Στα ύψη έχει εκτοξευθεί η τιμή του ελληνικού ελαιόλαδου, και οι καταναλωτές αναμένεται να το πληρώσουν «χρυσό» φέτος το χειμώνα.
Η μειωμένη φετινή παραγωγή, η έλλειψη αποθεμάτων λόγω του δύσκολου χειμώνα που προηγήθηκε και η ξηρασία που έχει καταγραφεί στις χώρες – παραγωγούς είναι μερικοί από τους παράγοντες που απειλούν το «πορτοφόλι» του καταναλωτή, σε συνδυασμό τον σταθερά υψηλό πληθωρισμό στην κατηγορία των τροφίμων.
Παράλληλα, το ενεργειακό κόστος, η έλλειψη φθηνών εργατικών χεριών, τα ακριβά λιπάσματα και οι ασθένειες των φυτών δημιουργούν ένα πολύπλοκο μείγμα που πρέπει να διαχειριστούν παραγωγοί και καταναλωτές, για να μπορέσουν οι μεν να καλύψουν τα κόστη τους και οι δε, τις ανάγκες τους.
Αυξήσεις ρεκόρ
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, οι μέσες τιμές παραγωγού του έξτρα παρθένου ελαιολάδου στην ΕΕ στα μέσα του Ιουλίου ξεπερνούσαν σημαντικά τα 6,5 ευρώ ανά κιλό, με τη μέση τιμή στην Ελλάδα να διαμορφώνεται μεταξύ 7,2 – 7,5 ευρώ φτάνοντας μέχρι και τα 8 – 8,2 ευρώ, κατά την τρέχουσα εμπορική περίοδο, η οποία ολοκληρώνεται τον επόμενο μήνα.
Μάλιστα, η αγορά αναμένει περαιτέρω εκτόξευση των τιμών του ελληνικού λαδιού, με το εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο να συνεχίζει να σπάει «ρεκόρ». Αξίζει να σημειωθεί πως οι εκτιμήσεις θέλουν αύξηση της τιμής για το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο νέας σοδειάς ακόμα και στα 9 ευρώ το κιλό ή πέριξ, στην Ελλάδα.
Όσον αφορά τις τιμές στα σούπερ μάρκετ, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής μέσα σε έναν χρόνο οι τιμές του λαδιού σημείωσαν αύξηση κατά 10,6%, ενώ σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat τον Ιούνιο η τιμή του ελαιολάδου είχε αυξηθεί κατά 21,9% σε σχέση με έναν χρόνο πριν.
Ειδικότερα, η λιανική τιμή στα ράφια του σούπερ μάρκετ κυμαίνεται από 6,5 ευρώ τα ιδιωτικής ετικέτας το λίτρο έως και τα 14 ευρώ, σε ορισμένες περιπτώσεις επώνυμου εξαιρετικά παρθένου ελαιόλαδου.
Μάλιστα, οι παράγοντες της αγοράς δεν βλέπουν να σταματάει σύντομα το ανοδικό ράλι, αφού η φετινή παραγωγή σε Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία και Τουρκία είναι μειωμένη.
Δύσκολο στοίχημα για τους παραγωγούς
Τη στήριξη και ενίσχυση των ελαιοκαλλιεργητών ζητούν από το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων πολλοί συλλογικοί και συνεταιριστικοί φορείς ελαιοκαλλιεργητών με φόντο τα υψηλά ποσοστά ακαρπίας και της συνεχιζόμενης ξηρασίας που απειλούν την φετινή παραγωγή.
Όπως δείχνουν οι μελέτες το φαινόμενο της ακαρπίας στις ελιές μπορεί να ξεπεράσει ακόμα και το 90% φέτος, σε ορισμένες περιοχές, όπως είναι η Χαλκιδική.
Οι ασυνήθιστα αυξημένες θερμοκρασίες, που επικράτησαν στην περιοχή της Χαλκιδικής από τον Οκτώβριο έως και τον Δεκέμβριο του 2022, αλλά και τον Ιανουάριο του 2023, «επηρέασαν σε μη αναστρέψιμο βαθμό το στάδιο επαγωγής των οφθαλμών και των ενδοοφθαλμικών μορφολογικών μεταβολών των ελαιόδεντρων, με αποτέλεσμα τη μη διαφοροποίηση ή τη μερική διαφοροποίηση, των ανθοφόρων οφθαλμών ανεξάρτητα από τις θερμοκρασίες, που επικράτησαν στη συνέχεια», σύμφωνα με το πόρισμα του καθηγητή Δενδροκομίας του ΑΠΘ Αθανάσιου Μολασιώτη.
Παράλληλα, αξίζει να σημειωθεί πως η παραγωγή ελαιόλαδου στον δήμο Βόρειας Κυνουρίας φέτος ήταν σημαντικά μειωμένη στους 1.800 τόνους, με τις εκτιμήσεις να βλέπουν μόλις 800 τόνους παραγωγής για τον χειμώνα του 2023.
Πέρα από το ελαιόλαδο όμως, τα τεχνικά στοιχεία του ΓΕΩΤΕΕ για τα οικονομικά δεδομένα εξόδων για την καλλιέργεια της επιτραπέζιας ελιάς δεν είναι θετικά. Συγκεκριμένα, δείχνουν πως τα έξοδα είναι υψηλότερα από κάθε άλλη ποικιλία και ανέρχονται στα 775€/στρ. (λίπανση 150€/στρ., φυτοπροστασία 200€/στρ., εργατικά κλαδέματος και συγκομιδής 250€/στρ., ενεργειακό κόστος και άρδευση 100€/στρ., ενοίκιο 75€/στρ.).