Στον ρυθμό του γενικού «ξεκλειδώματος» ζει η χώρα, παρά τα βαριά επιδημιολογικά στοιχεία, αφού πλέον βρισκόμαστε στην κόψη του ξυραφιού ως προς τη δυνατότητα οικονομικής ανάκαμψης.
Ο τουρισμός και οι αναθεωρημένες εκτιμήσεις της Κομισιόν, οι οποίες κάνουν πλέον λόγο για αύξηση του ΑΕΠ 4,1% φέτος και επιτάχυνση στο 6% για το 2022, είναι το μεγάλο δέλεαρ που οδηγεί στην άρση όλων σχεδόν των περιορισμών που έχουν επιβληθεί στην οικονομική δραστηριότητα.
Σε πρώτο πλάνο βρίσκεται φυσικά ο εμβολιασμός, ως το μόνο όπλο που μπορεί μεσοπρόθεσμα να θωρακίσει τη δημόσια υγεία και, συνεπώς, την οικονομία, παρότι η μέχρι τώρα καθυστέρηση του εμβολιαστικού προγράμματος σε πανευρωπαϊκό και εγχώριο επίπεδο είναι παγκοίνως γνωστή.
Της… πατέντας
Φυσικά δεν λείπει ο καβγάς για το θέμα της άρσης των πατεντών των εμβολίων, το οποίο έφερε δυναμικά στο προσκήνιο ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν προκαλώντας πλήθος προσδοκιών αλλά και αντιδράσεων. Στη χώρα μας το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν αυτός που συστηματικά προέβαλλε το ίδιο αίτημα επί μήνες σε Ελλάδα και Ευρώπη λοιδορούμενος από την κυβέρνηση και τον Μητσοτάκη άναψε τα πολιτικά αίματα.
Επ’ αυτού το ένα μεγάλο ζήτημα είναι ότι η πρόταση Μπάιντεν αποτυπώνει την επιστροφή του ρυθμιστικού ρόλου του κράτους και της πολιτικής σε μεγάλα οικονομικά ζητήματα, όπως ήδη έχετε διαβάσει αναλυτικά στη σελίδα 4.
Από την άλλη είναι γνωστό ότι, ακόμη και αν άρχιζε αύριο το πρωί μια διαδικασία διαπραγμάτευσης για την άρση των πατεντών των εμβολίων, ο χρόνος που θα απαιτείτο – χωρίς να συνυπολογιστούν τυχόν ατέρμονες δικαστικές προσφυγές και διαμάχες – θα ήταν περίπου μια τριετία.
Η αντίθετη άποψη περί διατήρησης των πατεντών – αυτή των μεγάλων φαρμακευτικών εταιρειών και της Ευρώπης, στο έδαφος της οποίας είναι κατά βάση εγκατεστημένες – λέει ότι ο στόχος δεν μπορεί να είναι η γενικευμένη παραγωγή χωρίς προϋποθέσεις και προδιαγραφές ποιότητας των εμβολίων. Αντιτάσσει, επομένως, ως λύση την αλματώδη αύξηση της παραγωγής τους. Ωστόσο παραμένει αδιευκρίνιστο εάν το μέχρι πρότινος υφιστάμενο ζήτημα της επάρκειας πρώτων υλών μπορεί να αντιμετωπιστεί.
Κοινή γαρ η μοίρα…
Επί της ουσίας πάντως η αλήθεια είναι πολύ συγκεκριμένη και πολύ δύσκολο να αποκρυβεί: Όσο παραμένουν δισεκατομμύρια άνθρωποι στον πλανήτη μας χωρίς εμβολιασμό τόσο θα μεγεθύνεται το ενδεχόμενο εμφάνισης μεταλλάξεων του κορωνοϊού μη αντιμετωπίσιμων από τα γνωστά εμβόλια και την τεχνολογία που εφαρμόζεται για την κατασκευή τους.
Η συνέπεια αυτή θα είναι τραγική, αφού οι οικονομικές θυσίες και οι προσπάθειες εξόδου από την παγκόσμια αυτή υγειονομική και οικονομική κρίση θα πάνε, σε μεγάλο βαθμό, χαμένες.
Σε έναν κόσμο στον οποίο η κινητικότητα έχει ξεπεράσει κάθε προηγούμενο – εργασία, τουρισμός σε τεράστια κλίμακα και πρωτόγνωρα σε μέγεθος μεταναστευτικά ρεύματα λόγω, μεταξύ άλλων, και της κλιματικής αλλαγής – η ύπαρξη τεράστιων πληθυσμών, στους οποίους ο νέος κορωνοϊός SARS-CoV-2 «θερίζει» ανενόχλητος και η λοίμωξη Covid-19 στέλνει μαζικά στον τάφο τους προσβεβλημένους από αυτήν, αποτελεί μια βόμβα στα θεμέλια ολόκληρου του πλανήτη.
Με διάφορους τρόπους οι ανεπτυγμένες χώρες θεωρούσαν μέχρι πρότινος τους εαυτούς τους προστατευμένους από τα παρατράγουδα της εγκατάλειψης, της υπανάπτυξης και των αβυσσαλέων οικονομικών διαφορών από τους δισεκατομμύρια δυστυχισμένους του πλανήτη. Όμως η κλιματική κρίση και ο κορωνοϊός δείχνουν, πέρα από κάθε αμφιβολία, ότι στο «παγκόσμιο χωριό» μας η μοίρα όλων είναι, στον τελικό λογαριασμό, κοινή.
Καυτή η εσωτερική ατζέντα
Στο εσωτερικό μέτωπο ωστόσο δεν κυριαρχεί η διαμάχη για τις πατέντες των εμβολίων, αφού άλλωστε η δική μας χώρα δεν είναι σε θέση να επηρεάσει ένα τόσο μεγάλο οικονομικό, πολιτικό και γεωπολιτικό παιχνίδι με τεράστιους παίκτες και αδιανόητα οικονομικά μεγέθη.
Η αγωνία της επιβίωσης για πολλές χιλιάδες επιχειρήσεις και ακόμη περισσότερους εργαζομένους απασχολεί την κοινωνία πολύ περισσότερο. Το ίδιο και ο φόβος επειδή το αναγκαστικό άνοιγμα της οικονομίας γίνεται πάνω σε ένα μεγάλο και επίμονο πανδημικό κύμα, με πάνω από 11.000 νεκρούς από την Covid-19 (ένας στους 1.000 κατοίκους της χώρας έχει χάσει τη ζωή του από την εν λόγω λοίμωξη). Κι ακόμη δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι – παρά την ομολογουμένως άψογη οργάνωση του εμβολιασμού, χάρη και στην τεχνογνωσία και την καθοριστική συμβολή του στρατού – το πρόγραμμα θα φέρει το επιθυμητό αποτέλεσμα.
Όχι μόνο επειδή κανείς δεν γνωρίζει ποιο θα είναι τελικά το ποσοστό των εμβολιασμένων επί του γενικού πληθυσμού στις αρχές του φθινοπώρου – όταν, παρεμπιπτόντως, θα αρχίζει ο νέος κύκλος εμβολιασμού για το υγειονομικό προσωπικό της χώρας. Αλλά και διότι ουδείς μπορεί να προβλέψει με ποια επιδημιολογικά δεδομένα θα φτάσουμε έως εκεί.
Πρακτικά έχει αρχίσει και η μάχη για τα εργασιακά δικαιώματα, με επίκεντρο το οκτάωρο και την απελευθέρωση των απολύσεων, η οποία θα διεξαχθεί σε ένα περιβάλλον εξαιρετικά επιβαρυμένο από την τεράστια οικονομική ύφεση του 2020 και την απειλή ενός μεγάλου κύματος λουκέτων και ανεργίας. Το ενδεχόμενο σύντομα η κοινωνία να βρεθεί πολλά βήματα πίσω σε ζητήματα εργασιακής ασφάλειας δεν θα μείνει χωρίς πολιτικές συνέπειες εάν επιβεβαιωθεί στην πράξη.
Αντικείμενο σκληρής κόντρας το επόμενο διάστημα θα αποτελέσει ακόμη αυτό που ήδη ξέρουμε και μένει να το δούμε στην εφαρμογή του: ότι το περίφημο ταμείο ανάκαμψης, λόγω της δομής και του προσανατολισμού του, προορίζεται για να υπηρετήσει στόχους και επιχειρηματικές στρατηγικές λίγων μεγάλων ομίλων και καθόλου – μα καθόλου – τις τεράστιες στρατιές των πληγέντων από την πανδημία και τις οικονομικές της συνέπειες.
Με άλλα λόγια η επόμενη πολιτική περίοδος θα είναι τουλάχιστον θερμή…