17.8 C
Chania
Monday, December 23, 2024

Ζητείται άνθρωπος…

Ημερομηνία:

Γράφει ο Δρ. Γιάννης Θ. Πολυράκης

Γεωπόνος-Συγγραφέας

    ….Κίνησε ο κυνικός ο Διογένης εις τα στενά σοκάκια της δωδεκάθεης Αθήνας με το λυχνάρι να φωτίζει ένα ανύπαρκτο σκοτάδι, μιας κι ήταν μέρα μεσημέρι. `Εκπληξη κι απορία στη θέα τούτη απ’τους διαβάτες, γέλιο και περιέργεια ’πό άλλους, σχόλια σκωπτικά ’πό κάποιους τρίτους. Κάποιοι τον πλησιάσανε, τον ρώτησαν:

– « Πού πάς γεράκο με το λυχνάρι αναμμένο, καταμεσήμερο; Μπας κι έχασες το φως σου; Τι ψάχνεις;…..»

– « Ψάχνω τον άνθρωπο…», απάντησε εκείνος κι εξακολούθησε στο ίδιο ταχύ ζάλο.

– « Κι εμείς τι είμαστε; » τον ρώτησαν.

Στράφηκε ο Διογένης, τους έριξε μια εξεταστική όσο κι αδιάφορη ματιά και ανταπάντησε:

– «Ζητείται άνθρωπος!…»…

Εκείνοι δεν κατάλαβαν, κούνησαν το κεφάλι, απομακρύνθηκαν. Απομακρύνθηκε κι ο Διογένης και χάθηκε εις τη στροφή του σοκακιού….`Εψαχνε βλέπετε ο πιθαρόβιος σοφός να βρει τον άνθρωπο που να διαφέρει απ’τους πολλούς. `Εψαχνε ανάμεσα στις λίγες τις εκατοντάδες των ανθρώπων σ’εκείνο το «κεφαλοχώρι» της Αθήνας του καιρού του, να βρει τον άνθρωπο που έχει τιμονιέρη του τη νόηση, κι όχι το υπογάστριο ή τη γαστέρα. Τον βρήκε; Αδιάφορο. Μα τι κι αν πέρασαν αιώνες από τότε, τι κι αν εσκέπασαν οι χρονοθίνες γενιές ατέλειωτες ανθρώπων, ίδια κι απαράλλαχτη έμεινε κι έφτασε ολοζώντανη στις μέρες μας, η πεθυμιά του Διογένη:

– Ζητείται άνθρωπος!

Και το ερώτημα: Πού να τον βρεις τον άνθρωπο σ’ αυτή την ανθρωπίσια κοινωνία τη δομημένη απάνθρωπα; Πού να τον βρεις, καθώς, γέμισε η υδρόγειος, γεμίσανε ασφυκτικά οι πόλεις, θρόνιασε ο καθένας τη φαμίλια του εις το κεφάλι του γειτόνου και κάτω απ’τον αποπάνω του συγκάτοικο; Πού να τον συναντήσεις άραγε;

– Εις το πολύβουο τ’ανθρωπολόϊ των πολυσύχναστων των λεωφόρων σαν συνωστίζονται και μπροσπερνιώνται, κέρινες, άχρωμες όσο κι αδιάφορες ανθρώπινες φιγούρες;

– Στο χώρο άραγε της επιστήμης; Μα ποιος στ’αλήθεια είναι επιστήμονας; Αυτός που αραδιάζει τα διπλώματα στους τοίχους του και είν’ ένας ακόμη επαγγελματίας; ή μήπως άραγε εκείνος που με σοφία μα και τεχνογνωσία εκχυλίζουσα υπηρετεί τον πολεμοχαρή θεότητα του `Αρη και φτιάχνει όπλα μα και μηχανές που έχουνε προορισμό τους την καταστροφή; Είναι τα παραδείγματα πολλά, πολλά, πάρα πολλά.

– Να τον αναζητήσει εις τον μεγάλο χώρο της Δημοκρατίας; Μα ποιος στ’αλήθεια είναι δημοκράτης; Μήπως ο ομογάλακτος στο κόμμα; Ο άλλος άραγε; ο οπαδός του άλλου κόμματος, τί είναι; μήπως και είν’ «εχθρός» του έθνους;

– Να τον αναζητήσεις στο Ιερατείο; Μα ποιος στ’αλήθεια είναι εκπρόσωπος Εκείνου, αθόρυβα, ανθρώπινα και ταπεινά; Μήπως ο χρυσοποίκιλτος με την κλιματιζόμενη τη λιμουζίνα; Μήπως εκείνος ο προγάστορας με το γυαλιστερό του ράσο στην πλούσια ενορία; ή μήπως είναι ο τραχύς παπάς στο βοσκοχώρι, με τα εφτά παιδιά και με φθαρμένο το ξεθωριασμένο του το ράσο; Απορίες!!!

– Να τον αναζητήσεις άραγε στον αυστηρό το χώρο της τυφλής της Θέμιδας; Μα τούτη η θεά, με συνεργό την ομογάλακτή της Επιστήμη, απόκτησε περίσσιες ικανότητες με τις υπόλοιπες αισθήσεις και ξεχωρίζει το χρυσοκουδούνισμα του οβολού, έτσι για ν’απονείμει κρίση «δίκαιη».

– Να τον αναζητήσεις μήπως στο χώρο των οπαδών του Μαμωνά; Μα τούτοι, ενστερνιστές κι εφαρμοστές μιας παγκοσμιοποίησης αμφίβολης, βλέπουν τον άνθρωπο σαν κάτι αναλώσιμο στη σκοπιμότητα την χωρίς σύνορα. Και ο συνάνθρωπος (το εργαλείο), ο άνθρωπος ο αναλώσιμος θα τραγουδά ξανά σε λίγο, πως: «…για να γυρίσει ο ήλιος, θέλει δουλειά πολύ…», καθώς, για να γεμίσουν οι σιταποθήκες του αφέντη, δεν φτάνει το οχτάωρο και η ημέρα απ’ την ανατολή μέχρι τη δύση του ηλίου, είναι μικρή! …

– Να τον αναζητήσεις άραγε στο χώρο της άρχουσας της τάξης; Μα τούτη προσμετρά τον άνθρωπο με το μετράδι του σταυρο-συλλέκτη, κι έχει τις μετοχές της εκτιμήσεως ανεβασμένες σαν σέρνει πίσω του πολλούς σταυρούς εις το χρηματιστήριο της κάλπης!

…..Μ’αυτές τις σκέψεις, κίνησε ο νέο-Διογένης…`Εψαχνε την εξαίρεση, έτσι για να επαληθεύσει τον κανόνα από τις φήμες που’ φταναν στ’αυτιά του. Δεν είχε οδηγό του το γνωστό λυχνάρι. Είχε μαζί του εργαλεία σύγχρονα, χάρτες, ραδιογωνιόμετρα, πυξίδες…

….Εδιάβηκε «μεγάλες πόρτες» κατά την τρέχουσα ανθρώπινη αντίληψη: Πλησίασε γιατρούς, μα οι πλείστοι είχαν ευχαρίστως ορκιστεί στον Μαμωνά σαν είχε ξεθωριάσει εκείνος ο φτωχός ο όρκος του Ιπποκράτη….Σαν έκανε τον πόνο του κουράγιο, επροχώρησε…Συνάντησε και ρασοφόρους. Οι πλείστοι μύριζαν λιβάνι και κολόνια και φύλασσαν μ’ ευλάβεια τους δυο χιτώνες, σαν δεν περίσσευε κανείς και για κανένα.…Όμως απλόχερα και «χριστιανικά» του τάξανε συγχωροχάρτι σαν τους εζήτησε την ευλογία τους…`Εκανε το σταυρό του και προχώρησε…Συνάντησε και λειτουργούς της Θέμιδας. Μα σαν δεν άκουσε η τυφλή θεά το λάγνο το χρυσοκουδούνισμα του οβολού, τον έστειλε εις τον «αρμόδιο». Αυτός, ένας μυωπικός ολιγοτρίχης νέο-Ιαβέρης, του μίλησε χωρίς περιστροφές:

–          « Φίλε, είσαι εν αδίκω…»…

Εκείνος, επροχώρησε…Είδε από μακριά (σαν δεν επίτρεπαν οι bodyguards να πλησιάσει) τους δυνατούς της γης, φανατικούς του πολεμοχαρή θεού, του `Αρη. Τούτοι, το είχαν σύστημα να προστατεύουν τους αδύνατους απ’τους δυνάστες τους, για να τους μακελέψουν εις την υστεριά εκείνοι. (Θυμήθηκε ο νέο-Διογένης την ιστορία του χασάπη που έδιωξε με μπαταριές το λύκο για να γλιτώσει το αρνί και να το σφάξει εις την υστεριά ο ίδιος).

….Συνέχισε αμίλητος…Του φάνηκε μικρή η γη…Τα σύγχρονα τα σύνεργά του, πλέον δεν του χρησίμευαν. Κι όμως, με πείσμα επροχώραγε, έσφιγγε τις σιαγόνες του, σιγοψιθύριζε:

–          «Δεν το μπορεί, κάπου υπάρχει άνθρωπος…».

Τούτη η σκέψη του’ δινε κουράγιο…`Ακουσε ξάφνου πίσω του βήματα ανάλαφρα, αλαργινά…Σταμάτησε…Στράφηκε πίσω του…Είδε ένα ξένο, μα όχι άγνωστό του, δακρυσμένο…Τον γνώρισε…`Ηταν ο Ιησούς…Ανθρώπινα, ο νέο-Διογένης, σάστισε. Αυθόρμητα, τα γόνατά του λύγισαν… Έσκυψε το κεφάλι καθώς αυθόρμητα και πάλι εσταύρωνε τα χέρια του στο στήθος….

Εκείνος τον πλησίασε κι απίθωσε τη δεξιά του απαλάμη εις το σκυφτό κεφάλι. `Ενοιωσε τούτος μικρή ώθηση στα πίσω, τα μάτια του αντίκρισαν το βουρκωμένο θείο βλέμμα….Είδε, πως απ’ τις απαλάμες μα και τα ακροπόδαρα έτρεχε φρέσκο αίμα….Ξάφνιασμα…Ο Ιησούς, εδιάβασε τη σκέψη την εσώψυχη, του αποκρίθηκε:

– «Καλά κατάλαβες, σταυρώθηκα ξανά…Σταυρώνομαι καθημερνά’ πό σας, για σας….`Εγινε η γη ολάκερη ένας κρανίου τόπος από εσάς….Καθημερνά, με ανεβάζετε στο Γολγοθά…Δεν κουραστήκατε;… Όμως, μη σταματάς, προχώρα…σ’ ακολουθώ…θα σ’ οδηγεί το ένστιχτό σου… πρόσεξε μη λαθέψεις…» είπε, και χάθηκε…..

Ο νέο-Διογένης, σηκώθηκε στα πόδια του…Δεν ήξερε αν είδε ή αν ονειρεύτηκε…Αν βίωσε το όραμα, ή αν οραματίσθηκε το βίωμα το άπιαστο… Ένα είναι το σίγουρο: Πως βρήκε ανάκαρα να συνεχίσει με σιγουριά στη σκέψη, πως: «Κάπου υπάρχει άνθρωπος που θα τον βρεις με της ψυχής τα σύνεργα, κι όχι μ’ ανθρώπινα κατασκευάσματα, πρόσκαιρα, μάταια, απατηλά, συχνά φθοροποιά, ζημιογόνα… »…..

"google ad"

Ακολουθήστε το agonaskritis.gr στο Google News, στο facebook και στο twitter και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Συλλογές Άρθρων
Επιλεγμένα άρθρα από όλο το Internet | Συλλέγουμε τα καλύτερα άρθρα, θέσεις και απόψεις από διάφορα sites και blogs. Τα αναδημοσιεύουμε στην ιστοσελίδα του "Α.τ.Κ." αναφέροντας πάντα την πηγή και τον συντάκτη. | Κάντε like τον "Α.τ.Κ." στην facebook σελίδα του και ακολουθήστε τον λογαριασμό του στο twitter | Περισσότερα άρθρα εδώ

Τελευταία Νέα

Περισσότερα σαν αυτό
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ