Του Δημήτρη Καζάκη
Όλοι, δεξιοί και αριστεροί, μνημονιακοί και αντιμνημονιακοί, στην τροχιά της «κανονικότητας», της υποτέλειας και της κατοχής.
Μετά την χθεσινοβραδινή διαβεβαίωση του κ. Τσίπρα, ότι δεν πρόκειται να εφαρμοστεί άλλη λιτότητα στην Ελλάδα μετά τις εκλογές, μπορούμε να κοιμόμαστε ήσυχοι. Οι διαβεβαιώσεις του κ. Τσίπρα αποτελούν εγγύηση! Ειδικά όταν διαβεβαιώνει επίσης ότι δεν πρόκειται να εφαρμοστούν ούτε καν τα μέτρα λιτότητας, που ήδη έχουν ψηφιστεί στα πλαίσια του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου 2019-2022.
Κι επομένως δεν πρόκειται η μέση σύνταξη να μειωθεί περί το 45% για να φτάσει αισίως το 2022 στα 495 ευρώ μηνιαίως. Ούτε φυσικά πρόκειται να μειωθεί το διαθέσιμο εισόδημα κατά μέσο όρο 6% ετησίως, σύμφωνα με υπολογισμούς του ΟΟΣΑ. Μέσα από την αύξηση της φοροεπιδρομής, τις εκτεταμένες ιδιωτικοποιήσεις ιδίως σε υγεία και παιδεία, όπως επίσης και τις υπόλοιπες δραστικές περικοπές πρωτίστως στις κοινωνικές δαπάνες του κράτους, όπως ήδη έχει δεσμευτεί η Ελλάδα έναντι των δανειστών.
Ε, όχι λοιπόν! Τίποτε απ’ όλα αυτά δεν πρόκειται να γίνει. Μας διαβεβαιώνει περί τούτου ο κ. Τσίπρας με τη γνωστή κίνηση του χεριού στη θέση της καρδιάς, αλά God Bless America! Αρκεί βεβαίως να τον ξαναψηφίσουμε.
Τα ίδια λέει και ο έτερος Καππαδόκης επ’ ονόματι Κυριάκος Μητσοτάκης. Κι επειδή πιστεύει ακράδαντα ότι απευθύνεται σε simpletons, ανάλογου επιπέδου ευφυίας με το δικό του, υπόσχεται να κατεβάσει το ΦΠΑ στο 13% έναντι της ιδιωτικοποίησης των πάντων. Έως και του αέρα που αναπνέουμε.
Το «ξεχασμένο» δημόσιο χρέος
Βέβαια κανείς τους δεν μιλά για το χρέος. Σαν μην υπάρχει. Σαν να έχει λυθεί ως δια μαγείας. Βλέπετε, το έχουν αναθέσει στον αυτόματο πιλότο των πρωτογενών πλεονασμάτων του προϋπολογισμού κι έτσι το έχουν καταστήσει βιώσιμο.
Δεν έχει καμιά σημασία που στις 31 Δεκεμβρίου 2018, το δημόσιο χρέος έφτασε σχεδόν τα 359 δις ευρώ, ήτοι το 194,4% του ΑΕΠ. Αν συνυπολογίσει κανείς και το αφανές χρέος των κρατικών εγγυήσεων, τότε το δημόσιο χρέος από μόνο του ξεπερνά το 200% του ΑΕΠ. Χαράς ευαγγέλια για τοκογλύφους και κερδοσκόπους.
Αξίζει να θυμόμαστε ότι 31 Δεκεμβρίου 2009 το δημόσιο χρέος της χώρας είχε φτάσει τα 298,6 δις ευρώ, ήτοι το 125,7% του ΑΕΠ. Ενώ στις 31 Δεκεμβρίου 2011, όταν κρίθηκε επείγον να μειωθεί με αναδιάρθρωση κατά 53%, το δημόσιο χρέος είχε φτάσει σχεδόν στα 368 δις ευρώ, ήτοι στο 177,7% του ΑΕΠ.
Πρόκειται για τον υψηλότερο δείκτη δημοσίου χρέους επί του ΑΕΠ από την εποχή του ελληνοτουρκικού πολέμου του 1897, αλλά τι μας νοιάζει; Όσο πιάνουμε τα πρωτογενή πλεονάσματα που μας επιβάλλουν οι δανειστές και βγαίνουμε στις αγορές για να δανειστούμε εκ νέου, το χρέος δεν πρέπει να μας απασχολεί.
Και φυσικά δεν έχει καμιά απολύτως σημασία το γεγονός ότι για να δημιουργηθούν αυτά τα εικονικά πρωτογενή πλεονάσματα, ο βραχυχρόνιος δανεισμός της κυβέρνησης ξεπερνά τα 600 δις ευρώ κάθε χρόνο. Ενώ έχει φορτώσει με χρέος τα ΝΠΙΔ, τα ΝΠΔΔ και τα ασφαλιστικά ταμεία άνω των 45,5 δις ευρώ (Ιανουάριος 2019). Θυμίζουμε απλά ότι το μερίδιο του δημοσίου χρέους που είχαν επωμιστεί οι παραπάνω φορείς τον Απρίλιο του 2010, ένα μήνα πριν μας επιβάλλουν τα μνημόνια ανερχόταν στα 30,1 δις ευρώ.
Οι καθαρές δανειακές ανάγκες των νοικοκυριών
Και το χειρότερο όλων είναι το γεγονός ότι το κυνηγητό των πρωτογενών πλεονασμάτων εκτινάσσει το έλλειμμα του οικογενειακού προϋπολογισμού με συνέπεια την έκρηξη των δανειακών αναγκών των νοικοκυριών. Χαρακτηριστικό είναι το διάγραμμα που παραθέτουμε με στοιχεία από τους Μη Χρηματοοικονομικούς Λογαριασμούς Θεσμικών Τομέων για τα Νοικοκυριά. Τα στοιχεία για το 2018 είναι εκτιμήσεις.
Το διάγραμμα δείχνει πώς ξεπουλήθηκαν κυριολεκτικά τα νοικοκυριά της Ελλάδας στις τράπεζες. Η πολιτική συρρίκνωσης της αγοραστικής δύναμης του διαθέσιμου εισοδήματος, που ακολούθησαν οι κυβερνήσεις, ειδικά από την εποχή Σημίτη, ως ένα από τα βασικά προαπαιτούμενα για την ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ και το ευρώ οδήγησε σε πρωτοφανή εκτίναξη των δανειακών αναγκών των νοικοκυριών.
Έως το 2008 το μέσο νοικοκυριό στην Ελλάδα έφτασε να δανείζεται καθαρά σχεδόν 4,9 χιλιάδες ευρώ ετήσια. Σχεδόν το 25% του ετήσιου διαθέσιμου εισοδήματος του μέσου νοικοκυριού στην Ελλάδα το 2008. Ιστορικό ρεκόρ για όλες τις χώρες της Ευρώπης.
Μετά το 2009 και την επιβολή της μνημονιακής λαίλαπας ακολουθεί μια ύφεση στις καθαρές δανειακές ανάγκες των νοικοκυριών, λόγω, αφενός, της αδυναμίας να δανειστούν από τις τράπεζες και αφετέρου του περιορισμού της μέσης καταναλωτικής δαπάνης. Το 3ο και χειρότερο μνημόνιο επέφερε νέα εκτίναξη των καθαρών δανειακών αναγκών οδηγώντας το μέσο νοικοκυριό να δανειστεί το 2018 σχεδόν 3.500 ευρώ ετήσια.
Από πού δανείζονται σήμερα τα νοικοκυριά, μιας και οι τράπεζες δεν δανείζουν; Πρώτα και κύρια από τον εαυτό τους, δηλαδή πουλώντας την ακίνητη περιουσία τους για να εξασφαλίσουν το πρόσθετο διαθέσιμο εισόδημα που χρειάζονται για να επιβιώσουν.
Χάρις σ’ αυτή τη μαζική πώληση ιδιωτικής ακίνητης περιουσίας έχουμε εικονική άνοδο της τελικής κατανάλωσης, με την αγοραστική δύναμη του διαθέσιμου εισοδήματος να εξακολουθεί να μειώνεται. Μαζί με το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας και των υποδομών της χώρας, η οποία καταγράφει μια ισχνή και οριακή άνοδο των επενδύσεων, οφείλεται εν πολλοίς η εικονική άνοδος του ΑΕΠ.
Όμως όλα αυτά αναγκαστικά συνοδεύονται με νέα πρωτοφανή εκτίναξη τόσο του δημόσιου, όσο και του ιδιωτικού χρέους. Ως πότε; Κι ως πού;
Να προσευχόμαστε να μην μπορέσουν οι κυβερνήσεις να βγουν στις αγορές να δανειστούν εκ νέου, γιατί στην αντίθετη περίπτωση, ίσως, οι δανειστές εξαναγκαστούν να προχωρήσουν σε μια περικοπή της ονομαστικής αξίας του χρέους. Και λέμε οι δανειστές γιατί το πολιτικό προσωπικό, αλλά και η οικονομική ολιγαρχία της Ελλάδας κερδίζει τόσα από την εκτίναξη του χρέους, που ενδιαφέρεται πολύ περισσότερο από τους δανειστές η χώρα και ο λαός της να συνεχίσει να πληρώνει μέχρις δεκάρας τα συσσωρευμένα επαχθή και απεχθή χρέη του.
Τι πρέπει να γίνει για το χρέος;
Μπορεί να λύσει το πρόβλημα μια μείωση του χρέους ακόμη και 70%; Ούτε κατά διάνοια. Με τέτοια παραγωγικά και εισοδηματικά ελλείμματα των νοικοκυριών και της οικονομίας, κανενός είδους περικοπή του χρέους δεν πρόκειται να δώσει λύση. Είναι υπόθεση απλής αριθμητικής.
Η Ελλάδα για να ανακάμψει χρειάζεται ολοκληρωτική διαγραφή του χρέους. Όχι μόνο του δημόσιου, αλλά και του ιδιωτικού. Και η ολοκληρωτική διαγραφή του δημόσιου χρέους μπορεί να γίνει σχετικά εύκολα, διότι μέσα σ’ όλα τα τερατώδη που μας επέβαλαν οι δανειστές, μας έκαναν κι ένα μεγάλο δώρο. Μας επέβαλαν τα μνημόνια και τις συμβάσεις δανειακής διευκόλυνσης με τον ευρωπαϊκό μηχανισμό καταπατώντας το ισχύον ελληνικό Σύνταγμα.
Χωρίς δηλαδή να τα κυρώσει η Βουλή ως διεθνείς συμβάσεις με τις υπογραφές των αντισυμβαλλομένων μερών. Η Βουλή έχει κυρώσει μόνο σχέδια μνημονίων και συμβάσεων δανειακής διευκόλυνσης. Σχέδια! Κι όπως τόνισε ευθαρσώς η Επιστημονική Επιτροπή της Βουλής στην Έκθεση επί του πολυνομοσχεδίου στις 12 Ιουνίου 2018, «δεν νοείται κύρωση σχεδίου σύμβασης, δηλαδή κειμένου το οποίο δεν έχει υπογραφεί από τα συμβαλλόμενα μέρη» (σελ. 28-29).
Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει κάτι εξαιρετικά απλό. Όλες οι δεσμεύσεις που προέρχονται από τα μνημόνια, αλλά και τα δάνεια που οφείλουμε προς τον ευρωπαϊκό μηχανισμό είναι άκυρα. Όχι ακυρωτέα, αλλά άκυρα, σαν να μην έχουν γίνει ποτέ. Κι επομένως μια άλλη κυβέρνηση καταγγέλλοντας τον παράνομο χαρακτήρα των μνημονιακών συμβάσεων, μπορεί να σταματήσει την εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους σχεδόν στο σύνολό του.
Στις 31/12/2018 το σύνολο του δημοσίου χρέους, όπως είπαμε, ανερχόταν σχεδόν σε 359 δις ευρώ. Το χρέος από τα Δάνεια Μηχανισμού Στήριξης ανερχόταν σε 253,1 δις ευρώ, δηλαδή στο 70,5% του συνόλου. Τα Δάνεια λοιπά εξωτερικού ανέρχονταν σε 4,1 δις ευρώ και αφορούν κατά κύριο λόγο παλιές διακρατικές συμβάσεις. Όπως επίσης και τα Δάνεια ειδικά και διακρατικά ύψους 7,7 δις ευρώ.
Τα διακρατικά δάνεια, όπως και τα δάνεια του ΔΝΤ, δεν επιδρούν στην πιστοληπτική αξιολόγηση της Ελλάδας, όπως επανειλημμένα έχουν δηλώσει οι οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης. Αυτό σημαίνει ότι το να σταματήσει η Ελλάδα να τα εξυπηρετεί, προκειμένου κατόπιν να εισέλθει σε διαδικασία διαπραγμάτευσης για κάθε ένα από αυτά ξεχωριστά, δεν θα έχει κανενός είδους επιπτώσεις ούτε καν από τις διεθνείς αγορές κεφαλαίου.
Υπάρχουν επίσης 2,4 Δάνεια από την Τράπεζα της Ελλάδος, τα οποία μπορούν κάλλιστα να σβήσουν μιας και πρόκειται για πράξεις που αφορούν αποκλειστικά την ΤτΕ και την κυβέρνηση. Όπως επίσης και τα Βραχυχρόνια δάνεια (Repos) ύψους 24,5 δις ευρώ, τα οποία προέρχονται από τις δημεύσεις των ταμειακών διαθεσίμων από τα ΝΠΙΔ και ΝΠΔΔ.
Τα Ομόλογα και οι Βραχυπρόθεσμοι Τίτλοι του δημόσιου χρέους ανέρχονται σε 66,8 δις ευρώ, δηλαδή στο 18,6% του συνόλου. Από αυτά τα 49,8 δις ευρώ αφορούν σε ομόλογα εκδοθέντα στην αγορά εσωτερικού κι επομένως τα κατέχουν κάτοικοι της Ελλάδος. Ο κύριος όγκος αυτών των ομολόγων βρίσκεται στην κατοχή πολιτικών, κομμάτων του ελληνικού κοινοβουλίου, τραπεζών και γνωστών ολιγαρχών της χώρας. Πόσο δύσκολο λέτε να είναι για μια κυβέρνηση στοιχειωδώς έντιμη να προχωρήσει σε παύση πληρωμών προς αυτά και ύστερα από ενδελεχή έρευνα να διαγραφούν, ή να περάσουν στα χέρια του δημοσίου;
Τα Ομόλογα εκδοθέντα στις αγορές εξωτερικού ανέρχονται μόλις στα 1,7 δις ευρώ. Ποσό ασήμαντο για μια κυβέρνηση που θέλει στα σοβαρά να απαλλάξει την χώρα από το άγος του δημοσίου χρέους στο σύνολό του.
Τέλος υπάρχουν και Βραχυπρόθεσμοι τίτλοι αξίας 15,3 δις ευρώ, οι οποίοι βρίσκονται και ανακυκλώνονται στα χέρια των εγχώριων τραπεζών. Πρόκειται για τις ίδιες εγχώριες τράπεζες που έχουν ανακεφαλαιοποιηθεί με σχεδόν 60 δις ευρώ και έχουν προικοδοτηθεί από το κράτος ποικίλως και δωρεάν σε βάρος των καταθετών, των δανειοληπτών και των φορολογουμένων. Συνεπώς το να τεθούν οι τράπεζες αυτές σε εκκαθάριση εν λειτουργία υπό δημόσιο έλεγχο και με συνδρομή της δικαιοσύνης, όχι μόνο συνιστά την πλέον ενδεδειγμένη λύση, αλλά θα λύσει και το πρόβλημα των βραχυχρόνιων τίτλων, που βρίσκονται στα χέρια τους.
Με άλλα λόγια και επί της ουσίας μόνο τα 13,5 δις ευρώ από το σύνολο του δημοσίου χρέους, που συνιστούν οφειλές προς οργανισμούς, κράτη και ιδιώτες του εξωτερικού, θα μπορούσε να εικάσει κανείς ότι, ίσως, να χρειάζονται μια ειδική μεταχείριση προκειμένου να μην δημιουργηθούν προβλήματα στις εξωτερικές σχέσεις της χώρας.
Αντιλαμβάνεστε το νούμερο; Μόλις 13,5 δις ευρώ, ήτοι το 3,8% του συνολικού δημόσιου χρέους. Ενώ μόνο φέτος θα πρέπει η Ελλάδα να δανειστεί εκ νέου γύρω στα 18 δις ευρώ προκειμένου να εξυπηρετήσει τους τόκους, τα δάνεια και τα ληξιπρόθεσμα ομόλογα του δημόσιου χρέους. Κι όλα αυτά χωρίς να περιλάβουμε την ανακύκλωση 40 δις ευρώ βραχυχρόνιων τίτλων και repos!
Για όλα αυτά αρκεί μια νέα κυβέρνηση από έντιμους πατριώτες και δημοκράτες να κάνει κάτι πολύ απλό. Να αποκαταστήσει την τυπική αστική νομιμότητα με βάση του ισχύον Σύνταγμα της Ελλάδας, αλλά και το διεθνές δίκαιο. Κι αν το κάνει, κανείς δεν θα μπορεί να της πει το παραμικρό. Κανείς δεν θα μπορεί να προκαλέσει κυρώσεις, ή αντίμετρα εναντίον της. Κανείς!
Βέβαια, κάποιοι θα χάσουν από την όλη υπόθεση. Κι αυτοί σίγουρα δεν θα είναι οι εργαζόμενοι, οι συνταξιούχοι, τα νοικοκυριά και οι μικρομεσαίοι αυτής της χώρας. Αντίθετα, η μεγάλη πλειοψηφία του πληθυσμού θα γλυτώσει την διαρπαγή του εισοδήματός της μέσω των πρωτογενών πλεονασμάτων και του αυξανόμενου ιδιωτικού χρέους.
Καταλαβαίνετε τώρα γιατί κανένα, μα κανένα από τα κόμματα δεν μιλά συγκεκριμένα για το χρέος. Ούτε καν τα αποκαλούμενα αντιμνημονιακά σχήματα, τα οποία ξεμπερδεύουν με απλά συνθήματα, είτε μιλώντας γενικά και αόριστα για διαγραφή, είτε για διαπραγμάτευση προκειμένου να μειωθεί το μεγαλύτερο μέρος του χρέους.
Δεν τολμούν γιατί όλοι τους, μηδενός εξαιρουμένου, δεν θέλουν να θέσουν θέμα νομιμότητας του καθεστώτος της μνημονιακής κατοχής και φυσικά δεν τολμούν να θίξουν τα μεγάλα συμφέροντα. Κυρίως της εγχώριας κρατικοδίαιτης ολιγαρχίας. Κι έτσι προτιμούν να μιλάνε με συνθήματα, γενικά κι αφηρημένα, είτε με αντικαπιταλιστικό στόμφο που κρύβει την απολογητική της σημερινής κατάστασης, είτε με το μένος του πατριδοκάπηλου, που δεν ξέρει τίποτε άλλο από να κουνά τη σημαία.
Όλα τα άλλα τα εξηγεί η ηλιθιότητα. Κι όπως έγραφε ο Φρέντερικ Σίλερ «ενάντια στην ηλιθιότητα οι ίδιοι οι θεοί διαμαρτύρονται μάταια.»(1) Άλλωστε όπως έλεγε κι ο ξεπεσμένος αριστοκράτης ποιητής του ρομαντισμού της παλινόρθωσης Alfred de Vigny, «για να κρατήσει κανείς την εξουσία, χρειάζεται πάντα να χειραγωγεί τους μανιακούς, τους ηλίθιους και τις περιστάσεις. Κι αυτές οι περιστάσεις, όπως και οι ηλίθιοι, φύρδην μίγδην, φέρνουν απρόβλεπτες, αλλά και απαραίτητες ευκαιρίες, στις οποίες ακόμη και οι πιο επιφανείς έχουν ομολογήσει ότι χρωστάνε το πιο όμορφο κομμάτι της φήμης τους.»(2)
Για να έχετε μια γλαφυρή εικόνα των μανιακών, των ηλιθίων και των περιστάσεων δεν έχετε παρά να περιδιαβείτε τα μορφώματα που συνθέτουν τον λεγόμενο «πατριωτικό χώρο», όπου ξεχειλίζει η γνώριμη από τα χρόνια του εθνικού διχασμού, του εμφυλίου και της χούντας εθνικοφροσύνη, όπως και τον χώρο της αποκαλούμενης ριζοσπαστικής αριστεράς. Οι μεγαλύτεροι σύμμαχοι σήμερα του καθεστώτος κατοχής της πατρίδας μας.
1. The Works of Frederik Schiller, London: Henry G. Bohn, 1847, σ. 396.
2. Comte Alfred de Vigny, Stello, Douzieme Edition, Paris: Calmann Levy, 1880, σ. 240.