ΗΕΕΔΑ (Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου) είχε κάνει δήλωση για την απόφαση της κυβέρνησης Μητσοτάκη να προχωρήσει σε αναστολή του ασύλου μιλώντας για παραβίαση του διεθνούς δικαίου.
Σήμερα δημοσιεύει ένα αναλυτικό επεξηγηματικό σημείωμα πάνω στη θέση αυτί εξηγώντας πως η απόφαση αυτή σημαίνει κατάφωρη παραβίαση διεθνών συμβάσεων όπως αυτή της Γενεύης και εξηγεί με στοιχεία πως ακόμα εισέρχονται άνθρωποι με προσφυγικό προφίλ στη χώρα. Μεταξύ άλλων η ΕΕΔΑ σημειώνει στο κείμενο το οποίο αποτελεί κόλαφο για την απόφαση:
«Η επίκληση άρθρων της Σύμβασης της Γενεύης με σκοπό τον περιορισμό της είναι καταχρηστική και ευτελίζει το περιεχόμενό της. Η δε αναιτιολόγητη και χωρίς έρεισμα επίκληση και ενεργοποίησή τους δεν προσδίδει τίποτα στον νομικό διάλογο και στη διοικητική πρακτική άλλα φόρτο για τις υπηρεσίες που θα εφαρμόσουν τις εν λόγω διατάξεις και για τα δικαστήρια τα οποία θα χρειαστούν να αντιμετωπίσουν αυτές τις υποθέσεις, εφόσον θίγονται αναφαίρετα δικαιώματα. Ανησυχίες έχουν ήδη εκφράσει υπάλληλοι του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου ως προς την ορθή εφαρμογή της τροπολογίας στην πράξη (άσυλο και υποδοχή).
Η επίκληση των λόγων εθνικής ασφάλειας και δημόσιας τάξης στην αιτιολογική έκθεση της τροπολογίας (και ήδη άρθρο 79 του ν. 5218/2025) δεν εναρμονίζεται με το περιεχόμενο των εν λόγω άρθρων της Σύμβασης.
Το άρθρο 8 λαμβάνει υπόψη το γεγονός ότι πολλοί πρόσφυγες κατέχουν επίσημα την ιθαγένεια της χώρας από την οποία έχουν διαφύγει και, ως εκ τούτου, ενδέχεται να υποβληθούν σε ορισμένα μέτρα που επιβάλλονται σε πολίτες αυτής της χώρας, ιδιαίτερα σε περιόδους πολέμου ή διεθνούς έντασης. Στοχεύει στην απαλλαγή των προσφύγων από τις ανεπιθύμητες συνέπειες μιας ιθαγένειας που στην καλύτερη περίπτωση είναι σε ισχύ.
Η επίκληση του άρθρου 8 της Σύμβασης δεν αιτιολογείται και δεν ακολουθεί ανάλυση των στοιχείων του άρθρου για να εντοπιστεί το περιγραφόμενο πλαίσιο εν προκειμένω. Συνεπώς, δεν ακολουθείται ορθή ερμηνεία του άρθρου. Το άρθρο 9 της Σύμβασης αναφέρεται σε κατάσταση πολέμου και σοβαρών και εξαιρετικών περιστάσεων και σε συγκεκριμένο πρόσωπο στο οποίο εφαρμόζονται προσωρινά μέτρα για την εθνική ασφάλεια μέχρι να αποφανθεί η χώρα ότι το πρόσωπο αυτό είναι πρόσφυγας.
Εν προκειμένω, για το μεν πρώτο σκέλος χρειάζεται να παραπέμψουμε στην παρακάτω ανάλυση του άρθρου 15 ΕΣΔΑ, καθώς δεν υφίσταται κατάσταση πολέμου, οι σοβαρές και εξαιρετικές περιστάσεις και ο βαθμός της σοβαρότητας και της εξαιρετικότητας δεν αναλύονται και δεν αιτιολογούνται, ενώ η έκφραση «άλλες σοβαρές και εξαιρετικές περιστάσεις» υποδηλώνει συνθήκες που αγγίζουν τα όρια του πολέμου, π.χ. κατάσταση ουδετερότητας σε σύγκρουση μεταξύ σημαντικών ή γειτονικών χωρών· περίοδο κατά την οποία το κράτος απειλείται με ένοπλη επίθεση από άλλο κράτος ή την ύπαρξη ή απειλή εμφυλίου πολέμου. Εξάλλου, ως προς το δεύτερο σκέλος το άρθρο αναφέρεται σε συγκεκριμένο πρόσωπο και για λόγος εθνικής ασφάλειας έως ότου υπάρχει απόφαση για το προσφυγικό καθεστώς του προσώπου αυτού.
Το άρθρο 79 και ειδικά η παράγραφος 1 εμπεριέχει το στοιχείο της μαζικής επιστροφής, χωρίς καταγραφή, στις χώρες προέλευσης και καταγωγής. Το Συμβαλλόμενο Κράτος πρέπει να ενεργεί καλή τη πίστει και να εφαρμόζει μόνο μέτρα που πραγματικά θεωρεί απαραίτητα για τη διατήρηση της εθνικής του ασφάλειας. Ο όρος «εθνική ασφάλεια» είναι ένας σαφώς καθορισμένος όρος. Χρησιμοποιείται σε μια σειρά διεθνών συμφωνιών, ενώ ο όρος και ανάλογες αναφορές χρησιμοποιούνται επίσης σε εθνικούς νόμους και αναφέρονται σε αποφάσεις διεθνών και εθνικών δικαστηρίων.
Επίσης, η επίκληση του άρθρου 32 της Σύμβασης σχετικά με την απέλαση δεν λαμβάνει υπόψη το πλαίσιο των ορίων του άρθρου και των προϋποθέσεών του, οι οποίες δεν συμβαδίζουν με το άρθρο 79, όπως αναλύεται και στο συγκεκριμένο επεξηγηματικό σημείωμα και στα άλλα σημεία. Εξάλλου, πέρα από όσα αναφέρονται στην παρούσα ενότητα, καθώς και στις κατωτέρω σχετικά με τα εχέγγυα του διεθνούς και ευρωπαϊκού δικαίου, δεν λαμβάνουν υπόψη την εθνική νομοθεσία για τις διαδικασίες των απελάσεων. Η δε νομική βάση για την επίκληση των λόγων εθνικής ασφάλειας ή δημόσιας τάξης χρειάζεται να ακολουθεί συγκεκριμένες προϋποθέσεις και κριτήρια, τα οποία δεν υφίστανται στην αιτιολογική έκθεση.
Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ)
Το ΕΔΔΑ έχει επανειλημμένα διατυπώσει ότι η απαγόρευση της απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 3 της ΕΣΔΑ, «αποτελεί μία από τις πιο θεμελιώδεις αξίες της δημοκρατικής κοινωνίας, στενά συνδεδεμένη με το σεβασμό στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια», που αποτελεί και τον πυρήνα της ίδιας της Σύμβασης.
Η διάταξη, όπως και νομολογιακά έχει διαπιστωθεί, περιλαμβάνει επίσης την υποχρέωση των συμβαλλόμενων μερών να μην απομακρύνουν, απελαύνουν ή εκδίδουν οποιοδήποτε πρόσωπο προς χώρα στην οποία απειλείται με τον κίνδυνο δίωξης ή άλλη σοβαρή βλάβη (άμεση επαναπροώθηση), αλλά και προς κράτη όπου τα άτομα αυτά ενδέχεται να εκτεθούν σε σοβαρό κίνδυνο μεταγενέστερης απομάκρυνσης προς τέτοια χώρα (έμμεση επαναπροώθηση).
Δυνάμει της Σύμβασης, η απαγόρευση που παρέχει το Άρθρο 3 είναι απόλυτη, χωρίς να επιδέχεται οποιαδήποτε παρέκκλιση (άρθρο 15 παρ. 2), ακόμη και στις περιπτώσεις που απειλείται η ασφάλεια του έθνους, υποχρεώνοντας το εκάστοτε κράτος να συμμορφωθεί.
Η Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΕΔΑ) είναι το ανεξάρτητο συμβουλευτικό όργανο της ελληνικής Πολιτείας και ο Εθνικός Θεσμός σε θέματα προστασίας ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Έχει ιδρυθεί με το Ν 2667/1998 βάσει κανόνων των Ηνωμένων Εθνών.
Η ΕΕΔΑ υπογραμμίζει την καίρια σημασία της προστασίας του δικαιώματος πρόσβασης στο άσυλο και της απαγόρευσης επαναπροώθησης. Πρόκειται για κανόνες που κατοχυρώνονται ρητά σε διεθνή και ευρωπαϊκά συμβατικά κείμενα και αποτελούν θεμελιώδη πυλώνα του διεθνούς προσφυγικού δικαίου και του διεθνούς δικαίου δικαιωμάτων του ανθρώπου, στα οποία έχουν οικοδομηθεί η παγκόσμια και ευρωπαϊκή κοινότητα.
Ολόκληρο το κείμενο εδώ



