Η Σάρα-Τζέσικα Πάρκερ, η Τζούλια Ρόμπερτς και όλο το νεοϋορκέζικο jet set εμπιστεύονται τα μαλλιά τους στα χέρια του. Ο Δημήτρης Ποταμιάνος ξεκίνησε από τα συνοικιακά κομμωτήρια της Κρήτης και έφτασε μέχρι την Ουάσινγκτον, όπου με το προεδρικό jet μετέβαινε στον Λευκό Οίκο για να περιποιηθεί τα μαλλιά του ζεύγους Μπους
Η πόρτα του Λευκού Οίκου ανοίγει και δύο ιδιωτικοί αστυνομικοί συνοδεύουν τον νεαρό Ελληνα που εισχωρεί στο άβατο της αμερικανικής πολιτικής σκηνής προχωρώντας στα εσωτερικά δωμάτια. Ο Τζορτζ Μπους ο νεότερος έχει ήδη πάρει θέση στην ειδική καρέκλα όταν ο Δημήτρης Ποταμιάνος ανοίγει την τεράστια μεταλλική βαλίτσα του για να βγάλει τα σύνεργά του. Ο πρόεδρος τον καλημερίζει με τη φράση «Καλώς τον Ελληνα!» και τον προτρέπει να του κόψει τη φράντζα και τις φαβορίτες.
Δεν ήταν η πρώτη φορά που ο Δημήτρης Ποταμιάνος -γεννημένος στη Γερμανία από Ελληνες μετανάστες και μεγαλωμένος στην Αίγινα-, περιποιείται την κόμη του Μπους αλλά και εκείνη της συζύγου του άλλοτε προέδρου των ΗΠΑ. «Ενα από τα κομμωτήρια στα οποία εργάστηκα στην Αμερική ήταν το “Coppola Salon”, αγαπημένος χώρος των executives, jet setters ακόμη και σταρ. Από τους χώρους του ξεπήδησαν μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα του αμερικανικού hair styling, τα οποία σήμερα δημιουργούν τις παγκόσμιες τάσεις της μόδας στα μαλλιά. Το συγκεκριμένο κομμωτήριο αποτέλεσε για μένα ένα τεράστιο σχολείο και μια μεγάλη επίσης ευκαιρία να γνωρίσω σημαντικές προσωπικότητες που έγιναν αργότερα προσωπικοί μου πελάτες», σχολιάζει ξετυλίγοντας το νήμα της ζωής του ο Δημήτρης Ποταμιάνος.
Η σταρ του «Sex & the city» και πελάτισσά του, Σάρα-Τζέσικα Πάρκερ, είχε φετίχ με τα μαλλιά της, ενώ όταν γνώρισε την Τζούλια Ρόμπερτς περνούσε τη φάση που ήθελε να της κόβουν μόνο τις άκρες και να κάνει μπούκλες τα μαλλιά. «Η Τζούλια έμπαινε στο κομμωτήριο και ο χώρος ακτινοβολούσε από τη λάμψη της. Είναι απλή, προσηνής και μόνιμα χαμογελαστή, ενώ απέφευγε τις εξεζητημένες κομμώσεις. Ηθελε απλώς να αποτυπώνεται η θηλυκότητά της στις καλοσχηματισμένες μπούκλες της», λέει ο Δημήτρης Ποταμιάνος για μία από τις διάσημες πελάτισσές του. «Ο Τζέραρντ Μπάτλερ είναι μεγάλος πλακατζής και κάνει όλους να πεθαίνουν στα γέλια με τις μιμήσεις του, ενώ ιδιαίτερα συμπαθής είναι και η σιδηρά κυρία του τένις, Μαρτίνα Ναβρατίλοβα, η οποία προτιμά τα κλασικά κουρέματα», συμπληρώνει. Εκείνη όμως που του έκανε ιδιαίτερη εντύπωση είναι η διευθύντρια της αμερικανικής «Vogue», Αννα Γουίντουρ, που το ευρύ κοινό γνώρισε μέσα από τον ρόλο της Μέριλ Στριπ που την υποδύθηκε στην ταινία «Ο Διάβολος φορούσε Prada». «Η προσωπικότητά της είναι τόσο έντονη που δεν σας κρύβω ότι είχα άγχος κάθε φορά που έπρεπε να ασχοληθώ μαζί της. Αν και προσπάθησα πολλές φορές να την πείσω να αλλάξει κουπ κάνοντας την ανατροπή στην εμφάνισή της, εκείνη επέμενε στο κλασικό τύπου Chanel καρεδάκι της. Μας ενημέρωνε για τις τάσεις της μόδας, απαντούσε πάντα χαμογελώντας στα κομπλιμέντα μας και άφηνε εξαιρετικά γενναιόδωρο φιλοδώρημα», εξιστορεί ο κομμωτής των επωνύμων.
Γερμανία, Αίγινα, Κρήτη και Λευκός Οίκος
Οι γονείς του διάσημου hair stylist εργάζονταν στην αυτοβιομηχανία Οpel όταν πήραν την απόφαση να επιστρέψουν στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στην ιδιαίτερη πατρίδα τους , την Αίγινα. Τελειώνοντας το σχολείο ο Δημήτρης Ποταμιάνος αποφασίζει να εργαστεί για κάποιο διάστημα σε κομμωτήριο του νησιού ως υπάλληλος και μετά να μεταβεί στην Κρήτη όπου η αγορά είναι μεγαλύτερη, συνδυάζοντας τις καλοκαιρινές διακοπές με τη δουλειά. Ομως και η Κρήτη είναι μικρή για έναν νεαρό γεμάτο φιλοδοξίες. Με τις οικονομίες μιας ζωής κλείνει εισιτήριο για Νέα Υόρκη και αρχίζει να ψάχνει την άκρη του νήματος στον τόπο των μεγάλων ευκαιριών. Η άποψη ότι όταν θέλεις κάτι πολύ το σύμπαν συνωμοτεί υπέρ σου θα αποδειχτεί μεγάλη αλήθεια για τη ζωή του, καθώς κάποιος από τους συγκατοίκους του στη Νέα Υόρκη, στυλίστας στο επάγγελμα, του ανοίγει την πόρτα του ιταλικού οίκου Armani.
«Ηταν προγραμματισμένη μια επίδειξη και παρότι ήμουν εξαιρετικά μικρός και χωρίς ιδιαίτερη εμπειρία, διέγνωσαν το ταλέντο μου και μου πρότειναν να επιμεληθώ τις κουπ των μοντέλων», θυμάται ο διάσημος Ελληνας κομμωτής και προσθέτει:
«Για περίπου δέκα ημέρες είχα στενή συνεργασία με τον ίδιο τον Tζόρτζιο Αρμάνι αλλά και με τα κορυφαία μοντέλα της χώρας. Οταν ολοκληρώθηκε το project είχαν μείνει όλοι ευχαριστημένοι κι εγώ είχα αποκτήσει σημαντικούς φίλους και τους πρώτους οπαδούς της δουλειάς μου».
Την εποχή εκείνη το όνομα του Δημήτρη Ποταμιάνου γίνεται ιδιαίτερα αναγνωρίσιμο στον Τύπο, που του αφιερώνει εκτενή άρθρα όταν η οικογένεια Μπους τον επιλέγει για τη φροντίδα των κομμώσεών της.
«Με τους Μπους είμαστε πια οικογένεια. Γνωριστήκαμε την εποχή της προεδρίας τους, διατηρούμε όμως στενές σχέσεις ακόμη και σήμερα. Προτιμούσαν να μου στέλνουν το προεδρικό αεροπλάνο προκειμένου από τη Νέα Υόρκη να πετώ για Ουάσινγκτον με σκοπό να τους περιποιηθώ. Τους χτένιζα ή τους κούρευα εντός του Λευκού Οίκου όπου διαθέτει χώρο κομμωτηρίου. Τους συντρόφευσα σε πολλά τους ταξίδια, ενώ όποτε βρισκόντουσαν στη Νέα Υόρκη επέλεγαν να τους περιποιούμαι στη σουίτα του ξενοδοχείου τους λόγω ασφάλειας. Οι Μπους μου μιλούσαν τακτικά για την Ελλάδα την οποία αγαπούν, γι’ αυτό και την επισκέπτονται συχνά», ομολογεί ο ίδιος. Σήμερα ο Δημήτρης Ποταμιάνος ιδιοκτήτης του «Ds studio» που βρίσκεται στην περίφημη Park Avenue, εξακολουθεί να φροντίζει την κόμμωση της συγκεκριμένης πολιτικής οικογένειας και ιδιαίτερα των δύο κοριτσιών τους, Τζένα και Μπάρμπαρα, οι οποίες και συγκαταλέγονται στις πιο τακτικές πελάτισσές του.
Εκείνον εμπιστεύεται εξάλλου όλη η επιχειρηματική αφρόκρεμα της Νέας Υόρκης, όπως η Eva Dubin, η οποία κατέχει την έβδομη θέση στη λίστα Forbes, η οικογένεια Wexler που βρίσκεται στην 27η, αλλά και η Cancela Vanderbilt, εγγονή των billionaire αρχιτεκτόνων. Συνεργάζεται με εκπομπές των καναλιών Channel 5 και ΝΒC και επιστρατεύεται μαζί με το τιμ του κάθε φορά που κάποιος Ελληνας καλλιτέχνης παρουσιάζει τη δουλειά του στη Νέα Υόρκη. «Οποτε έρχομαι σε επαφή με Ελληνες καλλιτέχνες παίρνω γερή δόση από Ελλάδα. Η πατρίδα μου άλλωστε υπάρχει στην καθημερινότητά μου. Ολοι γνωρίζουν ότι είμαι Ελληνας, ενώ από την κουζίνα του σπιτιού μου αναδύονται συχνά γνώριμες μυρωδιές πατροπαράδοτου φαγητού, όπως το παστίτσιο και ο μουσακάς», ομολογεί.