Του Κανάκη Γερωνυμάκη
Για την τότε κατάσταση της εγκύου γυναίκας, ασφαλώς καλύτερα θα καταλάβετε όταν θα αναφέρω συγκεκριμένα παραδείγματα:
1) Ο πατέρα μου εγεννήθηκε το 1888. Ήτανε εποχή του θέρους. Η γιαγιά μου υπολόγιζε ότι θα γεννούσε κάποιες μέρες αργότερα και πήγε για να θερίζει, από τον Βουβά στον Κολοκασιανό Κάμπο, απόσταση γύρω στα δύο χιλιόμετρα. Όμως με το περπάτημα επισπεύθηκε ο τοκετός και όταν αισθάνθηκε την κατάσταση, έφυγε πάλι με τα πόδια και ίσα – ίσα που πρόλαβε και μπήκε και γέννησε στο σπίτι. Έλεγε ότι άμα μπήκε στο χωριό, την συνάντησε ο παπάς του χωριού, όπου, αφού εκατάλαβε την κατάσταση, της είπε να βάλει και τα δύο χέρια της πάνω στο κεφάλι της.
2) Μια γυναίκα από αρχοντόσπιτο της Χώρας Σφακίων είχε μερικές ελιές στην περιοχή του Βουβά. Απόσταση γύρω τα τέσσερα χιλιόμετρα. Τον καρό του μαζωχτού, νομίζοντας και αυτή πως ήθελε ακόμα κάποιες μέρες για να γεννήσει, πήγε με τα πόδια αυτή την σημαντική απόσταση. Όμως και σ’ αυτή επεσπεύθει ο τοκετός με το πολύ περπάτημα και κατάλαβε ότι ήρθε η ώρα να γεννήσει, και κατάλαβε ακόμα ότι της ήτανε αδύνατο να πάει με τα πόδια στο χωρίο της και επιπλέον ότι δεν θα επρολάμβανε. Αφού η γιαγιά μου στον Βουβά πού ήτανε κοντά, ήταν δευτεροξαφέλφη της, ήρθε και γέννησε το παιδάκι της στο σπίτι μας, στον Βουβά.
Οι δυσκολίες και κατά την εγκυμοσύνη μα και κατά την ανατροφή των παιδιών, ήτανε πολλαπλάσιες από ότι είναι τώρα. Ειδικά στα απομακρυσμένα χωριά, η πρωτόγονη αυτή κατάσταση δε άλλαξε μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα. Οι άνθρωποι όμως εκείνου του καιρού είχανε και την τόλμη και την διάθεση να υποβληθούνε σε θυσίες και σε στερήσεις για να δημιουργήσουνε σωστή οικογένεια. Με το ένα παιδί δεν είναι αρκούντως σωστή.
Τώρα, ειδικά η γυναίκα, δεν είναι διατεθειμένη να υποστεί την περιπέτεια μιας εγκυμοσύνης και να υστερηθεί για δύο χρόνια τουλάχιστον, την άνετη απόλαυση της ζωής. Και μένουνε στο ένα ή στα δύο παιδιά. Ειδικά άμα είχανε την ατυχία να το χάσουνε, άμα είναι ένα. Το παιδί το έχει ανάγκη να έχει αδελφάκι και του στερούνε αυτή τη χαρά. Τέλος συνήθως, στο μοναχοπαίδι γίνονται όλα τα χατήρια, όπου και τυρανίσκος γίνεται στους γονείς μα και αυτό τις πιο πολλές φορές αποχτά κακό χαρακτήρα. Το ένα παιδί είναι εντελώς λίγο. Λίγα είναι και τα δύο. Τα τρία είναι ιδανικός αριθμός για τα σημερινά δεδομένα.
Οι γυναίκες του παλιού καιρού εθερίζανε, εμαζεύανε ελιές, εκάνανε ζυμωτά και μπουγάδες, εκάνανε μετάξι, εφαίνανε, εκλώθανε, εκάνανε πλεχτά, εράφτανε τα ρούχα της οικογένειας με τη βελόνα τους, αφού δεν είχαμε ραφτομηχανές, μα παράλληλα εγεννούσανε και παιδιά «ώστε να θέλει ο Θεός» και όλα τα καταφέρνανε χωρίς καμιά συμπαράσταση και χωρίς ηλεχτρικές συσκευές και χωρίς τις ανέσεις που προσφέρει ο τεχνικός πολιτισμός σήμερα.
Τότε, άμα δεν υπήρχε οργανικό πρόβλημα στους γονείς, όλες οι οικογένειες ήτανε πολύτεκνες. Και πολύ ελάχιστα παιδιά μπαίνανε σε κακό δρόμο. Δεν ήτανε τότε τέντυ μπόηδες, δεν ήτανε ναρκομανείς, δεν ήτανε χούλιγκανς, μα από πολύ μικρά μας παίρνανε στα βάσανα της εκάστοτε εποχής, και τα βάσανα σφυρηλατούσανε σωστούς χαραχτήρες.
Λέει μια παροιμία «Κακοκάματο χωράφι, καλοθέριστο σπαρμένο», δηλαδή τωρινές δυσκολίες επεξεργάζονται μελλοντικές απολαύσεις. Στη μεγάλη οικογένεια, άμα μεγαλώσουνε τα παιδιά τα καμαρώνει και ο ξένος, πόσο μάλλον οι ευτυχείς γονείς.