Στην εκδήλωση για το ολοκαύτωμα της Κανδάνου, που έγινε στις 3-6-2017 στην Κάνδανο, εκφωνήθηκε η παρακάτω ομιλία από τον Λουκά Μπασιά, Πρόεδρο του Συλλόγου Επιστημόνων Σελίνου:
Το Μάιο του 1941 γράφτηκαν στο Σέλινο σελίδες γεμάτες με λαμπρά κατορθώματα, που κοσμούν την ιστορία μας. Αλλά και στο διάστημα της κατοχής που ακολούθησε, γράφτηκαν και άλλες λαμπρές σελίδες ιστορίας, αφού σπουδαία γεγονότα έχει να παρουσιάσει η ευρύτερη περιοχή στον τομέα της εθνικής αντίστασης. Βέβαια, η επαρχία πλήρωσε ακριβά τους αγώνες που έδωσε για την ελευθερία της, αφού 250 περίπου κάτοικοι της βρήκαν το θάνατο από τον εχθρό και οι υλικές καταστροφές που προκλήθηκαν στην περιοχή ήταν υπερβολικά μεγάλες.
Χρέος μας είναι να διαφυλάξουμε την ιστορική μας μνήμη. Γιατί είναι γνωστό πως λαός χωρίς ιστορική μνήμη είναι σαν το δένδρο που δεν έχει ρίζες, που εύκολα το παρασύρει ο άνεμος.
Σήμερα , που έχουν περάσει 76 χρόνια, από την καταστροφή της Κανδάνου, θα γίνει συνοπτική αναφορά στα κυριότερα γεγονότα του Μαίου του 1941, που έλαβαν χώρα κατά την προέλαση του Γερμανικού στρατού προς την Παλαιόχωρα και στα γεγονότα που ακολούθησαν.
Αμέσως μετά την κατάληψη του Μάλεμε, η Γερμανική διοίκηση στο δυτικό τομέα, πολύ γρήγορα συγκρότησε μια ομάδα υπό τον Ταγματάρχη Schette, με σκοπό να σταλεί προς την περιοχή του Σελίνου. Την αποτελούσαν άνδρες του 95ου ορεινού τάγματος μηχανικού και του 55ου τάγματος μοτοσικλετιστών. Σύμφωνα με τον άγγλο ιστορικό Beevor, η δύναμη που προωθούνταν προς την Παλαιόχωρα, στα νότια δηλαδή του νομού Χανίων, είχε σκοπό να εμποδίσει τις όποιες ενισχύσεις θα εστέλνοντο εκεί από την Αλεξάνδρεια, από το Συμμαχικό δηλαδή Στρατηγείο. Ταυτόχρονα, η Γερμανική πολεμική αεροπορία προσπαθούσε να καλύψει τις επιχειρήσεις της ομάδας αυτής, προβαίνοντας σε συνεχείς πολυβολισμούς σε ότι έβλεπαν να κινείται αλλά και σπιτιών που βρισκόντουσαν πάνω στον αυτοκινητόδρομο προς την Παλαιόχωρα.
Μάλιστα, οι σειρήνες των πολεμικών αεροπλάνων, δηλαδή των Στούκας, συνδυαζόμενες με τους διαρκείς πολυβολισμούς, δημιουργούσαν μια πραγματικά εφιαλτική κατάσταση , μια πραγματική κόλαση σε όλη τη διαδρομή. Μόνο όσοι έζησαν τις τραγικές εκείνες ημέρες μπορούν να έχουν πλήρη εικόνα των δραματικών εκείνων στιγμών, που τις έκανε ακόμη πιο σοκαριστικές ο μανιασμένος βόμβος των αεροπλάνων στούκας.
Η πρώτη μάχη, που διεξήγαγαν οι Γερμανοί στην πορεία τους προς το Σέλινο, δόθηκε στο χωριό Κουλουκουθιανά.
Στις 21 Μαίου, ένα αυτοκίνητο μετέφερε 25-30 οπλισμένους Σελινιώτες για να πολεμήσουν στην ευρύτερη περιοχή των Βουκολιών. Αυτοί συμμετείχαν στη μάχη που έγινε στο χωριό Κουλουκουθιανά, με πολλούς άλλους πολεμιστές της περιοχής αυτής. Μαζί τους ήταν και ο Λοχίας Λαζόπουλος από το χωριό Τεμένια Σελίνου, ο οποίος και σκοτώθηκε. Στον πρώτο αυτό αγώνα που έδωσαν κατά των εισβολέων, στο δρόμο προς την Κάντανο, αναβίωσαν την παράδοση των αγώνων των προγόνων τους για την ελευθερία.
Ο φονευθείς λοχίας Λαζόπουλος στάθηκε η αιτία και δεν κατέστρεψαν οι Γερμανοί το χωριό Βουκολιές για την αντίσταση που δέχθηκαν. Γιατί λίγες μέρες μετά, όταν είχαν πλέον καταλάβει όλη την Κρήτη και ήσαν έτοιμοι να καταστρέψουν το χωριό αυτό, οι κάτοικοι του ισχυρίστηκαν, ότι δεν τους αντιτάχθηκαν οι πολίτες αλλά ο στρατός. Και ως απόδειξη προέβαλαν το γεγονός ότι ο λοχίας Λαζόπουλος, τον οποίο ξέθαψαν για να τους το αποδείξουν, φορούσε τα στρατιωτικά του ρούχα. Πράγματι, είχε επιστρέψει στο Σέλινο από το Αλβανικό μέτωπο ως τραυματίας και στη μάχη στα Κουλουκουθιανά, έτρεξε φορώντας τη στρατιωτική του στολή.
Ο αντισυνταγματάρχης Χαρ. Σειραδάκης, στον οποίο, τις παραμονές της πτώσεως των αλεξιπτωτιστών, είχε ανατεθεί η οργάνωση της πολιτοφυλακής του Σελίνου, σε έκθεση του αναφέρει πως έφθασε στην Κάνδανο στις 19 Μαίου 1941 και ότι κάλεσε όλους τους άνδρες του Σελίνου για να συγκεντρωθούν εκεί . Από την Κάνδανο στη συνέχεια θα εστέλνοντο όπου θα κρινόταν αναγκαίο, ώστε να αντιμετωπίσουν τον εχθρό.
Σήμερα, οι ηλικιωμένοι πια που έζησαν τις τραγικές εκείνες ημέρες, θυμούνται το γενικό ξεσηκωμό των ανθρώπων της επαρχίας.
Στην Κάντανο, οι συγκεντρωθέντες Καντανιώτες και άλλοι Σελινιώτες , πληροφορήθηκαν για την εξέλιξη της μάχης στον κάμπο των Χανίων με τους αλεξιπτωτιστές και για την προέλαση των Γερμανικών δυνάμεων προς την κωμόπολη τους
Σύμφωνα με όσα γράφει η προηγούμενα αναφερθείσα έκθεση, το απόγευμα της 22ας Μαίου έγινε σύσκεψη στο λόφο της Καντάνου, μπροστά στο δημοτικό σχολείο και δίπλα στο Ειρηνοδικείο. Στη σύσκεψη αυτή συμμετείχαν αξιωματικοί και προύχοντες της επαρχίας Σελίνου. Τους αναλύθηκε η κατάσταση που επικρατούσε και ενημερώθηκαν σχετικά.
Ολοι τους, χωρίς καμιά εξαίρεση, πήραν την απόφαση να πολεμήσουν τον εχθρό αδιαφορώντας για την πιθανή καταστροφή της Καντάνου.
Δε θα ήταν εξάλλου η πρώτη φορά που θα καταστρεφόταν η Κάντανος. Και στο παρελθόν καταστράφηκε , λόγω των αγώνων που δόθηκαν εναντίον των κατακτητών της και πάλι όμως αναπτύχθηκε και προόδευσε.
Εδώ πρέπει να αναφερθεί ότι εκτός από τις μάχες που έγιναν στις περιοχές της διαδρομής από Βουκολιές προς Κάνδανο, πολλοί Σελινιώτες, κυρίως από χωριά του Ανατολικού Σελίνου, έλαβαν μέρος στις μάχες εναντίον των αλεξιπτωτιστών, που έπεφταν στις πεδινές περιοχές της Κυδωνίας, δηλαδή στην Αγιά, το Γαλατά, το Μάλεμε και αλλού.
Επίσης, ότι και άλλοι κάτοικοι, κυρίως από την περιοχή του Πλεκάνου και των Στροβλών, έλαβαν μέρος μαζί με τους Κισαμίτες στην περιοχή από Πλακάλωνα έως Καστέλλι. Και στις δύο περιπτώσεις υπήρξαν από αυτούς θύματα στα πεδία των μαχών.
Η 23η Μαίου ξημέρωσε με την έντονη παρουσία της Γερμανικής αεροπορίας, πάνω από την περιοχή του οδικού άξονα Βουκολιών – Παλαιοχώρας, που προκαλούσε δέος από τους πολυβολισμούς και τους συριγμούς της. Το τμήμα υπό τον ταγματάρχη Schette συνέχισε την πορεία του προς τα νότια.
Η πρώτη ομάδα των Γερμανών, που ήσαν 17 στρατιώτες, παρουσιάστηκαν στον αυτοκινητόδρομο στο χωριό Μεσαύλια. Προπορευόταν ένας ανιχνευτής με μοτοσικλέτα, που προχωρούσε για λίγο και μετά επέστρεφε, για να ενημερώσει σχετικά τους άλλους στρατιώτες. Αμέσως οι κάτοικοι της περιοχής που τους είδαν άρχισαν να φωνάζουν και να ενημερώνουν ο ένας τον άλλο για το γεγονός της έλευσης των Γερμανών. Και έγινε συναγερμός σε όλα τα γειτονικά χωριά, ακόμη και μέχρι τα Εννιά χωριά της Κισάμου.
Οι κάτοικοι που ερχόντουσαν για να συγκρουστούν με τον εχθρό ήσαν γέροι, μεσήλικες, ακόμη και παιδιά. Γιατί είναι γνωστό πως οι νέοι, που είχαν πάει στο Αλβανικό μέτωπο με την 5η Μεραρχία , δεν είχαν ακόμη προλάβει να επιστρέψουν οι περισσότεροι στην Κρήτη. Εχοντας σαν οπλισμό τους παλιούς γκράδες, κυνηγετικά όπλα και Κρητικά μαχαίρια, κατευθύνθηκαν στην περιοχή της Αγριμοκεφάλας, του χωριού Μεσαύλια, λίγο πιο βόρεια από το χωριό Φλώρια. Εκεί, κατέλαβαν κατάλληλες θέσεις.
Εν τω μεταξύ, οι πρώτοι Γερμανοί στρατιώτες , ο προπομπός δηλαδή της δύναμης για την Παλαιόχωρα που είχε πρωτοεμφανιστεί , είχε ήδη περάσει από το χωριό Μεσαύλια και βάδιζε προς τα Φλώρια. Εκεί έδωσαν μάχη με τους Κρητικούς, που είχαν συγκεντρωθεί όπως θα αναφερθεί παρακάτω.
Με διαφορά ολίγου μόνο χρόνου από το αρχικό τμήμα των 17 ανδρών που πέρασαν για τα Φλώρια, καταφθάνει στα Μεσαύλια η επόμενη δύναμη του Γερμανικού σώματος που κατευθυνόταν για την Παλαιόχωρα. Η δύναμη αυτή ήταν περίπου 22 στρατιώτες και ήλθε αντιμέτωπη με τους οπλισμένους Κισσαμίτες και Σελινιώτες, που είχαν ήδη λάβει θέσεις στο χωριό Μεσαύλια, στην τοποθεσία Αγριμοκεφάλα αλλά και αυτούς που κατεύθαναν. Ακολούθησε σφοδρή σύγκρουση, κατά την οποία από την πλευρά του εχθρού σκοτώθηκαν αρκετοί στρατιώτες, κάποιοι δε που έζησαν τα γεγονότα, αναφέρουν σε κείμενα τους πως σκοτώθηκαν όλοι. Εκτός βεβαίως από 7 στρατιώτες που συνελήφθησαν αιχμάλωτοι και εστάλησαν σε άλλη περιοχή, στην επαρχία Κισάμου. Αρχικά οδηγήθηκαν στο χωριό Σάσαλος και μετά στο χωριό Κούνενι, στο σταθμό χωροφυλακής. Οι Κισαμίτες μη αναμένοντες τη φοβερή και απαράδεκτη συμπεριφορά που στη συνέχεια θα επιδείκνυαν οι συλληφθέντες αιχμάλωτοι, τους φρόντισαν και τους 7 και όταν οι Γερμανοί επικράτησαν πλήρως στην Κρήτη, τους άφησαν όλους ελεύθερους. Λίγες όμως ημέρες μετά, γερμανικό τμήμα, συνοδευόμενο από τους απελευθερωθέντες αιχμαλώτους, μετέβη στο χωριό Σάσαλο και προέβη σε εκτελέσεις ανδρών και καταστροφές οικιών.
Ας δούμε όμως τι συνέβη με το τμήμα που είχε προχωρήσει προς τα Φλώρια.
Αρχικά, μία περίπολος του εχθρού με μοτοσυκλέτες, εμφανίστηκε στη γέφυρα Ανισαράκη, κοντά στην Κάντανο. Οι Κρητικοί πολεμιστές όμως, που είχαν καταλάβει θέσεις στην περιοχή, πυροβολώντας εναντίον τους, τους ανάγκασαν να γυρίσουν πίσω και να πάνε στα Φλώρια, που ήδη είχαν καταφθάσει οι άλλοι Γερμανοί στρατιώτες, η προπομπή δηλαδή της δύναμης που πήγαινε για την Παλαιόχωρα.
Λίγο πριν το μεσημέρι άρχισε η μάχη της Γερμανικής αυτής ομάδας με τους Σελινιώτες και τους κατοίκους άλλων γειτονικών περιοχών, που είχαν καταλάβει θέσεις στην περιοχή. Μεταξύ τους αντάλλασαν διαρκώς πυρά. Όμως σύντομα οι Γερμανοί διαπίστωσαν πως είχαν εγκλωβισθεί από τους Κρητικούς και η υποχώρηση τους δεν μπορούσε πλέον να γίνει.
Οι Κρητικοί ρίχνοντας μετρημένους πυροβολισμούς, αφού διέθεταν λιγοστά πυρομαχικά, ανάγκασαν το Γερμανικό τμήμα να σταματήσει στο σπίτι – μαγαζί του Φραγγεδάκη Γιάννη, εκεί που σήμερα είναι φτιαγμένο το Γερμανικό μνημείο. Οσο περνούσε η ώρα γινότανε συγκέντρωση όλο και περισσότερων Κρητικών οπλοφόρων.
Οι Γερμανοί αντέτασσαν σθεναρή άμυνα αλλά διαρκώς φονεύονταν. Σε όσους είχαν πάει μέσα στο σπίτι – μαγαζί του Φραγγιαδάκη, τους ζητήθηκε να παραδοθούν, αλλά αυτοί δεν εδέχθησαν. Τελικά, όταν πια σταμάτησε η μάχη, οι νεκροί Γερμανοί ανερχόντουσαν σε 16 άτομα.
Με γρήγορες κινήσεις οι πολεμιστές πήραν τα όπλα τους και έφυγαν. Θα τους χρησίμευαν σίγουρα στον αγώνα, που θα έκαναν στη συνέχεια με τον εχθρό, που εκτιμούσαν ότι θα επαναλάμβανε την προσπάθεια του για προέλαση προς την Παλαιόχωρα.
Η τύχη λοιπόν στα Φλώρια των Γερμανών ήταν να σκοτωθούν όλοι. Μόνο ένας φαίνεται πως κατόρθωσε και κρύφτηκε και έτσι επέζησε. Αυτός, τις μέρες που ακολούθησαν συναντήθηκε με τους κατακτητές και τους πληροφόρησε για την τραγωδία που υπέστησαν.
Από τους Κρητικούς στη μάχη αυτή στα Φλώρια 3 άτομα σκοτώθηκαν και 4 τραυματίστηκαν.
Μετά από τις μάχες στα Φλώρια και στα Μεσαύλια και δεδομένου ότι η κατάληψη της Κρήτης προχωρούσε σταδιακά, ήταν αναμενόμενο ότι οι Γερμανοί θα ξανάρχονταν, δεδομένου μάλιστα και των συγκρούσεων, που έγιναν μαζί τους στις δύο προηγούμενα αναφερθείσες περιοχές.
Το βασικότερο πρόβλημα ήταν η έλλειψη οπλισμού. Η αντίσταση των κατοίκων της Κρήτης γενικά ενόψει της Γερμανικής επιδρομής, θα ήταν πολύ διαφορετική, αν τα όπλα που πήρε ο Μεταξάς, βρίσκονταν στα χέρια των Κρητικών. Ο λόγος της παράδοσης των όπλων ήταν ότι θα εστέλνοντο στους μαχόμενους στρατιώτες μας στην Αλβανία.
Ετσι τώρα, που είχαμε την εισβολή των Γερμανικών στρατευμάτων στο Σέλινο και δινόντουσαν μάχες στα Κουλουκουθιανά, στα Μεσαύλια , στα Φλώρια και στο Φαράγγι της Καντάνου , τα περισσότερα όπλα που χρησιμοποιήθηκαν από τους Κρητικούς εναντίον των εισβολέων, ήσαν κυνηγετικά η παλιά όπλα από την εποχή της τουρκοκρατίας. Βεβαίως υπήρχε τεράστιο πρόβλημα από τη μεγάλη έλλειψη και των φυσιγγίων. Όμως, ακόμη και με τσεκούρια και με ραβδιά έτρεξαν οι Σελινιώτες για να αντιμετωπίσουν τον εχθρό, αφού δεν είχαν τον αναγκαίο οπλισμό.
Τις πρωινές ώρες της 24ης Μαίου είχαν ήδη λάβει θέσεις στο Φαράγγι της Καντάνου οι Κρητικοί. Μαζεύτηκαν εκεί κάτοικοι της Καντάνου, των άλλων χωριών του Σελίνου αλλά και γειτονικών επαρχιών, καθώς και περί τους είκοσι πέντε χωροφύλακες και μερικοί αγροφύλακες που υπηρετούσαν στην επαρχία. Ετσι συγκεντρώθηκαν συνολικά για την απόκρουση του εχθρού περίπου διακόσιοι πενήντα έως τριακόσιοι άνθρωποι.
Μαζί με τους χωροφύλακες ήταν εκεί και αξιωματικοί της Χωροφυλακής του Σελίνου, ο υπομοίραρχος Γ. Μουρκογιάννης, ο μοίραρχος Γ. Μπιτσάκης, ο επίσης μοίραρχος Ι. Αρχοντάκης και άλλοι. Ο Αρχοντάκης συνελήφθηκε στις αρχές Σεπτεμβρίου 1941 και ήταν ένας από τους 29 εκτελεσθέντες στην Παλαιόχωρα.
Η αρχή του Φαραγγιού της Καντάνου απέχει από τα Χανιά περίπου 50 χιλιόμετρα. Το Φαράγγι έχει παρακαμφθεί σήμερα με την κατασκευή του νέου δρόμου. Όμως, ο επισκέπτης μπορεί εύκολα να δει ένα τμήμα του παλαιού δρόμου, με τις καταπληκτικές ξερολιθιές του. Το συνολικό του μήκος είναι περίπου 7 χιλιόμετρα και μέσα σε αυτό, τρέχει ο Σπηνιώτης ποταμός.
Το έδαφος του φαραγγιού είναι βραχώδες με πλούσια δασώδη βλάστηση. Σε μεγάλο τμήμα του δρόμου, υπήρχε προστατευτικό στηθαίο, κτισμένο από πέτρα. Η τοποθεσία είναι τραχεία και δύσβατη. Η καθυστέρηση και η ζημιά που θα εδημιουργείτο στους Γερμανούς θα ήταν σημαντική, εφόσον οι Κρητικοί που τους απέκρουσαν θα ήσαν σωστά εξοπλισμένοι , πράγμα που βεβαίως δεν ίσχυε. Σε αυτό λοιπόν το φαράγγι, βρέθηκαν το πρωί της 24ης Μαίου του 1941 οι Σελινιώτες και οι λίγοι πολεμιστές από άλλες περιοχές εκτός της επαρχίας.
Κατά τις 9-10 το πρωί, οι Γερμανοί έφθασαν στο Φαράγγι. Αφησαν τις μοτοσυκλέτες που χρησιμοποιούσαν στο δρόμο και απλώθηκαν όπου μπορούσαν, κυρίως στο βόρειο μέρος του Φαραγγιού. Αμέσως καθηλώθηκαν και έλαβαν θέσεις. Γνωρίζοντας μάλιστα όλα όσα έλαβαν χώρα στα Φλώρια και στα Μεσαύλια, ήσαν γεμάτοι από οργή για την αντίσταση που τους προέβαλαν οι κάτοικοι.
Οι συνεχείς συριγμοί των αεροπλάνων Στούκας, οι πολυβολισμοί από τα μυδράλια των αεροπλάνων αυτών, αλλά και οι βόμβες, που ρίπτονταν, δημιουργούσαν μια τρομακτική εικόνα.
Το Γερμανικό τμήμα του αποσπάσματος Schette, που είχε αναλάβει να συνεχίσει την επιχείρηση του και να φθάσει στην Παλαιόχωρα, ήταν ενισχυμένο και από τεθωρακισμένο τμήμα Ορεινών Κυνηγών. Το τμήμα αυτό ήταν ιδιαίτερα ευκίνητο , χάρις στα τμήματα του 55ου τάγματος μοτοσικλετιστών που είχε μαζί του. Οσον αφορά τη συνολική δύναμη των Γερμανών που έφθασαν στο Φαράγγι της Καντάνου, ήταν περίπου ένα Τάγμα, ενισχυμένο με 2 ορεινά πυροβόλα και με 8 σωλήνες όλμων.
Οι Γερμανοί δεν μπόρεσαν εύκολα να προχωρήσουν και να περάσουν το Φαράγγι για να φθάσουν στην Κάνδανο. Εδωσαν μάχη, που κράτησε όλη την ημέρα.
Και είχαν αρκετά θύματα. Σχετικά με αυτά, ο Καντανιώτης Λυκειάρχης Ι. Δ. Αναστασάκης σε δημοσιεύματα του στην εφημερίδα Σελινιώτικα Νέα στις 25-5-2000 και 1-6-2000, παρουσιάζει έγγραφο του Νοεμβρίου του 1941, που στάλθηκε στον πρόεδρο της κοινότητας Κανδάνου από τη Στρατιωτική Διοίκηση Κρήτης ( Διεύθυνση Εσωτερικών). Σε αυτό αναγράφεται πως υπήρξαν 45 νεκροί (μαζί με τα Φλώρια). Πάντως σε μια μαρμάρινη πλάκα, που τοποθέτησαν στην Κάντανο οι Γερμανοί, κατέβασαν το αριθμό των σκοτωμένων σε 25.
Βέβαια υπάρχουν και πηγές που αναφέρουν πολύ μεγαλύτερο αριθμό νεκρών.
Δεν μας είναι γνωστό πόσοι ήσαν οι τραυματίες τους. Σίγουρα όμως πρέπει να ήταν αρκετοί . Στο Φαράγγι της Καντάνου τραυματίστηκε και ένας Γερμανός πρωτοπυγχμάχος, ο Μάξ Σμέλινγκ.
Όταν πια τελείωσε η μέρα και έγινε φανερό στους Κρητικούς, λόγω της παντελούς έλλειψης πυρομαχικών, πως δε θα μπορούσαν τελικά να σταματήσουν την προέλαση των Γερμανών προς την Κάντανο, τη νύκτα της 24ης προς 25ης Μαίου, άρχισαν σιγά – σιγά να φεύγουν από το Φαράγγι.
Ετσι το πρωί, στις 25 Μαίου, οι Γερμανοί προχώρησαν από το Φαράγγι και μετά από μικρή αντίσταση που δέχθηκαν από μερικούς Κρητικούς , κατά το μεσημέρι κατέλαβαν έρημη την Κάντανο. Εκεί έκαψαν λίγα οικήματα, όπως το Ειρηνοδικείο και την αστυνομία. Επίσης αλλά δύο οικήματα από την πρώτη συνοικία που μπήκαν και σκότωναν όσους ανθρώπους συναντούσαν.
Την ολοκληρωτική καταστροφή της Καντάνου οι Γερμανοί την άφησαν για λίγες μέρες αργότερα. Συνέχισαν όμως στις 25 Μαίου την πορεία τους και τις επόμενες ώρες προχώρησαν και έφθασαν στην Παλαιόχωρα, όπου ήταν και ο αντικειμενικός σκοπός της προέλασης τους, αφού όμως στο δρόμο τους εδέχθησαν τα σποραδικά πυρά από κατοίκους των χωριών κατά μήκος της διαδρομής. Στην Παλαιόχωρα δε συνάντησαν κατοίκους, γιατί αυτοί είχαν φροντίσει να φύγουν μακριά, μιας και δεχόντουσαν τους συνεχείς πολυβολισμούς από τα Γερμανικά αεροπλάνα.
Στην Παλαιόχωρα, οι Γερμανοί επιδόθηκαν σε μια απίστευτη λαφυραγωγία. Εμπαιναν μέσα στα ανοικτά από τους βομβαρδισμούς σπίτια και αφαιρούσαν ό,τι καλό εύρισκαν.
Στις 3 Ιουνίου 1941, λίγες μέρες δηλαδή μετά τις μάχες που εδόθησαν στο Φαράγγι και αλλού, οι Γερμανοί ξαναγύρισαν στην Κάντανο. Δεν μπορούσαν να δεχθούν ότι είχαν τόσους πολλούς νεκρούς στην πορεία τους για την Κάνδανο και γι αυτό θέλησαν να τιμωρήσουν αυτούς, που πολέμησαν για την ελευθερία τους. Διψούσαν για εκδίκηση.
Το πρωί της μέρας αυτής επέστρεψαν, για να ισοπεδώσουν και καταστρέψουν ολοκληρωτικά την περιοχή. Επρεπε να αποδώσουν τιμωρία σε αυτούς που τόλμησαν να υπερασπίσουν την τιμή, την ύπαρξη και την περιουσία τους. Πρώτα κάλεσαν με μεγάφωνα τους κατοίκους να γυρίσουν στα σπίτια τους, λέγοντας τους πως δε θα πειράξουν κανένα. Μα ποιός να τους πιστέψει;
Ετσι μετά από λίγο, την πρόσκληση ακολούθησε η καταστροφή. Από την Παλαιόχωρα ήλθε στην Κάνδανο ένας λόχος Γερμανικού στρατού που είχε διοικητή το Φρούραρχο της Παλαιόχωρας, το λοχαγό Νίμπερτ. Έχοντας μαζί τους όπλα, δυναμίτες και βενζίνη άρχισαν να σπέρνουν την καταστροφή. Αλλα σπίτια ανατινάχτηκαν και άλλα κάηκαν. Όλα μετατράπηκαν σε ερείπια. Συγχρόνως τα πολυβόλα και οι όλμοι βροντούσαν συνεχώς.
Οι καπνοί από τα σπίτια που καίγονταν, στα οποία μέσα υπήρχαν τόνοι από λάδι, κράτησαν πολύ καιρό. Τα λάδια χύθηκαν στους δρόμους και άρπαζαν φωτιά, δημιουργώντας μια φοβερή εικόνα. Το φρικτό αυτό έργο της καταστροφής εξαπλώθηκε παντού.
Ενας σωρός από ερείπια των πάντων ήταν το αποτέλεσμα των ενεργειών αυτών.
Επισφραγίζοντας την καταστροφή που προκάλεσαν στην Κάντανο, οι Γερμανοί τοποθέτησαν πινακίδες επί του αυτοκινητόδρομου, στις δύο εισόδους της κωμόπολης, από τα Χανιά και την Παλαιόχωρα , που έγραφαν τους λόγους που προέβησαν στην καταστροφή που προκάλεσαν.
Η πινακίδα που ήταν στην πλευρά της Παλαιόχωρας έγραφε:
«Δια την κτηνώδη δολοφονίαν Γερμανών αλεξιπτωτιστών, αλπινιστών και του Μηχανικού, από άνδρας γυναίκας παιδιά και παπάδες μαζί και διότι ετόλμησαν να αντισταθούν κατά του μεγάλου Ράϊχ , κατεστράφη την 3-6-1941 η Κάνδανος εκ θεμελίων, διά να μη επανοικοδομηθή πλέον ποτέ».
Η άλλη πινακίδα που ήταν προς την πλευρά των Χανίων έγραφε:
«ΩΣ ΑΝΤΙΠΟΙΝΟΝ ΤΩΝ ΑΠΟ ΟΠΛΙΣΜΕΝΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ ΑΝΔΡΩΝ ΚΑΙ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΕΚ ΤΩΝ ΟΠΙΣΘΕΝ ΔΟΛΟΦΟΝΗΘΕΝΤΩΝ ΓΕΡΜΑΝΩΝ ΣΤΡΑΤΙΩΤΩΝ ΚΑΤΕΣΤΡΑΦΗ Η ΚΑΝΔΑΝΟΣ»
Αργότερα έφεραν και μια τρίτη πινακίδα που τοποθέτησαν στην περιοχή και έγραφε:
«Εδώ υπήρχε Η ΚΑΝΔΑΝΟΣ
Κατεστράφη προς εξιλασμόν της δολοφονίας 25 Γερμανών Στρατιωτικών»
Συνολικά σκοτώθηκαν από τους Γερμανούς εκείνη την περίοδο, από τις 23-5-1941 έως 3-6-1941, δεκατέσσερις Καντανιώτες.
Όταν ολοκληρώθηκε η κατάληψη της Κρήτης, οι κάτοικοι της επαρχίας Σελίνου δεν έμειναν αδρανείς απέναντι στις σκληρές μέρες που τους περίμεναν. Από την πρώτη στιγμή σκέφτηκαν, πως θα απαλλαγούν από τη δουλεία που τους επιβλήθηκε και στο ποιές ενέργειες θα έπρεπε να κάνουν για να αντισταθούν στον εχθρό.
Από τις ακτές της επαρχίας και κυρίως ανατολικά της Σούγιας, τους μήνες που ακολούθησαν τη Μάχη της Κρήτης, αλλά και αργότερα, έφυγε για τη Μέση Ανατολή πολύ μεγάλος αριθμός συμμάχων στρατιωτών, δηλαδή Αγγλων, Αυστραλών και Νεοζηλανδών. Οι κάτοικοι της περιοχής τους φιλοξένησαν, τους περιέθαλψαν και τους βοήθησαν να διαφύγουν, παρά τους πολύ μεγάλους κινδύνους που διέτρεχαν.
Ακολουθεί η πρώτη γερμανική εξόρμηση, που έγινε στις αρχές του Σεπτεμβρίου του 1941. Χιλιάδες Γερμανοί στρατιώτες εξερευνούν μεταξύ των άλλων περιοχών του νομού και μεγάλο μέρος του Σελίνου. Στην εξόρμηση αυτή συνελήφθησαν και πολλοί Σελινιώτες, αρκετοί από τους οποίους εκτελέστηκαν στην Παλαιόχωρα, την Αγιά και τα Σφακιά.
Κινήσεις και σκέψεις για δημιουργία αντίστασης στο Σέλινο , αναφέρονται σε διάφορες μαρτυρίες κατοίκων της περιοχής.
Πάντως, στην περιοχή του Σελίνου, από το πρώτο διάστημα της κατοχής, δημιουργείται οργανωμένη αντίσταση κατά του εχθρού, η οποία είχε επαφή και σύνδεση με την εξόριστη Ελληνική Κυβέρνηση στη Μέση Ανατολή. Η ορκωμοσία πολλών ανταρτών στην εκκλησία της «Παναγίας της Κεράς» του χωριού Μονής στις 10-1-1942 , από τους οποίους οι 109 υπέγραψαν και σε πρακτικό που διασώθηκε, είναι σχετική με το γεγονός αυτό.
Το Νοέμβριο του 1942 εγκαθίσταται φυλάκιο με ασύρματο στο βουνό, κοντά στο Λιβαδά και στο Κουστογέρακο, με καταγόμενο από τη Σούγια αξιωματικό και ασυρματιστή, που εστάλησαν από τη Μέση Ανατολή. Σκοπός του η συλλογή πληροφοριών και η μετάδοση τους στο Συμμαχικό Στρατηγείο.
Λίγο αργότερα, στο τέλος της άνοιξης του 1943, εγκαθίσταται και άλλο φυλάκιο στη Μαδάρα, πάνω από το Κουστογέρακο, από τον άγγλο ταγματάρχη αντιπρόσωπο του συμμαχικού στρατηγείου στη δυτική Κρήτη. Σύμφωνα με όσα γράφει ο ίδιος σε έκθεση του το 1943, είχε σαν αντικείμενο την προπαγάνδα, τα σαμποτάζ και την οργάνωση.
Τα φυλάκια αυτά, επανδρωμένα κυρίως από κατοίκους των χωριών της περιοχής, μετέδιδαν με τους ασυρμάτους που διέθεταν, τις πληροφορίες που τους ζητούσε το Συμμαχικό Στρατηγείο. Επίσης, μετέφεραν τις εντολές του Συμμαχικού Στρατηγείου . Γι αυτό συνεργαζόντουσαν στενά με τις αντιστασιακές οργανώσεις ΕΟΚ και ΕΑΜ αλλά και τις ανταρτικές ομάδες που δρούσαν στο Νομό Χανίων.
Εξετάζοντας σήμερα τις εκθέσεις και άλλα κείμενα της εποχής που διασώθηκαν, που είχαν τότε αποσταλεί στο Συμμαχικό στρατηγείο, θα διαπιστώσουμε εύκολα το σπουδαίο έργο που γινόταν με την οργάνωση αυτή της αντίστασης.
Τον Σεπτέμβριο του 1943, το Συμμαχικό Στρατηγείο Μέσης Ανατολής έστειλε στο Σέλινο, στη Μαδάρα πάνω από το Κουστογέρακο, οπλισμό στους αντάρτες και άλλα εφόδια αναγκαία για το έργο τους. Τα υλικά αυτά ρίφθηκαν από αεροπλάνα. Ο εξοπλισμός συνεχίστηκε και τους επόμενους μήνες, είτε με ρίψεις από αεροπλάνα, είτε διά μεταφοράς υλικών με πλωτά μέσα που ερχόντουσαν στις γειτονικές ακτές.
Οι Γερμανοί έμαθαν για τις δραστηριότητες αυτές των ανταρτών στην περιοχή. Ετσι τα τέλη Σεπτεμβρίου του 1943, εξόρμησαν ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις με αεροπορική υποστήριξη και καταστρέφουν ολοκληρωτικά τα χωριά Μονή -Λιβαδά και Κουστογέρακο, εκτελώντας και 19 κατοίκους τους. Αλλά και αυτοί υπέστησαν σοβαρές απώλειες σε σύγκρουση που έγινε στο Κουστογέρακο.
Ακολούθησαν και άλλες συμπλοκές και μάχες μεταξύ των Σελινιωτών και των κατακτητών. Επίσης το Φεβρουάριο του 1944 ακολούθησε η σύλληψη δεκάδων ανδρών, που οδηγήθηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης της Γερμανίας.
Το Σεπτέμβριο του 1944, οι κατακτητές αποχώρησαν οριστικά από την επαρχία Σελίνου. Μετέβησαν, όπως και όλες οι δυνάμεις τους από όλη την υπόλοιπη Κρήτη, στη στενή εδαφική λωρίδα που εκτείνεται στο βόρειο μέρος του νομού Χανίων, από το Καστέλλι μέχρι τη Γεωργιούπολη, που έμεινε υπό την κατοχή τους.
Μετά το Σεπτέμβριο του 1944 οι περισσότεροι Σελινιώτες αντάρτες εντάχθηκαν στους οργανωθέντες στρατιωτικούς σχηματισμούς των ανταρτικών οργανώσεων ΕΑΜ και ΕΟΚ αλλά και του Εθνικού στρατού αργότερα και έλαβαν μέρος σε μάχες που εδόθησαν με τον εχθρό το τελευταίο διάστημα της κατοχής.
Κυρίες και κύριοι
Οι πρόγονοι μας κατά την εποχή της Μάχης της Κρήτης και της κατοχής, έχοντας την αίσθηση του καθήκοντος απέναντι στην πατρίδα, αγωνίστηκαν αντιμετωπίζοντας τη σκληρότητα των μαχών, το θάνατο και όλα τα δεινά του πολέμου.
Η αίσθηση του καθήκοντος απέναντι στην πατρίδα είναι το βασικό στοιχείο κάθε πολέμου και κάθε κοπιώδους εθνικής προσπάθειας, η οποία οδηγείται σε αίσιο αποτέλεσμα.
Αυτό το νόημα του καθήκοντος, η εκπλήρωση των υποχρεώσεων μας που αξιώνει το γενικό συμφέρον, το συμφέρον της πατρίδας, πρέπει όπως πάντα, έτσι και στις μέρες μας να είναι ο βασικός κανόνας της συμπεριφοράς μας και με αυτή ως γνώμονα, να αγωνιζόμαστε σε όλα τα ειρηνικά μέτωπα για το καλό της Ελλάδας.