του Μανώλη Γ. Ψαρουδάκη *
Πανδημία, COVID-19, κρούσματα, rapid tests, ψηφιακός μετασχηματισμός, ηλεκτρονικό εμπόριο, βιώσιμα πρότυπα ανάπτυξης, είναι μερικοί μόνον από τους όρους που αφθονούν στον δημόσιο διάλογο τα τελευταία δυο χρόνια. Βέβαια, η μεταστροφή του καθημερινού μας λεξιλογίου είναι μονάχα μια από τις παραμέτρους της πανδημικής κρίσης, η οποία έχει ουσιωδώς επηρεάσει το οικονομικό, πολιτικό και κοινωνικό μας υπόδειγμα. Αναμφίβολα, ο «μαύρος κύκνος» της πανδημίας του COVID-19 αποτελεί το κορυφαίο γεγονός (μέχρι το επόμενο!) της δεύτερης χιλιετίας. Συνεπώς, στην δίνη κοσμογονίας την οποία πυροδότησε, βρίσκονται όλες οι βασικές οικονομικές μονάδες: επιχειρήσεις, εργαζόμενοι, κράτη και συνδικάτα. Όλοι καλούνται να προσαρμοστούν σε ένα νέο, περισσότερο ψηφιακό, πράσινο αλλά και ασταθές περιβάλλον, το οποίο συνδέεται άρρηκτα πλέον με μια σειρά από κρίσιμες προκλήσεις. Όσον αφορά στην ελληνική οικονομία, θεωρώ κι εγώ ότι η απαιτούμενη αυτή προσαρμογή θα συνδεθεί με ακόμα πιο έντονες «ωδίνες», λόγω της ανυπαρξίας των σχετικών «αμορτισέρ» ανθεκτικότητας μας μετά από την δεκαετή κρίση. Αναγκαστικά όμως, για τις επιχειρήσεις του Ελληνικού εμπορίου, η έγκαιρη προσαρμογή είναι η περισσότερο αναγκαία συνθήκη για την βελτίωση της ανθεκτικότητας τους και εντέλει για την επιβίωση τους.
Σχετικά με το μέγεθος της πρόκλησης αυτής, μία ακριβής διατύπωση της προέρχεται από τον Πρόεδρο της ΕΣΕΕ Γιώργο Καρανίκα, ο οποίος πρόσφατα τόνισε χαρακτηριστικά: «Η αλήθεια είναι ότι οι ελληνικές ΜμΕ αιωρούνται μεταξύ της βραχυπρόθεσμης, λόγω υποχρεώσεων, βιωσιμότητας τους και του μεσοπρόθεσμου μετασχηματισμού τους».
Είναι γνωστό ότι η συντριπτική πλειονότητα των επιχειρήσεων στην Ελλάδα είναι πάρα πολύ μικρές επιχειρήσεις – το 89% από αυτές απασχολεί προσωπικό μεταξύ 0 και 4 εργαζόμενων. Οι επιχειρήσεις αυτές δεν κατόρθωσαν να προωθήσουν τον ψηφιακό και πράσινο μετασχηματισμό τους, καθώς δεν είχαν την αναγκαία πρόσβαση στη χρηματοδότηση. Το γεγονός της μη έγκαιρης και σταδιακής προσαρμογής τους, προκάλεσε ξαφνικά τη δημιουργία πολλαπλών «ψηφιακών ταχυτήτων» μεταξύ των μικρών και των μεγάλων επιχειρήσεων. Ταυτόχρονα, η δεδομένη και ξεκάθαρη πορεία προς την πράσινη οικονομία αναμένεται να οξύνει τις ανισότητες, καθώς πρόκειται για μία μετάβαση ιδιαίτερα ακριβή. Επί του παρόντος, οι εμπορικές επιχειρήσεις μας κλήθηκαν, για ακόμη μία φορά – λόγω της πανδημίας του COVID-19, να προσαρμοστούν στα νέα πρωτόκολλα της κοινωνικής αποστασιοποίησης, γεγονός που άσκησε επιπρόσθετες πιέσεις τόσο στο επίπεδο του επί ίσοις όροις ανταγωνισμού, όσο και σε αυτό του ύψους του κύκλου εργασιών τους.
Βρισκόμαστε λοιπόν σήμερα σε σημείο καμπής, και γιαυτό απαιτούνται άμεσα γενναίες κρατικές πολιτικές και αντίστοιχες αμετακίνητες διεκδικήσεις – και αγώνες, από εμάς. Νομίζω ότι, ως ΕΣΕΕ, έχουμε κατά καιρούς συνοψίσει επιτυχώς αυτό το πλαίσιο των προτεινόμενων δράσεων.
Ούτως ή άλλως όμως θεωρώ ότι όσοι δραστηριοποιούμαστε στο επίπεδο του συνδικαλιστικού χώρου, θα πρέπει συνεχώς να λαμβάνουμε υπόψη τις, κατά την ταπεινή μου γνώμη, τέσσερις βασικές προκλήσεις που θα απασχολήσουν τις Ελληνικές εμπορικές επιχειρήσεις το αμέσως επόμενο διάστημα:
- Η προσαρμογή των επιχειρήσεων στις απαιτήσεις της διττής μετάβασης: Η ψηφιοποίηση είναι κάτι ευρύτερο και πολύ πιο σύνθετο από τις απλές τεχνολογικές αλλαγές. Ειδικά για τις εμπορικές επιχειρήσεις, ο ψηφιακός μετασχηματισμός δεν θα εξαντληθεί στη δημιουργία ενός e-shop ή στην αξιοποίηση του social media marketing. Προϋποθέτει την υιοθέτηση καινοτομιών της συνεχώς εξελισσόμενης Τεχνητής Νοημοσύνης (AI), του διαδικτύου πραγμάτων (IoTs) αλλά και νέων ψηφιακών εργαλείων όπως η εικονική βιτρίνα και τα έξυπνα ράφια.
- Η πράσινη μετάβαση εκτιμάται ότι θα έχει ιδιαίτερα υψηλό χρηματικό κόστος. Για τον λόγο αυτό χρειάζεται η συμμετοχή μας σε επεξεργασίες που θα παράξουν πολιτικές οι οποίες με τη σειρά τους θα θέσουν τις προτεραιότητες και θα εξειδικεύσουν τα βήματα του πράσινου μετασχηματισμού των εμπορικών επιχειρήσεων. Συνολικά, οι επιχειρήσεις του λιανεμπορίου έχουν μικρή ποσοστιαία συμμετοχή στην δημιουργία αποβλήτων, σε όλη την Ε.Ε. Όμως, η ενεργειακή αναβάθμιση των κτηρίων όπου στεγάζονται, η χρήση φωτισμού εσωτερικών και βιτρινών τεχνολογίας led, αλλά και των φιλικών στο περιβάλλον συσκευασιών – όπως και αντίστοιχων μεταφορικών μέσων, αποτελούν σημαντικό κρίκο ως προς τους στόχους προς την πράσινη μετάβαση και πρέπει να υποστηριχθούν.
- Η πρόσβαση στη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων, τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα, και που θα συνεχίσει να αποτελεί μια κορυφαία πρόκληση. Οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης και η νέα προγραμματική περίοδος του ΕΣΠΑ 2021-2027 μπορούν να χρηματοδοτήσουν την επενδυτική υστέρηση της περιόδου της κρίσης. Όμως η χρηματοδότηση απαιτεί μια συνολικότερη εθνική πολιτική η οποία θα σπάσει τον «τραπεζικό αποκλεισμό» αυτών που έχουν ανάγκη ρευστότητας και δεν έχουν την αντίστοιχη πρόσβαση στις πηγές χρηματοδότησης.
- Η τελευταία πρόκληση είναι αυτή του ιδιωτικού χρέους το οποίο λόγω της πανδημίας μεγεθύνεται και ξεπερνά τα 240 δις ευρώ για το 2020. Απαιτείται μια ευρύτερη πολιτική διαχείρισης του χρέους που δημιουργήθηκε κατά την πανδημική κρίση ώστε να σπάσει ο «φαύλος κύκλος» του ιδιωτικού χρέους, το οποίο ενδέχεται να οδηγήσει σε «ξαφνικό θάνατο» μεγάλο αριθμό επιχειρήσεων.
Οι μεγάλες αυτές προκλήσεις αφορούν αναγκαστικά όλους μας, και είναι από εκείνα τα ζητήματα στα οποία μπορούμε και πρέπει να ανταποκριθούμε συμμετοχικά. Προκλήσεις που απαιτούν ιδέες, απαντήσεις και δύναμη παρέμβασης, ως προς τις οποίες ο καθένας μας θα πρέπει να ακουστεί, και να συμβάλλει. Η ΕΣΕΕ, με τις επεξεργασμένες συμμετοχικά θέσεις και προτάσεις της, έδειξε τη σημασία της ενεργούς, σοβαρής και υπεύθυνης συμμετοχής στον σχετικό Δημόσιο Διάλογο.
Πλέον, αυτή η σημασία της αντιπροσώπευσης καθίσταται ακόμα κρισιμότερη στην επόμενη ημέρα της Ελληνικής επιχειρηματικότητας στον κλάδο του εμπορίου. Ο διεξοδικός διάλογος, οι επιστημονικές απαντήσεις και οι συγκεκριμένες και έλλογες προτάσεις πολιτικής απέναντι στις προκλήσεις που παρουσιάστηκαν παραπάνω απαιτούν Εμπειρία, Διάθεση και Ενεργό Συμμετοχή. Είναι στα χέρια μας – στο χέρι σας να τα εξασφαλίσουμε, για ένα ΑΥΡΙΟ που θα είναι καλύτερο από το δύσκολο παρόν, για όλους μας.
* Αντιπροέδρου της ΕΣΕΕ και του Επιμελητηρίου Ρεθύμνης