Ανέγνωρο, Κρήτη, 1950. Σ’ ένα ημιορεινό χωριό που θα μπορούσε να βρίσκεται οπουδήποτε στη διχασμένη τότε Ελλάδα, οι άνθρωποι παλεύουν με τους βράχους και τις χαράδρες, φτιάχνουν πεζούλες, προσπαθούν να ημερέψουν τη γη. Μέσα σε τριάντα χρόνια έχουν ζήσει τη μικρασιατική καταστροφή, την οικονομική κρίση, τη δικτατορία του Μεταξά, τον ελληνοϊταλικό πόλεμο, τη γερμανική κατοχή, την αντίσταση, τον εμφύλιο, τον διχασμό, την επανάκαμψη των δωσίλογων. Σηκώνοντας το βάρος πολλών δυσβάσταχτων απουσιών, πασχίζουν να σταθούν ξανά στα πόδια τους.
Σ’ ένα τέτοιο σκηνικό θα γεννηθεί ένας μεγάλος έρωτας, ανάμεσα στην όμορφη Ερατώ του Χλωρογιάννη, με αδελφό που βγήκε στο αντάρτικο και σκοτώθηκε στα βουνά, και στον Ανάστο, έναν χωροφύλακα. Αυτόν αφηγείται το νέο μυθιστόρημα του Κρητικού δημοσιογράφου Νίκου Ψιλάκη «Δυο φεγγάρια δρόμο» (εκδόσεις Καρμάνωρ). Ο ίδιος είναι σαφής για τους λόγους που επέλεξε τη συγκεκριμένη περίοδο ως φόντο: «Είναι ελκυστικό να ανατέμνει κανείς τις εποχές των μεταβάσεων, μικρών και μεγάλων. Να παρακολουθεί τις μικρές ανθρώπινες στιγμές, να πλέκει ιστορίες με το υφάδι της μνήμης, ατομικής και κοινωνικής. Και να αφουγκράζεται τους ήρωες τους οποίους νομίζει πως κατευθύνει, ενώ στην ουσία τον κατευθύνουν εκείνοι – τα βιώματα κι οι χαρακτήρες τους. Ενας από τους ήρωες του βιβλίου, ένας γέροντας μαθημένος στους πολέμους, πασχίζει να ξυπνήσει συνειδήσεις φωνάζοντας “η χειρότερη σκλαβιά του κόσμου είναι η σκλαβιά που μας γίνεται συνήθεια”».
Τι είναι, όμως, το βιβλίο του; Ιστορία μιας αγάπης που προσπαθεί να γκρεμίσει τείχη και κοινωνικά στερεότυπα ή βιογραφία μιας εποχής; «Ο έρωτας υπάρχει χωρίς να φωνάζει», διευκρινίζει ο κ. Ψιλάκης. «Είναι ο καμβάς της ιστορίας. Η βιογραφία μιας εποχής δεν ορίζεται μόνο από τα μεγάλα πολεμικά ή πολιτικά γεγονότα, αλλά και από τον τρόπο με τον οποίο τα βιώνει η κοινωνία, εν τέλει από την ίδια την ανθρώπινη πολυπλοκότητα».
Και τι κοινό έχει εκείνη η εποχή με τη δική μας; «Η συγκεκριμένη ιστορική περίοδος ίσως φαίνεται μακρινή, αλλά στην πραγματικότητα δεν είναι και μας δίνει την ευκαιρία να δούμε πιο καθαρά το σήμερα, χωρίς πρόσθετες φορτίσεις, χωρίς το βάρος που μεταφέρει το βίωμα. Ερείπια είχαμε και τότε, ερείπια έχουμε και σήμερα – κοινωνικά. Μόνο που τότε ήταν πιο ευδιάκριτη η ελπίδα. Μέσα στη διχασμένη Ελλάδα αναπτύχθηκαν δυνάμεις που μόχθησαν και αντιστάθηκαν, αναζήτησαν λύσεις, έκαναν λάθη. Ομως η κοινωνία δεν είχε ηττηθεί. Κι αν πρέπει να αντλήσουμε κάποιο δίδαγμα, ας κοιτάξουμε γύρω και μέσα μας. Η παθητικότητα μιας κοινωνίας είναι η χειρότερη ήττα της».
Με αφορμή την πολυετή ενασχόλησή του με τη γαστρονομία (έχει γράψει πολλά και εξαιρετικά βιβλία, όπως τα «Κρητική παραδοσιακή κουζίνα», «Το ψωμί των Ελλήνων» και «Τα βότανα στην κουζίνα») δεν μπορώ να μη ρωτήσω τον Νίκο Ψιλάκη τι… νοστιμεύει, τελικά, ένα μυθιστόρημα. «Στη γαστρονομία, συχνά μια συνταγή θεωρείται θέσφατο», απαντά. «Στη λαϊκή γαστρονομία, αυτήν που προσπαθήσαμε να αναδείξουμε με τη σύντροφό μου, Μαρία, η ελευθερία καταργεί την τυποποίηση. Ολα εντάσσονται μεν σε μια λογική, αλλά ο κανόνας υπάρχει για να καταργείται! Ούτε στη λογοτεχνία υπάρχουν συνταγές. Ο συγγραφέας πλάθει χαρακτήρες, κόσμους. Το απρόοπτο, το απροσδόκητο είναι αυτό που κάνει τους κόσμους του πιο ελκυστικούς, που προσδίδει δύναμη στην αφήγηση.»
Νίκος Ψιλάκης, «Δυο φεγγάρια δρόμος», εκδόσεις Καρμάνωρ, 448 σελίδες, τιμή: 13,80 €