Της Βίκυς Κουρλιμπίνη
Η τεράστια ζημιά για την τουριστική οικονομία, και ειδικά για τον χώρο των ξενοδοχείων, ήταν δεδομένη ήδη από την αρχή της εξάπλωσης του κορονοϊού στην Ευρώπη. Όσο όμως περνούν οι εβδομάδες, τόσο περισσότερο αποκαλύπτεται το μέγεθος των απωλειών με τις οποίες βρίσκεται αντιμέτωπη ολόκληρη η αλυσίδα του τουρισμού: αεροπορικές εταιρείες, tour operators και ταξιδιωτικά γραφεία και καταλύματα.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, σημαντική μερίδα των ελληνικών ξενοδοχείων −κυρίως σε δημοφιλείς προορισμούς που στηρίζονται κατεξοχήν στην τουριστική δραστηριότητα, στη ροή επισκεπτών από το εξωτερικό και στα συμβόλαια με τους μεγάλους ευρωπαϊκούς τουριστικούς οργανισμούς− αναμένεται να μη λειτουργήσει φέτος. Παράγοντες από τον χώρο εκτιμούν πως, με τα σημερινά δεδομένα, ένα ποσοστό μονάδων που μπορεί να φτάσει ακόμα και το 30% δεν θα καταφέρει να ανοίξει φέτος, είτε λόγω πιθανών υγειονομικών περιορισμών είτε επειδή η λειτουργία τους θα αποδειχθεί ασύμφορη.
Στο ίδιο μήκος κύματος, μεγάλες ξενοδοχειακές αλυσίδες, με παρουσία σε διάφορους προορισμούς ανά τη χώρα, έχουν επεξεργαστεί όλα τα πιθανά σενάρια για το πόσες από τις μονάδες που αριθμούν θα θέσουν φέτος σε λειτουργία, για πόσο διάστημα και υπό ποιες προϋποθέσεις από πλευράς πληροτήτων. Οι ίδιες πηγές σημειώνουν, εντούτοις, πως οι προβλέψεις είναι εξαιρετικά δύσκολες και οι αποφάσεις τους θα εξαρτηθούν από μια σειρά κρίσιμων παραγόντων: πότε θα αποκατασταθούν οι αεροπορικές συνδέσεις και σε τι βαθμό, πόσοι και ποιοι tour operators θα καταφέρουν να μείνουν όρθιοι, αν θα υπάρχει ζήτηση, πώς θα διαμορφωθούν οι τιμές των τουριστικών πακέτων, αλλά και με ποιους υγειονομικούς κανόνες θα μπορέσουν να λειτουργήσουν τα ξενοδοχεία.
Ένα βήμα πριν από τη χρεοκοπία
Μια πρώτη εικόνα των τεράστιων απωλειών για τον κλάδο δίνει η έρευνα του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων του Ξενοδοχειακού Επιμελητήριου Ελλάδος, που διενεργήθηκε κατά το πρώτο δεκαήμερο του Απριλίου και αποτυπώνει τις δυσοίωνες εκτιμήσεις της αγοράς για τους επόμενους μήνες και τις προοπτικές για τη βιωσιμότητα και τη ρευστότητα των επιχειρήσεων, ακόμα και μετά την άρση των ταξιδιωτικών περιορισμών.
Είναι χαρακτηριστικό πως το σύνολο των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων, τόσο συνεχούς όσο και εποχικής λειτουργίας, σε ποσοστό που αγγίζει το 95%, βλέπει για φέτος κάθετη πτώση στους τζίρους, πάνω από 50%. Λόγω της πανδημίας, η απώλεια ξενοδοχειακού τζίρου για το 2020 εκτιμάται σε 4,5 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 1,2 δισ. αφορούν τα ξενοδοχεία συνεχούς λειτουργίας και 3,26 δισ. ευρώ τα εποχικής.
Η ξενοδοχειακή αγορά βρίσκεται αντιμέτωπη με το ενδεχόμενο σαρωτικών λουκέτων. Όπως διαπιστώνεται στην έρευνα του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου, μεταξύ των ξενοδοχείων συνεχούς λειτουργίας, το 65% εξ αυτών θεωρεί πιθανή ή πολύ πιθανή τη χρεοκοπία. Το αντίστοιχο ποσοστό για τα ξενοδοχεία εποχικής λειτουργίας ανέρχεται στο 52%.
Ακολούθως, σχεδόν 6 στα 10 ξενοδοχεία συνεχούς λειτουργίας σημειώνουν πως η μείωση της απασχόλησης θα κυμανθεί στο 40%. Αντίστοιχα, το 65% των ξενοδοχείων εποχικής λειτουργίας βλέπει πτώση της απασχόλησης κατά 41,5%. Με αναγωγή στον συνολικό πληθυσμό των ξενοδοχείων, υπολογίζεται πως κινδυνεύουν άμεσα 45.000 θέσεις εργασίας.
Την ίδια ώρα, οι ξενοδόχοι προσδιορίζουν τις ανάγκες χρηματοδότησης στα 498 εκατ. ευρώ για τα συνεχούς λειτουργίας και στα 1,29 δισ. ευρώ για τα εποχικής. Συνολικά η ανάγκη χρηματοδότησης διαμορφώνεται στα 1,79 δισ. ευρώ.
Ανοίγματα σε δόσεις
Όλα τα ενδεχόμενα για την επαναλειτουργία των ξενοδοχείων είναι στο τραπέζι. Οι πληροφορίες θέλουν κάποια να ανοίγουν τον Ιούλιο και περισσότερα τον Αύγουστο, αλλά και αυτό θα εξαρτηθεί από τις υποδομές τους, το πώς θα διαφυλαχθεί η ασφάλεια προσωπικού και πελατών, αν θα προκριθούν μαζικοί διαγνωστικοί έλεγχοι και, φυσικά, πώς θα είναι η κατάσταση από υγειονομικής άποψης.
Όπως σημειώνουν επιχειρηματίες του χώρου, ακόμα κι όταν αρθούν οι ταξιδιωτικοί περιορισμοί, τίποτα δεν θα είναι το ίδιο και όσα μέχρι σήμερα θεωρούνταν δεδομένα στην τουριστική βιομηχανία θα αλλάξουν. Πηγές του χώρου υπογραμμίζουν πως θα χρειαστούν περίπου τρία χρόνια για να μπορέσει να ανακάμψει ο ελληνικός τουρισμός και να επανακτήσει τη δυναμική του.
Πάγωμα επενδύσεων
Η αναστολή των επενδυτικών πλάνων των ξενοδοχειακών ομίλων, με άγνωστο ορίζοντα, θεωρείται επίσης δεδομένη. Σημειώνεται πως πριν από την κρίση του κορονοϊού ο χώρος των ξενοδοχείων βρισκόταν στο απόγειο της επενδυτικής κινητικότητας, και μεγάλοι όμιλοι ετοιμάζονταν για νέα ανοίγματα φέτος, έχοντας ολοκληρώσει τα business plans, ενώ άλλοι είχαν προγραμματίσει νέες μονάδες μέσα στην επόμενη διετία. Επί του παρόντος, όπως εξηγούν φορείς του χώρου, η εξασφάλιση της βιωσιμότητας των επιχειρήσεων είναι το πρωτεύον.
Ενδεικτικό της ανάπτυξης του κλάδου, σε συνάρτηση με την πολύ μεγάλη άνοδο του τουρισμού στην Ελλάδα με νέα ρεκόρ σε αφίξεις και έσοδα τα τελευταία επτά χρόνια, ήταν πως κατά την περίοδο 2017-2019 τα ελληνικά ξενοδοχεία δαπάνησαν μόνο για ανακαινίσεις το ποσό των 2,9 δισ. ευρώ, καταγράφοντας μια σταθερή επένδυση 1 δισ. ευρώ ανά έτος από τον κλάδο. Το 2019, μάλιστα, συνολικά από τα ξενοδοχεία αναζητήθηκαν 21.000 νέες θέσεις εργασίας, ενώ για κάθε 2,5 νέα δωμάτια δημιουργούνταν μία θέση απασχόλησης.
Ένα εξίσου κρίσιμο ζήτημα με το οποίο βρίσκεται αντιμέτωπη η ξενοδοχειακή αγορά είναι αφενός η αναγκαία κρατική στήριξη για να μπορέσουν οι επιχειρήσεις να επανεκκινήσουν, αφετέρου πώς θα ρυθμιστούν οι δανειακές υποχρεώσεις. Σύμφωνα με τους ξενοδόχους, πρέπει να βρεθεί η χρυσή τομή με τα τραπεζικά ιδρύματα, ώστε από τη μια να αποφευχθεί η δημιουργία μιας νέας γενιάς “κόκκινων” δανείων και από την άλλη να υπάρξει επαρκής χρηματοδότηση των ελληνικών ξενοδοχείων. Συμπληρώνουν πως η φετινή ζημιά, την οποία θα μεταφράσουν οι ξενοδόχοι σε δάνειο, θα πρέπει να αποπληρωθεί κατά προτεραιότητα μέσα στην επόμενη πενταετία. Θα είναι εξαιρετικά δύσκολο αυτό να συνδυαστεί με τις αποπληρωμές των λοιπών δανείων, σε ένα άγνωστο αλλά σίγουρα δύσκολο περιβάλλον.