτίριο, τα μηχανήματα και το προσωπικό, θα παραδοθεί στο «Μαριάννα Βαρδινογιάννη Ελπίδα». Οι συμβάσεις του προσωπικού δε, όπως εξηγεί η κα Ζώρη, θα αλλάξουν: «Δεν θα είναι όπως του γιατρού και του νοσηλευτή του δημοσίου. Θα συνάψουν καινούριες συμβάσεις με το νέο κέντρο. Με ό,τι αυτό σημαίνει για την αλλαγή των σχέσεων εργασίας, για τα δικαιώματα των εργαζομένων. Αυτό το εγχείρημα, δεν θα το σταματήσουν στα παιδιατρικά νοσοκομεία. Αυτό θέλουν γενικά να κάνουν. Θέλουν από τη μία να λένε ότι το δημόσιο σύστημα υγείας έχει δυσκολίες. Που έχει, και παλεύουμε να τις αντιμετωπίσουμε, όμως είναι αποτέλεσμα της ελλιπούς χρηματοδότησης και της έλλειψης προσωπικού. Και από την άλλη, να δίνουν στον ιδιώτη. Που δεν το κάνει για την ψυχή της μάνας του. Θέλει να βγάλει κέρδος».
Η κα Ζώρη σχολιάζει ότι η παραπάνω κατάσταση αποτελεί ένα τεράστιο σκάνδαλο: «Δεν είναι τεράστιο σκάνδαλο αυτό το πράγμα; Ενώ μπορούν να προσλάβουν προσωπικό και να στελεχώσουν το δημόσιο σύστημα υγείας ακόμα καλύτερα, ή να φτιάξουν ακόμα καλύτερες δομές π.χ. στη Θεσσαλονίκη να κάνουν αυτό; Πρέπει να το εμποδίσουμε!».
Τα σωματεία και οι ενώσεις των γιατρών καλούν τον κόσμο να βοηθήσει ώστε να εμποδιστεί ακόμη μία απόπειρα ιδιωτικοποίησης της υγείας. «Καλούμε σε κινητοποίηση αύριο και τους γονείς, και σωματεία, να πάρουν αποστάσεις. Αφορά πραγματικά την υγεία των παιδιών τους. Οι γονείς είναι ήδη στο πλευρό μας. Αύριο στις 13:00 στην πύλη του νοσοκομείου οι εργαζόμενοι του «Αγία Σοφία» και του «Αγλαΐα Κυριακού» καλούν σωματεία, φορείς, γονείς και Μ.Μ.Ε. σε διαμαρτυρία. Θα προχωρήσουμε και σε πιο δυναμικές κινητοποιήσεις. Δεν είναι ούτε προς το συμφέρον των παιδιών ούτε των εργαζομένων αυτό το νομοσχέδιο. Έχουμε ζητήσει συναντήσεις με το Υπουργείο Υγείας αλλά και με τη διοίκηση του νοσοκομείου. Δεν έχουν δεχτεί να μας δουν. Η αλήθεια είναι όμως ότι η διοίκηση του νοσοκομείου ξέρουμε ότι τα έχει κάνει πλακάκια. Συναινεί. Εννοείται όμως ότι θέλουμε να εκφράσουμε την αντίθετη γνώμη των εργαζομένων», καταλήγει.
ΕΙΝΑΠ: Το μόνο που θα κάνουν είναι να ανοίξουν το δρόμο για παραπομπή περιστατικών στον ιδιωτικό τομέα
Η Ένωση Ιατρών Νοσοκομείων Αθήνας – Πειραιά (ΕΙΝΑΠ) εκτιμά πως η αυτοτέλεια που επικαλείται η ηγεσία του υπουργείου Υγείας «το μόνο που θα κάνει είναι να ανοίξει το δρόμο για παραπομπή των περιστατικών που εξυπηρετούν αυτά τα τμήματα στον ιδιωτικό τομέα». Η ευελιξία που ισχυρίζεται η ηγεσία του υπουργείου Υγείας «θα πραγματοποιηθεί εις βάρος των εργαζομένων που πρακτικά θα δουλεύουν όπως και για όσο επιβάλλουν τα οικονομικά και επιχειρηματικά σχέδια της ιδιωτικής πια ογκολογικής μονάδας, εφαρμόζοντας ελαστικές σχέσεις εργασίας».
Η ΕΙΝΑΠ τονίζει ότι τα νοσοκομεία «ανήκουν στο δημόσιο σύστημα Υγείας και τα ογκολογικά τμήματα τους λειτουργούν άριστα, χρόνια τώρα, με τη συμβολή των εργαζομένων που υπερβαίνουν εαυτό μέρα και νύχτα». «Δεν θα επιτρέψουμε την ιδιωτικοποίηση κανενός τμήματος ή νοσοκομείου», σημειώνει η ΕΙΝΑΠ.
Στα κάγκελα και οι γονείς των παιδιών με καρκίνο
Αιφνιδιασμένοι και ανήσυχοι από την απόφαση της κυβέρνησης είναι και οι γονείς των παιδιών που νοσηλεύονται με καρκίνο, οι οποίοι, όπως δηλώνουν, «ετοιμάζονται για κινητοποίηση την ώρα που έπρεπε να βρίσκονται στο προσκεφάλι των παιδιών τους». Όπως εξηγούν, «στις 15.02.2023, το Υπουργείο Υγείας μάς αιφνιδίασε με την ξαφνική ανακοίνωσή του σχετικά με την πρόθεσή του να προχωρήσει σε απόσχιση και διοικητική αυτοτέλεια των ογκολογικών τμημάτων των δύο παιδιατρικών νοσοκομείων “H Αγία Σοφία” και “Π. & Α. Κυριακού”. Σαν να μην έφτανε αυτό, το σχετικό σχέδιο νόμου δημοσιεύθηκε για δημόσια διαβούλευση την Παρασκευή 17.02.2023 στις 21.00 το βράδυ, ενώ δίνει χρόνο στους ενδιαφερόμενους να συμμετάσχουν στη διαβούλευση μόνο έως Παρασκευή 24.02.2023 στις 8.00 το πρωί. Δηλαδή, μόλις 4 εργάσιμες ημέρες.
»Προφανώς ο χρόνος αυτός δεν είναι επαρκής ούτε για να μελετήσει κανείς το νομοσχέδιο ούτε για να ζητήσει και να λάβει εμπεριστατωμένη νομική γνώμη για διάφορα θέματα που εγείρονται.». «Ωστόσο σημειώνουμε», προσθέτουν οι γονείς, «ότι με μια πρώτη ανάγνωση δεν προκύπτει το όφελος της πρότασης, καθώς όλα όσα περιγράφονται στο νομοσχέδιο ως οφέλη για τους ασθενείς είναι πράγματα που συμβαίνουν ήδη με την υφιστάμενη δομή και τρόπο λειτουργίας. Αντιθέτως, υπάρχει ανησυχία ως προς τον τρόπο λειτουργίας του νέου «κέντρου», καθώς δεν αποτελεί και δεν μπορεί να αποτελέσει αυτοτελή νοσοκομειακή μονάδα. Πρόκειται για εξωτερικά ιατρεία και θαλάμους νοσηλείας που εξαρτώνται άμεσα και καθημερινά από τα υπόλοιπα τμήματα και ειδικότητες των παιδιατρικών νοσοκομείων.
»Μάλιστα, σε όλον αυτόν τον σχεδιασμό δεν ρωτήθηκαν ούτε καν ενημερώθηκαν, ούτε οι Διευθυντές των ογκολογικών τμημάτων ούτε η Ελληνική Εταιρεία Παιδιατρικής Αιματολογίας Ογκολογίας (ΕΕΠΑΟ). Γι’ αυτό ζητούμε την παράταση της περιόδου διαβούλευσης, κατά τουλάχιστον 2 εβδομάδες, έτσι ώστε να μπορέσουμε να καταθέσουμε τεκμηριωμένες θέσεις και απόψεις, κι εμείς αλλά και όλοι οι λοιποί ενδιαφερόμενοι».
«Οι γονείς των παιδιών που νοσηλεύονται με καρκίνο ετοιμάζονται για κινητοποίηση την ώρα που έπρεπε να βρίσκονται στο προσκεφάλι των παιδιών τους», αναφέρεται σε ανακοίνωση του συλλόγου γονιών παιδιών με νεοπλασματική ασθένεια «Φλόγα». Ο σύλλογος εκφράζει την ανησυχία του «ως προς τον τρόπο λειτουργίας του νέου “κέντρου”, καθώς δεν αποτελεί και δεν μπορεί να αποτελέσει αυτοτελή νοσοκομειακή μονάδα. Πρόκειται για εξωτερικά ιατρεία και θαλάμους νοσηλείας που εξαρτώνται άμεσα και καθημερινά από τα υπόλοιπα τμήματα και ειδικότητες των παιδιατρικών νοσοκομείων».
Σε ανακοίνωσή του ο Σύλλογος κάνει επίσης λόγο για αιφνιδιασμό από την πλευρά του υπουργείου Υγείας, «δίνοντας στους ενδιαφερόμενους να συμμετάσχουν στη διαβούλευση μόνο 4 εργάσιμες ημέρες». Ζητά την παράταση της περιόδου διαβούλευσης, τουλάχιστον κατά 2 εβδομάδες, έτσι ώστε να μπορέσουν να καταθέσουν τεκμηριωμένες θέσεις και απόψεις όλοι οι ενδιαφερόμενοι.