Την ώρα που η Ελλάδα «αναστενάζει» με μελέτες που προσβλέπουν να προσδένουν θεόρατα κρουαζιερόπλοια στην Αμοργό, η Βαρκελώνη κινείται σε αντίθετη τροχιά.
Αν και είναι μία από τις πιο δημοφιλείς τουριστικές πόλεις της Ευρώπης και το μεγαλύτερο λιμάνι κρουαζιερόπλοιων της ηπείρου, κάνει ακόμη ένα βήμα προς τον περιορισμό του μαζικού τουρισμού, ανακοινώνοντας το κλείσιμο δύο τερματικών σταθμών κρουαζιερόπλοιων. Η απόφαση εντάσσεται σε ένα ευρύτερο στρατηγικό σχέδιο που στοχεύει στον περιορισμό των πιέσεων λόγω υπερτουρισμού που δέχεται η πόλη και στη βελτίωση της ποιότητας ζωής των κατοίκων της.
Η ανακοίνωση έγινε την Παρασκευή 21 Ιουλίου από το δημοτικό συμβούλιο της πόλης και προβλέπει ότι από το 2026 οι τερματικοί σταθμοί θα μειωθούν από επτά σε πέντε. Παράλληλα, δρομολογείται μελέτη για τη χαρτογράφηση της κίνησης των επιβατών των κρουαζιερόπλοιων μέσα στην πόλη. Σκοπός είναι η ανάπτυξη ενός βιώσιμου σχεδίου κινητικότητας που θα ελαχιστοποιεί τις αρνητικές επιπτώσεις της τουριστικής κίνησης στο κέντρο της πόλης.
Το σχέδιο συνοδεύεται από επένδυση 185 εκατομμυρίων ευρώ, (συνδυασμός δημόσιων και ιδιωτικών κεφαλαίων). Στο πλαίσιο αυτής της επένδυσης, θα εκσυγχρονιστούν και οι υποδομές του λιμανιού, ώστε τα πλοία να μπορούν να συνδέονται με πράσινες πηγές ηλεκτροδότησης κατά τη διάρκεια της παραμονής τους, μειώνοντας τις εκπομπές ρύπων, καθώς οι μηχανές τους θα παραμένουν σβηστές.
Η πρωτοβουλία αυτή δεν είναι μεμονωμένη. Από το 2018, όταν υπογράφηκε η πρώτη συμφωνία μεταξύ του λιμανιού και του δήμου για τη μετακίνηση των δραστηριοτήτων των κρουαζιερόπλοιων μακριά από τα αστικά κέντρα, η Βαρκελώνη έχει προχωρήσει σε μια σειρά παρεμβάσεων. Το 2023 έκλεισε ο βόρειος τερματικός σταθμός, ενώ ο τερματικός Maremagnum μετατράπηκε σε χώρο αναψυχής με εστιατόρια, μπαρ, ενυδρείο, μαρίνα και εμπορικό κέντρο.
Η ανάγκη για λήψη μέτρων έγινε επιτακτική λόγω της ραγδαίας αύξησης του τουρισμού κρουαζιέρας. Μόνο το 2024, το λιμάνι της Βαρκελώνης κατέγραψε 1,6 εκατομμύρια επιβάτες κρουαζιερόπλοιων σε «διέλευση» – δηλαδή τουρίστες που αποβιβάζονται το πρωί, περιηγούνται στην πόλη και επιστρέφουν στα πλοία τους το απόγευμα. Η παρουσία αυτών των επισκεπτών, συγκεντρωμένων κυρίως στο ιστορικό κέντρο και τη δημοφιλή οδό La Rambla, έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις από την τοπική κοινωνία.
Το φαινόμενο της υπερτουριστικοποίησης δεν αφορά μόνο την πληθυσμιακή πίεση. Οι κάτοικοι διαμαρτύρονται για την άνοδο των ενοικίων και τη μείωση της διαθεσιμότητας προσιτής στέγασης, καθώς μεγάλο μέρος των κατοικιών δεσμεύεται με βραχυχρόνιες τουριστικές μισθώσεις. Η πόλη, παρά την οικονομική εξάρτησή της από τον τουρισμό, βιώνει όλο και πιο έντονα τις κοινωνικές, περιβαλλοντικές και πολιτιστικές συνέπειες της τουριστικής μονοκαλλιέργειας.
Η κοινωνική δυσαρέσκεια κορυφώθηκε το καλοκαίρι του 2024, όταν περίπου 2.800 διαδηλωτές βγήκαν στους δρόμους της πόλης με σύνθημα «Φτάνει. Να βάλουμε όρια στον τουρισμό». Κατά τη διάρκεια αυτής της πλέον δυναμικής διαμαρτυρίας που έγινε viral, κάτοικοι εκτόξευαν νερό με πιστόλια προς τους τουρίστες, σε μια συμβολική πράξη αποδοκιμασίας του μαζικού τουρισμού.
Μεταξύ τουριστικής ανάπτυξης και βιωσιμότητας
Ο δήμος της Βαρκελώνης αναγνωρίζει πως το τουριστικό μοντέλο των προηγούμενων δεκαετιών έχει φτάσει στα όριά του. Οι πολιτικές βιώσιμης τουριστικής ανάπτυξης αποκτούν όλο και μεγαλύτερη σημασία και στόχος είναι η σταδιακή μετάβαση σε ένα μοντέλο που θα σέβεται τους κατοίκους, το περιβάλλον και την πολιτιστική ταυτότητα της πόλης. Η απόφαση για το κλείσιμο των δύο σταθμών δεν αποτελεί απλώς μια ρύθμιση άνευ περιεχομένου, αλλά ένα σαφές πολιτικό μήνυμα για την ανάγκη αλλαγής πορείας.
Ωστόσο, η μετάβαση αυτή έχει τις προκλήσεις της. Η τουριστική βιομηχανία και ιδιαίτερα ο τομέας της κρουαζιέρας έχει προσφέρει τελευταία πολλά έσοδα στην πόλη. Οι φορείς του τουρισμού εκφράζουν επιφυλάξεις και ζητούν διασφάλιση ότι οι αλλαγές δεν θα οδηγήσουν σε απώλεια θέσεων εργασίας ή εισοδήματος για χιλιάδες εργαζομένους.
Η Βαρκελώνη όμως φαίνεται αποφασισμένη να ισορροπήσει μεταξύ της τουριστικής ανάπτυξης και της βιωσιμότητας. Η υλοποίηση των νέων μέτρων, η συνεργασία με την κοινωνία των πολιτών και η επένδυση σε εναλλακτικές μορφές τουρισμού θα αποτελέσουν κρίσιμους παράγοντες για το μέλλον της πόλης αν και η αποτελεσματικότητα των μέτρων θα φανεί στην πράξη, στις επόμενες σεζόν.
Σε κάθε περίπτωση, η Βαρκελώνη αποτελεί παράδειγμα για πολλές άλλες τουριστικές πόλεις που αναζητούν τρόπους να διαχειριστούν τις επιπτώσεις του υπερτουρισμού και να επαναπροσδιορίσουν το ρόλο τους στον παγκόσμιο χάρτη των προορισμών.
Στην Ελλάδα, ίσα που προλαβαίνουμε να πατήσουμε φρένο για να μη χρειαστεί να λάβουμε μέτρα ετεροχρονισμένα, όταν η μεγάλη ζημιά θα έχει συντελεστεί και όσον αφορά το περιβαλλοντικό αποτύπωμα και όσον αφορά την ποιότητα ζωής των πολιτών που επιβαρύνεται όλο και περισσότερο από το τουριστικό «θαύμα».
Με πληροφορίες από το CNN το Reuters και ρεπορτάζ του tvxs



